Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Kηροστασία, το ζύγισμα της ψυχής

Ανεξάντλητο, το ομηρικό πεδίο, θα συνεχίσει να μας τροφοδοτεί με θέματα της ζωής και του νοήματος που αυτή ενέχει.

Ανοίγουμε για πολλοστή φορά την «Ιλιάδα» του Ομήρου και βρισκόμαστε στην Τρωική πεδιάδα, στη δεύτερη μάχιμη μέρα του έπους.

Παρακολουθούμε την πρώτη Κηροστασία:

Η πρώτη Κηροστασία
Η όγδοη ραψωδία, η Θ, αποτελεί από πολλές απόψεις κομβικό σταθμό στην πλοκή της Ιλιάδας. Εγκαινιάζει και εξαντλεί τη δεύτερη μάχιμη μέρα του έπους, που θα αποδειχτεί κρίσιμη. Οι Τρώες θα φθάσουν στο χείλος της τάφρου και απωθώντας τους Αχαιούς θα βρεθούν στα πλοία τους, όπου θα μείνουν όλη τη νύχτα, στρατοπεδευμένοι στον ενδιάμεσο χώρο, περιμένοντας να ξημερώσει, για να ανανεώσουν την απειλητική τους έφοδο.

Η νέα αυτή κατάσταση πραγμάτων σχετίζεται με την απόφαση του Δία, την οποία ανακοινώνει στους ολύμπιους θεούς: Απαγορεύει οποιαδήποτε ανάμειξή τους στην επικείμενη σύγκρουση Αχαιών και Τρώων.

Ο ίδιος αποσύρεται στο τρωικό όρος, την Ίδη, ώστε να εποπτεύει καλύτερα το πεδίο της μάχης, όπου η σύγκρουση καταλήγει αμφίρροπη.

Τότε ο αρχηγός των θεών επεμβαίνει δραστικά, ζυγίζοντας στους δίσκους του χρυσού ζυγού του τις θανάσιμες μοίρες, τις Κήρες, Αχαιών και Τρώων.

Βαρύς ο κλήρος των Αχαιών κατηφορίζει προς τη γη, σημαδεύοντας την ήττα τους.

Ελαφρύς ο κλήρος των Τρώων ανηφορίζει προς τον ουρανό, προλέγοντας τη νίκη τους για την ημέρα εκείνη.

Έτσι προκρίνεται η έκβαση της μάχης, πρόκριση που επικυρώνεται με κεραυνό του Δία...

Η υπόσχεση του θεού στη Θέτιδα εκπληρώνεται μ’ αυτό το ζύγισμα, που θα φανερώσει την αξία της ρώμης του θιγμένου, του προσβεβλημένου κι αποσυρμένου στα πλοία Αχιλλέα...

Άλλες Κηροστασίες στην ΙΛΙΑΔΑ και την ΑΙΘΙΟΠΙΔΑ

Στο Τρωικό πεδίο και πάλι βρισκόμενοι, συνειδητοποιούμε τη δύσκολη θέση των Αχαιών, αφού ο εχθρός κοντά στα πλοία τους είναι.

Είμαστε στη χρονική στιγμή που ο Πάτροκλος, του Αχιλλέα τα όπλα φορώντας, αριστεύει και είναι έτοιμος στα θύματά του ν’ αθροίσει και τον Σαρπηδόνα, αγαπημένο γιο του Δία.
Συντριμμένος ο πατήρ θεών τε και ανθρώπων εκφράζει στην Ήρα την αμηχανία του:

«Ωχού μου εμένα, ο πιο που αγάπησα θνητός, ο Σαρπηδόνας,
γραφτό 'ναι τώρα από τον Πάτροκλο να κατεβεί στον Άδη.
Και μέσα μου η καρδιά διχόγνωμη σαλεύει, ως διαλογούμαι,
να τον αρπάξω απ' την πολύδακρη τη μάχη και στης πλούσιας
Λυκίας τα μέρη, πριν ο θάνατος τον έβρει, να τον φέρω,
για και ν' αφήσω τώρα ο Πάτροκλος να πάρει τη ζωή του;»
Και τότε η σεβαστή του απάντησε βοϊδόματη Ήρα κι είπε:
«Υγιέ του Κρόνου τρομερότατε, τι λόγια αυτά που κρένεις;
Έναν θνητό πώς θες, που θάνατο του 'χει γραμμένα η Μοίρα,
τώρα ξανά απ' τον πολυστέναχτο να τον γλιτώσεις Χάρο;
Κάμε ό,τι θες, μα κι όλοι οι αθάνατοι δεν έχουμε ίδια γνώμη.
Άκου, ένα λόγο τώρα θα 'λεγα, και συ στο νου σου βάλ' τον:
Αν στείλεις ζωντανό στο σπίτι του το Σαρπηδόνα πίσω,
κι άλλος θεός, στοχάσου, αργότερα θα θέλει σαν και σένα
τον ακριβό του γιο απ' τον πόλεμο τον άγριο να γλιτώσει·
γιατί πολλοί στου Πρίαμου μάχουνται το μέγα κάστρο γύρα
θεών υγιοί, και συ θα θύμωνες περίσσια τους γονιούς τους».
Είπε, κι ο κύρης των αθάνατων και των θνητών το δέχτη,
και ματερές ψιχάλες έριξε στο χώμα, να τιμήσει το γιο του...


Ο Δίας, φίλοι μου, δε σκέφτηκε τη ζυγαριά στα χέρια του να πάρει, ν’ αποτρέψει τη μοίρα του Σαρπηδόνα, αλλά περιορίστηκε στην αιμάτινη βροχή, έτσι για να τον κλάψει και να τον τιμήσει αντάμα.

Με βαριά καρδιά ο Δίας άφησε τον ωραίο του γιο να πεθάνει, αλλά δεν επέτρεψε να βεβηλώσουν το σώμα του οι Έλληνες. Έστειλε, λοιπόν, τα δυο αδέλφια, τον Ύπνο και το Θάνατο, να πάρουν το νεκρό, να τον πλύνουν στο Σκάμανδρο ποταμό και να τον πάνε στη Λυκία, όπου, αφού θα του αποδώσουν τις νεκρικές τιμές, θα τον θάψουν όπως ταιριάζει σ’ ένα νεκρό βασιλιά.

Σπάραξε ο Δίας και μετάνιωσε για την τόση εξουσία που ανέθεσε στα χέρια της Ατρόπου.
Παρόμοια λύπη ο Δίας αισθάνεται και για τον Έκτορα, ο οποίος, σύμφωνα με μια παραλλαγή του μύθου, είναι γιος του. Έκφράζει τον πόνο του στην Αθηνά, την ώρα που βλέπει τον ωκύπου Αχιλλέα να τον κυνηγά γύρω απ΄τα τείχη της Τροίας.

Αναρωτιέται αν με τους υπόλοιπους θεούς μπορούν να πάρουν την απόφαση, παράταση να δώσουνε στου Έκτορα τη μοίρα.

Η Αθηνά του δίνει μια ίδια με την Ήρα απάντηση, για να καταλήξει στη φράση:
«Κάνε το’ όμως οι άλλοι θεοί δεν θα το εγκρίνουμε»

Ο Δίας παραιτείται, μα αυτή τη φορά, στην πιο κρίσιμη στιγμή της αναμέτρησης των δυο γιγάντων, παίρνει τη χρυσή ζυγαριά και βάζει σε κάθε πλευρά από μια κήρα, μοίρα του θανάτου, μια για τον Αχιλλέα και μια για τον Έκτορα.

Ισορροπεί τη ζυγαριά κι αρχίζει να ζυγίζει.

Βαραίνει η μοίρα του Έκτορα, κι έτσι παίρνει η ψυχή του το δρόμο για τον Άδη.

Έχουν κριθεί πια όλα και ο Απόλλωνας, που παράστεκε ως τότε τον Έκτορα, άπραγος τον εγκαταλείπει στο έλεος της μοίρας του, που πιο βαριά από του Αχιλλέα ήταν..

Αυτή η ενέργεια του ζυγίσματος των κηρών είπαμε πως λέγεται Κηροστασία.
Το ζύγισμα της Κήρας το ξανασυναντάμε, μέσα στο χαμένο έπος, την «Αιθιοπίδα», όπου και πάλι ο Δίας ζυγίζει για δεύτερη φορά την κήρα του Αχιλλέα, βάζοντας στον άλλο ζυγό την κήρα του Μέμνονα, του αρχηγού των Αιθιόπων.

Οι μητέρες των δυο ηρωων, η Θέτις και η Ηώς, στην κρίσιμη στιγμή, κατέφυγαν στον Δία, ικετεύοντας για τη σωτηρία καθε μια του παιδιού της. Τότε εκείνος απάντησε ζυγίζοντας

Βάρυνε η ψυχή του Μέμνονα, που αναπότρεπτα στον Άδη κατεβαίνει.
Ο Δίας στον Όμηρο έχει λόγο για την ώρα που η κήρα του καθένα εμφανίζεται αναπότρεπτη. Μοιάζει να έχει αυτός τον τελευταίο λόγο, την ετυμηγορία ωστόσο την αφήνει στη κλίση που η χρυσή ζυγαριά του παίρνει.

Μας παραξενεύει που δε τη χρησιμοποίησε στο τέλος του Σαρπηδόνα, αλλά περιορίστηκε στην αιμάτινη βροχή.

Έτσι όμως ήθελε ο ποιητής, για να υπερτονίσει την αντρεία των δυο υπερηρώων του Τρωικού πολέμου, οπότε το θάνατο του ενός τον φορτίζει με το ισχυρότερο που μπορεί συναίσθημα και τον καθιστά δραματικότερο...

Ένα άλλο που αξίζει να σημειώσουμε πως δυο φορές ο Αχιλλέας κερδίζει στην κηροστασία, γιατί η στιγμή του θανάτου του είχε προσημειωθεί χρονικά και ήταν κάτω από τη γραμμή θανάτου του Πάτροκλου και Έκτορα.

Ήταν ο τρίτος στη σειρά στον κατάλογο των προγραφών της Μοίρας.

Η Κήρα του Αχιλλέα είναι ελεύθερη πια, μετά το Θάνατο του Έκτορα, να επιτελέσει το δικό της ρόλο...

Έρρωσθε και Χαίρεσθε...

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου