Κυριακή 19 Απριλίου 2015

EΛΛΗΝΙΚΕΣ ΘΕΑΙΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Ο Roscher, εργαζόμενος πάνω σε μια ολοκληρωμένη συλλογή των δεδομένων, υποστήριξε πως όλες πραγματικά οι ελληνικές θέαινες ήταν, κατά πρώτο λόγο, φεγγαροθεές. Οι απόψεις του δεν γίνονται γενικά δεκτές. Οι αντίπαλοί του, με την ηγεσία του Farnell, στέκουν στο επιχείρημα πως η ένδειξη, όπου στηρίχτηκε, πάρθηκε πλατιά από ελληνιστικές πηγές, που πέφτουν σε καιρό που η ελληνική θρησκεία είχε αφεθεί ανοιχτή στις ανατολικές επιδράσεις. 
  Δεν είναι όλες οι πηγές του Roscher νεότερες, κι αυτές, πάλι, έχουν μεγαλύτερη αξία απ’ όση παραδέχεται ο Farnell. Είναι αλήθεια πως, όταν τα ελληνικά άστη – κράτη διαλύθηκαν μέσα στις κοσμοπολιτικές αυτοκρατορίες της Μακεδονίας και Ρώμης, σημειώθηκε άφθονη εισροή ανατολικών λατρειών, μα αυτές ήταν σε πλατιά έκταση της ίδιας αρχικής καταγωγής με την ελληνική.

 Στην Ελλάδα η προϊστορική θρησκεία της Μικρασίας και του Αιγαίου, επηρεασμένη, από την αρχή, από Βαβυλωνιακές και Αιγυπτιακές επιδράσεις, εξελίχθηκε πάω σε ξεχωριστές γραμμές, που τις καθόριζε η μερίκευση των άστεων - κρατών· και το αποτέλεσμα ήταν πως, όταν τα κράτη αυτά χάσανε την ανεξαρτησία τους, τα θρησκευτικά τους υπεροικοδομήματα γκρεμίστηκαν μαζί τους, αφήνοντάς τα εκτεθειμένα για μια φορά ακόμα στην επίδραση των λιγότερο διαφοροποιημένων λατρειών της Μικρασίας και της Ανατολής.

 Έτσι το έδαφος ήταν προετοιμασμένο για τη μυστικιστική εσχατολογία των νεότερων Ορφικών και Νεοπλατωνικών, που, αν κι ήταν περίτεχνα δουλεμένη με θεωρητικές καινοτομίες, συσκοτιστικές και σοφιστικές, ήταν ουσιαστικά μια αναβίωση κάμποσων από τα πιο πολύ πρωτόγονα στοιχεία της αρχαίας θρησκείας.

 Η αδυναμία της θέσης του Roscher βρίσκεται, όχι στις πηγές του, μα στη μεταχείριση από μέρους του της φεγγαρολατρείας, που την είδε σαν κάτι το ‘καθαυτό’, χωρίς σχετισμό με τη διάρθρωση της πρωτόγονης κοινωνίας. Οι σεληνιακοί συσχετισμοί, που τους συναντούμε σ’ όλες σχεδόν τις ελληνικές θεές και σε πολλούς θεούς, είναι λείψανα του καιρού που πιστευόταν πως το φεγγάρι δέσποζε στη ζωή της γυναίκας. Η θεότητα η πιο ανοιχτά συσχετισμένη με το φεγγάρι, ήταν η Εκάτη, θεά της μαύρης μαγείας.

Στο τέλος του μήνα, όταν δεν υπήρχε φεγγάρι στον ουρανό, η Ελληνίδα νοικοκυρά συνήθιζε να σκουπίζει τα πατώματά της και να κουβαλά τα σκουπίδια σ’ ένα τρίστρατο, όπου τα πετούσε, μ’ αλλού γυρισμένα τα μάτια της, και ξαναγύριζε χωρίς να κοιτάξει πίσω. Τα καταθέματα τούτα ήταν γνωστά σαν ‘δείπνα της Εκάτης’. Η ιδέα ήταν πως τ’ ανθρώπινα περιττώματα που σκουπίζονταν μαζί με τα υπόλοιπα, ήταν φορτωμένα μαγική δύναμη και γι’ αυτό επικίνδυνα.

 Μια συγκριτική μελέτη της ένδειξης κάνει αναπόφευκτη την ερμηνεία τούτη που βεβαιώνεται από εσωτερικές πηγές. Μια επιγραφή από την Ιουλίδα (Κέως) καταγράφει έναν νόμο που ρυθμίζει τις κηδείες. Αφού απαγορεύει τις λειτουργίες για τον νεκρό στο τέλος του κάθε μήνα – αυτό που οι καθολικοί λένε σήμερα ‘τριαντάμερο’ – ο νόμος θεσπίζει αδίκημα να τοποθετούνται σκουπίδια από το σπίτι πάνω στον τάφο.

H απαγόρευση των συνήθειων αυτών δείχνει πώς ήταν γενικά. Βλάστησαν από τη δοξασία πως τα μηνιάτικα τούτα καταθέματα βοηθούσαν τον νεκρό να γεννηθεί και πάλι. Στις δεκάξι του μήνα, όταν το φεγγάρι είχε μόλις περάσει την πανσέληνο, οι γυναίκες συνήθιζαν να πηγαίνουν στα τρίστρατα και να προσφέρουν στην Εκάτη στρογγυλές πίτες με μπηγμένα πάνω τους κεράκια, που τις λέγανε ‘αμφιφώντας’.
 Ο σκοπός ήταν να κρατήσουν το φως του φεγγαριού.

‘Αμφιφώντες’ προσφέρονταν επίσης και στην Αρτέμιδα. Αυτό είναι μόνο μια από τις πολλές συνδέσεις ανάμεσα στα δυο θεότητες. Ο Αισχύλος, που η αυθεντία του δεν είναι ούτε όψιμη ούτε αμφίβολη, μιλάει για το φεγγάρι σαν ‘το μάτι της θυγατέρας της Λητούς’, κι αλλού ταυτίζει την Εκάτη και την Αρτέμιδα σαν μια και μόνη θεά του τοκετού.

 Η Εκάτη είναι στην αρχή απλά Άρτεμις Εκάτη, αδερφή του Απόλλωνος Εκάτου – η θεά που ‘ρίχνει από μακριά’ τις σαΐτες ή τους πόνους της γέννας.

Κι η μια κι η άλλη θεά έχει τον τίτλο τριοδίτις, που αναφέρεται στα τρίστρατα, τη θέση όπου ‘συναντιούνται τρεις στράτες’, και τριπρόσωπος. Μια κι η ιερουργία στο τρίστρατο απευθυνόταν στο φεγγάρι, οι τρεις στράτες πάρθηκαν ν’ αντιπροσωπεύουν τις τρεις φεγγαροφάσεις. «Το φεγγάρι», λέει ο Πορφύριος, «είναι η Εκάτη που συμβολίζει τις παραλλάζουσες φάσεις της και τις δυνάμεις που βγαίνουν απ’ αυτές: γι’ αυτό η επιρροή της εκδηλώνεται σε τρεις μορφές».

 Ο Πορφύριος ήταν Σύρος Νεοπλατωνικός του τρίτου αιώνα μ.Χ., μα εδώ και πάνω από χίλια χρόνια νωρίτερα, ο Ησίοδος ιστόρησε πως η Εκάτη πήρε «μερδικό κι απ’ τη γη κι απ’ τον ουρανό κι από τη θάλασσα». Η έννοια μιας τριπλής Εκάτης ήταν πολύ παλιότερη από τον Νεοπλατωνισμό. Στην Ορφική φιλολογία οι φάσεις του φεγγαριού ερμηνεύτηκαν με πολλούς τρόπους.

«Τις πρώτες τρεις μέρες» σύμφωνα με μια αυθεντία, «το φεγγάρι κράζεται Σελήνη· την έκτη γίνεται Άρτεμις· τη δέκατη πέμπτη Εκάτη». «Όταν είναι πάνω από τη γη», σύμφωνα με κάποιαν άλλη, «είναι Σελήνη· όταν είναι μέσα της, Άρτεμις· όταν από κάτω της, Περσεφόνη». Οι αυθεντίες αυτές είναι νεότερες, μα επαναλαμβάνουν μια αρχαία παράδοση.

Ο Επίχαρμος ταύτιζε το φεγγάρι με την Περσεφόνη για τον λόγο πως κι οι δυο τους περνούσαν μέρος του καιρού τους κάτω από τη γη.

 Ο Επίχαρμος έζησε στον έκτο αιώνα π.Χ. Πραγματικά η σχέση ακούγεται κιόλας στον Ομηρικό Ύμνο στη Δήμητρα. Είναι η Εκάτη που ακούει τυχαία τις κραυγές της Περσεφόνης την ώρα που την αρπάζουν με το στανιό – στην πραγματικότητα δεν βλέπει την αρπαγή, ο Ήλιος μοναχά τη βλέπει· η Εκάτη είναι που ανταμώνει την απαρηγόρητη Δήμητρα και της λέει όσα γρίκησε, κι είναι η Εκάτη που αγκαλιάζει την αναστημένη παρθένα και γίνεται η πιστή της θεραπαινίδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου