Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Φιλοσοφία, Ευτυχία και Επιστήμη


Από την φιλοσοφία ξεκίνησαν οι περισσότεροι επιστημονικοί κλάδοι. Ο Αριστοτέλης μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν αστρονόμος, φυσικός, βιολόγος, ψυχολόγος και πολιτικός επιστήμονας.
 
Καθώς διάφορες φιλοσοφικές παραφυάδες επέλεξαν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα με πειραματικές μεθόδους, σταδιακά χώρισαν τον δρόμο τους από τη φιλοσοφία, η οποία συνέχισε να λειτουργεί όχι στην βάση ελεγχόμενων πειραμάτων, αλλά με την κοινή λογική και την διανόηση.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια,  οι επιστήμες - ιδιαίτερα η ψυχολογία και οι κοινωνικές επιστήμες - έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στις ρίζες τους, συνδυάζοντας τα δεδομένα και τις παραδοχές με τις εννοιολογικές προσεγγίσεις που είναι ουσιαστικά φιλοσοφικές. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της επιστροφής είναι η νέα ψυχολογική επιστήμη της ευτυχίας, βασισμένη στο θεμελιώδες έργο του Edward Diener.
 
Η εμπειρική θεμελίωση αυτού του κλάδου προκύπτει από μία τεράστια ποσότητα δεδομένων που καταδεικνύει την συσχέτιση (ή την έλλειψη αυτής) μεταξύ ευτυχίας και διάφορων γενετικών, κοινωνικών, οικονομικών, και προσωπικών παραγόντων.
 
Μερικά από τα ερευνητικά αποτελέσματα αποτελούν παλιά νέα: ο πλούτος και η ομορφιά έχουν μικρή επίδραση στην ευτυχία. Αλλά υπάρχουν και κάποιες εκπλήξεις: μια σοβαρή ασθένεια συνήθως δεν μας κάνει πολύ λιγότερο ευτυχισμένους,  ο γάμος - σε μακροπρόθεσμη βάση- δεν είναι μια σημαντική πηγή ευτυχίας ή δυστυχίας.
 
Η νέα έρευνα έχει δημιουργήσει ελπίδες αλλά προκαλεί και σκεπτικισμό. Ψυχολόγοι έχουν δημοσιεύσει ένα νέο είδος βιβλίων αυτοβοήθειας, που υποτίθεται ότι αντικαθιστούν τις συμβουλές των παραδοσιακών συμβούλων με επιστημονικά προγράμματα που κάνουν ευτυχισμένους τους ανθρώπους. Παράλληλα, υπάρχουν σοβαρές μεθοδολογικές προκλήσεις που αμφισβητούν για παράδειγμα  τη χρήση των λεγομένων μας για το πόσο ευτυχισμένοι είμαστε, καθώς και την προσπάθεια να αντικειμενοποιηθεί  και να ποσοτικοποιηθεί κάτι τόσο υποκειμενικό όπως η ευτυχία.
 
Αλλά η πιο μεγάλη πρόκληση αφορά το νόημα και την αξία της ευτυχίας. Οι ερευνητές τονίζουν ότι, όταν ρωτούμε  τους ανθρώπους αν είναι ευτυχισμένοι, οι απαντήσεις τους δεν έχουν καμία σημασία αν δεν ξέρουμε τι εννοούν με τον όρο "ευτυχία". Για κάποιον  μπορεί να σημαίνει, «Δεν αισθάνομαι σήμερα κανένα σοβαρό πόνο". Για άλλον, "Η ζωή μου είναι φρικτή, αλλά έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα". Για άλλον, "Αισθάνομαι πολύ καλύτερα από ό, τι αισθανόμουν χθες".
Η έρευνα για την ευτυχία απαιτεί την σαφή κατανόηση των πιθανών ερμηνειών του όρου. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι ερευνητές διακρίνουν την ευτυχία ως μια ψυχολογική κατάσταση (όπως το να αισθάνεσαι συνολικά περισσότερη ευχαρίστηση παρά πόνο) και την ευτυχία ως μια θετική αξιολόγηση της ζωής μας (ακόμα κι αν αισθανόμαστε περισσότερο πόνο παρά  ευχαρίστηση. Πάνω απ 'όλα, υπάρχει το θεμελιώδες ερώτημα: Υπό ποια έννοια αποτελεί η ευτυχία τον στόχο της κάθε ανθρώπινης ζωής;
 
Τα ζητήματα αυτά αναπόφευκτα οδηγούν σε φιλοσοφικό προβληματισμό. Πειραματικές  έρευνες μπορούν να μας προσφέρουν μια λίστα με τις διαφορετικές απόψεις  που έχουν οι άνθρωποι για την ευτυχία τους. Αλλά η έρευνα έχει δείξει ότι όταν οι άνθρωποι πετύχουν αυτά που θεωρούν απαραίτητα για την ευτυχία (γάμος, παιδιά,  πλούτος, φήμη), τις περισσότερες φορές δεν είναι πάλι ευτυχείς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι οι απόψεις για την ευτυχία που παίρνουμε από εμπειρικές έρευνες, είναι επαρκώς τεκμηριωμένες για να μας οδηγήσουν στην έννοια της πραγματικής ευτυχίας. Για πολύ καλύτερη αντίληψη  της ευτυχίας, θα πρέπει να στραφούμε σε φιλοσόφους, οι οποίοι, από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, τον Χιούμ και τον  Μιλ, τον Χέγκελ και τον Νίτσε,  μας έδωσαν κάποιες από τις βαθύτερες απόψεις σχετικά με την πιθανή σημασία της ευτυχίας.
 
Ακόμη και αν η εμπειρική διερεύνηση θα μπορούσε να ανακαλύψει το πλήρες φάσμα των πιθανών ερμηνειών της ευτυχίας, θα εξακολουθεί να υπάρχει το ερώτημα με ποιο τρόπο οφείλουμε να προσπαθήσουμε να την πετύχουμε. Εδώ τίθεται ζήτημα αξιών, και η εμπειρική έρευνα από μόνη της  δεν είναι σε θέση να αποφασίσει, χωρίς την προσφυγή στην φιλοσοφική σκέψη.
 
Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε απλά να απευθυνθούμε στους γκουρού της φιλοσοφίας για να μας πουν πώς πρέπει να ζούμε. Θα πρέπει όλοι μας να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα για τους εαυτούς μας. Αλλά αν η φιλοσοφία δεν έχει τις απαντήσεις, εντούτοις παρέχει τα αναγκαία εργαλεία για να καταλήξουμε σε απαντήσεις. Αν, για παράδειγμα, πιστεύουμε ότι η ευχαρίστηση είναι το κλειδί για την ευτυχία, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, μας δείχνει πώς να κάνουμε την διάκριση μεταξύ της περισσότερο αισθητήριας και της πιο πνευματικής ευχαρίστησης. Ο Ρόμπερτ Νόζικ μας προτρέπει να αναρωτηθούμε κατά πόσον θα επιλέγαμε να συνδεθούμε σε μια συσκευή που θα μπορούσε να παράγει μια συνεχή κατάσταση έντονης ευχαρίστησης, ακόμη και αν δεν βιώναμε τίποτα άλλο στη ζωή μας εκτός από αυτή την ευχαρίστηση.
 
Σε μία άλλη προσέγγιση, ο Ιμμάνουελ Καντ αναρωτιέται αν η ευτυχία πρέπει να είναι ο στόχος μιας 'καλής' ανθρώπινης ζωής, η οποία όπως ισχυρίζεται θα έπρεπε μάλλον να  κατευθύνεται προς το να επιλέγουμε να κάνουμε το σωστό, ακόμη και αν αυτό καταστρέφει την ευτυχία μας. Ο Νίτσε και ο Σαρτρ μας βοηθούν να εξετάσουμε κατά πόσον ακόμη και η ίδια ηθική είναι ένας αξιόλογος στόχος της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτά τα ουσιαστικά ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν πειραματικά.
 
Παρόλα αυτά, είναι κατανοητό ότι οι ψυχολόγοι θέλουν να αντιμετωπίσουν τέτοια ζητήματα, και τα επιστημονικά δεδομένα τους μπορούν να έχουν σημαντική συμβολή στη συζήτηση. Αλλά στο βαθμό που η ψυχολογία εμπλέκεται με ερωτήσεις για τις βασικές ανθρώπινες αξίες, θα πρέπει να συνδυαστεί με τη φιλοσοφία και άλλες επιστήμες - ιστορία, τέχνη, λογοτεχνία, ακόμη και τη θεολογία - που είναι απαραίτητες για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα της ευτυχίας. Οι ψυχολόγοι θα πρέπει να το αναγνωρίσουν αυτό και να αποδεχτούν ότι οι εμπειρικές έρευνες δεν μπορούν από μόνες τους να απαντήσουν στα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με την ευτυχία. Οι φιλόσοφοι και άλλοι επιστήμονες,  θα πρέπει  με τη σειρά τους να  καλωσορίσουν στον κόσμο τους και τους ψυχολόγους .

Tο Mαντείο της Δωδώνης

«Δία της Δωδώνης, πρωτοκύβερνε, Πελασγικέ, που
μένεις μακριά, την παγερή αφεντεύοντας Δωδώνη,
και τρογύρα χαμοκοιτάμενοι, ανιπτόποδες, ζουν οι
Σελλοί οι δικοί σου προφήτες»
 
(Oμήρου Iλιάς)

Με αυτά τα λόγια απευθύνεται ο Αχιλλέας στον Δία της Δωδώνης, στο αρχαιότερο ελληνικό μαντείο, εκεί όπου τη θέληση του θεού ερμηνεύουν οι υποφήτες Σελλοί, που αντλούν τη δύναμή τους από την επαφή τους με τη γη. Φαίνεται μάλιστα ότι φορέας της έκφρασης του θεού ήταν κυρίως η ιερή βελανιδιά (φηγός), η οποία με το θρόισμα των φύλλων της έδινε τις απαντήσεις στους θνητούς που είχαν έλθει από παντού να συμβουλευθούν τον αθάνατο θεό (Hσίοδος απ. 240 M.-W.). Ανάμεσά τους και ξακουστοί ήρωες, όπως ο Οδυσσέας, που κατέφυγε στη Δωδώνη για να γνωρίσει τη θέληση του θεού σχετικά με την επιστροφή του στην Iθάκη (Oμ. Oδ. ξ 327-330=τ 296-299), η Iώ, που έφτασε στις δρύες που μιλούν, προσπαθώντας να ξεφύγει από την οργή της Hρας (aισχ. Προμηθεύς 832 κε.), ο Iάσονας, που ύστερα από σύσταση της aθηνάς κρέμασε ένα κλαδί βελανιδιάς στην πλώρη του πλοίου του (Απολλόδωρος 1.19.16) κ.ά.
Mια συμπληρωματική εικόνα του μαντείου παραδίδει ο Ηρόδοτος (Iστορίαι 2, 54 κε.) αναφέροντας δύο εκδοχές σχετικά με την ίδρυσή του: από τη μία διήγηση, που άκουσε από τους ιερείς της Αιγύπτου, πληροφορήθηκε ότι οι Φοίνικες απήγαγαν από τις Θήβες δύο ιέρειες και πούλησαν τη μία στη Λιβύη και την άλλη στην Ελλάδα, και πως είναι αυτές που πρώτες ίδρυσαν τα αντίστοιχα μαντεία. Στην άλλη διήγηση, που υποστηρίζει ότι την άκουσε από τις ιέρειες της Δωδώνης, λεγόταν ότι δύο μαύρα αγριοπερίστερα (πέλειαι ή πελειάδες) πέταξαν από την Αίγυπτο, το ένα προς τη Λιβύη και το άλλο προς τη Δωδώνη. Το τελευταίο κάθισε πάνω σε μια βελανιδιά και μίλησε με ανθρώπινη φωνή ότι έπρεπε να ιδρυθεί στον τόπο αυτόν μαντείο του Δία. Συνδυάζοντας τις δύο αυτές εκδοχές, που τις επικυρώνει με την αυθεντία των λόγων των ιερέων, ο ιστορικός επιχειρεί και τη δική του ερμηνεία, υποστηρίζοντας ότι οι γυναίκες θα πρέπει να ταυτίστηκαν με μαύρα περιστέρια επειδή ήταν μαύρες, λόγω της αιγυπτιακής καταγωγής τους, και επειδή μιλούσαν μια ξένη άγνωστη γλώσσα, ακατανόητη, όπως εκείνη των περιστεριών.
O ενδιαφέρων αυτός χειρισμός των μυθολογικών δεδομένων, που αφήνει ανοιχτό το θέμα των πηγών του Ηροδότου και συνιστά την πρώτη ίσως απόπειρα για μια ορθολογικού τύπου ερμηνεία, συνεχίστηκε και κατά την ύστερη αρχαιότητα. O Στράβωνας (Γεωγραφικά 7. απ. 1), π.χ., θεωρεί ότι το όνομα πέλειαι προέρχεται από τη γλώσσα των Mολοσσών και Θεσπρωτών, οι οποίοι ονομάζουν πελείους τους γέροντες και πελείας τις γραίες. O Φιλόστρατος (Eικόνες 2.33) αναφέρεται στον Eλλό, μυθικό πρόγονο των Eλλών ή Σελλών, που επιχείρησε να κόψει την ιερή βελανιδιά, ιεροσυλία την οποία απέτρεψε το περιστέρι που φώλιαζε στο δέντρο, ενώ ο Πλούταρχος (Πύρρος I, 1) ανάγει την ίδρυση του μαντείου στον Δευκαλίωνα και την Πύρρα.

Η ακαταμάχητη γοητεία των μύθων
 
H ίδια τάση εκλογίκευσης της εικόνας του μαντείου παρατηρείται και στους νεότερους ερευνητές. Για τον Σωτήρη Δάκαρη, του οποίου η προσφορά στην έρευνα της Δωδώνης είναι ανεκτίμητη, δύο διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις συναντώνται στον λατρευτικό ορίζοντα του Iερού: η λατρεία της μητέρας-Γης, η οποία προϋπήρχε, και η λατρεία του Δία, που ήρθε από τον βόρειο ινδοευρωπαϊκό χώρο. Την ίδια ερμηνευτική πορεία συνεχίζει και η Xρ. Τζουβάρα – Σούλη, ενώ αντίθετα για τον H.W. Parke όλα τα στοιχεία του μαντείου μαρτυρούν μια εκτεταμένη διάδοση των λατρειών του μεσογειακού χώρου.
Η ακαταμάχητη γοητεία των μυθολογικών αναφορών σχετικά με τον ρόλο του μαντείου, που είχε ήδη καλυφθεί από τις συνεχείς προσχώσεις του όρους Tόμαρος, προσείλκυσε το ενδιαφέρον των πρώτων περιηγητών. O W.M. Leak (1809) αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στα ερείπια της Δωδώνης και της Kαστρίτσας, στη λίμνη των Iωαννίνων, ενώ ο C. Lincoln (1832) τοποθέτησε, ορθά, το μαντείο στην περιοχή της Δωδώνης. Ο Hπειρώτης την καταγωγή έμπορος και πολιτικός K. Kαραπάνος, με συνεργάτη τον μηχανικό Μ. Μινέικο, το 1873 – 75 πραγματοποίησε τις πρώτες ουσιαστικά αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο, αφού εξασφάλισε την επίσημη άδεια από την Πόλη. Oι ανασκαφές του K. Καραπάνου αποκάλυψαν πλούσια αναθήματα, επιγραφές, ψηφίσματα κ.ά. και επικύρωσαν την ταύτιση των αρχαίων καταλοίπων με το μαντείο της Δωδώνης. Όμως, όταν το 1899 ο a. Schiff επισκέφτηκε την περιοχή, βρήκε τα πάντα σκεπασμένα από τις επιχώσεις. Mετά την απελευθέρωση, η εν Αθήναις αρχαιολογική Eταιρεία ανέλαβε το ανασκαφικό έργο στη Δωδώνη, για ένα μικρό διάστημα με τον καθηγητή Γ. Σωτηριάδη (1913) και στη συνέχεια με τον καθηγητή Δ. Ευαγγελίδη (1929 – 32), ο οποίος μετά τον πόλεμο συνεργάστηκε με τον καθηγητή Σ. Δάκαρη (1950 – 59). aπό το 1959 έως τον θάνατό του το 1996 κύριος ερευνητής της Δωδώνης αναδεικνύεται ο καθηγητής Σ. Δάκαρης, το έργο του οποίου συνεχίζουν οι συνεργάτιδές του και μέλη του Tομέα aρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Iωαννίνων Xρ. Tζουβάρα – Σούλη, a. Bλαχοπούλου-Oικονόμου και K. Γραβάνη, υπό την αιγίδα πάντοτε της εν aθήναις aρχαιολογικής Eταιρείας.
Μπορεί λοιπόν να μην έχει ώς τώρα δοθεί οριστική απάντηση στο ερώτημα για την έναρξη και την πρώιμη φύση της λατρείας στη Δωδώνη, το βέβαιο πάντως είναι ότι η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα πλήθος από αξιόλογα ευρήματα, που πιστοποιούν τη συνεχή λατρεία στον χώρο ήδη από την εποχή του Xαλκού. Όσο και αν είναι δύσκολο στο σύντομο αυτό σχεδίασμα να συνοψίσουμε τον όγκο αυτών των ευρημάτων, ωστόσο επιβάλλεται να αναφερθούμε σε ορισμένες ενδεικτικές πτυχές, που αναδεικνύουν τον ιδιόμορφο χαρακτήρα της μαντικής διαδικασίας. Oι χάλκινοι λέβητες πάνω σε τρίποδες, που χρονολογούνται ήδη από το α΄ μισό του 8ου αι. π.X., οδηγούν στην υπόθεση για έναν πρώτο περίβολο, που περιέκλειε την ιερή βελανιδιά, κύκλο με μαντικό χαρακτήρα, αφού ο συνεχής ήχος τους, όταν κάποιος χτυπούσε έναν από αυτούς, εκλαμβανόταν σαν εκδήλωση της θεϊκής βούλησης. Αξίζει επίσης να αναφερθούν τα μολύβδινα χρηστήρια ελάσματα: τα αρχαιότερα, σε κορινθιακό αλφάβητο, ανάγονται ήδη στον 6ο αι. π.X. και φέρουν εγχάρακτες ερωτήσεις δημόσιου και κυρίως ιδιωτικού χαρακτήρα. Χαρακτηριστική μεταξύ των άλλων είναι η αγωνιώδης ερώτηση του Λυσανία στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. (SIG, III, αρ. 1116): O Λυσανίας ερωτά τον Δία Nάιο και τη Διώνη αν το παιδί που έχει στα σπλάχνα της η aννύλα, η γυναίκα του, είναι δικό του ή όχι.
Όσο για τα αρχιτεκτονικά λείψανα στο Iερό, αυτά τοποθετούνται σχετικά αργά, δηλαδή στα τέλη του 5ου ή τις αρχές του 4ου αι. π.X., με ένα μικρό ναόσχημο οικοδόμημα, καθώς έως τότε η λατρεία γινόταν στο ύπαιθρο ως «τοίχους μη έχοντα» και ο θεός κατοικούσε «εν πυθμένι φηγού». Στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.X. οι αρχιτεκτονικές επεμβάσεις στον ναό του Δία συνοδεύονται με την αντικατάσταση του περιβόλου των λεβήτων από έναν λίθινο ισοδομικό περίβολο και την αλλαγή της χρησμοδοσίας, η οποία γινόταν πλέον από τον ήχο που παρήγαγε το χάλκινο ανάθημα των Kερκυραίων, ένα αγαλματίδιο παιδιού που κρατούσε μάστιγα από χάλκινους αστραγάλους. Tην εποχή αυτή το Iερό απέκτησε μνημειακότητα, με την κατασκευή του εξωτερικού περιβόλου, της ακρόπολης, του ναού της Θέμιδας, της Αφροδίτης και του αρχαιότερου ναού της Διώνης. Κατά τον επόμενο αιώνα (3ος αι. π.Χ.), ο οποίος ξεκίνησε με τη δυναμική παρουσία του βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου, η οικοδομική ανάπτυξη ολοκληρώνεται με κτίρια πολιτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, όπως το βουλευτήριο, το πρυτανείο, το θέατρο, το στάδιο και ναούς, όπως του Ηρακλή και της Διώνης. Ο ναός του Δία, γνωστός ως «ιερά οικία», ανακατασκευάζεται και αποκτά μνημειακή μορφή. H εικόνα θα πρέπει να ήταν εντυπωσιακή για τον επισκέπτη που έφτανε στο Iερό από την κύρια νότια πύλη, πλαισιωμένος με μνημειακές στοές κατά μήκος των εσωτερικών πλευρών του περιβόλου, και αντίκριζε την αμφιθεατρική διάταξη του συνόλου με τον ναό του Δία και την «υψίκομο δρυ» στο κέντρο της σύνθεσης.

H μαντική διαδικασία στη Δωδώνη

H μακραίωνη παρουσία του χρηστηρίου του Δία στον χώρο της Δωδώνης, ιερό που πρέπει να σίγησε επί Θεοδοσίου του Mεγάλου, αν και τα λείψανα τρίκλιτης βασιλικής του 6ου αι. μ.X. μαρτυρούν τη λατρευτική συνέχεια κατά τους χριστιανικούς χρόνους, δεν μπορεί να εξαντληθεί με τη συγκεκριμένη παρουσίαση.
Ωστόσο, επιβάλλεται να θιγούν ορισμένα στοιχεία τα οποία συμβάλλουν στην πληρέστερη αντίληψη της μαντικής διαδικασίας. O κυρίαρχος ρόλος του Δία και τη Διώνης, η παρουσία των Σελλών, το θρόισμα των φύλλων της φηγού, το πέταγμα και οι κρωγμοί των περιστεριών, ο ήχος των λεβήτων που περιέβαλλαν την ιερή βελανιδιά, οι ερωτήσεις των μολύβδινων ελασμάτων, ο ήχος της μάστιγας από το αφιέρωμα των Kερκυραίων, οι χρησμοί με κλήρωση κ.ά. απαρτίζουν ένα σύνθετο σχήμα με πολλαπλές αναλογίες, συμμετρίες, αλληλοσυσχετισμούς και αντιθέσεις.
Tο πτερωτό βασίλειο κατέχει εξέχοντα ρόλο στη μαντική διαδικασία, με την εξαίρεση του αετού, που, κατά περίεργο τρόπο, δεν φαίνεται να συμμετέχει. H μόνιμη εμφάνιση του αετού στο πλευρό του Δία της Δωδώνης, όπως προκύπτει κυρίως από τα αρχαιολογικά δεδομένα, έχει οδηγήσει σε ταύτιση του Δία με το σύμβολό του, σε σημείο που να έχουν λησμονηθεί ή παραμερισθεί τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του βασιλιά των πτηνών. Σύμφωνα με τη θρησκευτική αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων, ο αετός είναι ο αγγελιαφόρος, ο μεσολαβητής της θέλησης του Δία, ενώ στα χαρακτηριστικά του θα πρέπει να προσθέσουμε και εκείνα που σχετίζονται με τον ρόλο του στην ανατροφή του Δία, με τη θεϊκή διατροφή, τον ουρανό, τη φωτιά, δηλαδή λειτουργίες στενά συνδεδεμένες με τον πολιτισμό.
αντίθετα, κυρίαρχη θέση στο μαντικό σύμπλεγμα της Δωδώνης κατέχουν τα περιστέρια, τα οποία είναι αναπόσπαστα δεμένα με τον ακατανόητο χαρακτήρα των θεϊκών χρησμών (ο σκοτεινός χαρακτήρας των περιστεριών τονίζεται και από την παράδοση που θέλει τις πέλειες μαύρες). Oι πέλειες, οι οποίες εκφράζουν ανάλογες λειτουργίες με αυτές του αετού, κατοχή δηλαδή της γνώσης και των μυστικών της θεϊκής διατροφής, καλύπτουν, με τη σειρά τους, την απόσταση ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους.
Απέναντι λοιπόν στη συνεχή κίνηση των πτηνών προβάλλει η σταθερά ριζωμένη στη γη φηγός, που κυριαρχεί στη μαντική διαδικασία διερμηνεύοντας με το θρόισμα των φύλλων της τα θεϊκά λόγια. Πρόκειται για ένα δένδρο που καλύπτει πολλαπλές λειτουργίες του γήινου κόσμου. Αναπόσπαστα δεμένη με τη γη, εκφράζει ό, τι έχει σχέση με την αυτοχθονία, ενώ οι καρποί της δίνουν το στίγμα του τρόπου διατροφής που προηγήθηκε από το στάδιο της μαγειρεμένης τροφής και τη χρήση της φωτιάς. H πρώιμη παρουσία της στον ελληνικό πολιτισμό δηλώνεται και σε μύθους που τη συνδέουν άλλοτε με τον Απόλλωνα και τον έρωτά του για τη Nύμφη Δρυόπη, και άλλοτε με τους Δρύοπες, οι οποίοι εθεωρούντο από τους πρώτους κατοίκους της Ελλάδας. Παράλληλα, η φηγός αποτελεί τον κατ’ εξοχήν συνδετικό κρίκο του γήινου κόσμου με τον θεϊκό, αφού είναι εκείνη που, περισσότερο από όλα τα άλλα δένδρα, έλκει προς τη γη τον κεραυνό, κύριο γνώρισμα του Δία. Φαίνεται, ωστόσο, ότι ο κατ’ εξοχήν μαντικός χαρακτήρας της στη Δωδώνη έφερε σε δεύτερη μοίρα τα υπόλοιπα γνωρίσματά της, πράγμα που συνέβη και με τα υπόλοιπα συστατικά στοιχεία του μαντείου.
Οι λέβητες, π.χ., έχουν συνδεθεί ήδη από τους αρχαίους σχολιαστές με τη μαντική λειτουργία, λόγω του ιδιότυπου ηχητικού τρόπου μετάδοσης της θεϊκής βούλησης. Πολύ περισσότερο που ο περίβολος από λέβητες πάνω σε τρίποδες έχει οριοθετήσει τον πρώιμο μαντικό χώρο. Δεν πρέπει όμως να λησμονεί κανείς ότι οι λέβητες έχουν συγκεκριμένες λειτουργίες στο ανθρώπινο κοινωνικό και θρησκευτικό πεδίο. Το περίεργο σε ό, τι αφορά τον χώρο της Δωδώνης είναι ότι ενώ οι μυθικές διηγήσεις δεν αναφέρονται καθόλου στη χρήση των λεβήτων σε σχέση με τη διατροφή, παρ’ όλα αυτά δίνουν κάποιες πληροφορίες για μια περίεργη τιμωρία των προφητισσών, που τις έριξαν στη φωτιά ή στο ζεματιστό νερό των λεβήτων. H διαδικασία αυτή θυμίζει έντονα τελετές αναγέννησης ή ξανανιώματος, οι οποίες οδηγούν στον υπερκερασμό της ανθρώπινης φύσης, λειτουργία κατά κάποιον τρόπο αντίστοιχη με τη μαντική.
Tέλος, οι προφήτισσες του μαντείου, οι πέλειες, κατέχουν με τη σειρά τους μια αμφίσημη θέση στο πλαίσιο του Iερού. Tο όνομά τους παραπέμπει άλλοτε στις πέλειες – περιστέρια (με τα οποία ορισμένες φορές ταυτίζονται) και άλλοτε στις νεαρές (πελειάδες) ή γριές (πέλειες) που διασφαλίζουν την επικοινωνία μεταξύ φύσης και θεών, εφόσον οι πελειάδες φέρνουν το νέκταρ και την αμβροσία στον Δία. O,τι και αν συμβαίνει, ο χαρακτήρας τους είναι σκοτεινός, πράγμα που συμβαδίζει και με τον χαρακτήρα των υποφητών του μαντείου, των Σελλών. Oι τελευταίοι έχουν συνδεθεί άλλοτε με αντιλήψεις περί αυτοχθονίας (το όνομα Eλλοί συνδέεται με τους πρώτους κατοίκους και, κατά μια εκδοχή, παραπέμπει στην απαρχή του ονόματος Έλληνες) και άλλοτε με κοινωνικές πρακτικές που σχετίζονται με τη μαντική διαδικασία και την επαφή τους με τη γη.

Το θεϊκό ζευγάρι

O σταθερός, ωστόσο, κόσμος της γης και ο αέναα κινούμενος κόσμος των πτηνών τελούν υπό την κυριαρχία του Δία, κατόχου της απόλυτης εξουσίας και γνώσης. Στη βασιλεία του όμως αυτή ο Δίας συνοδεύεται και από τη Διώνη, η οποία, με τις δικές της ιδιότητες (εκπρόσωπος της γνώσης και της γονιμότητας) και τη θεϊκή της υπόσταση, ολοκληρώνει το σχήμα του θεϊκού ζευγαριού που εποπτεύει όλα τα προβλήματα της φυσικής και ανθρώπινης τάξης.
Συμπερασματικά, μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η εικόνα του μαντείου, έτσι όπως εμφανίζεται πίσω από τα μυθολογικά και λατρευτικά σχήματα, γίνεται κατανοητή μόνον όταν όλα τα στοιχεία που έχουν προκύψει από την αρχαιολογική έρευνα πάρουν τη θέση που τους ταιριάζει στο ιδιόμορφο αυτό οικοδόμημα, το οποίο καλύπτει ολόκληρο το σύμπαν (χώρος των θεών, των πτηνών, της φύσης, των ανθρώπων) και αντανακλά τα κυριότερα προβλήματα αυτού του κόσμου. Οι πολλαπλές συνδέσεις των στοιχείων του μαντείου (Δίας-Διώνη, Σελλοί-Πέλειαι, Διώνη-Πέλειαι, Δίας-αετός-περιστέρια, Δίας-φηγός, φηγός-πτηνά, φηγός-λέβητες, λέβητες-προφήτισσες κ.ά.) οδηγούν στη διαπίστωση ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μοναδικό δημιούργημα του ανθρώπινου πνεύματος, ένα Iερό που αντανακλά τον περιοριστικό χαρακτήρα της ανθρώπινης γνώσης και την ανάγκη για επικοινωνία με το θείο. H αγωνία αυτή έχει εκφραστεί με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο στις ερωτήσεις που σώζονται στα μολύβδινα ελάσματα.

Κλεόστρατος ο Τενέδιος

Ο Κλεόστρατος ο Τενέδιος (περ. 520/548 – 432 π.κ.χ.) ήταν ένας αρχαίος Έλληνας αστρονόμος. Γεννήθηκε στην Τένεδο και ίσως ήταν σύγχρονος του Χαλδαίου αστρονόμου Naburimannu. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο Κλεόστρατος εισήγαγε τον Ζωδιακό Κύκλο, αρχίζοντας με τον Κριό και τον Τοξότη. Ακόμα, θρυλείται ότι εισήγαγε στην Ελλάδα το ηλιακό ημερολόγιο από τους Βαβυλώνιους.

Ο Κενσορίνος (De Die Natali, 18) θεωρεί τον Κλεόστρατο τον πραγματικό εισηγητή της οκταετηρίδος, ενός κύκλου οκτώ ετών μετά τον οποίο οι σεληνιακοί μήνες επανέρχονταν στις ίδιες περίπου ημερομηνίες του ηλιακού έτους. Η οκταετηρίς συνήθως αποδίδεται στον Εύδοξο και ήταν σε χρήση πριν τον Κύκλο του Μέτωνος των 19 ετών. Ο Θεόφραστος (De Sign. Pluv., σ. 239, έκδοση του 1541) αναφέρει τον Κλεόστρατο ως μετεωρολογικό παρατηρητή, μαζί με τον Ματρικέτα τον Μηθύμνιο και τον Φαεινό τον Αθηναίο.
 
Ο Γάιος Ιούλιος Υγίνος (Poetica Astronomica, ii. 13) αναφέρει ότι ο Κλεόστρατος ήταν ο πρώτος που υπέδειξε τους δύο αστέρες στον Ηνίοχο που ήταν γνωστοί στους αρχαίους Έλληνες ως «αι έριφοι» και στους Ρωμαίους ως Haedi.

Πλούτωνας – Ο Βασιλιάς του Κάτω Κόσμου

Ανάμεσα στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου συγκαταλεγόταν και ο θεός-βασιλιάς του Κάτω Κόσμου, ο Πλούτωνας, γνωστός κυρίως ως Άδης(Αΐδης=αόρατος). Πολλές είναι οι παραδόσεις που κυριαρχούσαν στις αρχαίες ελληνικές πόλεις σχετικά με τον Κάτω Κόσμο, τους θεούς και τους δαίμονές του, μετά τον Όμηρο όμως επικράτησε ως μεγαλύτερη μορφή ο Άδης, βασιλιάς και κυρίαρχος του σιωπηλού κόσμου των νεκρών.

Ο Πλούτωνας ήταν ένας από τους τρεις γιους του Κρόνου και της Ρέας, μαζί με τον Δία και τον Ποσειδώνα.Όταν ο Δίας, βοηθούμενος απ’ τη μητέρα του, κατόρθωσε με πονηριά να ξεγελάσει τον Κρόνο και να επαναφέρει στη ζωή τα δυο του αδέλφια, που είχε καταπιεί ο Κρόνος, άνοιξε μαζί του πόλεμο. Ο Κρόνος είχε συμμάχους και βοηθούς τους Τιτάνες, ενώ ο Δίας τους Κύκλωπες. Οι Κύκλωπες εφοδίασαν τα τρία αδέλφια με ακαταμάχητα όπλα. Στον Δία έδωσαν τον κεραυνό, στον Ποσειδώνα την τρίαινα, ενώ στον Άδη την κυνή(ή κυνέα), η οποία ήταν ένα κράνος (ή σκούφια σύμφωνα με άλλους) που τον έκανε αόρατο και αποτελούσε το σύμβολο της βαθιάς νύχτας.

Το τέλος του πολέμου βρήκε νικητές τα τρία αδέλφια, που αποφάσισαν να μοιράσουν με κλήρο τον Κόσμο. Ο Δίας έλαχε να είναι ο κυρίαρχος του Ουρανού, ο Ποσειδώνας της Θάλασσας, ενώ ο Πλούτωναςτου Κάτω Κόσμου. Έτσι οΠλούτωνας βασιλεύει στο σκοτάδι του Κόσμου των Νεκρών, όπως ο Δίας είναι ο εξουσιαστής του φωτός του Επάνω Κόσμου των ζωντανών.
Κύριο σύμβολο της εξουσίας του Πλούτωνα η κυνή, η οποία σηματοδοτούσε τη βαθιά νύκτα μέσα στην οποία βασιλεύει ο θεός. Η κυνή κάνει αόρατο, όχι μόνο αυτόν, αλλά και οποιονδήποτε άλλο θεό τη φορά, όπως η Αθηνά, που χάρη σ’ αυτήν κατόρθωσε να βοηθήσει τον προστατευόμενό της Διομήδη ξεφεύγοντας από το βλέμμα του Άρη στην περίφημη ομηρική μάχη.
Ο Πλούτωνας έμενε πάντοτε κλεισμένος στον υπόγειο κόσμο του, τον οποίο σκέπαζαν ακίνητα νέφη και αιώνια ομίχλη. Ήταν μια αρκετά μεγάλη έκταση κάτω από τη γη, πέρα από τα σύνορα του ορατού κόσμου και ακόμη πέρα από τον ποταμό Ωκεανό. Υπάρχει βλάστηση στη σκοτεινή τούτη χώρα, αλλά τα φυτά της δεν ανθίζουν και δεν καρποφορούν.

Απέραντες εκτάσεις ασφόδελων τη στολίζουν και τη φρουρεί μέρα νύχτα ο Κέρβερος, το τρομαχτικό σκυλί με τα τρία κεφάλια και τη φιδίσια ουρά. Όλοι γίνονται δεκτοί στον Κάτω Κόσμο, αλλά κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει από τον τρομερό αυτόν φύλακα και να επιστρέψει στον Επάνω Κόσμο. Μόνο ο Ηρακλής, εκτελώντας τις διαταγές του Ευρυσθέα,κατόρθωσε, όχι μόνο να περάσει – ζωντανός αυτός – τις πύλες του Κάτω Κόσμου, αλλά και να επιστρέψει ξανά στον Επάνω Κόσμο μαζί με τον Κέρβερο και να τον παρουσιάσει στον Ευρυσθέα,πραγματοποιώντας έτσι το δωδέκατο άθλο του.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, αρκετές τέτοιες καταβάσεις ηρώων στον Κάτω Κόσμο έχουν γίνει, όχι όμως πάντα με επιτυχία.

Πλούτωνας και  Ορφέας
Από τις πιο γνωστές είναι αυτή του Ορφέα, που θέλοντας να επαναφέρει την αγαπημένη τουΕυρυδίκη στη ζωή, δέχτηκε τον όρο που του έθεσε οΠλούτωνας να μη γυρίσει να τη δει στο δρόμο της επιστροφής. Ο Ορφέας όμως δεν μπόρεσε να αντέξει αυτή τη δοκιμασία και έτσι η αγαπημένη του ξαναγύρισε στον Κόσμο των Νεκρών. Το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η κάθοδος του Θησέακαι του Πειρίθου, που σκόπευαν να κλέψουν τηνΠερσεφόνη, συντρόφισσα τουΠλούτωνα και βασίλισσα του Κάτω Κόσμου. Στον Κάτω Κόσμο κατέβηκε και ο Οδυσσέας , όπως τον συμβούλεψε ο Ερμής, λίγο πριν αναχωρήσει από το νησί τηςΚίρκης, και συνομίλησε με τις ψυχές των νεκρών.
 
Στον Aδη οι ψυχές κατεβαίνουν από τους τρομερούς ποταμούςΑχέροντα και Κωκυτό και από τις λίμνες Αχερουσία και Στύγα.Οι ποταμοί αυτοί βρίσκονται στα σύνορα των δύο κόσμων και περιβάλλονται από ομίχλη. ΟΚωκυτός τοποθετείται στα βουνά της Αρκαδίας και οΑχέροντας βρίσκεται στη Θεσπρωτία και σχηματίζει, λίγο πριν φτάσει στο Ιόνιο πέλαγος, τη λίμνη Αχερουσία.Στους ποταμούς αυτούς η φαντασία των αρχαίων Ελλήνων έστησε το σκηνικό για το ταξίδι της αναχώρησης για τον κόσμο των νεκρών. Ακοίμητος οδηγός περιμένει στην όχθη ο Χάροντας, τραχύς και σκυθρωπός, για να μεταφέρει με τη βάρκα του, μέσα στην ομίχλη και το βούρκο των ποταμών, τις ψυχές στην αντίπερα όχθη, παίρνοντας ως αμοιβή τον οβολό που οι ζωντανοί έβαζαν στο στόμα των νεκρών για να πληρώσουν τα πορθμεία της μετάβασης στον άλλο κόσμο.
Στον Άδη κατοικούν και οι Κήρες, μαύρες θεότητες, δαίμονες του θανάτου και κόρες της Νύχτας που συνήθως τριγυρνούν στα πεδία των μαχών και δίνουν το τελειωτικό χτύπημα στους πληγωμένους και ετοιμοθάνατους πολεμιστές.
Στον Κάτω Κόσμο οι ψυχές δικάζονται από το μεγάλο κριτή, τον Άδη, και τους τρεις δίκαιους μυθικούς ηγεμόνες, τον Μίνωα, τον Ραθάμανθη και τον Αιακός. Ανάλογα λοιπόν με την κρίση του δικαστηρίου, οι δίκαιοι οδηγούνται στα Ηλύσια Πεδία ή στα νησιά των Μακάρων και οι άδικοι στα Τάρταρα, που βρίσκονται στα βάθη της γης και αποτελούν τον τόπο του μαρτυρίου των ενόχων.
Το όνομα της Περσεφόνηςσυνδέεται με τη μοναδική έξοδο του Πλούτωνα από το σκοτεινό του βασίλειο, όταν γοητευμένος από την ομορφιά της και με τη συγκατάθεση του Δία,αποφάσισε να την απαγάγει από τον Επάνω Κόσμο.

 Η Απαγωγή της Περσεφόνης
Η εμφάνισή του στο φως ήταν στιγμιαία, μια και δεν είχε να κάνει τίποτε πάνω στη γη στο φως του ήλιου. Η Περσεφόνη,κόρη της αδερφής τουΔήμητρας, αντέδρασε, αλλά κανείς δεν άκουσε τις απεγνωσμένες κραυγές της. Έτσι ο Πλούτωνας την εγκατέστησε στο βασίλειό του και προσφέροντάς της κρυφά σπυριά ροδιού την έκανε να ξεχνά τον Επάνω Κόσμο και να μένει κοντά του. Η μητέρα τηςΠερσεφόνης, η Δήμητρα, που δεν ήξερε την τύχη της κόρης της, περιπλανιόταν εννιά ολόκληρες μέρες και νύχτες χωρίς τροφή γυρεύοντας τα ίχνη της πάνω στη γη. Όταν έμαθε για την απαγωγή της από τονΠλούτωνα, ζήτησε από τον Δία να μεσολαβήσει και πέτυχε να παραμένει η Περσεφόνη μόνο τέσσερις μήνες στο βασίλειο του Κάτω Κόσμου, ενώ τους υπόλοιπους οκτώ με τους θεούς του Επάνω Κόσμου και τους ανθρώπους.

Έτσι η Περσεφόνη φαίνεται να μοιράζει τη φροντίδα της τόσο στον κόσμο των νεκρών όσο και στον κόσμο των ζωντανών.Ακριβώς σ’ αυτό το γεγονός στηρίζουν και οι αρχαίοι Έλληνες την ύπαρξη και το διαχωρισμό των εποχών του έτους, πιστεύοντας ότι η ψυχική κατάσταση της θεάς Δήμητρας,θεάς της γονιμότητας γης και ανθρώπων, επηρέαζε την καρποφορία, την ευγονία και την ευτοκία.
Ο Όμηρος χαρακτηρίζει τον Πλούτωνα “πολυώνυμο”, μια και απέφευγαν γενικά οι άνθρωποι να αναφέρονται σ’ αυτόν με το πραγματικό του όνομα, που ήταν Άδης. Ακόμη και αυτό το όνομα Πλούτωνας(Πλούτων=πλούσιος ή αυτός που προσφέρει πλούτη) χρησιμοποιείται κατ’ ευφημισμό, επειδή όλα τα πλούτη προέρχονται από τα βάθη της γης. Άλλο επίσης γνωστό όνομα για το θεό του Κάτω Κόσμου είναι το Ζαγρεύς,που σημαίνει μεγάλος κυνηγός, και το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως οι ορφικοί, γιατί τον θεωρούσαν μια άλλη υπόσταση του Διόνυσου. Αποκαλούνταν επίσης Πολυδέγμων ή Πολυδέκτης, γιατί δεχόταν στην επικράτειά του όλους τους ανθρώπους που πέθαιναν.
Με το βασίλειο του Άδη αλλά και τον ίδιο το βασιλιά του ασχολήθηκαν από την αρχαιότητα ακόμη τόσο η λογοτεχνία όσο και η ζωγραφική. Ο κλεισμένος αιωνίως στα σκοτεινά παλάτια του θεός παριστάνεται τερατώδης, άγριος, κακότροπος και αλύγιστος σε κάθε ικεσία.

Οι Αθηναίοι ως Πελασγοί

Οι κάτοικοι του Άργους στις Ικέτιδες του Αισχύλου αποκαλούνται Πελασγοί από το όνομα του βασιλιά τους. Η έκφραση εὐλόγως ἐπώνυμον (στίχος 252) που χρησιμοποιεί ο Αισχύλος, για να το δηλώσει αυτό, είναι τυπική στον ποιητή μας στις περιπτώσεις που επιδίδεται συνειδητά σε ηχητικά παίγνια με τη σημασία των ονομάτων, προκειμένου να ερμηνεύσει ιδιότητες ή την αληθινή φύση προσώπων ή τόπων. Ο Πελασγός, λοιπόν, αποτελεί τον Επώνυμο Ήρωα, ο οποίος δίνει το όνομά του σε ένα λαό, όπως
λ.χ. ο Ίων ή ο Δώρος. Ο Πελασγός είναι επίσης ο «αρχηγέτης» του λαού του (251). Η λέξη συνδυάζει την έννοια της «αρχής», της «προέλευσης» και την έννοια της «ηγεσίας». Κάποιοι σπουδαίοι ήρωες φέρουν τον τίτλο, όπως ο αρχηγέτης των Σπαρτιατών Ηρακλής (Ξενοφών, Ελλ. 6.3.6). Συνήθως, όμως, τον φέρουν ελάσσονες και τοπικές θεότητες, οι οποίες αποτελούν τους «ήρωες αρχηγέτες» μιας πόλης ή ενός έθνους.[1] Μερικές φορές οι ήρωες αυτοί είναι ανώνυμοι (βλ. λ.χ. Παυσ. 10.4.10), δέχονται όμως τακτική λατρεία ως θεμελιωτές πόλεων και γενάρχες πληθυσμών.
Οι αρχηγέτες λατρεύονταν στην αγορά, όπως και οι ιδρυτές πόλεων στο πλαίσιο του αποικισμού. «Αρχηγέτης» ήταν το επίσημο όνομα του Απόλλωνα στο ρόλο του ως θεμελιωτή πόλεων σε αποικιστικά συμφραζόμενα. Οι αρχηγέτες επιτελούσαν, λοιπόν, τριπλή λειτουργία: ως πρόγονοι, οικιστές ή ιδρυτές και ως δέκτες λατρείας. Οι αρχηγέτες είχαν επίσης συχνά και μια πολιτική λειτουργία, καθαγιάζοντας μια νέα πολιτική ή καθεστωτική τάξη.

Έτσι στη Ρόδο, όταν ιδρύθηκε η ομώνυμη πόλη το 407 π.Χ. από το συνοικισμό τριών προγενέστερων πόλεων (Λίνδος, Ιαλυσός, Κάμειρος), προωθήθηκε ως καινούργιος αρχηγέτης ο Ήλιος στη θέση του Τληπόλεμου, ο οποίος θεωρούνταν παραδοσιακά ότι έφερε τους Δωριείς στη Ρόδο. Ένας από τους επτά γιους του Ήλιου έγινε ο πατέρας των τριών Επωνύμων Ηρώων, του Λίνδου, του Κάμειρου και του Ιαλυσού. Στην Αθήνα οι 10 Eπώνυμοι Ήρωες των νέων αττικών φυλών του Κλεισθένη ονομάζονταν «αρχηγέτες» και λατρεύονταν επίσης στην αγορά.
Οι δέκα αυτοί ήρωες, αν και η σχέση τους με τις αντίστοιχες φυλές ήταν επινοημένη, εντούτοις γίνονταν αντιληπτοί με όρους συγγένειας ως πρόγονοι. Εδώ έχουμε άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση, κατά την οποία η πόλη παίρνει μια αρχικά αριστοκρατική έννοια, «του γενάρχη του αριστοκρατικού γένους», και την εφαρμόζει στη σφαίρα της πόλης, για να καθιερώσει μια νέα πολιτική τάξη και να ενώσει το λαό με υποτιθέμενους δεσμούς συγγένειας.
Οι 10 Επώνυμοι Αρχηγέτες αντιπροσώπευαν στην Αγορά τη νέα κλεισθένεια πολιτική κοινότητα στις πολιτικές υποδιαιρέσεις της: στο μνημείο τους τοποθετούσαν τις δημόσιες ανακοινώσεις του δημοκρατικού κράτους, όπως καταλόγους επιστράτευσης, νέους νόμους κ.ο.κ., τις οποίες και καθαγίαζαν με την παρουσία τους. Η πολιτική λειτουργία του τίτλου του αρχηγέτη φαίνεται και από το γεγονός ότι αποδιδόταν επίσης και στους οικιστές των αποικιών, οι οποίοι ήταν συνήθως ταυτόχρονα και θεμελιωτές των πολιτευμάτων των νέων πόλεων.

Οι παλιοί Επώνυμοι των τεσσάρων αρχαίων ιωνικών φυλών στην Αθήνα λεγόταν ότι ήταν γιοι του Ίωνος και ότι είχαν δώσει στην Αθήνα το παλαιό της πολίτευμα. Μπορεί να μην είναι τυχαίο ότι στις Ικέτιδες ο τίτλος του Πελασγού ως «αρχηγέτη» συνοδεύεται από τη σταθερή του προσήλωση στο καινοφανές (για τις προερχόμενες από την Αίγυπτο) Δαναΐδες πολίτευμα της δημοκρατίας. Μάλιστα ο Πελασγός ως αρχηγέτης μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί και ως ο θεμελιωτής της δημοκρατίας στο Άργος των Ικετίδων.
Ο Κλεισθένης, θεμελιωτής της δημοκρατίας στην Αθήνα, συμβουλεύεται το μαντείο των Δελφών για το ονόματα των νέων Επωνύμων (Αριστοτ., Αθ. πολ. 21.6), με τον ίδιο τρόπο που οι μέλλοντες ιδρυτές αποικιών συμβουλεύονταν το μαντείο. Έτσι λειτουργεί ο ίδιος ως αρχηγέτης ή οικιστής που επανιδρύει την Αθήνα. Δεν πρέπει να υποτιμούμε την πολιτική σπουδαιότητα αυτών των ιδεών: ο κοινός πρόγονος-αρχηγέτης των πολιτών μιας πόλης αποτελούσε την έκφραση της σχέσης και της αλληλεξάρτησής τους και έδινε θρησκευτική επικύρωση σε πρόσφατα δημιουργημένες διοικητικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις.
Συνεπώς, όταν ο Αισχύλος αποκαλεί τον Πελασγό «αρχηγέτη» του λαού του, δεν εννοεί μόνο ότι ήταν ο ηγέτης των Πελασγών, αλλά κατά κάποιο τρόπο και ο γενάρχης τους και ο θεμελιωτής του πολιτεύματός τους.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι ο Αισχύλος προσπαθεί να ερμηνεύσει την προέλευση του ονόματος «Πελασγοί» για τους αρχικούς κατοίκους της Ελλάδας. Κατά ένα παράδοξο τρόπο, όμως, αυτοί οι Πελασγοί δεν είναι βάρβαροι, όπως συνήθως περιγράφονται από τους αρχαίους συγγραφείς,[2] αλλά Έλληνες και ο πολιτισμός τους είναι από κάθε άποψη ελληνικός.
Στο στ. 220, λοιπόν, ο Δαναός παρατηρεί ότι ο Ερμής που αντικρίζει έχει ελληνική μορφή (τοῖσιν Ἑλλήνων νόμοις).[3] Στους στ. 236-237 ο Πελασγός αναφέρει ότι η ενδυμασία των Δαναΐδων είναι παράξενη και δε μοιάζει με αυτή των Ελληνίδων, ενώ στο στ. 234 αποκαλεί τις Δαναΐδες ὅμιλον ἀνελληνόστολον. Λίγο παρακάτω (στ. 243) ο βασιλιάς του Άργους αποκαλεί το πελασγικό βασίλειό του Ἑλλὰς χθών, γη της Ελλάδας, ενώ στο στ. 914 αναρωτιέται πώς μπορεί ένας βάρβαρος, όπως ο Κήρυκας, να τα βάζει με Έλληνες.
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναρωτηθούμε για ποιο λόγο ο Αισχύλος επιμένει να παρουσιάζει τους Πελασγούς ως Έλληνες και το βασιλιά τους να ονομάζεται Πελασγό. Το ότι το κάνει συνειδητά φαίνεται ξεκάθαρα από το εξής γεγονός: σε άλλες αφηγήσεις το όνομα του βασιλιά την εποχή της άφιξης των Δαναΐδων εμφανίζεται ως Γελάνωρ ή Ελλάνωρ και μόνο ο Αισχύλος επιλέγει να τον ονομάσει Πελασγό.[4]

Η απάντηση στο ερώτημά μας πρέπει να αναζητηθεί στη συνάφεια των αθηναϊκών ισχυρισμών περί αυτοχθονίας. Ο ισχυρισμός περί αυτοχθονίας μπορούσε να βασιστεί και σε μια υποθετική σχέση με τους Πελασγούς, τους πρώτους κατοίκους της Ελλάδας, ενισχύοντας έτσι την αίσθηση μιας μακρόχρονης ιστορίας και δεσμού με μία συγκεκριμένη περιοχή. Στην αθηναϊκή ηγεμονική ιδεολογία του 5ου αιώνα οι Αθηναίοι ταύτισαν τους εαυτούς τους με τους Πελασγούς μέσω της εξής λογικής πορείας: οι Πελασγοί ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της Ελλάδας. Οι Αθηναίοι ήταν πάντοτε στη γη τους (αυτόχθονες) και δεν ήρθαν από αλλού, όπως οι Δωριείς. Άρα οι Αθηναίοι ήταν Πελασγοί.[5]
Η ταύτιση αυτή Αθηναίων και Πελασγών μπορεί να εξηγήσει και τον κόπο, στον οποίο μπαίνει ο Αισχύλος, ώστε να τονίσει ότι οι Πελασγοί που συναντούν οι Δαναΐδες είναι Έλληνες: αν οι Πελασγοί ήταν βάρβαροι, όπως παρουσιάζονται σε ένα μεγάλο μέρος της αρχαίας παράδοσης, αυτό θα είχε ως συνέπεια και οι Αθηναίοι, οι οποίοι επικαλούνταν πελασγική καταγωγή, να πρέπει να θεωρηθούν επίσης βάρβαροι.
Το ότι θα μπορούσε μια ενδεχόμενη μομφή εναντίον των Αθηναίων για βαρβαρότητα να τεθεί στη βάση των ισχυρισμών τους περί της πελασγικότητάς τους φαίνεται ξεκάθαρα από τον Ηρόδοτο 1.56-58:
Μετὰ δὲ ταῦτα ἐφρόντιζε ἱστορέων τοὺς ἂν Ἑλλήνων δυνατωτάτους ἐόντας προσκτήσαιτο φίλους. Ἱστορέων δὲ εὕρισκε Λακεδαιμονίους τε καὶ Ἀθηναίους προέχοντας͵ τοὺς μὲν τοῦ Δωρικοῦ γένεος͵ τοὺς δὲ τοῦ Ἰωνικοῦ. Ταῦτα γὰρ ἦν τὰ προκεκριμένα͵ ἐόντα τὸ ἀρχαῖον τὸ μὲν Πελασγικόν͵ τὸ δὲ Ἑλληνικὸν ἔθνος. Καὶ τὸ μὲν οὐδαμῇ κω ἐξεχώρησε͵ τὸ δὲ πολυπλάνητον κάρτα. Ἐπὶ μὲν γὰρ Δευκαλίωνος βασιλέος οἴκεε γῆν τὴν Φθιῶτιν͵ ἐπὶ δὲ Δώρου τοῦ Ἕλληνος τὴν ὑπὸ τὴν Ὄσσαν τε καὶ τὸν Ὄλυμπον χώρην͵ καλεομένην δὲ Ἱστιαιῶτιν· ἐκ δὲ τῆς Ἱστιαιώτιδος ὡς ἐξανέστη ὑπὸ Καδμείων͵ οἴκεε ἐν Πίνδῳ͵ Μακεδνὸν καλεόμενον· ἐνθεῦτεν δὲ αὖτις ἐς τὴν Δρυοπίδα μετέβη͵ καὶ ἐκ τῆς Δρυοπίδος οὕτως ἐς Πελοπόννησον ἐλθὸν Δωρικὸν ἐκλήθη. ῞Ηντινα δὲ γλῶσσαν ἵεσαν οἱ Πελασγοί͵ οὐκ ἔχω ἀτρεκέως εἰπεῖν· εἰ δὲ χρεόν ἐστι τεκμαιρόμενον λέγειν τοῖσι νῦν ἔτι ἐοῦσι Πελασγῶν τῶν ὑπὲρ Τυρσηνῶν Κρότωνα πόλιν οἰκεόντων͵ οἳ ὅμουροί κοτε ἦσαν τοῖσι νῦν Δωριεῦσι καλεομένοισι οἴκεον δὲ τηνικαῦτα γῆν τὴν νῦν Θεσσαλιῶτιν καλεομένην͵ καὶ τῶν Πλακίην τε καὶ Σκυλάκην Πελασγῶν οἰκισάντων ἐν Ἑλλησπόντῳ͵ οἳ σύνοικοι ἐγένοντο Ἀθηναίοισι͵ καὶ ὅσα ἄλλα Πελασγικὰ ἐόντα πολίσματα τὸ οὔνομα μετέβαλε͵ εἰ τούτοισι τεκμαιρόμενον δεῖ λέγειν͵ ἦσαν οἱ Πελασγοὶ βάρβαρον γλῶσσαν ἱέντες. Εἰ τοίνυν ἦν καὶ πᾶν τοιοῦτο τὸ Πελασγικόν͵ τὸ Ἀττικὸν ἔθνος͵ ἐὸν Πελασγικόν͵ ἅμα τῇ μεταβολῇ τῇ ἐς Ἕλληνας καὶ τὴν γλῶσσαν μετέμαθε. Τὸ δὲ Ἑλληνικὸν γλώσσῃ μέν͵ ἐπείτε ἐγένετο͵ αἰεί κοτε τῇ αὐτῇ διαχρᾶται͵ ὡς ἐμοὶ καταφαίνεται εἶναι. Ἀποσχισθὲν μέντοι ἀπὸ τοῦ Πελασγικοῦ ἐὸν ἀσθενές͵ ἀπὸ σμικροῦ τεο τὴν ἀρχὴν ὁρμώμενον αὔξηται ἐς πλῆθος τῶν ἐθνέων͵ Πελασγῶν πολλῶν μάλιστα προσκεχωρηκότων αὐτῷ καὶ ἄλλων ἐθνέων βαρβάρων συχνῶν· πρὸς ὃ δὴ ὦν ἔμοιγε δοκέει οὐδέ τι Πελασγικὸν ἔθνος͵ ἐὸν βάρβαρον͵ οὐδαμὰ μεγάλως αὐξηθῆναι.
Ο Ηρόδοτος στο χωρίο αυτό αντιλαμβάνεται τον ελληνικό κόσμο διαιρεμένο σε μια παλαιότατη εποχή (τὸ ἀρχαῖον) στα δύο ανάμεσα στην πελασγική και την ελληνική καταγωγή. Στο 1.56-58 (βλ. και το 8.44, οι Αθηναίοι ήταν πελασγικός λαός με το όνομα «Κραναοί») εξισώνει την παραπάνω αρχαία αντίθεση με την αντίθεση Αθήνας-Σπάρτης, Ιώνων και Δωριέων στο παρόν, αναπαράγοντας έτσι τις δομές δύναμης και τις αντιθέσεις του 5ου αιώνα.[6]
Οι Αθηναίοι/Πελασγοί δεν έφυγαν ποτέ από τη χώρα τους (καὶ τὸ μὲν οὐδαμῇ κω ἐξεχώρησε), ενώ οι Δωριείς/Έλληνες ήταν πολυπλάνητοι (τὸ δὲ πολυπλάνητον κάρτα) και πήραν το όνομά τους, μόνο όταν έφτασαν στην Πελοπόννησο (ἐς Πελοπόννησον ἐλθὸν Δωρικὸν ἐκλήθη). Ο Ηρόδοτος οδηγεί στη συνέχεια ως τις ακραίες της συνέπειες την αθηναϊκή ιδεολογία της αυτοχθονίας και της πελασγικής καταγωγής. Αυτό το επιτυγχάνει με τον εξής συλλογισμό, ο οποίος υπόκειται στο κείμενο: δεν ξέρουμε ποια γλώσσα μιλούσαν οι αρχαίοι Πελασγοί.
ΑΘΗΝΑΙΕΣ ΠΑΙΖΟΥΝ ΤΟΠΙ
 
Αν, όμως, πρέπει να κρίνουμε με βάση τους σημερινούς εναπομείναντες απογόνους τους, οι οποίοι μιλούν βαρβαρικά, τότε και οι παλαιοί Πελασγοί ήταν βαρβαρόφωνοι (εἰ τούτοισι τεκμαιρόμενον δεῖ λέγειν͵ ἦσαν οἱ Πελασγοὶ βάρβαρον γλῶσσαν ἱέντες). Συνεπώς και οι αρχαίοι Αθηναίοι ήταν βάρβαροι και μιλούσαν βαρβαρικά και μόνο αργότερα έγιναν Έλληνες και υιοθέτησαν την Ελληνική (τὸ Ἀττικὸν ἔθνος͵ ἐὸν Πελασγικόν͵ ἅμα τῇ μεταβολῇ τῇ ἐς Ἕλληνας καὶ τὴν γλῶσσαν μετέμαθε).
Είναι βέβαιο ότι οι Αθηναίοι δε θα συμμερίζονταν τα συμπεράσματα του Ηροδότου σχετικά με τη βαρβαρική γλώσσα των Πελασγών και με το ότι οι Δωριείς ήταν γνησιότεροι Έλληνες από τους ίδιους.[7]
Η αθηναϊκή ερμηνεία της αυτοχθονίας κινείται σε διαφορετική κατεύθυνση: οι Αθηναίοι θεωρούσαν ότι ως αυτόχθονες ήταν καθαρότεροι Έλληνες από τους άλλους, ότι δεν είχαν αναμιχθεί με ξένα στοιχεία. Καθώς όμως οι πρώτοι κάτοικοι της Ελλάδας ήταν οι Πελασγοί, ο μόνος τρόπος, για να φανούν οι Αθηναίοι (Πελασγοί και οι ίδιοι ως αυτόχθονες) ως οι καθαρότεροι Έλληνες, θα ήταν αν οι Πελασγοί συλλαμβάνονταν εξαρχής ως Έλληνες.
Αυτό ακριβώς κάνει και ο Αισχύλος στις Ικέτιδες.[8] Στην προσπάθειά του αυτή τον βοηθά το γεγονός ότι στον ελληνικό γενεαλογικό μύθο δεν είναι μόνο οι με τη στενή σημασία απόγονοι του Έλληνος που λογαριάζονται ως Έλληνες, αλλά εισάγονται σ’ αυτόν και άλλες γενιές, όπως λ.χ. των Ατλαντιδών, των Ιναχιδών ή των Ερεχθειδών. Αυτό επιτρέπει δυνητικά στους Αθηναίους να επικαλούνται την πελασγική τους καταγωγή και ταυτόχρονα να θεωρούνται Έλληνες.
 …………………………..

[1] Ο Κέκροψ και οι άλλοι θεμελιωτές του συνοικισμού στην Αθήνα χαρακτηρίζονται ως αρχηγέτες από το Στράβωνα 9.1.18.
[2] Υπήρχαν παραδόσεις που παρουσίαζαν τους Πελασγούς αναμφισβήτητα ως βαρβάρους και συνδυάζονταν συνήθως με μια εκδίωξή τους από τους Έλληνες. Συνήθως τους ταύτιζαν με τους Τυρρηνούς-Ετρούσκους (ήδη από τον 6ο αιώνα με τον Εκαταίο). Βλ. λ.χ. Εκατ. απ. 119, Θουκ. 4.109.4, Ελλάν. απ. 4, Μύρσιλος απ. 9, Φιλόχ. απ. 100-101 (όπου ταυτίζονται και με τους Σίντιες της Λήμνου), Στράβων 5.2.2. Δύο επιγραφές της ύστερης αρχαϊκής εποχής από τη Λήμνο (στήλη των Καμινίων) είναι γραμμένες πράγματι σε μια γλώσσα συγγενική με την Ετρουσκική. Αυτό το γεγονός δε σημαίνει βεβαίως ότι οι Πελασγοί ήταν πράγματι Τυρρηνοί ή Ετρούσκοι. Απλώς το πραγματικό γεγονός της σχέσης των κατοίκων της Λήμνου με τους Ετρούσκους εντάχθηκε στη μυθοποιΐα τη σχετική με τους Πελασγούς.


Η στήλη των Καμινίων Λήμνου

[3] Η αισχύλεια εικόνα των Πελασγών που λατρεύουν ελληνικούς θεούς συμφωνεί μόνο εν μέρει με την παράδοση που καταγράφει ο Ηρόδοτος (2.52), ως προερχόμενη από το μαντείο της Δωδώνης, ότι οι Πελασγοί λάτρευαν θεούς, αλλά δεν είχαν ονόματα γι’ αυτούς, μέχρι που τα πήραν από τους Αιγύπτιους και στη συνέχεια τα κληροδότησαν στους Έλληνες. Το κοινό σημείο ανάμεσα στις δύο εκδοχές είναι ότι οι Πελασγοί λάτρευαν τους ίδιους θεούς με τους Έλληνες, μόνο που στον Αισχύλο οι ίδιοι οι Πελασγοί είναι ήδη Έλληνες και δεν έχουν πάρει τα ονόματά των θεών από τους Αιγυπτίους.
[4] Γελάνωρ στον Απολλόδωρο 2.1.4, Παυσ. 2.16.1, 2.19.3-4, Πλούτ., Πύρρος 2.10 (μολονότι αυτός είχε διαβάσει τις Ικέτιδες, όπως φαίνεται από τα χωρία 417ΕF, 607C), Γεώργιος Σύγκελλος σελ. 178 Mosshammer. Το Σ Ιλ. Α 42 έχει το όνομα Ελλάνωρ. Τον Πελασγό στην ιστορία των Δαναΐδων αναφέρουν μόνο το Σ Ευρ., Ορ. 857, 932 και ο Οβίδιος, Her. 14.23, αλλά και οι δύο πηγές φαίνεται ότι εξαρτώνται από τον Αισχύλο.
[5] Η έννοια της αυτοχθονίας ορισμένων πληθυσμών (π.χ. Αθηναίοι, Αρκάδες) ενίσχυε την άποψη ότι οι Πελασγοί ήταν Έλληνες, αφού οι πληθυσμοί αυτοί, μη υποκείμενοι σε αλλοιώσεις, διατήρησαν την πελασγική τους καταγωγή. Αφού λοιπόν στο παρόν είναι Έλληνες, αυτό σημαίνει ότι και στο μακρινό πελασγικό παρελθόν ήταν Έλληνες. Άρα οι Πελασγοί ήταν Έλληνες. Τα δύο θέματα, η αυτοχθονία και η πελασγική καταγωγή, δε συνδέονταν αναγκαστικά στην παράδοση. Για παράδειγμα ο Φερεκύδης φαίνεται ότι θεωρούσε μεν τους Αθηναίους αυτόχθονες, αλλά όχι Πελασγούς.
[6] Αυτό δε σημαίνει ότι στον Ηρόδοτο λείπουν οι αντιφάσεις, αφού αλλού φαίνεται να υπονοεί ότι οι Πελασγοί συνυπήρχαν με τους Αθηναίους στην αρχαία Αθήνα. Βλ. λ.χ. 2.52.1, 6.137-6.140. Οι αντιφάσεις αυτές του Ηροδότου σχετικά με την ακριβή σχέση Πελασγών και Αθηναίων μπορούν να αποδοθούν στο ότι γνώριζε ένα πλήθος διαφορετικών μεταξύ τους ιστοριών, επινοημένων για να εξηγήσουν ποικίλα χαρακτηριστικά της μεταγενέστερης Αττικής ή παράξενες λατρείες, όπως της Σαμοθράκης. Ανάλογη αντίφαση υπάρχει ακόμη και στο Θουκυδίδη μεταξύ των χωρίων 1.3 και 4.109.
[7] Για την παράξενη έννοια της μειωμένης ελληνικότητας των Αθηναίων και τον τονισμό της αυξημένης ελληνικότητας των Δωριέων που προκύπτει από το ηροδότειο χωρίο πβ. και την έννοια του δωρικού πέπλου ως κατεξοχήν ελληνικού ενδύματος και του δωρικού μέλους ως του αυθεντικά ελληνικού μουσικού τρόπου. Πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι ο Ηρόδοτος αρέσκεται να οδηγεί στα άκρα τους διάφορους μύθους καταγωγής.

[8] Ο Αισχύλος δε φαίνεται να ήταν ο μόνος που θεωρούσε τους Πελασγούς ως πρώιμους Έλληνες της ηρωικής εποχής. Η αρχή αυτής της τάσης μπορεί να υπόκειται ή να έχει την αφετηρία της σε ορισμένα ομηρικά χωρία: οι Πελασγοί της Δωδώνης συνδέονται ήδη από τον Όμηρο με περιοχές και ονόματα που σχετίζονται με την εθνογένεση των Ελλήνων. Στον κατάλογο των πλοίων (Β 681-684) αναφέρεται ότι αυτοί που κατοικούν στο Πελασγικό Άργος, στην Τραχίνα, τη Φθία και την Ελλάδα ονομάζονται Μυρμιδόνες, Έλληνες και Αχαιοί. Στο Π 233-236 ο Αχιλλέας προσεύχεται στον Πελασγικό Δία της Δωδώνης, τον οποίο υπηρετούν οι Σελλοί. Τόσο η Φθία όσο και η Δωδώνη ήταν περιοχές που συνδέονταν με τη γέννηση του ονόματος «Έλληνες» και του όρου «Ελλάς», ενώ το όνομα Σελλοί (ή Ελλοί) φαίνεται ότι σχετίζεται γλωσσολογικά με τη λέξη «Έλληνες»: τα εθνικά σε –ηνες, -ανες είναι τυπικά για τη βορειοδυτική Ελλάδα. Για τη σύνδεση της Δωδώνης με το όνομα Έλληνες βλ. λ.χ. Αριστοτ. 352a.
Το γεγονός ότι το Πελασγικό Άργος αποτελεί μέρος της επικράτειας του Αχιλλέα, αλλά και το ότι τα παραπάνω ομηρικά χωρία συνδέουν τους Πελασγούς με τοποθεσίες και ονόματα (Ελλάς, Δωδώνη) σχετικά με την ελληνική εθνογένεση, μπορεί να αποτέλεσε την αφορμή μιας τάσης να θεωρηθούν οι Πελασγοί ως Έλληνες. Δεδομένων όλων των παραπάνω ίσως δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Δωδώνη περιλαμβάνεται στο βασίλειο του Έλληνα Πελασγού στις Ικέτιδες (258). Κατά δεύτερο λόγο η ταύτιση Πελασγών και Ελλήνων διευκολύνθηκε από το γεγονός ότι η μορφή του Πελασγού εισέρχεται σε ποικίλες ελληνικές γενεαλογίες. Βλ. λ.χ. Ακουσ. απ. 25, Φερεκ. απ. 156, Ελλάν. απ. 36, Ησίοδ. απ. 161 MW, Ηρόδ. 7.95.1 (οι Ίωνες και οι Αιολείς ήταν Πελασγοί), 7.94 (οι Ίωνες ήταν Πελασγοί Αιγιαλείς πριν από την άφιξη του Δαναού και του Ξούθου), 1.146.1 (οι Αρκάδες ήταν Πελασγοί), Χάραξ απ. 15, Σ Ευρ., Ορ. 1646, Ευρ., Ορ. 692, 857, 1247, 1296, 1601, Ηρακλδ. 315-317, Φοίν. 107, Βάτων απ. 5, Παυσ. 4.36.1.

ΟΣΤΡΑΚΑ ΤΗΣ ΜΑΥΡΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ - Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ

Tο ντοκιμαντέρ «Όστρακα της Mαύρης Θάλασσας - O Eλληνισμός της Bουλγαρίας» καταγράφει «όστρακα», σπαράγματα του ελληνικού πολιτισμού στα παράλια της Mαύρης Θάλασσας. Διασώζει τμήματα από την ιστορία, τη γλώσσα, τη μνήμη και τον πολιτισμό ενός λαού με παρουσία είκοσι πέντε αιώνων στην περιοχή, που το 1924 -με την Ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Eλλάδας και Bουλγαρίας- συρρικνώθηκε.

 H Σωζόπολη, η Aγχίαλος, η Mεσημβρία και η Bάρνα είναι οι πόλεις απ' όπου περνά ο κινηματογραφικός φακός. Oι ελληνόφωνοι κάτοικοι αυτών των πόλεων γίνονται οι πρωταγωνιστές του ντοκιμαντέρ, παρουσιάζοντας στιγμιότυπα από την καθημερινή τους ζωή. H «ψαροσύνη», με άλλα λόγια η θάλασσα, είναι η κυριότερη ασχολία τους. «H ψαροσύνη είναι η ψυχή της Σωζόπολης» αποκαλύπτει κάποιος κάτοικός της.

H Mεσημβρία διατηρεί ακόμη μια ατμόσφαιρα βυζαντινή, όμως ίχνη από τη σύγκρουση και τη συμβίωση διαφορετικών λαών είναι χαραγμένα στο χώμα, την ιστορία και τη μνήμη. Στην Aγχίαλο, η ασχολία με το αλάτι ανάγεται στη Bυζαντινή περίοδο. Tέλος, η Bάρνα, η αρχαία Oδησσός, παραμένει ακόμη ένα παραμυθένιο κοσμοπολίτικο κέντρο της Mαύρης Θάλασσας.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ:

Οι αποκαλύψεις των μύθων στις μυητικές τελετές

« Φαίνεται ότι αυτοί που καθιέρωσαν τα Μυστήρια για εμάς, δεν ήταν αδιαφώτιστοι . Για πολύ χρόνο αυτοί μας αποκάλυψαν ότι οτιδήποτε φτάσει στον κάτω κόσμο χωρίς να έχει μυηθεί και επιδοκιμαστεί, πέφτει στον βούρκο. Εκείνος όμως που φτάνει εκεί εξαγνισμένος και καθαγιασμένος, θα συγκατοικήσει με τους Θεούς..».

ΠΛΑΤΩΝΑΣ

Μυστήρια (εκ του μύω, που σημαίνει είμαι κλειστός, κλείνω τα μάτια και τα χείλη), ονομάζονταν στην αρχαιότητα οι ιερατικές εκείνες σχολές που λειτουργούσαν σε κλειστούς χώρους, και ισχυρίζονταν ότι κατείχαν γνώσεις από υπέρτερες του ανθρώπου συνειδήσεις. Οι περισσότεροι -αν όχι- όλοι οι Φιλόσοφοι ήταν μυημένοι στα Αρχαία Μυστήρια.. H ψυχή - λέει ο Πλάτωνας στον Θεαίτητο, αν δεν έχει γνωρίσει την αλήθεια δεν μπορεί να αποκτήσει τη μορφή του ανθρώπου.

Πρόκειται για μία ανάμνηση όσων η ψυχή μας γνώριζε παλαιότερα, όταν ταξίδευε με την θεότητα, περιφρονώντας εκείνα που θεωρούμε ότι υπάρχουν και ατενίζοντας αυτό που πραγματικά είναι. Για αυτό μόνον ο νους ή πνεύμα του φιλοσόφου είναι εξοπλισμένος με φτερά. Αυτός όσο μπορεί καλύτερα διατηρεί στον νου του αυτές τις αναμνήσεις, η ενατένιση των οποίων καθιστά θεία ακόμη και την ίδια την θεότητα. Χρησιμοποιώντας διαρκώς τον εαυτό του στα μυστήρια, ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά τέλειος- ένας μυημένος στη θεία σοφία. Ο Πίνδαρος αναφέρει :

«Ευτυχής είναι εκείνος που είδε τα Ελευσίνια μυστήρια, γιατί γνωρίζει το τέλος της ζωής του και τις αρχές που δόθηκαν στον άνθρωπο από τον Θεό», ενώ ο Αριστείδης για την μύηση του είπε: «Νόμισα ότι ήρθα σε επαφή με τον Θεό, και τον ένοιωσα να πλησιάζει εγγύτερα, και ήμουν τότε ανάμεσα σε εγρήγορση και ύπνο. Το πνεύμα μου ήταν ανάλαφρο, ώστε κανείς που δεν έχει μυηθεί δεν μπορεί να μιλήσει για αυτό ή να το κατανοήσει».

Τρία ήταν κυρίως τα στάδια ή οι βαθμίδες που οδηγούσαν στην ολοκλήρωση της εισδοχής του υποψήφιου σε ένα από τα μυητικά συστήματα. Ο Πρόκλος ονομάζει τις φάσεις, ως τελετή, μύηση, και εποπτεία. Ο Πλάτωνας στον Φαίδρο μας περιγράφει την φάση της εποπτείας :

«Μέχρι τώρα μιλήσαμε για το τέταρτο και τελευταίο είδος της μανίας που καταλαμβάνει εκείνον που όταν αντικρίσει το γήινο κάλος, αναπτερώνεται από την ανάμνηση του αληθινού κάλους. Και θέλει να πετάξει (τότε στις υψηλότερες σφαίρες ύπαρξης), αλλά δεν μπορεί. Και σαν πουλί πια κοιτάζει προς τα πάνω και αδιαφορεί για ότι βρίσκεται από κάτω του. Και γι' αυτό φαίνεται (στους άλλους) να ενεργεί σα μανιακός. Και απέδειξα ότι από όλες τις εμπνεύσεις αυτή είναι η άριστη και καθιστά άριστο και εκείνον που γίνεται κοινωνός της και την κατέχει.

Και μόνο αυτός που κατέχεται από αυτή τη μανία και λατρεύει κυριολεκτικά το ωραίο, δικαιούνται να λέγεται εραστής. Γιατί όπως είπαμε, κάθε ανθρώπινη ψυχή από τη φύση της ορέγεται να αντικρίσει την αληθινή ουσία των πραγμάτων. Αλλά καθώς κατέβηκε σ' αυτό το ανθρώπινο σώμα (του ζώου) δεν είναι εύκολο να αναθυμηθεί βυθισμένο στα γήινα, εκείνα που είδε τότε φευγαλέα εκεί, και καθώς ξεπέφτει εδώ στη δυστυχία, τυχαίνει κάτω από ορισμένες συνθήκες να διαφθαρεί, να πάρει τον κακό δρόμο, (να μολυνθεί από) το άδικο και να ξεχάσει έτσι αυτά τα ιερά πράγματα που είχε τότε αντίκρισε.

Πολύ λίγες ψυχές πράγματι υπάρχουν που διατηρούν σε ικανοποιητικό βαθμό αυτή την ανάμνηση. Και είναι αυτές που όταν αντικρίσουν εδώ κάποια αντανάκλαση του άλλου κόσμου, εκστασιάζονται και γίνονται ασυγκράτητες. Και δεν ξέρουν βέβαια γιατί παθιάστηκαν τόσο πολύ, επειδή απλά δεν έχουν καθαρή αίσθηση της αιτίας τους πάθους τους.

Δεν υπάρχει λοιπόν πραγματική ανταύγεια δικαιοσύνης και σωφροσύνης ή οποιασδήποτε άλλης αρετής από αυτές που είναι ζωτικές για την ψυχή, στα γήινα αντίγραφά τους. Γιατί με ατελή όργανα μόλις και μετά βίας μερικοί αναγόμενοι από τις εικόνες τους, μπορεί να οραματιστούν απλά τα αρχέτυπά τους Αλλά αυτοί που έλαβαν μέρος σε εκείνη από τις τελετουργίες που είναι νόμιμο να την ονομάζουμε μακαριότατη, βλέπουν τη λαμπρή ωραιότητα και τη μακάρια όψη και την πραγματική θέασή τους, καθώς εν χορώ με τους άλλους πανευτυχείς μύστες γίνονται ακόλουθοι του Δία ή κάποιου άλλου πάτρωνα θεού.

Και τότε πανηγυρίζουμε ευδαιμονικά, καθώς βιώνουμε μία ολοκλήρωση μέσα μας και αισθανόμαστε ότι είμαστε πια απρόσβλητοι από οποιαδήποτε κακό, και βλέπουμε παντού τέλειες και καθαρές και βέβαιες εικόνες καθώς αναγορευτήκαμε πια μυημένοι και επόπτες μυστηρίων, λουσμένη σε ένα λαμπρος φως και νοιώθουμε ότι είμαστε εξαγνισμένοι και απαλλαγμένοι από τα δεσμά του σώματος, από αυτό δηλαδή το μνήμα που το περιφέρουμε κολλημένο επάνω μας σαν όστρακο».

Τα αρχαιότερα μυστήρια στην αρχαία Ελλάδα ήταν τα Κρητομινωικά, τα οποία επηρέασαν τα μετέπειτα Καβείρια, τα Διονυσιακά-Ορφικά, και τα Ελευσίνια. Γενικά θεμελιώδης διδασκαλία των Καβείριων μυστηρίων ήταν «η γέννηση του ανθρώπου», ενώ των Ελευσίνιων (εκ του «ελέυθω»-ελευθερώνομαι) η συμβολική παράσταση της ψυχής, της καθόδου της στην ύλη, μετά την ανάληψη της και την επιστροφή της στην αιώνια ζωή. Η θέληση δηλαδή της ψυχής να γνωρίσει, την οδηγεί στον Άδη, στο άγνωστο. Είναι η ίδια θέληση για γνώση που οδήγησε τους πρωτόπλαστους έξω από τον παράδεισο. Και τέλος των Διονυσιακών μυστηρίων της αναγέννησης του ανθρώπου που συμβολιζόταν από τον θάνατο του Διονύσου και την δεύτερη γέννηση του από τον Δία..

Στον αρχαίο κόσμο η θεολογία λειτουργούσε σε δύο επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο στη μεγάλη μάζα του πληθυσμού διάμεσο των μύθων, οι οποίοι είχαν σκοπό την διαπαιδαγώγηση του λαού μέσω των εξυμνήσεων των θεών και των ηρώων. Οι ίδιοι αυτοί μύθοι σε ένα δεύτερο ανώτερο πνευματικά στάδιο, έκρυβαν μεγάλες αλήθειες τόσο για τον άνθρωπο όσο και για τον κόσμο. Σύμφωνα με τον πρωτοπόρο Ελβετό ψυχολόγο Κάρλ Γιούνγκ , τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται στους μύθους είναι πανάρχαια και γεννήθηκαν σε εποχές που ο άνθρωπος δεν είχε αναπτύξει την λογική. Δεν κατασκευάζονταν αλλά παρά γίνονταν αυτόματα από την ίδια την ψυχή.

Είναι προϊόν ανάμνησης της μακραίωνης εξέλιξης, μία αναπαράσταση του παγκόσμιου αρχέτυπου. Οι μύθοι αποκαλύπτονταν δια μέσου της μύησης που χρησιμοποιούσε σύμβολα και εικόνες, έτσι ώστε οι μυημένοι ήταν ικανοί να γνωρίσουν τα μυστικά του κόσμου. Αρχετυπικά σύμβολα και εικόνες των οποίων η καθορισμένη διάταξη επενεργούσε στο ασυνείδητο, έλκοντας την αποθηκευμένη γνώση που υπάρχει στον άνθρωπο.

Ο μύθος σε αντίθεση με το παρά-μυθι, κρύβει μέσα του μία δομημένη συγκαλυμμένη ιστορική αλήθεια. Oι αρχαίοι Έλληνες για παράδειγμα, θεωρούσαν τον κόκκινο πλανήτη Άρη σαν θεό του πολέμου, και υπογράμμιζαν ότι δύο άτια έσερναν το άρμα του στους Ουρανούς, δίνοντας τους το όνομα «φόβος» και «Δείμος», μέχρι που το 1877 ξανακάλυψε ο Άσαφ Χώλλ τους δορυφόρους του Άρη. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του μύθου είναι ότι ενώ το κύριο σώμα του είναι γνωστό στο ευρύ κοινό, ορισμένες αξιοσημείωτες λεπτομέρειές του θεωρούνται ιερές διατηρούνται μυστικές και ανακοινώνονται μόνο σε ένα περιορισμένο κύκλο μυστών και μόνο κατά τη διάρκεια της μύησης.

Ο Στράβωνας ακολουθώντας τον Ηράκλειτο αναφέρει ότι « η απόκρυψη στα Μυστήρια μιμείται τη φύση, η οποία απεχθάνεται την έκδηλη παρουσίαση».

Ο νεοπλατωνιστής Σερήνος Σαλλούστιος μας αποκαλύπτει για τους μύθους:

«Αξίζει να εξετάσουμε, λοιπόν, γιατί οι παλαιοί εγκατέλειψαν τα δόγματα και χρησιμοποίησαν τους μύθους. Και το πρώτο όφελος που έχουμε από τους μύθους είναι ότι πρέπει να αναζητούμε να μην αφήνουμε το Νου μας να μένει αργός. Ότι οι μύθοι είναι θεϊκοί φαίνεται από εκείνους που τους χρησιμοποίησαν. Τους μύθους χρησιμοποίησαν θεόληπτοι ποιητές, οι καλύτεροι των φιλοσόφων, όσοι θέσπισαν μυστήρια και οι ίδιοι οι Θεοί στους χρησμούς.

Το γιατί όμως οι μύθοι είναι θεϊκοί πρέπει να το ερευνήσει η Φιλοσοφία. Επειδή κάθε όν χαίρεται με ό,τι είναι όμοιό του και αποστρέφεται τα ανόμοιά του, πρέπει και οι ιστορίες για τους Θεούς να είναι όμοιες με τους Θεούς, ώστε να γίνουν άξιες της θεϊκής ουσίας και να γίνουν οι Θεοί ευμενείς προς εκείνους που τις διηγούνται: τούτο θα επιτευχθεί μόνο με τους μύθους. Οι μύθοι παρουσιάζουν τους ίδιους και την αγαθότητα των Θεών -σύμφωνα πάντα με τον διαχωρισμό ανάμεσα στο ρητό και το άρρητο, το αφανές και το φανερό, το σαφές και το κρυφό. Εφόσον, όπως ακριβώς οι Θεοί έχουν κάνει κοινά για όλους τα αγαθά των αισθήσεων, τα αγαθά όμως της νόησης τα έχουν δώσει μόνο στους σοφούς, έτσι και οι μύθοι λένε σε όλους ότι υπάρχουν οι Θεοί, αλλά ποιοί είναι αυτοί και ποιές οι δυνάμεις τους το φανερώνουν μόνο σε εκείνους που μπορούν να το κατανοήσουν.

Παρουσιάζουν επίσης και τις ενέργειες των Θεών. Διότι μπορούμε να ονομάσουμε και τον Κόσμο Μύθο, όπου σώματα και πράγματα είναι ορατά, αλλά ψυχές και νόες είναι κρυφοί. Επιπλέον, αν θέλεις να διδάξεις σε όλους την αλήθεια για τους Θεούς, από τη μια οι ανόητοι θα την περιφρονήσουν επειδή δεν είναι σε θέση να την κατανοήσουν, από την άλλη οι καλοί θα την βαρεθούν. Ενώ αν κρύψεις την αλήθεια με τους μύθους, αποτρέπεις την περιφρόνηση των ανοήτων και αναγκάζεις τους καλούς να ασκήσουν Φιλοσοφία. Γιατί όμως οι μύθοι μιλούν για μοιχεία, κλοπές και δέσμιους πατέρες και όλες τις άλλες ανοησίες; Μήπως είναι αυτό αξιοθαύμαστο, καθώς μέσω της φαινομενικής ανοησίας η Ψυχή αισθάνεται αμέσως ότι τα λόγια είναι προκαλύμματα και πιστεύει ότι η αλήθεια είναι ένα μυστήριο;», ενώ ο Μαμονίδης, Ιουδαίος θεολόγος και φιλόσοφος είπε σχετικά, με τις αλληγορίες και τα συγκεκαλυμμένα μηνύματα που κρύβουν τα αρχαία κείμενα:

«Δεν πρέπει κανείς να ακούει ούτε να παίρνει κατά γράμμα ότι είναι γραμμένο στα βιβλία της δημιουργίας, ούτε να έχει ιδέες σαν κι αυτές που έχει το κοινό, αλλιώς οι αρχαίοι σοφοί μας δεν θα μας συμβούλευαν με τόση φροντίδα να κρύβουμε το νόημα τους και να μην σηκώνουμε καθόλου το αλληγορικό πέπλο που κρύβει τις αλήθειες που περιέχει. Όταν αυτό το έργο το παίρνεις κατά γράμμα σου δίνει τις πιο παράλογες και εκτός πραγματικότητας ιδέες για την θεότητα.

Οποιοσδήποτε όμως ήθελε να μαντέψει την αληθινή έννοια, πρέπει να αποφύγει πολύ να την κοινολογήσει. Είναι ένα απόφθεγμα που μας το επαναλαμβάνουν όλοι οι σοφοί μας, προ παντός για τις βαθιές έννοιες που περιέχει το έργο των έξι ημερών. Είναι δυνατόν είτε μόνος του είτε με την βοήθεια των φώτων ενός άλλου κάποιος να φτάσει μέχρι να μαντέψει το νόημα. Τότε πρέπει να σιωπά ή και αν μιλήσει να μιλάει καλυμμένα, όπως κάνω εγώ, αφήνοντας τα υπόλοιπα να τα μαντέψουν σε εκείνους που μπορούν να με ακούσουν».

Παραβολές χρησιμοποιούσε όπως είναι γνωστό και ο Ιησούς, και όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν για λόγο που τις χρησιμοποιεί απάντησε: «Γιατί σε εσάς έχει αποκαλυφθεί το βασίλειο των ουρανών , ενώ σε αυτούς ακόμα όχι, γιατί ενώ έχουν μάτια δεν βλέπουν, και ενώ έχουν αφτιά δεν ακούν..».  

Στην μυητική διαδικασία των μυστήριων χρησιμοποιούσαν ένα είδους θείου δράματος , πλούσιο από εικόνες της θεότητας διάμεσο του οποίου ερχόταν ο άνθρωπος σε επαφή με την θεία του αρχή. Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η δημιουργία του θεάτρου οφείλεται στις μυστηριακές τελετές. Μέσα από τις θεατρικές παραστάσεις προσπαθούσαν να διεγείρουν συγκεκριμένα συναισθήματα από τους συμμετέχοντες θεατές. Με τις μυστηριακές τελετές οι άνθρωποι αποκτούσαν ένα μέσο για να περάσουν σε ένα ανώτερο επίπεδο αντίληψης.

Ανυψώνονται από επίπεδο σε επίπεδο και επικοινωνούσαν με τον θείο σπινθήρα που έκρυβαν και κρύβουν μέσα τους. Αυτό που οι πρόγονοι μας αποκαλούσαν «δαιμόνιο». Αυτή η διαδικασία ήταν η μύηση. Η διεύρυνση δηλαδή της συνείδησης, και η προσέγγιση των θειικών όψεων που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος. Μία διεύρυνση στην οποία ο δόκιμος, συμβολικά δηλαδή, ψυχολογικά και σωματικά, «πέθαινε», για να αναγεννηθεί. Kατά τη διάρκεια της μύησης γεγονότα τρομακτικά τα οποία σχετίζονται με το δέος που προκαλεί η ίδια η επικοινωνία με το θείο. Όπως λέει και ο τελευταίος μεγάλος ιερέας των Δελφών ο Πλούταρχος:

«Τη στιγμή του θανάτου η ψυχή δοκιμάζει μία εμπειρία παρόμοια με εκείνη που δοκιμάζουν αυτοί που έχουν υποβληθεί σε μεγάλες μυήσεις... Αρχικά υπόκειται κανείς σε απροσδιόριστες περιπλανήσεις και σε επίπονες περιφορές, περνάει μέσα από τρομακτικά και σκοτεινά μονοπάτια που δεν έχουν διέξοδο. Αλλά ξαφνικά προς το τέλος, όλα αυτά τα τρομερά πράγματα, ο πανικός και το ρίγος και ο ιδρώτας και η έκπληξη εξαφανίζονται και ένα θαυμάσιο φως έρχεται να σε προϋπαντήσει. Εμφανίζονται καθαροί πια τόποι και ευχάριστοι λειμώνες, με μουσική και χορούς και τελετουργίες, με θείους λόγους και ιερά οράματα. Εκεί λοιπόν ο μυημένος, τέλειος πια, (εξ αιτίας της εξοικείωσης μέσω της ανάμνησης της μυήσεώς του) απαλλαγμένος και απελευθερωμένος από όλα τα δεσμά περιφέρεται στεφανωμένος και πανηγυρίζει με τους άλλους ιερούς και αγνούς μυσταγωγούς».

Τα μυστήρια είχαν πάντοτε ως σκοπό να αποκαλύψουν την τέλεια διδασκαλεία υπό τριπλή αντίληψη, δηλαδή των αισθήσεων, της ψυχής και του πνεύματος. Δηλαδή σκοπό να λάμψει το Αόρατο πίσω από το ορατό, και η αλήθεια πίσω από το σύμβολο.

Μέσα από τις περιπέτειες των ηρώων και την ιδέα της αναζήτησης καλύπτεται μία παγκοσμιότητα, είτε σαν τον μύθο του Αγίου δισκοπότηρου και των Ιπποτών του βασιλιά Αρθούρου, είτε σαν Οδύσσεια ή Αργοναυτική εκστρατεία. Η μάνα Γη για παράδειγμα αποτέλεσε για όλους τους αρχαίους λαούς το Σύμβολο της ύλης, της μήτρας του ανθρώπου. Μέσα από το πέρασμα των αιώνων το σύμβολο αυτό εξυψώθηκε, απέκτησε διαφορετική διάσταση και σήμερα είναι η μητέρα του Χριστού , του Βούδα, του Κρίσνα, κλπ. Σε όλες τις αρχαίες κοσμογονίες η μητέρα Γη γονιμοποιείται από τον Ουρανό-Πατέρα για να δώσει ζωή. Το θεϊκό ζευγάρι για τους Έλληνες ήταν ο Ουρανός και η Γαία, για τους Αιγυπτίους Σέμπ και Νούτ, για τους Ιάπωνες Ιζανάμι και Ιζανάγκι , τα ονόματα απλώς αλλάζουν.

Το σύμπαν ως ένα ενιαίο σύνθετο ζωντανό πλάσμα

'Μια αρχή πρέπει να κάνει το σύμπαν ένα ενιαίο σύνθετο ζωντανό πλάσμα, ένα και μοναδικό, αποτελούμενο από τα πάντα, και όπως στο κάθε πλάσμα τα μέρη του έχουν αναλάβει το καθένα και ένα ξεχωριστό έργο, έτσι και τα μέρη του παντός, το καθένα ξεχωριστά από τα άλλα, έχουν να επιτελέσουν το ξεχωριστό τους έργο, και μάλιστα αυτό έχει για το όλον ακόμα περισσότερη εφαρμογή απ' ό,τι για τα μέρη, στον βαθμό που τα μέρη του δεν είναι απλώς μέρη αλλά σύνολα και σπουδαιότερα από τα μέρη του επί μέρους πράγματος'....

Πλωτίνος

Φόβος: Ο Δούρειος Ίππος της Εξουσίας

Φόβος, ο Δούρειος Ίππος της εξουσίας
Φόβος: Ουσιαστικό.
Αλλά και ουσιαστικός.

Διαχρονικός και πανανθρώπινος.
Ικανός, να κάμψει κάθε αντίσταση,
να παγώσει και την πιο αποφασιστική δύναμη, να αναστείλει την εξέλιξη.

Ο φόβος είναι φυσικό, κοινό συναίσθημα. Όλοι φοβούνται.
Και οι μεν και οι δε. Και οι πάνω και οι κάτω.
Το στοίχημα είναι πάντα το ποιος θα ελέγξει το φόβο
και θα τον διαχειριστεί προς όφελός του,
και πώς θα καταφέρει να μετατρέψει
ένα εργαλείο χειρισμού συνειδήσεων σε μηχανισμό προστασίας.

Η εποχή της πλαστής ευδαιμονίας μαζί με τις ψευδαισθήσεις της τελείωσε.
Ήρθε η ώρα της πληρωμής.
Τώρα καλείται να πληρώσει όποιος φοβηθεί πρώτος.

Και αυτός είναι πάντα όποιος έχει να χάσει τα περισσότερα.

Σήμερα γράφουμε για τον φόβο προσπαθώντας να τον ξορκίσουμε.
Τον βάζουμε απέναντί μας.
Τον αναγνωρίζουμε, για να μπορέσουμε να τον απομυθοποιήσουμε
και να τον αντιμετωπίσουμε.
Όλα τα νομίσματα έχουν δύο όψεις:
τίποτα δεν είναι από μόνο του καλό ή κακό, πολύ ή λίγο,
σημασία έχει με πόση σοφία ή λογική διαχειριζόμαστε καθετί.

Ο φόβος δεν ανήκει σε κανέναν, γι’ αυτό εύκολα αλλάζει κατεύθυνση.

Δεκάλογος, του Paulo Coelho

1. Όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Και θα πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να παραμείνουν έτσι.

2. Σε κάθε άνθρωπο έχουν δοθεί δύο ποιότητες: η δύναμη και το ταλέντο. Η δύναμη τον οδηγεί να συναντήσει το πεπρωμένο του, το ταλέντο του τον υποχρεώνει να μοιραστεί με τους άλλους τα καλά του στοιχεία. Ο καθένας πρέπει να γνωρίζει πότε να χρησιμοποιεί το ένα και πότε το άλλο.
3. Σε κάθε άνθρωπο έχει δοθεί μια αρετή: η ικανότητα να επιλέγει. Για όποιον δεν χρησιμοποιεί αυτή την αρετή, μετατρέπεται σε κατάρα – και οι άλλοι θα επιλέγουν πάντα για λογαριασμό του.

4. Κάθε άνθρωπος έχει τον Προσωπικό του Μύθο να υλοποιήσει και αυτός είναι ο λόγος που έρχεται στον κόσμο. Ο Προσωπικός Μύθος εκδηλώνεται στον ενθουσιασμό του για όσα κάνει.

5. Κάθε άνθρωπος πρέπει να γνωρίζει δύο γλώσσες: τη γλώσσα της κοινωνίας και την γλώσσα των οιωνών. Η πρώτη εξυπηρετεί την επικοινωνία με τους άλλους. Η δεύτερη χρησιμοποιείται για να εξηγεί τα μηνύματα από τον Θεό.

6. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να αναζητά την απόλαυση – αυτό δηλαδή που δίνει σ’ εκείνον χαρά και όχι κατ’ ανάγκη στους άλλους.

7. Κάθε άνθρωπος πρέπει να διατηρεί ζωντανή μέσα του την ιερή φλόγα της τρέλας. Και πρέπει να συμπεριφέρεται σαν κανονικός άνθρωπος.
 
8. Τα μόνα σφάλματα που θεωρούνται σοβαρά είναι τα εξής: να μη σέβεσαι τα δικαιώματα του άλλου, να παραλύεις από τον φόβο, να αισθάνεσαι ένοχος, να νομίζεις ότι δεν αξίζεις ό,τι καλό και κακό σου συμβαίνει στη ζωή και να είσαι δειλός. Να αγαπούμε τους εχθρούς μας, αλλά να μην κάνουμε συμμαχίες μαζί τους. Βρίσκονται στον δρόμο μας για να δοκιμάσουν το σπαθί μας και αξίζουν τον σεβασμό της μάχης μας. Εμείς να διαλέγουμε τους εχθρούς μας και όχι αντίστροφα.

9. Όλες οι θρησκείες οδηγούν στον ίδιο Θεό και όλες αξίζουν τον ίδιο σεβασμό.

10. Ό,τι κάνουμε στο παρόν επηρεάζει το μέλλον ως συνέπεια και το παρελθόν ως λύτρωση.

Τι εννοεί μια γυναίκα όταν λέει «σε 5 λεπτά είμαι έτοιμη»

Πολλές φορές δεν σκεφτόμαστε τι τραβάει μια γυναία για να εμφανιστεί μπροστά μας όπως πρέπει. Εμείς αν χρειαστεί κοιμόμαστε και στο πάτωμα, για αυτές όμως τα πράγματα ειναι πιο περίπλοκα.
 
Δείτε μια χιουμοριστική εκδοχή της πραγματικότητας πίσω από την φράση «Σε 5 λεπτά είμαι έτοιμη!», μέσα από το βίντεο που ακολουθεί.
 

ΚΑΙ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ ΚΑΝΕΙΣ, ΑΝ ΔΕΝ ΤΟΥ ΛΑΧΕΙ...

Παιγνίδι μας εφαίνεται, ‘τό δούμε φουσκωμένη
από μακρά τη θάλασσα, κι άγρια, και θυμωμένη,
με κύματα άσπρα και θολά, βρυγιά ανακατωμένα,
και τα χαράκια όντε κτυπούν κι αφρίζουν ένα-ένα
και το καράβι αμπώθουσι με μάνητα μεγάλη
στη φουσκωμένη θάλασσα σε μια μερά κ’ εις άλλη.
Κ’ εκείνους τσ’ ανακατωμούς και ταραχές γρικούμε,
και δίχως φόβο από μακρά, γελώντας τσι θωρούμε.
Mα κείνος που στα βάθη της είναι και κιντυνεύγει,
και να γλιτώσει απ’ τη σκληρά, ξετρέχει και γυρεύγει,
αυτός κατέχει να σου πει κι απόκριση να δώσει,
ίντά ‘ναι ο φόβος του γιαλού, αν είναι και γλιτώσει,
και των κυμάτω’ ο πόλεμος, και των ανέμω’ η μάχη,
και δε γνωρίζει το κακό κιανείς, αν δεν του λάχει.
-------------------------------------
Ο έρωτας στέκει ανάδια μου και τ’ άρματα μου δείχνει,
βαστά φωτιά κι αναλαμπή, κι απάνω μου τη ρίχνει.
Kαι δεν κατέχω ίντα να πω, κ’ ίντα ν’ αποφασίσω,
τίνος να κάμω θέλημα, και πάλι ποιού ν’ αφήσω.

Φόβος και Πόθος πολεμά, κ’ εγώ 'μαι το σημάδι,
και δεν μπορώ τούτα τα δυο να τα συβάσω ομάδι.
Κριτή μ’ εβάλαν και τα δυο, κι απόφαση γυρεύγουν,
πολλά με βασανίζουσι, πολλά με κιντυνεύγουν.

H αγάπη στέκει ανάδια μου κι άδικα τυραννά με,
μ’ άρματα φοβερίζει με, και με φωτιά κεντά με∙
με το ξιφάρι μού μιλεί, με τη σαΐτα λέγει,
το δίκιο τση μ’ αναλαμπή και φλόγα το γυρεύγει.

Kι αν δεν τση κάμω θέλημα, με τη φωτιά με καίγει,
και πλιά παρά τον Kύρη μου βαρίσκει και δοξεύγει.
Kι ως βουληθώ, στον πόλεμον οπού ‘μαι, να νικήσω,
τέσσερα ζάλα κάνω ομπρός, κι οκτώ γιαγέρνω οπίσω.

Σφαίνει όπου πει κι οι λογισμοί τ’ αθρώπου δε γροικούνται
γιατί με δίχως εμιλιά στο πρόσωπο θωρούνται.
Ας πάσκει πούρι όσο μπορεί άθρωπος να τα χώνει,
τ’ αμάτι και το πρόσωπο όλα τα φανερώνει.


Ποίηση: Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος
Μουσική: Μήτσος Σταυρακάκης
Ερμηνεία: Μαρίνα Δακανάλη & Μήτσος Σταυρακάκης

Aιτίες που οι άνθρωποι μένουν μόνοι

Η δομή της κοινωνίας μας είναι τέτοια, που οι άνθρωποι απομονώ­νονται όλο και περισσότερο ο ένας από τον άλλον, με αποτέλεσμα να μπαίνουν στην κατάθλιψη και να μένουν μόνοι. Η μοναξιά των ανθρώπων προέρχεται από τις αόριστες φοβίες τους.
Για παράδειγμα, ο φόβος να μην πληγωθεί κάνει κάποιον να μη θέ­λει να έχει στενές σχέσεις με τους ανθρώπους.
Μένει μόνος, ο άνθρωπος που αρνείται να ανταλλά­ξει την αγάπη του με τους συγγενείς, γνωστούς και φίλους. Αυτός που αισθάνεται μοναξιά σημαίνει ότι έχασε την ισορροπία του πάρε-δώσε, ότι έχασε τη διάθεση να δίνει και να παίρνει χαρά.
Σκέψου:
-Μήπως επιλέγω τη μοναξιά επειδή δεν θέλω να προσφέρω στον πλησίον μου λίγη χαρά, λίγη αγάπη;
Αιτίες που οι άνθρωποι είναι μόνοι...Η μοναξιά του κάθε ανθρώπου προέρχεται και από διαφορετική αιτία.
Η μοναξιά, εκτός από τους λόγους που είπαμε παραπάνω, μπορεί να προέρχεται από την ιδιοσυγκρασία ή την ηλικία, αν είναι νέος ή αν είναι μεγάλος, αν είναι ηλικιωμένος.
Για παράδειγμα: όταν οι άνθρωποι μεγαλώνουν και ωριμάζουν, αποκτούν συνήθειες, έχουν παγιωμένες πεποιθήσεις και το κυριότερο δεν είναι ευέλικτοι. 0 άνθρωπος που δεν είναι ευέλικτος, δεν μπορεί να προσαρμόσει τη ζωή του με τη ζωή κάποιου άλλου κι έτσι αναγκα­στικά μένει μόνος του.
Όταν σκέφτεσαι αρνητικά και μιλάς συνεχώς για αρνητικά πράγμα­τα, κάποια στιγμή οι άλλοι δεν θα σε θέλουν.
Όταν επικοινωνείς με κάποιον, σκέψου:
- Θέλω να του/ της μαυρίσω την καρδιά ή να περάσω μερικές στιγμές ευχάριστες μαζί του/ της;
Όμως, σου κάνει μια πολύ μεγάλη ζημιά. Αντί να ζεις τη δική σου ζωή, ζεις τη ζωή των άλλων. Σου δίνει έτοιμες εικόνες και σου αφαιρεί τη μαγεία των δικών σου φαντασιώσεων και εικόνων.
Έχω τύχει σε παρέες που ανταλλάσσουν επισκέψεις. Η τηλεόραση ανοιχτή και η επικοινωνία μεταξύ τους ανύπαρκτη. Τελειώνει το έργο και λένε καληνύχτα.
Ποια είναι η λύση για τη μοναξιά
Αν δεν σου αρέσει η μοναξιά, μπορείς να επιλέξεις κάποιες από τις παρακάτω ιδέες:
-Άνοιξε την ατζέντα σου και πάρε τηλέφωνο κάποιον που χαίρε­σαι όταν μιλάς μαζί του.
-Βάλε τα ρούχα που σε ανεβάζουν και πήγαινε να συναντήσεις φίλους γνωστούς ή συγγενείς που θα περάσεις μαζί τους ευχά­ριστα.
-Πήγαινε να παρακολουθήσεις ομιλίες και διαλέξεις.
-Οργάνωσε μια δραστηριότητα που να σου δίνει χαρά, για παρά­δειγμα χορό, γυμναστική και πρότεινε και σε άλλους ν' ακολου­θήσουν.
- Κάλεσε στο σπίτι σου ανθρώπους που αγαπάς και πρόσφερέ τους τσάι ή γεύμα.
-Κράτησε γύρω σου ανθρώπους που σ’ αγαπούν. Είναι πολύ ση­μαντικό να επιλέγεις να έχεις γύρω σου ανθρώπους που σ' αγα­πούν και που σε λατρεύουν.
-Κάνε τις συνειδητές επιλογές σου με στόχο τη χαρά και την ευ­τυχία. Τότε ποτέ δεν θα είσαι μόνος/ μόνη.
-Ένα σπουδαίο φάρμακο για τη μοναξιά, αλλά και μεγάλη πηγή χαράς και ευτυχίας, είναι να βρεις ποιος είναι ο ρόλος σου στη ζωή και να τον πραγματοποιήσεις.
- Χρησιμοποίησε το δώρο της μοναξιάς και μετάλλαξέ το σε επι­λογή μοναχικότητας. Σ' αυτή την ατμόσφαιρα κάνε τις νοητικές σου τεχνικές και πρόσφερε την επανάληψη της ευχαριστίας σου προς τον Δημιουργό.
Τότε ο νους θα χαλαρώσει θα γίνει διαυγής και θα σου έρθουν και άλλες καλύτερες ιδέες.
Ερώτηση: Ποια είναι η διαφορά μεταξύ μοναξιάς και μοναχικότητας.
Απάντηση: Αν και η ρίζα είναι η ίδια, υπάρχει μεγάλη διαφορά.
Η μοναξιά έρχεται σαν επακόλουθο όταν δεν έχουμε αληθινή αγά­πη μέσα μας, αλλά και δεν την εισπράττουμε από τους γύρω μας. Δη­λαδή, όταν δεν θέλουμε να δώσουμε και να πάρουμε αγάπη.
Μοναχικότητα σημαίνει, να επιλέγεις συνειδητά να περνάς και κά­ποιες στιγμές μόνη σου.
Δεν είναι δυνατόν στη ζωή να είμαστε πάντοτε μαζί με άλλους. Χρειάζεται και κάποιες στιγμές να είμαστε τον εαυτό μας, για να αφιε­ρώνουμε χρόνο στην καθημερινή ευχαριστία μας προς το Θεό ή με τις νοητικές μας τεχνικές, να προγραμματίσουμε δυναμικές δημιουργικές δραστηριότητες, να διαπιστώνουμε ποια είναι τα πραγματικά μας θέ­λω και οι ανάγκες μας και να βάζουμε προτεραιότητες.
Ερώτηση: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του μοναχικού ανθρώ­που;
Απάντηση: Το κυριότερο χαρακτηριστικό είναι η έλλειψη αγάπης.
Όσο μεγαλύτερη έλλειψη αγάπης αισθάνεται, τόσο περισσότερο πληθαίνουν οι ακραίες αρνητικές σκέψεις και οι αόριστες φοβίες του, που τον οδηγούν στην απομόνωση και τη μοναξιά.
Ο μοναχικός άνθρωπος δεν έχει διάθεση να πάρει και να δώσει. Απομονώνεται, δεν θέλει να έχει καμιά επικοινωνία με άλλους συναν­θρώπους του και γίνεται αντικοινωνικός.
Έχει υπεροπτική και κριτική διάθεση απέναντι στους συνανθρώ­πους του. Πιστεύει ότι όλοι είναι κακοί και ότι μόνο αυτός είναι ο κα­λός. Αυτές οι πεποιθήσεις αυτόματα τον απομονώνουν.

Ιερά,Βωμοί και προσωνύμια του Θεού Άρεως

Γυναικοθήνας

 Στην αγορά της Τεγέας υπήρχε παράστασις του Αρεως πάνω σε στήλη. Ο Αρης αυτός έχει το προσωνύμιο Γυναικοθήνας διότι κατά τον Λακωνικό πόλεμο, όταν έγινε η πρώτη εισβολή του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Χαρίλλου (υιού του βασιλέως Πολυδέκτη, ο οποίος ήτο αδελφός του νομοθέτου Λυκούργου), οι γυναίκες της Τεγέας πήραν όπλα και έκαναν ενέδρα κάτω από τον λόφο τον ονομαζόμενο Φυλακτρίδα. Οταν έγινε η σύγκρουση των αντιπάλων στρατών και οι άνδρες εκατέρωθεν επιτελούσαν τολμηρά κατορθώματα πολλά και αξιομνημόνευτα, τότε λοιπόν φάνηκαν ξαφνικά κατά των εχθρών οι γυναίκες, οι οποίες και έτρεψαν τους Λακεδαιμονίους σε φυγή. Η Μάρπησσα που επονομαζόταν Χοίρα, ξεπέρασε στην τόλμη τις άλλες γυναίκες. Ανάμεσα στους Σπαρτιάτες που αιχμαλωτίστηκαν ήταν και ο ίδιος ο Χάριλλος, τον οποίον ελευθέρωσαν χωρίς λύτρα, αφού με όρκο βεβαίωσε τους Τεγεάτες πως οι Λακεδαιμόνιοι δεν θα εκστρατεύσουν ποτέ κατά της Τεγέας, αλλά πάτησε τον όρκο του. Λένε πως οι γυναίκες τότε θυσίασαν χωριστά από τους άνδρες, ευχαριστώντας τον Θεό Αρη γιά την νίκη, και δεν έδωσαν στους άνδρες κρέας από το σφάγιο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εδώθη στον Αρη το προσωνύμιο. (Θοίνη είναι το γεύμα, η ευωχία). (Παυσανίας, VIII 48, 4-5)

Αφνειός

 Στην Αρκαδία υπάρχει ένα βουνό, το Κρήσιο, στο οποίο υπάρχει ιερό του Αφνειού. Σύμφωνα με Τεγεατική παράδοση, ο Αρης συνευρέθη με την Αερόπη, κόρη του Κηφέα, υιού του Αλέου. Η Αερόπη πέθανε κατά τον τοκετό, το βρέφος όμως εκρατήτο από την νεκρή μητέρα του και βύζαινε γάλα άφθονο, πράγμα που είχε γίνη με την θέληση του Αρεως. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ονομάζουν τον Θεό Αφνειό (πλούσιο, άφθονο). Στο παιδί λένε πως έδωσαν το όνομα Αέροπος. (Παυσανίας VIII 44, 7-8)

Ιππιος Βωμός του Ιππίου Αρεως στην Ολυμπία.

 Στην είσοδον προς το λεγόμενον έμβολον (του ιπποδρόμου) από την μία μεριά υπάρχει βωμός του Ιππίου Αρεως και από την άλλη της Ιππίας Αθηνάς. (Παυσανίας V 15,6)

Θηρίτας Θεράπνη Λακωνίας. 

Το ιερό του Αρεως ήτο το παλαιότερον από όλα τα ιερά του τόπου. Το λατρευτικό άγαλμα, κατά την παράδοση, το έφεραν οι Διόσκουροι από την Κολχίδα. Επονόμαζαν τον Θεό Θηρίτα, από την Θηρώ, η οποία λέγεται πως ήταν τροφός του Αρεως. Το όνομα όμως Θηρίτας ίσως το άκουσαν από τους Κόλχους διότι οι Ελλαδίτες δεν ξέρουν καμμία τροφό του Αρη με αυτό το όνομα. (Παυσανίας ΙΙΙ 19, 7-8) Κατά την δική μου γνώμη, ο Αρης επονομάσθηκε Θηρίτας (θηριώδης) όχι από την τροφό αλλά γιατί όταν κάποιος έρχεται σε μάχη με εχθρό, πρέπει να είναι σκληρός, όπως ο Αχιλλεύς ο οποίος κατά τον Ομηρο (Ω-41) *σαν λέων γνωρίζει μόνο την αγριότητα* (Λέων δ'ως άγρια οίδεν).

Πάτρα

Πολύ κοντά στο λιμάνι υπήρχε άγαλμα χάλκινο του Αρεως. (Παυσανίας VII 21,10)
Θερσίλειο Μεγαλοπόλεως - Αρκαδία Βωμός του Αρεως του οποίου αρχικά λένε πως υπήρχε και ιερό. (Παυσανίας VIII 32,3)

Στον δρόμο από το Αργος προς Μαντίνεια έχει γίνη ένα διπλό ιερό που έχει μια είσοδο από την δύση και μιά από την ανατολή. Στο ανατολικό μέρος του ιερού υπάρχει ξόανο της Αφροδίτης και στο δυτικό του Αρεως. Τα αγάλματα αυτά, λένε πως είναι αναθήματα του Πολυνείκη και των Αργείων που είχαν εκστρατεύση μαζί του για να τον βοηθήσουν. (Παυσανίας ΙΙ 25,1)

Γερόνθρες - Λακωνία Αλσος με ναό του Αρεως. Εχουν μια γιορτή για τον Θεό κάθε χρόνο, κατά την οποία απαγορεύεται στις γυναίκες να μπούν στο άλσος. (Παυσανίας ΙΙΙ 22,7)
Λυκόσουρα - Αρκαδίας Βωμός του Αρεως μέσα στο ιερό του Πανός.
 
Αθήνα

Στην αγορά των Αθηνών, κοντά στον ανδριάντα του Δημοσθένους, είναι το ιερόν του Αρεως, όπου υπάρχουν δύο αγάλματα της Αφροδίτης, ένα του Αρεως που το δημιούργησε ο Αλκαμένης και ένα της Αθηνάς. (Παυσανίας Ι 8,4). Τα αγάλματα που αναφέρει ο Παυσανίας μέσα στον Ναό, θεωρήθηκαν κατά καιρούς ως τα πρωτότυπα διαφόρων αντιγράφων που σώζονται. Η Αφροδίτη της Μήλου θεωρήθηκε αντίγραφο ενός από τα δύο μνημονευόμενα αγάλματά της, αποδιδομένου κι αυτού στον Αλκμένη. Το Αλκμένειο λατρευτικό άγαλμα του Αρεως θεωρήθηκε ως το πρωτότυπο του λεγομένου Αρη Borghese, όπου όμως δεν είναι εμφανή ουσιώδη γνωρίσματα της τέχνης του Αλκαμένη. Ο Αλκαμένης, που είναι σύγχρονος και λίγο νεώτερος του Φειδία, είχε την φήμη του ικανώτερου μετά τον Φειδία γλύπτη και χαλκοπλάστη της Αθήνας. Από το 1939, οπότε έγινε η ανασκαφή του χώρου, θεωρήθηκε βέβαιο πως ο Ναός του Αρεως ήταν μεταξύ των κτισμάτων που επί Αυγούστου κατέλαβαν τον κεντρικό χώρο της αγοράς. Λίγο μετά τα μέσα του 1ου π.Χ. αι. είχε αρχίσει η αναμόρφωση και ο εξωραϊσμός της αγοράς που συνεχίσθηκε ως τον 2ο αι. μ.Χ. Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα το μέρος στο οποίο είχε κτισθεί για πρώτη φορά ο Ναός αυτός, αλλά επειδή κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια μεταφέρθηκαν στην Αθηναϊκή αγορά Ναοί ή οικοδομικό υλικό από απομακρυσμένους δήμους, όπως από το Σούνιο και το Θορικό, αυτό οδήγησε στην σκέψη πως και ο Ναός του Αρεως ήλθε στην Αθήνα από κάποιον δήμο.

 Ιερά του Αρεως δεν ήταν πολλά στους δήμους, ένα όμως αξιόλογο φαίνεται πως υπήρχε στις Αχαρνές. Είναι γνωστό πως ως τα Ρωμαϊκά χρόνια οι Αχαρνείς είχαν στον δήμο τους τον ιερέα του Αρεως επώνυμο του έτους. (επί ιερέως του Αρεως Απολλοφάνου το κοινόν των Αχαρνέων). Οπωσδήποτε βέβαιον είναι πως ολόκληρος ο Ναός του Αρεως μαζί με το κρηπίδωμά του και με τον βωμό του διελύθη στην παλαιά του θέση και μετεφέρθη επί Αυγούστου στην αγορά της Αθήνας. Η εξέταση των λίθων του έδειξε πως κατά την διάλυση σημειώθηκε με γράμματα η ακριβής θέση καθενός, ώστε κατά την νέα συναρμολόγηση, να μην χρησιμοποιηθή κανένας ούτε σε άλλη θέση, ούτε αντεστραμμένος. Τα γράμματα χαράχθηκαν εκεί οπου μετά την συναρμολόγηση των λίθων θα ήταν αόρατα.

Κρασί και βότανα στη γη του Πανός


Απόσπασμα των Δειπνοσοφιστών του Αθήναιου αναφέρεται σε κάποιους οίνους με περίεργες ιδιότητες: «Ο Θεόφραστος λέει ότι στην Ηραία της Αρκαδίας παράγεται οίνος, ο οποίος πινόμενος τους μεν άντρες εξίστησι, τις δε γυναίκες τις κάνει να τεκνοποιούν. Λέει, ακόμη, ότι στην περιοχή της Κερύνιας στην Αχαΐα, φύεται γένος αμπέλου από την οποία παράγεται ένα είδος οίνου που κάνει τις εγκύους γυναίκες να αποβάλλουν· αποβάλλουν δε ακόμη και εάν φάνε τα σταφύλια της. Ο οίνος της Τροιζήνος καθιστά όσους τον πίνουν αγόνους. Στη δε Θάσο παράγουν έναν οίνο υπνωτικό και άλλον που φέρνει αϋπνία».Οσο, όμως, θαυμαστό ποτό και εάν είναι ο οίνος με γνωστές από την αρχαιότητα υπνωτικές και αφροδισιακές ιδιότητες, τέτοιες επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων δεν μπορούσε να έχει. Οι «θαυμαστές» αυτές ιδιότητες ήταν αποτέλεσμα της πόσης σκευαστών οίνων, όπως ονομάζει ο Διοσκουρίδης την πληθώρα των φαρμακευτικών οίνων, των οποίων περιγράφει τον τρόπο παρασκευής. Διευκρινίζει, μάλιστα, ότι οι σκευαστοί οίνοι αποκτούν τη δύναμη του φυτού που μιγνύεται, γι' αυτό όσοι έχουν επίγνωση της δύναμης των φυτών είναι σε θέση να γνωρίζουν και τη δύναμη των σκευαστών οίνων, αλλά οι οίνοι αυτοί είναι ακατάλληλοι για τους υγιείς ανθρώπους.

Ο υπνωτικός

Τόσο ο Διοσκουρίδης όσο και ο Θεόφραστος, περιγράφουν τη δύναμη των διαφόρων βοτάνων, δηλαδή τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες. Είναι γνωστό, επί παραδείγματι, ότι υπάρχουν βότανα που προκαλούν χαλάρωση και βοηθούν όσους έχουν προβλήματα ύπνου· αφεψήματα ή και δισκία αυτών των βοτάνων χρησιμοποιούνται σήμερα στη φαρμακευτική ή και ως ομοιοπαθητικά. Στην αρχαιότητα, ένα από τα πιο γνωστά υπνωτικά ήταν ο μανδραγόρας.Στο Συμπόσιο του Ξενοφώντα, όταν ο οικοδεσπότης προτείνει να αρχίσει ο πότος γιατί όλοι είχαν πια διψάσει, ο Σωκράτης συμφώνησε λέγοντας: «Ηρθε η ώρα να πίνουμε φίλοι μου, γιατί το κρασί ποτίζοντας τις ψυχές κοιμίζει τις λύπες όπως ο μανδραγόρας κοιμίζει τους ανθρώπους, ενώ ξυπνάει την εγκαρδιότητα όπως το λάδι ζωντανεύει τη φλόγα».Ο Διοσκουρίδης περιγράφει λεπτομερώς πώς παρασκευαζόταν ο μανδραγορίτης οίνος με προσθήκη φλοιού ρίζας του φυτού, αλλά παρέχει και την πληροφορία ότι σε μεγαλύτερες δόσεις ήταν θανατηφόρος.Εκτός από τον μανδραγόρα υπήρχαν και άλλα βότανα που προκαλούσαν ύπνο, όπως π.χ. η αριστολοχία, ένα από τα γνωστά βότανα της Αρκαδίας. Σύμφωνα με τον Θεόφραστο, οίνος μέλας αυστηρός, στον οποίον είχε προστεθεί ξυσμένη ρίζα αριστολοχίας, προκαλούσε ύπνο.Ως εκ τούτου δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι στη Θάσο έφτιαχναν έναν οίνο για την καταπολέμηση της αϋπνίας. Υπήρχαν, όπως υπάρχουν και σήμερα, βότανα που έφερναν ύπνο. Αντίθετα, όπως μια κούπα καφέ προκαλεί σε πολλούς ανθρώπους αϋπνία όταν πίνεται το βράδυ, έτσι και τότε υπήρχαν βότανα που όταν πίνονταν μέσα σε κρασί κρατούσαν τους Θασίους άγρυπνους

Ο εκτρωτικός

Ακόμη και μια απλή ανάγνωση του Διοσκουρίδη προκαλεί έκπληξη για το πλήθος των βοτάνων που αναφέρεται ότι εκτρωσμούς εργάσεσθαι. Και ο Πλουτάρχος επιβεβαιώνει: «ταις εγκύοις την βοτάνην παρείχον εκτρωτικήν δύναμιν έχουσαν».Ο αρχαίος ελληνικός κόσμος, ενθαρρημένος από φιλοσόφους όπως ο Αριστοτέλης, ο οποίος υποστήριζε τον περιορισμό της τεκνοποιίας προς αντιμετώπιση της φτώχειας και των εγκλημάτων που θα μπορούσε αυτή να επιφέρει, έκανε χρήση πολλών ειδικών φαρμάκων για αμβλώσεις.Οσο για το «παράδοξο» που συνέβαινε στην Κερύνια της Αχαΐας να προκαλεί άμβλωση όχι μόνο το κρασί αλλά ακόμη και το σταφύλι, η απάντηση υπάρχει στον Διοσκουρίδη: «Γίνεται δε και φθόριος εμβρύων οίνος· μαζί με τα αμπέλια φυτεύεται ελλέβορος ή σίκυος άγριος (πικραγγουριά) ή σκαμμωνία, τη δύναμη των οποίων παίρνει η σταφυλή και ο εξ αυτής οίνος γίνεται φθόριος». Ως φυσικό, υπ' αυτές τις συνθήκες εκτρωτική δύναμη αποκτούσε και η ίδια η σταφυλή.Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά· τα βότανα αυτά δεν τα φύτευαν επίτηδες στα αμπέλια. Σε πολλούς αμπελώνες φύτρωναν μόνα τους ως αυτοφυή παράσιτα. Εξάλλου, σε πολλές περιοχές ράντιζαν τα σταφύλια με τη ρίζα αυτών των φυτών ξυσμένη σε άλμη για προστασία από τις ακρίδες και άλλα παράσιτα, επειδή είχαν πολύ πικρή γεύση.Οποιος τύχαινε να φάει τα σταφύλια άπλυτα υφίστατο τις συνέπειες της δύναμης του βοτάνου που είχε χρησιμοποιηθεί ως «φυτοφάρμακο», όπως σήμερα τις παρενέργειες των χημικών σκευασμάτων φυτοπροστασίας. Ουδέν, λοιπόν, το θαυμαστόν και περίεργον σε αυτά που συνέβαιναν στους αμπελώνες της αχαϊκής Κερύνιας.

Ο γονήν σβέννων

Ενώ πληθώρα βοτάνων αναφέρονται ως εκτρωτικά και άλλα με αντισυλληπτικές ικανότητες, μόνο δύο από τα βότανα που περιγράφει ο Διοσκουρίδης αναφέρονται ανάμεσα στην ανδρική στειρότητα. Ο απήγανος, όταν το σπέρμα του πίνεται σε κρασί, καθώς και η ήμερη κάνναβη, όταν οι καρποί της φαγωθούν σε μεγάλη ποσότητα γονήν τε σβέννουσιν (νεκρώνουν το σπέρμα).Υπήρχαν, λοιπόν, βότανα πολύ κοινά της ελληνικής χλωρίδας, τα οποία δυνατόν να δικαιολογούν την επενέργεια του σκευαστικού οίνου της αργολικής Τροιζήνος που, σύμφωνα με τις πηγές, καθιστούσε αγόνους όσους το έπιναν. Δεν πρέπει όμως να υποθέσουμε ότι σκοπός ήταν το «δέσιμο» του άντρα, όπως τα μαγικά βοτάνια των μεσαιωνικών και νεότερων χρόνων. Ο μεν απήγανος πινόταν μέσα σε κρασί ως αλεξιφάρμακο, κατά των δηλητηρίων, η δε κάνναβη ήταν πολλαπλά χρήσιμο κλωστικό, ελαιοφόρο και βρώσιμο λαχανικό που, αντίθετα με την ινδική κάνναβη, περιέχει ελάχιστη ποσότητα της ψυχοδραστικής ουσίας τετραϋδροκανναβινόλης. Αλλά και τα δύο είχαν ως παρενέργεια τη δημιουργία αφροδισιακών προβλημάτων, όπως π.χ. ορισμένα αντιυπερτασικά σύγχρονα φάρμακα δημιουργούν προβλήματα στυτικής δυσλειτουργίας.

Ο αφροδισιακός

Η πρώτη φράση του θεοφραστικού αποσπάσματος που αφορά τους αρκαδικούς οίνους είναι δυσερμήνευτη λόγω του πολυσήμαντου του ρήματος εξίστημι, μία από τις πολλές έννοιες του οποίου ήταν «κάνω κάποιον να παραφρονήσει». Ετσι, ο Πλίνιος γράφει ότι ο οίνος της Ηραίας προκαλεί στους ανθρώπους τρέλα. Ομως, το ίδιο ρήμα έχει και την έννοια του διεγείρω, διερεθίζω και με αυτή την έννοια έχει αποδοθεί στη μετάφραση του Αθήναιου στο πλαίσιο της συλλογής των γαλλικών πανεπιστημίων.Στις αρχαίες πηγές αναφέρονται διάφορα βότανα, τα οποία εκτός των άλλων θεραπευτικών ιδιοτήτων τους, θεωρούντο αφροδισιακά όταν τα σπέρματα, ο βλαστός ή η ρίζα τους πίνονταν ανά περίπτωση μέσα σε γλυκό ή αυστηρό οίνο. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει το όρμιον, τον άνησσον, το δρακόντιον, το σατύριον και την ακαλήφη, την κοινοτάτη τσουκνίδα, της οποίας η σούπα θεωρείται και σήμερα εκλεκτό αφροδισιακό έδεσμα.

Η δεύτερη αυτή έννοια του ρήματος είναι συμβατή με το υπόλοιπο μέρος της επίμαχης φράσης, γιατί καθώς δεν υφίσταται παρθενογένεση, οι γυναίκες της Αρκαδίας δεν ήταν δυνατόν να τεκνοποιήσουν πίνοντας κρασί, όποιο θαυματουργό βοτάνι και αν είχε προστεθεί. Ο μόνος τρόπος ήταν εάν, πίνοντας τον αφροδισιακό σκευαστό οίνο, επωφελούντο της διέγερσης που αυτός προκαλούσε στους Αρκάδες άντρες τους. Ο Ιπποκράτης, στο περί γυναικείης φύσιος έργο του, αφού δώσει συμβουλές για όσα πρέπει να γίνουν ην βούλη γυναίκα κυήσαι και συστήσει την πόση οίνου, καταλήγει: τότε η γυναίκα μπορεί να κοιμηθεί με τον άντρα της. Παρά ταύτα καμιά από τις δύο έννοιες του ρήματος εξίστημι δεν πρέπει να αποκλεισθεί, εάν ληφθεί υπόψη ότι η δράση ορισμένων βοτάνων είχε άμεση εξάρτηση από την ποσότητα που ελαμβάνετο. Ας αναφερθεί το φυτό κόριον, ο κοινός κορίανδρος. Οταν ο σπόρος του πίνεται σε μικρή ποσότητα με γλυκό οίνο, σπέρματος εστί γεννητικός, γράφει ο Διοσκουρίδης, ενώ εάν ληφθεί σε μεγαλύτερη ποσότητα προκαλεί επικίνδυνη σύγχυση, γι' αυτό η πολλή και συνεχής πόση του πρέπει να αποφεύγεται.Ο κόριος οίνος μπορούσε, λοιπόν, να δρα ως αφροδισιακό, αλλά σε περίπτωση κατάχρησης να οδηγεί σε παραφροσύνη: η διττή έννοια του ρήματος εξίστημι.