Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Περί πρώτης εντυπώσεως

Περί πρώτης εντυπώσεως ο λαός πιστεύει διάφορα. Την αλήθεια όμως θα προσπαθήσω να φανερώσω στην εργασία αυτή για να διαπιστώσουμε αν πρέπει να την θεωρούμε ως κάτι καλό, αν αξίζει να έχει θέση στην καθημερινότητά μας. Οι περισσότεροι από εμάς, όταν έρθουμε σε στιγμιαία επαφή με έναν άνθρωπο που για πρώτη φορά συναντάμε, αναπόφευκτα σχηματίζουμε γνώμη για την νέα μας γνωριμία (αν υπήρξε λεκτική επικοινωνία) ή/και εικόνα (οπτική μόνο επαφή). Συνεπώς ο άνθρωπος κρίνει σε πρώτη φάση ένα αντικείμενο που αντιλαμβάνεται με βάση την πρώτη εντύπωση που είχε για αυτό, ή ορθότερα, με βάση την πρώτη εμπειρία. Πόσο σημαντική είναι για μας αυτή η πρώτη άποψη που σχετίζεται με έναν άλλον άνθρωπο, με το σκεπτικό ότι μπορούμε να τον γνωρίζουμε επαρκώς μέσω αυτής; Ποιός είναι ο μηχανισμός διατύπωσής της; Πρέπει να θεωρούμε την πρώτη ή τη νιοστή εντύπωση ως ακριβέστερη κι άρα πιο αληθινή;
Ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται το συνάνθρωπό του ως ένα υποκείμενο σταθερό που νομίζει πως γνωρίζει ή πως μπορεί εύκολα να γνωρίσει. Αν νομίζει πως δεν το γνωρίζει ή είναι απρόσιτο γνωστικά, του συμπεριφέρεται εχθρικά και με καχυποψία, ή γενικά αγνοεί την ύπαρξή του, αδιαφορεί. Υπάρχει και η περίπτωση όπου όταν οι συνθήκες χαρακτηρίζονται ως σχετικά ασφαλείς κάποιοι να θεωρούν αυτό το μυστήριο γοητευτικό. Αν σχηματίσει μια εικόνα για κάποιον, αυτή μένει τυπωμένη στη μνήμη και η συμπεριφορά απέναντί στο πρόσωπο αυτό τυποποιείται, γίνεται προκαθορισμένη και δεν επιτρέπει εύκολα την εισαγωγή νέων δεδομένων που ενδεχομένως θα την άλλαζαν. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί με το εξής σκεπτικό: Η περίπτωση συνεχόμενων εναλλαγών παραστάσεων επί ενός προσώπου δημιουργεί χάος στη συνείδηση και διασπά τη συνοχή της, ιδίως σε άτομα με περιορισμένη εγκεφαλική ανάπτυξη (βρέφη και παιδιά κυρίως). Κάθε αλλαγή είναι ανεπιθύμητη στον εαυτό μας, θέτει σε κίνδυνο την ισορροπία του, την ηγεμονία του, το καθιστά ευμετάβλητο στο περιβάλλον χάνοντας κάθε επαφή και επιρροή επάνω σε αυτό. Έτσι, η σημασία που έχει σήμερα ο μηχανισμός αποτύπωσης της πρώτης εντύπωσης δικαιολογείται φυσικώς με τον τρόπο αυτό αφού δρα κι ως μηχανισμός άμυνας υπό ορισμένες συνθήκες. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι πρέπει να ακολουθήσει μια δεύτερη εντύπωση, η οποία θα ελέγχεται από τον οργανισμό μας ώστε να εξασφαλισθεί η υγεία του (αν συμβιβάζεται εύκολα, τότε μπορεί να την αγνοήσει, αν είναι φιλαληθής, θα την λάβει υπόψη του, θετικά ή αρνητικά).
Η αλλαγή της στάσης ενός ανθρώπου απέναντι στον συνάνθρωπό του δεν είναι εφικτή στην περίπτωση που το άτομο-κριτής δεν σέβεται την προσωπικότητα των άλλων και την δική του βέβαια, όταν δεν είναι κανείς φίλος της αλήθειας και φιλόσοφος. Η προσωπικότητα, η ψυχή, δεν είναι κάτι το σταθερό, αλλά βρίσκεται σε συνεχή ροή. Αυτό που αντιλαμβανόμαστε εμείς είναι η στιγμιαία προσωπικότητα που τυχαίνει κι εκδηλώνεται σε εμάς. Σε αυτή τη στιγμιαία προσωπικότητα οι περισσότεροι προσδίδουν σταθερότητα και διάρκεια. Το πρέπον θα ήταν το άτομο που επιδιώκει τη γνώση και σέβεται τον εαυτό του και του άλλους να ανανεώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα τις αντιλήψεις του, να είναι υπομονετικός, με κατανόηση και συμπόνοια απέναντι σε πρόσωπα και καταστάσεις. Αυτό θα ήταν το ιδανικό για όλους, για μια κοινωνία που θέλει πραγματικά να εξελιχθεί ως σύνολο μέσω της ατομικής καλλιέργειας και προόδου. Αν δεν αναγνωρίζεται η πρόοδος της μονάδας τότε το σύνολο πάντα θα μένει στάσιμο ή θα ακολουθεί την πορεία που χαράσσουν μικρές αλλά ισχυρές ομάδες συμφερόντων που μπορούν να προβάλλουν και να επιβάλλουν μονομερώς την ατομική τους ανέλιξη ως απρόσιτο αλλά καθολικά επιθυμητό πρότυπο.
Είναι απορίας άξιον πως οι άνθρωποι, ενώ είναι τόσο καλά πληροφορημένοι για όλα όσα αλλάζουνε στους ίδιους, επιβάλλουν στους φίλους τους την εικόνα που είχανε σχηματίσει για αυτούς. Κρίνουν με βάση αυτό που ήταν κάποτε, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου στο παρελθόν γνωρίζονταν καλά. Η πρώτη ή έστω οι πρώτες εντυπώσεις για ένα άτομο κυριαρχούν για μεγάλο χρονικό διάστημα αγνοώντας τα τελευταία δεδομένα που είναι αρκετά πιθανό να ανατρέπουν την παλιά «γνώση». Η άγνοια της αλλαγής έχει ως αποτέλεσμα την αποξένωση του μεταμορφωμένου προσώπου. Η ικανότητα της λησμονιάς, δηλαδή η ικανότητα της αναγνώρισης μεταβολών στους ανθρώπινους χαρακτήρες μέσω της υποβάθμισης των παλαιότερων χαρακτηριστικών, εντοπίζεται στους ιδιοφυείς και τους ευκολόπιστους: Οι πρώτοι γιατί ξεχωρίζουν το ουσιαστικό από το επουσιώδες και την παρουσία καλοσύνης από την απουσία της, ενώ οι δεύτεροι όντας ανεκτικοί δίνουν πάντα δεύτερες ευκαιρίες στους γύρω τους διαγράφοντας με ευκολία παρελθοντικά στοιχεία. Ένας λόγος που η μεταβολή προσωπικοτήτων μπορεί να μην γίνεται αισθητή από τους περισσότερους είναι ότι όταν αλλάζει ο διπλανός μου αλλάζω κι εγώ, κι επομένως ο ένας ως προς τον άλλον δεν κινείται (σχετική κίνηση). Σ’ αυτό συμβάλλει κι ο γρήγορος αγχωτικός ρυθμός της σημερινής ζωής μας που δεν μας δίνει περιθώρια να σκεφτούμε για τον εαυτό μας, πόσο μάλλον να αναθεωρήσουμε κάποιες απόψεις για το περιβάλλον μας.
Όποια κι αν είναι τα αίτια της απουσίας της αλληλογνωσίας, το γεγονός είναι ότι το πρόβλημα παραμένει. Η κοινωνία μας χαρακτηρίζεται από έλλειψη εμπιστοσύνης, κατανόησης, σεβασμού κι υπομονής. Μέχρι και η σκέψη αρχίζει να εξαλείφεται και τη θέση της να καταλαμβάνουν αυτοματοποιημένες ενέργειες, οι οποίες μόνο από φυσικά ένστικτα δεν προέρχονται. Μια από τις αυτόματες αυτές ενέργειες που κατήργησε κάθε κριτική σκέψη είναι η εφαρμογή και χρήση συνόλων προτύπων συμπεριφοράς, τα οποία η κοινωνία δημιούργησε, αναγνωρίζει κι επιβάλλει, μερικές φορές και με την βία. Μη συμμόρφωση με αυτά τα πρότυπα χαρακτηρίζεται ως ανωμαλία, ο παραβάτης αντιμετωπίζεται ως παρείσακτος και αποστέλλεται στο περιθώριο. Ελευθερία, γνώμη και γνώση ανήκουν στο παρωχημένο κι οπισθοδρομικό παρελθόν. Έχουμε δηλαδή μια τυποποίηση της ανθρώπινης συνείδησης και προσωπικότητας. Δεν υπάρχει διάπλαση της ψυχής, δεν υπάρχει εκπαίδευση, δεν υπάρχει εξέλιξη, δεν υπάρχει Μεταμόρφωση. Δεχόμαστε ως αλήθεια αυτό που μας παρουσιάζουν ότι είναι σωστό, αυτό που είναι σωστό επειδή έτσι πρέπει. Η φυσική Λογική, η λογική των αισθήσεων, έχει καταργηθεί και τη θέση της ανέλαβε η «νέα Λογική» καθορισμένη βάσει τεχνητών προτύπων. Δικαίωμα στην ελευθερία δεν έχουμε πλέον αφού βρισκόμαστε ήδη στην βέλτιστη δυνατή θέση, δεν υπάρχει λόγος αναζήτησης κάποιας άλλης οδού προς την ευδαιμονία, την αρετή, τον Παράδεισο κ.τ.λ. Βρισκόμαστε στο άριστο τέλος (αριστο-τέλειο), έχει εκπληρωθεί ο σκοπός μας και δεν χρειαζόμαστε πλέον την ελευθερία ώστε να εντοπίσουμε κάτι ευγενέστερο. Καταλήξαμε λοιπόν σε μια κοινωνία όπου οι περισσότεροι (μάζα) θέλουν να μιμηθούν προσωπεία άλλων, τους οποίους ουδέποτε γνώρισαν, προκειμένου να γίνουν αρεστοί στο πλήθος, να αφομοιωθούν με αυτό, να νιώσουν την ασφάλεια που προσφέρει, να αισθανθούν ότι ανήκουν κάπου, κι ότι διάλεξαν τον σωστό δρόμο μόνο και μόνο επειδή αυτόν διάλεξε η πλειοψηφία (όπως πράττει η δικτατορική πλειοψηφία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας). Επειδή χαρακτηριστικό της προτυπολατρείας είναι η σταθερότητα, η αναγνωρισιμότητα, η διαφάνεια και η διάρκεια, ο πιστός της είναι έμπιστο άτομο στην κοινωνία, γιατί ο χαρακτήρας του είναι ήδη γνωστός. Ο πιστός αυτός δεν εμπνέει κανέναν κίνδυνο, απέναντί του νιώθουμε ασφάλεια, σιγουριά, νιώθουμε σαν να τον ξέρουμε από χρόνια, κι όλα αυτά γιατί η συμπεριφορά του είναι πλέον τυποποιημένη και άρα άμεσα προβλέψιμη. Τα πρότυπα αποτελούν το ευαγγέλιο των πιστών της «πρώτης εντύπωσης»: Τους λένε πως να ζήσουν, τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν, τους παρέχουν την ιδέα μιας μελλοντικής αμοιβής, είναι αλάνθαστα, αποτελούν μέρος της παράδοσης, είναι άγνωστο ποιός τα καθιέρωσε αρχικά και κρύβουν υπόνοιες για θεϊκή προέλευση.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε καλά τον διπλανό μας, γιατί τότε γνωρίζουμε καλύτερα και τον εαυτό μας, η αλληλογνωσία οδηγεί στην αυτογνωσία. Όταν διαλέγεσαι με κάποιον κι εσύ μαθαίνεις καλύτερα τον εαυτό σου κι αυτός τον δικό του, κι εσύ τον μαθαίνεις καλύτερα κι αυτός εσένα. Μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιεί ο εγκέφαλός μας για να αποκτά γνώσεις είναι η σύγκριση: Βλέποντας χαρακτήρες, συμπεριφορές και καταστάσεις στο περιβάλλον του, ο άνθρωπος προσπαθεί αρκετές φορές να τα ερμηνεύσει βάσει του εαυτού του, κατά πόσο αντιστοιχούν στον ίδιο και στις εμπειρίες του. Με τη σύγκριση αυτή διαπιστώνονται κοινά και διαφορετικά στοιχεία, τα οποία όπως κι αν θεωρηθούν μας οδηγούν στην αυτογνωσία. Για παράδειγμα, η ουρά ενός σκυλιού. Βλέποντας το σκυλί να έχει ουρά κι εμείς να μην έχουμε, μπορούμε μέσω της αντίθεσης αυτής να ορίσουμε ακόμα ακριβέστερα το σκυλί και εμάς, κι αφού γίνει αυτό, τις μεταξύ μας διαφορές. Το ίδιο ισχύει και με τις ομοιότητες: Το σκυλί έχει μάτια όπως εμείς κι επομένως αυτό δεν είναι διακριτό χαρακτηριστικό.
Μια από τις χρησιμότητες, και ίσως η μόνη πρακτική, της «πρώτης εντύπωσης», εκείνης δηλαδή που αυτοαποκαλείται αλήθεια από μόνη της, είναι ότι προσπαθεί να μας αποτρέψει από μια ανεπιθύμητη επιλογή: Σε μια πρώτη επαφή με ένα νέο πρόσωπο ή αντικείμενο δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για αυτό, έχουμε έλλειψη πληροφόρησης ενώ δεν ξέρουμε και τι γνωρίζει αυτό για μας. Υπάρχει επομένως ασύμμετρη πληροφόρηση. Την ασυμμετρία αυτή προσπαθούν να αναπληρώσουν οι πληροφορίες της πρώτης εντύπωσης. Σχηματίζοντας μια τέτοια εντύπωση «ασφαλιζόμαστε» μερικώς απέναντι στον «αντισυμβαλλόμενό» μας και είμαστε σε καλύτερη θέση για να λάβουμε ορθές αποφάσεις και να δράσουμε κατάλληλα. Υπάρχει όμως και η άλλη περίπτωση όπου κάποιος γνωρίζοντας την απήχηση της πρώτης εντύπωσης προσπαθεί να δημιουργήσει μια τεχνητή εικόνα του εαυτού του ώστε να επιρρεάσει κατά το συμφέρον του τη κρίση του άλλου, του ευκολόπιστου που είναι υπέρ των πρώτων εντυπώσεων.
Όπως κάθε δημιούργημα και γνώση του ανθρώπου, έτσι και η γνώση του μηχανισμού παραγωγής των πρώτων εντυπώσεων και γενικά των εντυπώσεων (προϊόντα της αντίληψης) συνοδεύεται από ηθικό κίνδυνο: Ποιός γνωρίζει, τι γνωρίζει, πως γνωρίζει, για ποιό σκοπό γνωρίζει. Η ανθρώπινη ψυχή είναι ευάλωτη σε ενδεχόμενες κακοβουλίες, αφού λίγοι είναι σήμερα εκείνοι που φροντίζουν για την ψυχική υγεία τους με τον ίδιο βαθμό που φροντίζουν το σώμα τους (αν βέβαια το κάνουν κι αυτό), πρόβλημα βέβαια πανάρχαιο. Ένα παράδειγμα εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο με τη χρήση της γνώσης περί των πρώτων εντυπώσεων είναι η «επιστήμη» του μάρκετινγκ: Μελετάει την ανθρώπινη συμπεριφορά προσπαθώντας να εντοπίσει κοινά μοτίβα στους ανθρώπους και στη συνέχεια να προωθήσει μαζικώς τα προϊόντα των βιομηχανιών που είναι σχεδιασμένα βάσει των συμπεριφορών, των συνηθειών και των αναγκών των καταναλωτών, τις οποίες σε μεγάλο βαθμό τις διαμορφώνουν οι ίδιοι: Τέτοια είναι η δύναμή τους. Παρόμοιες τεχνικές χρησιμοποιούνται για τη χειραγώγηση μαζών και τη δημιουργία τάσεων (μόδας) στις διάφορες κοινωνικές ομάδες. Η καλύτερη αντεπίθεση σε τέτοιες πρωτόγονες πρακτικές είναι η άμυνα που μας παρέχει μια ανθεκτική και συνεκτική συνείδηση που είναι ατομικά καλλιεργημένη και δεν επιδέχεται μαζοποίησης.
Η εγκυρότητα που προσδίδεται από την κοινωνία στην «πρώτη εντύπωση» ως αντιπροσωπευτικό δείγμα (στις κοινωνικές «επιστήμες» το δείγμα είναι ένας από τους εχθρούς της αλήθειας) του χαρακτήρα κάποιου, αναγκάζει εμάς τους υπολοίπους να επιδίωκουμε το σχηματισμό μιας θετικής πρώτης εντύπωσης στους άλλους, γεγονός που μας προκαλεί άγχος, ανασφάλεια και μας οδηγεί στη χρήση αθέμιτων και παραπλανητικών τεχνικών, όπως η μίμηση ενός προτύπου και γενικά η υποκρισία. Ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός, κάθε ομοιότητα είναι επιφανειακή και τυχαία, δεν είναι φυσιολογική η προτυποποίηση. Η επιδίωξη αυτή εν μέρει δικαιολογημένα σε αναγκάζει να κρύβεις τις σκέψεις σου σε ορισμένους κύκλους, γιατί ξέρεις ότι θα έρθουν σε σύγκρουση με τις προκαταλήψεις και τη βλακεία των άλλων. Όμως η κουραστική προσπάθεια απόκρυψης σε συνδυασμό με την βαθειά ειλικρίνεια ενός ατόμου το οδηγούν στην ανάγκη της πραγματικής επικοινωνίας με το περιβάλλον του, όπως ένας καλλιτέχνης, αφού δημιουργήσει το έργο του, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα αισθάνεται την ανάγκη να το φανερώσει στον λοιπό κόσμο, δίνοντας πλέον μικρότερη βαρύτητα σε επικρίσεις. Αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες ελευθερίες που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος, η απαλλαγή από το «τι θα πει ο κόσμος;». Αυτά που φαίνονται μπορούμε εύκολα να τα τροποποιούμε και να τα παρουσιάσουμε όπως κι όταν εμείς θέλουμε και συνεπώς ο αθέατος εαυτός μας είναι εκείνος που πρέπει να μας ορίζει, το αντικείμενο εξέτασης. Γι’ αυτό πρέπει να μειώσουμε σταδιακά την εξάρτησή μας από τις πρώτες εντυπώσεις, να αξιοποιήσουμε και να εξυψώσουμε τις πνευματικές δυνατότητες της κοινωνίας μας που πηγάζουν βέβαια από τα άτομα, να οριοθετήσουμε ως εξής την ύπαρξή μας:
«Δεν είμαστε ό,τι είμαστε, κι ούτε συμπεριφερόμαστε κι ούτε εκτιμάμε ο ένας τον άλλον για αυτό που είμαστε, αλλά για εκείνο που είμαστε ικανοί να είμαστε».
Thoreau (Θορώ)
Σε παρόμοιο ύφος είναι και ο αφορισμός του Γκαίτε:
«Αν συμπεριφέρεστε στους διπλανούς σας έτσι όπως τους αξίζει, θα τους κάνετε χειρότερους. Αν όμως συμπεριφέρεστε σαν να είναι καλύτεροι απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα, τότε τους κάνετε καλύτερους».
Και στον σαιξπηρικό Άμλετ εντοπίζεται παρόμοια προτροπή, όταν έχει καταφθάσει στο παλάτι ένας θίασος που επρόκειτο να φιλοξενηθεί εκεί:
«Πολώνιος: Κύριέ μου, θα τους μεταχειριστώ κατά την αξία τους.
Άμλετ: Προς Θεού, άνθρωπε, πολύ καλύτερα! Αν μεταχειριζόμαστε καθέναν κατά την αξία του, ποιος θα γλίτωνε το ξύλο; Να τους μεταχειριστείς κατά τη δική σου την τιμή κι αξιοπρέπεια˙ όσο αυτοί λιγότερο το αξίζουν, τόσο μεγαλύτερη αξία έχει η καλοσύνη σου. Πάρ' τους μέσα».

(μετάφραση Βασίλη Ρώτα, Εκδόσεις Επικαιρότητα για το Βήμα)
Η πρώτη εντύπωση σχετίζεται άμεσα με τις αισθήσεις, αυτές την διαμορφώνουν. Για να περιοριστεί η βαρύτητα της πρώτης εντύπωσης θα πρέπει να αυξηθεί ακόμα περισσότερο εκείνη των αισθήσεων, να αναγνωρίσουμε την μεταβλητότητα των μηνυμάτων που αυτές δέχονται και γενικότερα το ότι η φύση εξελίσσεται. Στην περίπτωση των διαπροσωπικών σχέσεων, τα άτομα που λένε πως ξέρουν κάποιον, με την έννοια ότι απλώς ξέρουν το όνομά του και τον έχουν ακούσει να διατυπώνει απλές κρίσεις, τον έχουν ταυτίσει με αυτό, το οποίο είναι ένα τίποτα, ένα κοινό όνομα, ένα συνηθισμένο, γενικό, προσδιοριστικό ουσιαστικό. Αυτή η πρώτη τους εντύπωση όμως φαίνεται ότι δύσκολα ξεχνιέται. Πρέπει επομένως να μείνουν εκτεθειμένοι στο χαρακτήρα του για μεγάλο διάστημα ώστε να σχηματιστεί μια νέα «πρώτη εντύπωση» που θα είναι πρωτόγνωρη και θα επισκιάσει την προηγούμενη για εκείνον, εκείνη που τον θεωρούσε ως ένα τίποτα. Η νέα αυτή γνώμη δεν θα έχει απλώς ως αντικείμενό της τις πράξεις και τα λόγια του, αλλά τον μηχανισμό που τα παράγει κι επομένως θα καθιστάται δυνατή και η πρόβλεψη της συμπεριφοράς του. Τότε μόνο μπορεί να υποστηρίξει κάποιος ότι ξέρει κάποιον. Έστω ένα υποθετικό άτομο, ο Γεώργιος. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η πρώτη «πρώτη εντύπωση» ήταν για τον «Γεώργιο», ενώ η νέα για τον «νέο Γεώργιο», αφού έχει πραγματοποιηθεί μια μεταμόρφωση, μια αλλαγή του υποκειμένου, έχει αλλάξει το πρόσωπο, δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για το ίδιο άτομο. Το όνομα «Γεώργιος» δεν δηλώνει τίποτα πλέον, είναι κενού περιεχομένου, ένα ψευδές και παραπλανητικό όνομα που προσδιορίζει κάτι το τελείως διαφορετικό από αυτό που υποτίθεται πως ορίζει. Πηγή της μεταβολής είναι η λήψη περισσότερων ερεθισμάτων, δηλαδή πληροφοριών, κι άρα η αυξημένη λειτουργία των αισθήσεών μας.
Η διαδικασία αυτή της μεταμόρφωσης όμως είναι επίπονη και μπορεί να πραγματοποιηθεί απέναντι σε πρόσωπα τα οποία ναι μεν δεν μας γνωρίζουν καλά, αλλά τους έχουμε μια σχετική εμπιστοσύνη και δεν απαιτούμε τίποτα από αυτούς, ενώ εμείς τους προσφέρουμε τα πάντα με μοναδικό κέρδος το τελικό έπαθλο, την ατομική αρετή που θα οδηγήσει στην αρετή και τους συνανθρώπους μας. Κι αυτό γιατί τότε θα μπορούμε να αρθρώσουμε λόγο χωρίς να φοβόμαστε ούτε την προκατάληψη που μια αρνητική «πρώτη εντύπωση» προκαλεί (δεν μας ξέρουν, δεν τους ξέρουμε, δεν υπάρχει εκ των προτέρων σχέση με αυτούς), αλλά ούτε και την κατηγορία της ασυνέχειας του λόγου μας (φράσεις του τύπου «Άλλα μας έλεγες χθες, άλλα σήμερα» δεν υφίστανται). Επομένως, αν νομίζουμε πως μπορούμε να δημιουργήσουμε μια φιλία με έναν συνάνθρωπό μας μέσω του λόγου και της ειλικρινούς επικοινωνίας, τότε πιο εύκολα μπορούμε να το πετύχουμε αυτό με έναν άγνωστο. Αυτό δεν ισχύει βέβαια στην περίπτωση που δεν μας νοιάζει το τι λέει ο κόσμος για εμάς, στο στάδιο εκείνο δηλαδή όπου δεν μας ενδιαφέρει αν θα μας αποκαλέσουν τρελούς, γιατί έτσι θα μας αποκαλέσουν αφού πίσω από την τρέλα αυτή κρύβεται η διαφορετικότητα, η ατομική βομβά που απειλή την μάζα.
Σχετικά με την ονοματοθεσία των ανθρώπων, αλλά και την κατηγοριοποίηση/ταμπελοποίηση (προϊόν της «πρώτης εντύπωσης») των ανθρώπων που είναι κι αυτή μια μορφή ονοματοθεσίας, όπου αναδύθηκε ένα ακόμη πρόβλημα, αναφέρω τα εξής λίγα. Το όνομα που δόθηκε στο κάθε άτομο στη βρεφική του ηλικία (κατά τη βάπτισή του στους χριστιανούς) είναι προϊόν αυθαιρεσίας που νομιμοποιείται ως απόδοση τιμής στον εκάστοτε άγιο ή ιστορικό πρόσωπο ή πρόγονό του. Καταντά έτσι μια γενική έννοια που δεν προκύπτει καν από κάποια αφαιρετική διαδικασία, αφού δεν καταλήγει σε κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα, είναι μια απλή λέξη που δεν έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο. Δεν εκφράζουν πράγμα ή κατάσταση, είναι μια απλή εκφορά ενός συνδυασμού γραμμάτων μέσω της γλώσσας, και αποτελούν μέρος της κληρονομιάς κάθε οικογένειας. Το όνομα «Γεώργιος» δεν φέρει καμιά ιδιότητα, είναι ένα απλό και διαδεδομένο όνομα που ο καθένας μπορεί να αποκαλεστεί έτσι χωρίς να πληρεί κάποιες φυσικές ή πνευματικές προϋποθέσεις. Υποθέτωντας πως η ρίζα του ονόματος «Γεώργιος» είναι η γεωργία (γη + έργο) και αποκαλώντας με το όνομα αυτό κάποιον που ζει στην πόλη και εργάζεται σε ένα γραφείο, οδηγούμαστε σε πλάνη.
Αυτές τις χωρίς περιεχόμενο έννοιες απέρριπταν και απέφευγαν οι νομιναλιστές (νομιναλισμός-ονοματοκρατία, λατινικό nomen=όνομα) που πίστευαν στην ύπαρξη μόνο ξεχωριστών αντικειμένων τα οποία δεν επιδέχονται γενίκευσης. Μια αυστηρή υιοθέτηση του φιλοσοφικού αυτού ρεύματος του Μεσαίωνα θα μας ανάγκαζε να δίνουμε τα ονόματα στους ανθρώπους βάσει κάποιων διακριτικών χαρακτηριστικών τους που θα εντοπίζονταν από μελέτη της προσωπικότητας τους και θα τους καθιστούσε αναγνωρίσιμους και ξεχωριστούς, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό ώστε να μην παρατηρείται το σημερινό χάος με τα ονόματα τα οποία ανακυκλώνονται τόσο μέσα στο σόι του κάθε ατόμου (ίδια ονόματα και επίθετα) αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Το φαινόμενο της ονοματοθέτησης των νεογνών με βάση το όνομα του παππού τους που παρατηρείται στη χώρα μας, υπό προϋποθέσεις μπορεί να δημιουργήσει αρκετά μπερδέματα. Αν για παράδειγμα ο πρωτότοκος γιος παίρνει το όνομα του πατέρα του πατέρα του, τότε ανα δύο γενιές θα εμφανίζεται εν αλλάξ πρόσωπο με το ίδιο όνομα, πατρώνυμο και επίθετο, γεγονός που θα περιπλέκει την δική τους αλλά και τη δική μας μνήμη. Απ’ την άλλη μεριά όμως η γενίκευση αυτή των ονομάτων μας διευκολύνει, αφού διαφορετικά θα έπρεπε να δώσουμε διαφορετικό όνομα για κάθε άνθρωπο, καθιστώντας έτσι αδύνατη την υπό συνθήκες ευρείας παγκοσμιοποίησης μεταξύ μας επικοινωνία όταν ο παγκόσμιος πληθυσμός ανέρχεται σε δισεκατομμύρια. Σε παλιότερες εποχές, για παράδειγμα στην Αρχαία Ελλάδα, τα ονόματα είχαν περιεχόμενο, ή απλώς ήταν πρωτότυπα, αλλά ο ελάχιστος πληθυσμός που είχε μικρό προσδόκιμο μέσο όρο ζωης (σε σχέση με σήμερα) εξ αιτίας πολέμων και ασθενειών, και οι σχετικά κλειστές κοινωνίες των πόλεων κρατών, έδιναν τη δυνατότητα στους Έλληνες να δίνουν προσωπικά ονόματα στα παιδιά τους, των οποίων η σημασία (ετυμολογία) ήταν σχετική με το χαρακτήρα του υποκειμένου (τουλάχιστον τις περισσότερες φορές, ενώ υπήρχε και τότε κάποιος βαθμός ανακύκλωσης των ονομάτων). Μια λύση είναι η απόκτηση κατά την ενηλικίωση (ουσιαστική ένταξη στη κοινωνία) ενός μεσαίου ονόματος έτσι ώστε ο τριπλός ονοματικός συνδυασμός (επίθετο, βαπτιστικό και μεσαίο όνομα) θα είναι μοναδικός σε κάθε άτομο και θα το προσδιορίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια. Ο κάθε ελεύθερος άνθρωπος έχει το δικαίωμα να προσδιορίζει τον ίδιο του εαυτό και συνεπώς να αυτοονοματοδοτείται και να ορίζει τη ταυτότητα και θέση του στη κοινωνία. Εδώ μπαίνει όμως και το διαχρονικό ερώτημα του αν είναι δυνατή η πλήρης γνώση του ανθρώπου εξ αιτίας της υποκειμενικότητάς της (άνθρωπος κρίνει άνθρωπο).
Μια αξιομνημόνευτη έκφανση της πρώτη εντύπωσης είναι ο έρωτας με την πρώτη ματιά, τον οποίο θα χαρακτήριζα ως ματαιόδοξο έρωτα γιατί προέρχεται από παράγοντες σχετικούς με την εξωτερική εμφάνιση που αγνοούν την πνευματική καλλιέργεια. Σε καμιά περίπτωση δεν αμφισβητούμε την ευχαρίστηση που προκαλεί η θέα ενός ωραίου σώματος, αλλά όπως λέει κι ένας επικούρειος: «Εγώ τουλάχιστον δε γνωρίζω πώς να κατανοήσω το αγαθό, αν αφαιρέσω τις γευστικές ηδονές, τις ερωτικές και τις ηδονές της ακοής κι αν αφαιρέσω, τέλος, τις ευχάριστες κινήσεις που γεννά στην όραση μια ωραία μορφή», αλλά δεν πρέπει να αρκούμαστε μονάχα σε ξαφνιάσματα της στιγμής όταν μιλάμε για έρωτα κι όχι για μια απλή σεξουαλική σχέση. Ο «έρωτας» αυτός παράγεται από οπτικά ερεθίσματα, από τον θαυμασμό προς την ομορφιά ενός ατόμου του αντίθετου φύλου, αποτελεί φυσική έλξη. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, επειδή η μορφή αυτή του έρωτα αγνοεί το τι υπάρχει μέσα στον κάθε άνθρωπο (μερικοί άνθρωποι κρύβουν μέσα τους ολόκληρα ζώα και ζωύφια, από βόδια μέχρι σκουλήκια), η πηγή του ερωτικού συναισθήματος (το σώμα) είναι καθολικά αποδεκτή (δύσκολα ερωτεύεσαι μια άσχημη γυναίκα με την πρώτη ματιά). Η καθολικότητα αυτή προσδίδει στο ωραίο σώμα μια βεβαιότητα αποδοχής από το αντίθετο φύλο, το καθιστά μονάχα ένα (εφήμερο) ξάφνιασμα, μια δύναμη αυτοεπιβεβαίωσης που δύσκολα μπορεί να απορρίψει κανείς κι η οποία σε κατακτά χωρίς αντίσταση. Δεν υπάρχει απόπειρα σαγήνης, δεν απαιτείται προσπάθεια για να προκαλέσεις ερωτικά συναισθήματα, το σώμα σου μιλάει από μόνο του, είναι αυθύπαρκτο και δρα αυτοβούλως ανεξάρτητα από την συναισθηματική σου κατάσταση και διάθεση. Γίνεται φανερό λοιπόν ότι στην περίπτωση αυτή το αρχικό ξάφνιασμα καταλήγει σε μια βεβαιότητα και η σεμνότητα που μπορεί αρχικά να προκάλεσε σε ματαιοδοξία. Η ματαιοδοξία έγκειται στο ότι μέρος της ευχαρίστησης από τον έρωτα αυτόν προέρχεται από τις κοινές εμφανίσεις του ζευγαριού όπου έκαστο άτομο του κεραυνοβολημένου ζευγαριού αισθάνεται ευχαρίστηση που βρίσκεται πλάι σε ένα όμορφο σώμα πάνω στο οποίο ασκεί εξουσία και το ελέγχει. Επειδή δεν κατανοώ το γυναικείο μυαλό, ο άνδρας θα μπορούσε να σκέφτεται ως εξής: «Αφού εγώ την ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα, το ίδιο θα συμβαίνει ή συνέβαινε και στους υπόλοιπους, αλλά τώρα είναι δικιά μου, τους πρόλαβα». Δημιουργείται έτσι κλίμα αντιζηλίας όπου οι επίδοξοι εραστές ανταγωνίζονται για ένα έπαθλο που όμως δεν είναι αντικείμενο αλλά άνθρωπος. Ο κεραυνοβόλος έρωτας χαρακτηρίζεται από υπέρμετρο αυθορμητισμό και απερισκεψία κι επομένως μπορεί να διερευνηθεί η ρεαλιστικότητά του μέσω της εκτεταμένης επικοινωνίας για να διαπιστωθεί τελικά αν πρόκειται για πραγματικό έρωτα ή αισθησιακό ξάφνιασμα. Όπως έλεγε και ο Επίκουρος: «Αν αφαιρέσουμε την όψη, την επικοινωνία και την επαφή, σβήνει το ερωτικό πάθος», δηλαδή συστατικά του έρωτα είναι η εικόνα/μορφή/όψη, η επικοινωνία, και η επαφή, τα οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στη σχέση κάποιων για να θεωρούνται ερωτευμένοι. Κάποιοι συνάνθρωποι μας λοιπόν είναι καμωμένοι για κεραυνοβόλο έρωτα, κάποιοι άλλοι για πιο ουσιαστικές μορφές έρωτα, μα όλοι έχουν το δίκιο με το μέρος τους, γιατί ο έρωτας πάνω απ’ όλα είναι ελευθερία.
Ας εξετάσουμε τη σχέση μεταξύ του κεραυνοβόλου έρωτα και του προβλήματος της ανεπιθύμητης επιλογής. Επειδή δεν γνωρίζουμε προσωρινά τη γυναίκα που μας ενδιαφέρει (βέβαια δεν είναι σίγουρο ότι υπάρχει πράγματι τέτοια γνώση) χρησιμοποιούμε την πληροφόρηση της πρώτης εντύπωσης: «Δεν ξέρω αν είναι γυναίκα που αξίζει ως άνθρωπος, σκοπεύω να το μάθω. Αν όμως αποδειχθεί κατώτερη των προσδοκιών μου, τουλάχιστον η εξωτερική της εμφάνιση θα με ανταμείψει». Άρα στην περίπτωση αυτή η πιθανότητα της ανεπιθύμητης επιλογής μειώνεται δραματικά, αφού ανεξάρτητα από την άβυσσο της ψυχής της η αξία της εξωτερικής εμφάνισης είναι ήδη γνωστή κι αποδεκτή. Άρα ο κεραυνοβόλος έρωτας έχει τα πλεονεκτήματά του αρκεί να είμαστε γνώστες της καταστάσεως στην οποία βρισκόμαστε.
Όλα αυτά αναφέρονται για κινήσεις που γίνονται σε σύντομα χρονικά διαστήματα, όμως αφού δεν υπάρχει ουσιαστική πίεση χρόνου, ως πηγή πληροφόρησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο διάλογος (επικοινωνία) κι όχι η μεροληπτική και βιαστική πρώτη εντύπωση. Δεν υπάρχει ανάγκη γρήγορης «κατάρτισης σύμβασης» με τον συνάνθρωπό μας. Μπορούμε να του αφιερώσουμε λίγο από το χρόνο μας ώστε να αποκτήσουμε έναν νέο φίλο που δεν θα αποτελεί ανεπιθύμητη επιλογή, ανεξαρτήτως του τι είναι. Μια τέτοια είδους επιλογή εμφανίζεται μόνο όταν δεν κάνουμε σωστή χρήση του χρόνου (π.χ. κεραυνοβόλος έρωτας) και του χρήματος (π.χ. μια αγορά ενός προϊόντος που δεν είμαστε σίγουροι για την αντιστοιχία τιμής-ποιότητας).
Για να κατανοήσουμε εις βάθος το φαινόμενο της πρώτης εντύπωσης θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το θέμα από μια ψυχολογική σκοπιά. Ο άνθρωπος, όπως και οι υπόλοιποι οργανισμοί στη γη, έχει έμφυτη τη τάση για τη διατήρηση του είδους του, τόσο μέσω της διαιώνισής του όσο και μέσω της επιβίωσής του. Αυτά τα ένστικτα (ένστικτο είναι μια έμφυτη γνώση για την ικανοποίηση μιας έντονης τάσης που αισθανόμαστε ως προς κάτι, το οποίο συνοδεύεται από τις ανάλογες μηχανικές και περίπλοκες κινήσεις που δεν πηγάζουν από την εμπειρία, και χρησιμεύει ως υποστηρικτικός μηχανισμός επιβίωσης όταν δεν υπάρχει πλήρης σωματική και ψυχική ανάπτυξη, ενώ όταν υπάρχει αυτήν ο ρόλος της υποβαθμίζεται από την διάνοια) θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν από μόνα τους πηγή αισιοδοξίας γιατί εκφράζουν θέληση για ζωή και αυτή με τη σειρά της μας προδιαθέτει θετικά απέναντι σε μια νέα εντύπωση, γιατί, εφόσον θέλουμε να ζούμε, θα έχουμε αναπόφευκτα συνεχώς νέες εμπειρίες. Για αυτό κι ο Αριστοτέλης λέει ότι όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους επιθυμούν τη γνώση. Η υπόθεση περί εκ φύσεως αισιοδοξία υποστηρίζεται κι απ’ το γεγονός ότι και τα ζώα αγαπούν τη ζωή και δεν αυτοκτονούν (εξαιρείται ο σκορπιός κι ο άνθρωπος). Έτσι, και οι δύο λέξεις, ζωή και ζώα, είναι πανομοιότυπες, κι όποιος άνθρωπος αρνείται τη ζωική του προέλευση αρνείται την ίδια τη ζωή. Η προαναφερθείσα προδιάθεση μπορεί να ενισχυθεί και με την σύμφυτη τάση του στοιχειωδώς σκεπτόμενου ανθρώπου να αγαπά κι όχι να μισεί. Ένα περιβάλλον όμως που χαρακτηρίζεται αφιλόξενο από ένα άτομο είναι λογικό να ενεργοποιήσει σε αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό τα πρωτόγονα ένστικτα της επιβίωσης με αποτέλεσμα να βλέπει γύρω του εχθρούς κι όχι συνοδοιπόρους. Το συμπέρασμα είναι ότι μια πρώτη εντύπωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί διαφορετικά, αναλόγως των περιστάσεων, και γι’ αυτό εμείς θα πρέπει να φροντίζουμε για την εγκαθίδρυση υγιών συνθηκών διαβίωσης όπου θα περιορίζεται αυτόματα η αρνητική επίδρασή της.
Για να δημιουργηθεί κάποιο συναίσθημα στον οργανισμό μας θα πρέπει αυτός να δεχτεί μια ισχυρή εντύπωση (μεγάλης διάρκειας κι έντασης), η οποία θα μας συγκινήσει ευχάριστα ή δυσάρεστα και θα σχηματίσει στην αντίληψή μας μια σχετική παράσταση (εικόνα). Συνεπώς, πηγή των συναισθημάτων είναι οι εντυπώσεις, των εντυπώσεων τα αισθήματα, και κάθε εντύπωση που ανακαλούμε μέσω της παράστασής της συνοδεύεται από το συναίσθημα που αυτή προκάλεσε. Με το σκεπτικό αυτό, αν θέλουμε να επηρεάσουμε συναισθηματικά κάποιον, πρέπει να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες εντυπώσεις ή να τον οδηγήσουμε συνειρμικά στην ανάκτησή τους. Ένας βομβαρδισμός ποικίλων εντυπώσεων είναι δυνατόν να προκαλέσει συναισθηματικές διακυμάνσεις υπέρ του επιτιθέμενου καθιστώντας έτσι επιζήμια για μας την εκμετάλλευση του μηχανισμού σχηματισμού εντυπώσεων μας από εξωτερικό παράγοντα.
Η ικανότητα σχηματισμού παραστάσεων εξαρτάται από την εποπτεία, από την ικανότητα δηλαδή των αισθήσεων να συλλαμβάνουν νέες εντυπώσεις, και τις ικανότητες του νου να τις αποθηκεύει στη μνήμη, να τις συσχετίζει και τέλος να τις ανακτεί με σαφήνεια. Επομένως, όσο πιο πνευματικά ώριμος (δηλαδή λιγότερο εγωκεντρικός), παρατηρητικός και προσεκτικός είναι κάποιος, τόσο πιο εποπτικός είναι και μπορεί να σχηματίζει ακριβέστερες παραστάσεις πάνω στις εντυπώσεις που δέχεται ή έχει ήδη δεχτεί. Έπειτα ακολουθεί η σκέψη μας, το νοείν, το όργανο με το οποίο αντιλαμβανόμαστε τις ιδέες και παραστάσεις που έχουμε συλλάβει στη συνείδησή μας. Το νοείν δεν είναι γνώση, αλλά μέρος της, μια διαδικασία. Για την μελέτη της ανθρώπινης νόησης πρέπει κατ’ αρχήν να ερευνήσουμε τα αντικείμενα αυτής, τις ιδέες, ως απλά φυσικά φαινόμενα και στη συνέχεια να σχηματίσουμε κρίση για την ορθότητα ή μη με την οποία χρησιμοποιήθηκαν. Ο μηχανισμος αποτύπωσης της πρώτης εντύπωσης συνεπώς παράγει ιδέες κι όχι κρίσεις, αφού οι κρίσεις δημιουργούνται χρησιμοποιώντας ιδέες, και για αυτό είναι ευάλωτος σε κάθε είδους ιδεολογικές δοξασίες και εμφύσηση κρίσεων. Η γνώση θα κατακτηθεί με την εξέταση του ορθού συνδυασμού των ιδεών, των εντυπώσεων και των αισθήσεων, δηλαδή πρέπει να ακολουθηθεί μια αφαιρετική διαδικασία η οποία θα μας αποκαλύψει στη συνέχεια το τρόπο σύνθεσής τους. Η πρώτη ύλη, η αιτία, κάθε γνώσης είναι οι αισθήσεις.
Η παράσταση, εν αντιθέσει των εντυπώσεων, για να δημιουργηθεί δεν χρειάζεται τόσο τη συμβολή των αισθητηριακών οργάνων (μόνο τα πορίσματά τους, τις αισθήσεις) όσο εκείνη του εγκεφάλου, ο οποίος δραστηριοποιείται ύστερα από κάποια αφορμή όπως μια ανάμνηση, μια συνειρμική σκέψη κ.τ.λ. Άλλες διαφορές, ποιοτικές, είναι η ένταση, η σαφήνεια και η ακρίβεια των εντυπώσεων έναντι των παραστάσεων. Υπό ορισμένες συνθήκες όμως οι διαφορές αυτές εκμηδενίζονται και υπάρχει σύγχυση ως προς την πραγματικότητα, αγνοούμε την ακριβή προέλευση των ερεθισμάτων (προέρχονται από τον εγκέφαλο ή από τα αισθητηριακά όργανα;), δημιουργούνται δηλαδή παραισθήσεις. Παραίσθηση λοιπόν έχουμε όταν μια παράσταση είναι παρόμοιας έντασης με την αρχική εντύπωσή της κι επομένως νομίζουμε ότι ερχόμαστε σε άμεση επαφή με το αντικείμενο της νόησης, ενώ αυτό αποτελεί καθαρά μια ανάμνηση, φανταζόμαστε δηλαδή πράγματα που δεν βρίσκονται δίπλα μας ως πραγματικά. Χρησιμοποιώντας όμως τις γνώσεις κι εμπειρίες μας μπορούμε να καταλάβουμε το τι όντως συμβαίνει παρακολουθώντας τα επακόλουθα των φαινομένων κι αν αυτά συνοδεύονται από κάποια λογική/εμπειρική αιτιότητα που ήδη γνωρίζουμε ώστε έτσι να φανερωθεί η πραγματικότητα. Την ίδια διαδικασία χρησιμοποιούμε για να διακρίνουμε τα όνειρα από την πραγματικότητα, επειδή και τα όνειρα δεν έχουν λογική συνέχεια. Επίσης, υπάρχει και άλλη μια περίπτωση κατά την οποία συγχέονται παραστάσεις και εντυπώσεις στην συνείδησή μας. Όταν υπάρχει συνεχής επανάληψη μιας εντύπωσης, για παράδειγμα ενός συγγενικού μας προσώπου που αντικρύζουμε καθημερινά, χρησιμοποιεί ο εγκέφαλός μας για λόγους συντομίας και συνήθειας την σταθερή παράστασή αυτής, η οποία υπερισχύει τελικά της εντύπωσης που σχηματίζεται κάθε φορά που συναντάμε το πρόσωπο. Με αυτό τον τρόπο αγνοούμε τις όποιες μεταβολές συμβαίνουν καθημερινά στο πρόσωπο λόγω της σταθερής εικόνας-παράστασης που μηχανιστικά έχουμε σχηματίσει για λόγους διευκόλυνσης (λιγότερη ανάλυση ερεθισμάτων). Έτσι είναι αρκετά πιθανό να μην εντοπίζουμε τις διάφορες αλλαγές που έχει υποστεί το πρόσωπο αυτό (π.χ. γήρανση). Συμπεραίνουμε δηλαδή ότι αν θεωρούμε ως αντικειμενική αλήθεια τις πρώτες εντυπώσεις αγνοώντας κάθε νέα αίσθηση, τότε υπάρχει διάχυτος ο κίνδυνος να οδηγηθούμε στο παράλογο (παραίσθηση).
Πρώτη εντύπωση σχηματίζουμε και για κάθε αντικείμενο γύρω μας και για κάθε εμπειρία μας περί διαφόρων καταστάσεων που αντιμετωπίσαμε στο παρελθόν. Η διαδικασία σχηματισμού της είναι η ίδια. Για παράδειγμα, όταν ήμασταν παιδιά σίγουρα θα θεωρούσαμε κάποιο είδος φαγητού απαίσιο (π.χ. όσπρια). Η άποψη αυτή όσο μεγαλύτερο διάστημα δεν αναιρούνταν, τόσο ισχυροποιούνταν και καθιστούσε δυσκολότερη την περίπτωση να το ξαναδοκιμάσουμε. Όμως αν τύχαινε να ξεπεράσουμε τις προλήψεις μας ύστερα από τη διαπίστωση της γελοιότητάς τους και να το ξαναδοκιμάσουμε τελικά (εφόσον είναι μικρό το ρίσκο της επανάληψης της εμπειρίας), τότε εύκολα θα μπορούσαμε να αναθεωρήσουμε την άποψή μας και να απαλλαγούμε από μια άρνηση που κουβαλούσαμε μέσα μας τόσο καιρό, από μια περιοριστική κι ανελαστική πρώτη εντύπωση. Μια αρνητική πρώτη εντύπωση μετατράπηκε σε θετική εντύπωση. Το αντίστροφο όμως είναι συχνότερο: Μια αύξουσα ευχάριστη εντύπωση κάποια στιγμή αρχίζει να φθίνει και καταλήγει σε δυσαρέσκεια, κι επίσης η επιμονή μιας αρνητικής εντύπωσης είναι μεγαλύτερη μιας θετικής. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη εντύπωση αποτελεί παράγοντα ψυχικής ανισορροπίας (προκαλεί ψυχικές μεταπτώσεις λόγω της παροδικής φύσεώς της) όταν δεν γίνεται σωστή χρήση της και απαιτεί την δέουσα προσοχή μας.
Σχολιάστηκε μέχρι στιγμής η πρώτη εντύπωση που σχηματίζει ένα πρόσωπο για κάποιο άλλο. Τώρα θα δούμε την πρώτη εντύπωση που σχηματίζουμε για τον εαυτό μας (αυτοεντύπωση) καθώς και πότε αυτή σχηματίζεται. Η πρώτη εντύπωση μπορεί να διακριθεί σε ψυχική και σωματική. Σύμφωνα με ψυχολόγους, το βρέφος αποκτά πλήρη συνείδηση, γνώση δηλαδή του ότι αποτελεί μια ανεξάρτητη ύπαρξη από το περιβάλλον του με δική του φυσική υπόσταση και προσωπικότητα στην ηλικία περίπου των έξι ετών. Ο άνθρωπος σχηματίζει όμως και εικόνα για το σώμα του παρατηρώντας την αντανάκλασή του, το είδωλό του, σε κάποια λεία επιφάνεια (καθρέπτης, στάσιμο νερό κ.τ.λ.), αφού βέβαια έχει προηγηθεί η απόκτηση συνείδησης. Με τον τρόπο αυτό ολοκληρώνεται και η κοινωνικοποίησή του, γιατί πλέον γνωρίζει τι μορφή έχει, ποιός είναι σωματικά όμοιος με αυτόν και ποιό είναι το είδος στο οποίο ανήκει. Επομένως, για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην αυτογνωσία, για να επέλθει ο συγκερασμός νόησης και σώματος, η απλή διαπίστωση ότι ο φορέας της νόησης/ψυχής και σώματος είναι ένας, ο εαυτός του, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τα είδωλα (τα αθώα νήπια δικαιολογημένα πίστευαν σε μια δυική κατάσταση ψυχής και σώματος, όχι όμως κι ένας νοήμων ενήλικας). Αν λατρεύει τον εαυτό του σε υπερβολικό βαθμό (είναι φύσει αδύνατο να μην αγαπάμε καθόλου τον εαυτό μας) τότε το άτομο αυτό έχει και το δικαίωμα να αποκαλείται ορθώς ειδωλολάτρης.
Όσον αφορά το χρονικό προσδιορισμό της έναρξης της διαδικασίας παραγωγής εντυπώσεων, των πρώτων πρώτων εντυπώσεων, αυτή ξεκινά κατά το δεύτερο έτος της ζωής του ανθρώπου, όταν αυτός αρχίζει να χρησιμοποιεί την ομιλία ως μέσο επικοινωνίας και μέσω της σταδιακής αντικειμενοποίησης του κόσμου να αναγνωρίζει την υποκειμενικότητά του, το Εγώ του. Η παραπάνω μετάβαση δεν γίνεται άμεσα, απαιτείται χρόνος. Το βρέφος μέχρι τότε δύσκολα διακρίνει τον εαυτό του από το περιβάλλον, το θεωρεί προέκτασή του, τα θεωρεί όλα ένα (κάτι σαν το ακίνητο, αγέννητο, ομοιογενές, συμπαγές, πανταχού παρόν, εν Ον αρκετών φιλοσόφων Ελλήνων και βαρβάρων). Όσο διευρύνονται όμως οι επαφές του με αντικείμενα κι ανθρώπους, αναγνωρίζει την ύπαρξη κάποιων ορίων στην δράση του, αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι απόλυτα ελεύθερος κι ότι υπάρχει κάτι άλλο έξω από τον ίδιο (μη-Εγώ) που τον εμποδίζει να κάνει αυτό που θέλει. Αργότερα, από το τρίτο έτος της ζώης του και μετά, έχει πλέον αναπτύξει σημαντικά τη γλώσσα και τακτοποιήσει το περιβάλλον του, και παράλληλα χρησιμοποιεί επανειλημμένα προσωπικές αντωνυμίες (μου, εμένα, εγώ) για να τονίσει την ξεχωριστή του ύπαρξη που μόλις αναγνώρισε (μήπως έτσι δεν κάνουν κι αρκετοί διακεκριμένοι ενήλικες που είναι παθιασμένοι με τον εαυτό τους και τον πλούτο;). Με την ολοκλήρωση της νηπιακής ηλικίας (έκτο έτος) έχει γίνει η διάκριση εξωτερικού και εσωτερικού περιβάλλοντος και είναι πλέον ικανός να ερμηνεύσει με αρκετή ακρίβεια το γίγνεσθαι. Αυτό συνεπάγεται ότι η καλλιέργεια του εαυτού μας οφείλεται στις αισθήσεις: Χρώματα και σχήματα, γεύσεις, αρώματα, ήχοι, πιασίματα αντικειμένων. Η μάνα για το βρέφος είναι απλώς ένας πομπός ερεθισμάτων προς όλες τις αισθήσεις, δεν έχει κάποια έμφυτη ικανότητα για να την αναγνωρίσει (δεν μπορεί να κάνει ανάλυση DNA μέσω του εγκεφάλου του για να την πιστοποιήσει).
Οι Έλληνες είχαν φροντίσει να διατυπώσουν κάθε είδους θεωρία που θα ήταν ικανή να εξηγήσει τον κόσμο και να εντοπίσει την αλήθεια, καλύπτοντας με αυτό το τρόπο τις ποικίλες ατόμικες και πολιτειακές ανησυχίες σε κάθε ιστορική περίοδο. Έτσι, θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το παρόν πρόβλημα με τη βοήθεια κάποιων Ελλήνων φιλοσόφων καθώς και κάποιων Ευρωπαίων οι οποίοι εμπνεύστηκαν από το αθάνατο και υγιές Ελληνικό πνεύμα.
Αρχίζοντας με τους Σοφιστές και τον επικεφαλής τους Πρωταγόρα, διακήρυτταν ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια (σκεπτικισμός), ότι όλα είναι σχετικά (σχετικισμός):
«Για όλα τα πράγματα μέτρο είναι ο άνθρωπος˙ για όσα είναι ότι είναι, για όσα δεν είναι ότι δεν είναι» (Πρωταγόρας) κι ότι η γνώση αποτελεί απλώς ένα μέσο για τον τελικό σκοπό του ανθρώπου, ο οποίος είναι να ζήσει αυτός ωφέλιμα, σκοπός πρακτικός, ωμός που κίνησε την αντιπάθεια των «ευγενών» και των αριστοκρατικών. Χαρακτηριστικός είναι κι ο παρακάτω συλλογισμός του Γοργία: «Δεν υπάρχει τίποτα˙ αλλά και να υπάρχει, είναι άγνωστο˙ κι αν υπάρχει και είναι δυνατό να γίνει γνωστό, δεν είναι δυνατό να ανακοινωθεί σε άλλους».
Οι Σοφιστές είναι οι πρώτοι που αμφισβήτησαν τα πιστεύω και την φιλοσοφική παράδοση του τόπου και η καινοτομία της σκέψης τους σηματοδότησε μια ιστορική αλλαγή στην παγκόσμια φιλοσοφία. Σύμφωνα λοιπόν με τη σοφιστική νοοτροπία θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρώτη εντύπωση που κάνουμε για ένα αντικείμενο είναι λανθασμένη όπως κάθε εντύπωση, ουσιαστικά ασήμαντη (αφού δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί πουθενά, δεν υπάρχει αλήθεια), αλλά μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε ωφέλιμη εφόσον μας βοηθάει στη ζωή μας και δεν είναι ζημιογόνα. Επομένως δεν υπάρχει λόγος να μεταβάλλουμε την άποψή μας για κάτι αν η νέα άποψη δεν μας δίνει επιπλέον όφελος, ανεξαρτήτως δηλαδή αν αυτή θα είναι αληθέστερη (εκτός βέβαια αν αισθανόμαστε καλύτερα νομίζοντας πλανημένοι ότι πλησιάζουμε σε κάτι που λέγεται «αλήθεια»). Πρακτική και βολική η θεώρηση αυτή των Σοφιστών, δεν μπορούμε εύκολα να την αποκλείσουμε.
Ιδεολογικοί αντίπαλοι των Σοφιστών, ο Σωκράτης κι ο Πλάτων, καθιέρωσαν την μέθοδο της διαλεκτικής ως το μέσο για την εύρεση της αλήθειας, δηλαδή έναν μονόλογο με δύο πρόσωπα. Ο ίδιος ο Σωκράτης μας δίνει απάντηση στο ερώτημά μας: Στο έργο του Πλάτωνα «Κρίτων», ο Κρίτων προσπαθεί να τον πείσει να δραπετεύσει από την φυλακή και την επερχόμενη θανατική του ποινή, αλλά εκείνος αρνείται λέγοντας τα εξής: «Εγώ όχι μόνο τώρα αλλά πάντοτε τέτοιος θα είμαι ώστε σε τίποτα άλλο από τα δικά μου να πείθομαι παρά στο Λόγο, ο οποίος θα μου φαίνεται βέλτιστος όταν συλλογίζομαι».
Δηλαδή δεν σχηματίζει κι αλλάζει γνώμη ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις αλλά αυτή καθορίζεται από τον Λόγο, μια εξωτερική δύναμη που προσδίδει αντικειμενικότητα, όπου αν και εκφράζεται από ένα υποκείμενο αυτή έχει αντικειμενική ισχύ. Η χρήση του Λόγου απαιτεί κάποια συλλογιστική προετοιμασία και γίνεται ελεύθερα (γόνιμη ελευθερία δεσμευμένη σε ανώτερες αξίες): Ο Σωκράτης μπορούσε να δραπετεύσει αλλά προτίμησε να υποταχθεί ελεύθερα στο νόμο ακολουθώντας έτσι τον δρόμο της κατ’ αυτόν αρετής. Στην δική μας περίπτωση μας λέει ότι δεν είναι ορθό να βασίζεσαι σε μια γνώμη που διατυπώνεις συγκυριακά και βεβιασμένα αλλά μόνο σε εκείνη που σχηματίζεις μέσω μιας λογικής διεργασίας του νου. Με τον τρόπο αυτό εκμηδενίζεται η σημασία της πρώτης εντύπωσης και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί όταν ερχόμαστε σε επαφή με ένα αντικείμενο για πρώτη φορά είναι αυτή που ακολουθείται όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο: Δεν το κρίνουμε από το εξώφυλλό του, το διαβάζουμε ολόκληρο, το κατανοούμε και στη συνέχεια μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι γνωρίζουμε το περιεχόμενό του και να διατυπώσουμε κρίση για αυτό. Στη λογική δεν αρμόζουν ξαφνικοί (πρώτοι) εντυπωσιασμοί.
Ένας από τους κορυφαίους του κορυφαίου αττικού δράματος, ο προοδευτικός Ευριπίδης, μίλησε κι αυτός για την «πρώτη εντύπωση». Παραθέτω δύο μεταφρασμένα αποσπάσματα από την «Μήδεια»:
«Διότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη στους οφθαλμούς των ανθρώπων,
οι οποίοι πριν μάθουν με σαφήνεια την καρδιά κάποιου ανθρώπου
τον μισούν εξ όψεως, χωρίς ποτέ να έχουν αδικηθεί
(από αυτόν)».
στίχοι 219-221
«Ω Ζεύ, γιατί λοιπόν του μεν χρυσού που όταν είναι κίβδηλος
σαφείς αποδείξεις στους ανθρώπους έδωσες,
των δε ανθρώπων το κακό πώς πρέπει να γνωρίζουν
ουδεμία απόδειξη εμφύσησες στο σώμα τους;».

στίχοι 516-519
Εδώ ο Ευριπίδης εκφράζει το παράπονο της Μήδειας ότι η πρώτη εντύπωση για τη γενική εικόνα ενός ανθρώπου δεν είναι αρκετή για να μπορέσουμε να τον κρίνουμε ορθά, αφού ο κακός άνθρωπος δεν φέρει σημάδια όπως συμβαίνει στην περίπτωση του κάλπικου χρυσού για τον οποίο υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης, αλλά απαιτούνται περισσότερες πληροφορίες και χρόνο ώστε να οδηγηθούμε σε ασφαλέστερο συμπέρασμα. Και σε κάθε περίπτωση, η «πρώτη εντύπωση», η κρίση των ματιών, οδηγεί συνήθως σε αισθήματα κακίας για τον άλλον, χωρίς όμως να τον γνωρίζουμε και χωρίς να μας έχει κάνει αυτός κάτι κακό. Είναι δηλαδή αρνητικά προκατειλημμένη, χρησιμοποιεί ως βάση έναν αρνητικό χαρακτηρισμό (μάλλον για λόγους ασφαλείας όπως αναφέραμε προηγουμένως), είναι απάνθρωπη αφού αγνοεί την «καρδιά» ενός ανθρώπου και δεν ευνοεί την δημιουργία υγιών φιλικών και κοινωνικών εν γένει σχέσεων. Σε μια δημοκρατική κοινωνία, υπέρμαχος της οποίας είναι κι Ευριπίδης, οι πολίτες οφείλουν να σέβονται τον συμπολίτη τους, γιατί η ποιότητα των μεταξύ τους δεσμών είναι αυτή που καθορίζει την ατομική και κοινωνική αρμονία. Ίσως οι στίχοι αυτοί του Ευριπίδη να αποτελούν μομφή εναντίον κάποιων πολιτών που εξ αιτίας του φθόνου τους απειλούσαν την συνοχή της δημοκρατικής πολιτείας.
Άτομα πλανημένα, διεστραμμένα, ταλαιπωρημένα, διψασμένα για εξουσία (τάση για επιβολή στους απλούς ανθρώπους), δεν ικανοποιούνταν από το ευμετάβλητο περιβάλλον τους έτσι όπως το αντιλαμβάνονταν μέσω των αισθήσεών τους και αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν νέο κόσμο όπου θα ζούσαν υπό τη σκιά μύθων (χωρίς συμβολικό υπόβαθρο, κοινώς παραμύθια), μεταφυσικών ανησυχιών, ιδεαλιστικών φιλοσοφιών, και το κυρίως, θρησκειών. Από το σκοτάδι αυτών ήρθε να μας απαλλάξει ο φιλαληθής, ρεαλιστής, ακριβολόγος, εύθυμος, ευδαίμονας κι ατάραχος Επίκουρος. Για τον Επίκουρο αληθινός είναι ο κόσμος στον οποίο κατοικούμε: Αυτά που βλέπουμε, ακούμε, γευόμαστε, μυρίζουμε, πιάνουμε και νιώθουμε, τα οποία τελειώνουν οριστικά με τον επίγειο θάνατο, ούτε αναστάσεις, ούτε παράδεισοι, ούτε μετενσαρκώνσεις, τέλος στα παραμύθια. Κριτήριο του πραγματικού είναι οι αισθήσεις. Η αντικειμενικότητα της αίσθησης έγκειται στο ότι δεν εξαρτάται από την υποκειμενική λογική και μνήμη, όπως και οι αισθήσεις δεν αλληλοεξαρτώνται. Δεν ελέγχει η αφή την όραση, ούτε την αμφισβητεί, αμφισβητεί μόνο την κρίση του συγκεκριμένου ατόμου. Όπως είπε και ο Λουκρήτιος, η αξιοπιστία των αισθήσεων έγκειται στο ότι κάθε μια επιτελεί μια μοναδική λειτουργία που δεν επιδέχεται επαλήθευση, είναι η ίδια η αλήθεια, δεν μπορεί η όραση να εξακριβωθεί με την ακοή, ούτ η ακόη με την αφή. Την επαλήθευση μιας ορθής κρίσης την ονομάζουν επιμαρτύρηση, την απόδειξη μιας λαθεμένης, αντιμαρτύρηση. Αν οι αισθήσεις ήταν όντως πλάνες, τότε η χρήση τους από έναν λογικό νου θα καθιστούσε άχρηστο κάθε προϊόν της σκέψης κι οπότε δεν θα υπήρχε ποτέ δυνατότητα να γνωρίσουμε κάτι (σκεπτικισμός, πως γνωρίζουν ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε; Βλέπε και άγνοια διαλεκτικού Σωκράτη), ούτε να ζήσουμε επιτυχημένα. Ο Επίκουρος προειδοποιεί τους ιδεαλιστές: «Αν τα βάλεις με όλες τις αισθήσεις, δεν θα έχεις που να σταθείς για να κρίνεις όσες ισχυρίζεσαι πως μας γελούν».
Οι εντυπώσεις συνθέτονται από τις αισθήσεις, εσωτερικές (συναισθήματα/πάθη που απλοποιούνται σε ηδονή και άλγος) και εξωτερικές (αισθήματα, πέντε αισθήσεις: όραση, γεύση, όσφρηση, ακοή, αφή). Οι εξωτερικές είναι προσιτές σε όλους αλλά ο καθένας δέχεται διαφορετικά τα ερεθίσματα από αυτές και προκαλούνται διαφορετικά συναισθήματα. Οι εντυπώσεις από μόνες τους δεν παράγουν γνώση καθώς αποτελούν απλώς άμεσα ερεθίσματα και μόνο με την σύνθεση επιμέρους εντυπώσεων και ιδεών/παραστάσεων που έχουμε συλλέξει μπορούμε να την παράγουμε. Επομένως αυτοί που δέχονται την αξιοπιστία της «πρώτης εντύπωσης» αποδέχονται κάτι κενό. Η εντύπωση, όπως το λέει η λέξη είναι ένα απλό «τύπωμα» στη μνήμη, ενώ είναι απαραίτητη η περαιτέρω επεξεργασία της για την παραγωγή κάποιας κρίσης. Θα έπρεπε να μιλάνε για «πρώτη ιδέα», το ολοκληρωμένο προϊόν της σκέψης. Η γνώση του παρελθόντος μέσω της μνήμης, η εμπειρία και η πίστη/παραδοχή ότι υπάρχει η έννοια της αιτιότητας και μπορεί να προβλεφθεί το μέλλον, όλα υπό την επίβλεψη της συνήθειας, μας καθιστούν ικανούς να γνωρίζουμε. Επίσης, υποστηρίζουν οι Επικούρειοι ότι οι αισθήσεις είναι πάντα σωστές, η κρίση μας μόνο μπορεί να κάνει λάθος και το οποίο μπορεί να αρθεί με τη συνδρομή όλων των αισθήσεων κι εμπειριών. Αν δηλαδή κάποιος έβλεπε μπροστά του έναν κένταυρο, η παράσταση αυτή στον εγκέφαλό του έγινε ορθώς αλλά η φταίει η κρίση του εξ αιτίας άλλων παραγόντων, όπως για παράδειγμα δεν τον άγγιξε για να επιβεβαιώσει ό,τι βλέπει, αντιμαρτύρεται στο τέλος η παράσταση. Το ίδιο συμβαίνει κι όταν κοιτάζουμε μια φωτογραφία ενός αλόγου: Πως ξέρουμε ότι αυτό που βλέπουμε είναι ένα άλογο; Αφού δεν είναι ούτε τρισδιάστατο, ούτε μυρίζει, ούτε μπορούμε να το γευτούμε, ούτε είναι ίδιο στην αφή με ένα πραγματικό. Καταλήγοντας, ο Επίκουρος θα έλεγε ότι ο σχηματισμός μιας πρώτης εντύπωσης προερχόμενης από μια δέσμη αισθήσεων θα ήταν ορθός μόνο αν οι άμεσες αισθήσεις βρίσκονται σε συμφωνία μεταξύ τους και με τη συσσωρευμένη εμπειρία/προλήψεις (βλέπε λίγο παρακάτω). Αλλά και πάλι, επειδή η λειτουργία των αισθήσεων είναι συνεχής και δημιουργούνται διαρκώς νέες πληροφορίες, ο σχηματισμός κρίσεων δεν πρέπει να είναι στιγμιαίος αλλά δυναμικός, κι έτσι η πρώτη εντύπωση ναι μεν είναι πάντα αληθινή τη στιγμή που σχηματίζεται αλλά σύντομα τη θέση της θα πάρει μια νέα πιο επίκαιρη εντύπωση, δεν είναι επ' άπειρον αληθινή η παλαιότερη, δεν υπάρχει τέτοια αναγκαιότητα. Παίρνω για παράδειγμα ένα αντικείμενο, ένα δέντρο: Σήμερα μπορεί να είναι ένα μέτρο (πρώτη εντύπωση, είναι αληθινή, επιμαρτύρεται) αλλά σε ένα χρόνο έγινε δύο μέτρα (δεύτερη εντύπωση, κι αυτή αληθινή, αλλά εκτοπίζει την προηγούμενη). Η αδιάκοπη ροή του κόσμου, το ηρακλείτειο «πάντα ρει» είναι η πρώτη αλήθεια που πρέπει να αναγνωρίσουν οι οπαδοί της «πρώτης εντύπωσης».
Ο Ευρωπαίος φιλόσοφος που ασχολήθηκε λεπτομερέστατα με τη γνώση και τη συσχέτισή της με την εμπειρία ήταν ο εμπειριστής Χιούμ (Hume). Κύρια θέση του είναι ότι μόνο η εμπειρία αποτελεί πηγή πληροφοριών και γνώσης για τον νού. Δίνοντας στενούς ορισμούς στις έννοιες που χρησιμοποιεί κάνει σαφή διάκριση μεταξύ εντυπώσεων και ιδεών/παραστάσεων και δίνει μια ψυχολογική διάσταση στο σχηματισμό της γνώσης. Οι εντυπώσεις αποτελούν την πρώτη ύλη για τη δημιουργία των ιδεών, προηγούνται των ιδεών. Οι μεν εντυπώσεις είναι το άμεσο αποτέλεσμα των αισθήσεών μας που προέρχονται από την εποπτεία των αντικειμένων, ενώ οι δε παραστάσεις είναι αντίγραφα των εντυπώσεων και απαρτίζουν την αντίληψη/συνείδηση. Ο Χιούμ δίνει τέτοια βαρύτητα στις εντυπώσεις ώστε να τις θεωρεί μεγαλύτερης αξίας από τις λέξεις και πιστεύει ότι η γνώση θεμελειώνεται από την ύπαρξη των αντίστοιχων εντυπώσεων: Αν μια παράσταση δεν πηγάζει από κάποια εντύπωση τότε αυτή είναι κενού περιεχομένου, όπως δηλαδή κάθε φιλοσοφική έννοια (χρόνος, ύπαρξη, θεός, ουσία κ.τ.λ.). Ούτε ψυχή υποστηρίζει ότι υπάρχει αφού θεωρεί ότι αυτό που ονομάζουμε ψυχή είναι απλώς μια δέσμη πολλών εντυπώσεων και εμπειριών που βρίσκονται σε μια συνεχή συσχέτιση μεταξύ τους και εξ αιτίας της συνήθειας αυτές δημιουργούν την παραίσθηση της πίστης στην ύπαρξη ενός ανεξάρτητου από αυτές φορέα (ψυχή, Εγώ).
Εξέταση του ζητήματος από άλλη οπτική γωνία μας προσφέρει ο Νίτσε (Nietzsche) στην «Βούληση για δύναμη». Θεωρεί ότι η πραγματικότητα είναι μεταβαλλόμενη, άρα ά-γνωστη, ενώ με τη «γνώση» ο άνθρωπος προσπαθεί να τη σταθεροποιήσει ώστε να μπορέσει να αποκτήσει δύναμη και να τη θέσει υπό τον έλεγχό του. Αν αντιμετωπίσουμε την πρώτη εντύπωση ως τάση για γνώση και δύναμη, αφού αποτελεί γνωστικό όργανο, τότε αυτή σχηματίζεται με σκοπό να υπάγει στην εξουσία της το αντικείμενο της εποπτείας-νόησης. Αναπτύσσεται δηλαδή ως μηχανισμός αυτοσυντήρησης και εξέλιξης του ατόμου σε έναν αεικίνητο κόσμο και καθιστά το άτομο ικανό να προσλαμβάνει τόση πραγματικότητα όση μπορεί να εξουσιάσει. Με βάση τους ισχυρίσμους του Νίτσε συμπεραίνουμε ότι επιθετικός προσδιορισμός του χρόνου, «πρώτη», είναι πλεονασμός: Η πρώτη εντύπωση αποτελεί ένα νέο δεδομένο για τον οργανισμό μας, η δεύτερη εντύπωση είναι πάλι πρώτη εντύπωση γιατί το αντικείμενο έχει μεταβληθεί στο διάστημα που μεσολάβησε των δύο εντυπώσεων, επομένως η εντύπωση είναι πάντα μία και η πρώτη. Έτσι ο Νίτσε ξεκαθαρίζει για ακόμα μια φορά το τοπίο: Όποιος πιστεύει στη σταθερότητα της φύσης είναι αδύναμος κι άρα αυτός που διαιωνίζει το κακό.
Ως ανάποδος άνθρωπος που είμαι, πλησιάζοντας προς το τέλος θα αναφερθώ στην βασική αιτία συγγραφής του κειμένου αυτού. Μεγάλη μερίδα της μάζας υποστηρίζει με καμάρι, λες κι εντόπισε μια μυστική αλήθεια κι έγινε σοφή, μια γνώση που θα τους ανυψώσει σε επίπεδα μακριά από τον «κοινό» λαό (να μην ξεχνάμε όμως ότι είναι και δημοκρατικοί, όπως και το πολίτευμά μας), το εξής: «Δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία για μια πρώτη εντύπωση».
Η αντίδραση μιας άλλης επίσης μεγάλης μερίδας στο άκουσμα του άγνωστου για αυτούς μέχρι τότε αποφθέγματος είναι: «Ω, πόσο δίκαιο έχεις!», κι έτσι καταλήγουν κι αυτοί να γίνονται σαν τους προηγούμενους, με αποτέλεσμα το απόφθεγμα αυτό να αποκτά χαρακτηριστικά μιμιδίου (αγγλιστί meme). Φυσικώς υπάρχει μια τέτοια αποδοχή της φράσης αυτής, εφόσον υποστηρίζεται από ανθρώπους που βρίσκονται σε μια πρωτόγονη κατάσταση (μόνιμη ή παροδική - πρέπει να πιστεύουμε στην αλλαγή κι εξέλιξη του ανθρώπου), χειρότερη κι από ενός σκύλου. Αναφέρω τον σκύλο γιατί είναι ένα ζώο με έντονες φιλοσοφικές ανησυχίες και ροπή προς τη γνώση, θέση που υποστηρίζει κι ο Πλάτωνας: Ένα σκυλί στην αρχή γαυγίζει έναν ξένο άνθρωπο, αλλά όσο αυξάνεται η επικοινωνία τους εξασθενεί η επίδραση της πρώτης εντύπωσης και σιγά σιγά ο σκύλος αποκτά φιλικές σχέσεις με τον μέχρι πρότινος ξένο άνθρωπο. Δεν είναι όμως όλοι οι σκύλοι το ίδιο δεκτικοί στη φιλοσοφία, όπως δεν είναι φυσικά κι όλοι οι άνθρωποι. Η φράση αυτή πρέπει να αναφέρουμε ότι έχει δύο σημασίες, μια αληθινή και μια παραπλανητική, και δυστυχώς έχει επικρατήσει η δεύτερη. Η αληθινή μας λέει ότι η πρώτη εντύπωση είναι μοναδική, όπως η δεύτερη, η τρίτη, κ.ο.κ., κι επομένως αναγκαστικά δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία για κάτι που πέρασε ανεπιστρεπτί, όπως δεν μπορούμε να ζήσουμε για δεύτερη φορά στο έτος 2010 (αποκλείουμε παραφυσικές θεωρείες). Η απάνθρωπη μας λέει ότι η πρώτη εντύπωση αποτελεί μια αμετάβλητη αλήθεια κι επομένως κάθε προσπάθεια άρσης της είναι μάταιη, δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία. Η απαισιόδοξη αυτή άποψη μας μεταφέρει σε μια πραγματικότητα όπου καθημερινά δικαζόμαστε ενώπιον όλου του κόσμου (σχηματίζουν για μας πρώτη εντύπωση) και σε περίπτωση καταδίκης μας (αρνητική πρώτη εντύπωση) δεν υπάρχει η επιλογή της εφέσεως (δεύτερη ευκαιρία), είμαστε εγκλωβισμένοι στο τι λέει και τι θα πει ο κόσμος για εμάς. Να και μια φορά που η αρνησιδικία είναι επιθυμητή.
Άλλοι ακόλουθοι του προαναφερθέντως πρωτόγονου δόγματος είναι και οι αποκαλούμενοι γιαλόμες. Είναι τα άτομα που δέχονται τα δόγματα της μοντέρνας ψυχανΑΛΗΤΙΚΗΣ (με την αρνητική σημασία της λέξης «αλήτης») θρησκείας, πιστοί του Φρόυδ, του Άδλερ, του Γιαλόμ και τα λοιπά. Ειδήμονες στο να αναλύουν συμπεριφορές, να διαβάζουν πρόσωπα, να προσάπτουν στον καθένα (ακόμα και στον εαυτό τους) ψυχικές διαταραχές. Για όλα φταίει το ανεξέλεγκτο υποσυνείδητο, το νέο προπατορικό αμάρτημα, κι όχι η συνείδηση και βούλησή μας. Είναι ακόλουθοι της νέας θρησκείας που ασπάζεται τον πολυπόθητο τίτλο της επιστήμης βασιζόμενη σε εμπειρικές μελέτες πάνω σε απειροελάχιστο αριθμό ανθρώπων και δειγματοληπτικούς ελέγχους, και πλέον αυθαίρετα ορίζει τι είναι αληθινό, τι είμαστε, πως πρέπει να δράσουμε, τι να πιστέψουμε. Χρησιμοποιούν κι αυτοί την προπαγάνδα των προτύπων (Οιδίποδας, Ιοκάστη, Ηλέκτρα, κάλτσα) που εξετάσαμε προηγουμένως, χαρακτηρίζουν το φυσικό ως ανώμαλο και το ανώμαλο ως φυσικό, και δεν γνωρίζουμε αν η ευρεία διάδοση κάθε λογής ψυχιατρικών και ψυχολογικών βιβλίων τον τελευταίο μισό αιώνα είχε άμεση ή έμεση σχέση με την εμφάνιση ανάλογων ψυχολογικών προβλημάτων (οι πόλεις έχουν μετατραπεί σε ζούγκλες) και κρουσμάτων ανωμαλιών (παιδεραστίες, ομοφυλοφιλίες, κ.τ.λ.). Όπως είναι ξεκάθαρο, αυτά τα άτομα είναι που διαιωνίζουν και δίνουν «επιστημονικό» υπόβαθρο σε έννοιες όπως η «πρώτη εντύπωση». Ακόλουθοι της ψυχαναλητικής ιδεολογίας είναι και οι σημερινοί δουλέμποροι και δουλαποδόχοι (τι δουλεία, τι δουλειά), κατ’ ευφημισμόν εργοδότες, οι οποίοι μέσω των τυπικών κι επιφανειακών συνεντεύξεων και γενικά διαδικασίας πρόσληψης προσωπικού (βλέπε δούλοι) προσπαθούν να εντοπίσουν τον ιδανικό υποψήφιο για μια θέση εργασίας: Μηδενίζουν τον υποψήφιο, αγνοούν το βάθος του χαρακτήρα του, αναλώνονται μόνο σε αυτά που αναγνωρίζουν και απορρίπτουν το διαφορετικό. Κι όποιος δεν είναι φίλος της διαφορετικότητας δεν εξελίσσεται: Αν η φύση δεν επέτρεπε την δημιουργικότητα της διαφορετικότητας τότε ποτέ δεν θα εξελισσόταν, ποτέ δεν θα είχε εμφανιστεί ο άνθρωπος.
Φυσικά, είναι αρκετά πιθανό να μπορεί να σχηματίσει κάποιος χωρίς κόπο μια ορθή πρώτη εντύπωση για ένα πρόσωπο που δεν θα αποδειχθεί λανθασμένη, βασιζόμενος σε οφθαλμοφανή στοιχεία κι εμπειρίες/προλήψεις, αλλά δεν γίνεται να το αναγάγει αυτό ούτε σε επιστήμη ούτε σε χάρισμα, είναι θέμα γνώσεων αλλά και τύχης. Αν ήταν επιστήμη τότε θα μπορούσαμε να σώσουμε κι όλους εκείνους τους καημένους που έπεσαν και πέφτουν από τα σύννεφα εξ αιτίας της άγνοιάς τους για πτυχές της ζωής κοντινών τους προσώπων. Από τότε που τα περί ψυχής θέματα αποκόπηκαν από τη θεματογραφία των φιλοσόφων (από τότε δηλαδή που εξαλείφθηκαν οι τελευταίοι) παρουσιάζουν μια αντιεπιστημονική υφή κι έδωσαν τη δυνατότητα σε επιτήδειους να προωθήσουν την προπαγάνδα τους, όπως κάνανε και με τις θρησκείες. Κι αν η «πρώτη εντύπωση» όντως ήταν κάτι το τόσο σημαντικό και αξιόλογο, πιστεύω ότι ο σοφός λαός θα την είχε ήδη τιμήσει δίνοντάς της ένα πιο συγκεκριμένο, μονολεκτικό και περιεκτικό όνομα και δεν θα άφηνε υπονοούμενη μια επικείμενη δεύτερη, τρίτη, κ.ο.κ. εντύπωση.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχάσουμε εκείνους τους ανθρώπους που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τα πορίσματα των πρώτων εντυπώσεων πιστεύοντας ότι έχουν μια γνώση εκ των προτέρων (a priori, ουρανοκατέβατη γνώση δηλαδή), ένα προαίσθημα περί του εξεταζόμενου αντικειμένου που σχετίζεται με την εποπτεία, όπως θα πίστευε κι ένας μοιρολάτρης Στωικός. Ο Καντ πιστεύει «...ότι ο νους δεν μπορεί να πετύχει a priori τίποτε περισσότερο από το να συλλαμβάνει κατά πρόληψη τη μορφή μιας δυνατής εμπειρίας εν γένει... », δηλαδή ότι η πρώτη εντύπωση μπορεί να σχηματίζεται από τις αισθήσεις όχι μόνο άμεσα αλλά και έμμεσα μέσω των προλήψεων και στη συνέχεια να συνθεθεί μια ολοκληρωμένη εμπειρία. Αυτή τη θέση υποστήριξαν πολύ παλαιότερα οι Επικούρειοι για τους οποίους οι προλήψεις είναι παραστάσεις/έννοιες/ιδέες που γεννήθηκαν από τις εντυπώσεις και «τυπώθηκαν» στη μνήμη, είναι έτοιμες για ανάκτηση με τη βοήθεια του νου, εκφράζονται στην απλή γλώσσα των αισθήσεων κι η αξιοπιστία τους εξαρτάται από την καθαρότητα τους (ενάργεια όπως την ονομάζει ο Επίκουρος). Μια θεώρηση που δέχεται την εξ αποκαλύψεως απόκτηση γνώσης και μηχανισμών σκέψης είναι τελείως μηδενιστική αφού απορρίπτει κάθε μορφή διαλόγου, την ατομική σκέψη, τα λογικά επιχειρήματα, την αντικειμενική αλήθεια, ακόμα και την πίστη (αφού υπάρχει βέβαιη γνώση είναι περιττή).
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που βλέπουμε, ό,τι και να είναι, είναι αληθινό, η πρώτη εντύπωση είναι αληθινή ανεξαρτήτως του περιεχόμενού της. Το μοναδικό κριτήριο της αλήθειας, του τι είναι πραγματικό, είναι οι αισθήσεις. Η μεταβλητότητα του γίγνεσθαι είναι αυτή που μεταβάλλει τις εντυπώσεις, δεν είναι μόνιμες και δεν υπάρχει κάποιος σοβαρός και φυσικός λόγος να είναι. Και το «φαίνεσθαι» και το «είναι» απευθύνονται στα ορατά, δεν αφορούν τα νοητά, όλα γύρω από τα αισθητά περιστρέφονται. Οι αισθήσεις αποτελούν μεν απλά ερεθίσματα, μηνύματα προκαλούμενα από τα αντικείμενα, των οποίων την επεξεργασία έχει αναλάβει ο νους ώστε να μπορέσουμε να τα λάβουμε, αποδομήσουμε, ερμηνεύσουμε, συνθέσουμε, κρίνουμε, και τελικά να γνωρίσουμε την ουσία των πραγμάτων, αλλά η ύπαρξή τους είναι αναγκαία προϋπόθεση για την παραγωγή γνώσης και κριτικής σκέψης. Η παραγόμενη όμως γνώση και κρίση μπορεί να είναι λανθασμένες αλλά αυτό οφείλεται καθαρά σε πρόβλημα του μηχανισμού που μόλις περιγράφθηκε, για αυτό και υπάρχουν οι διάφορες δοξασίες. Η συσσωρευμένη εμπειρία με τη βοήθεια του νου πρέπει να διαπιστώσει την καθαρότητα των παραστάσεων και προλήψεων ώστε να μην οδηγηθεί σε πλάνη, χωρίς ωστόσο να αγνοεί και τις άμεσες αισθήσεις όπως κάνουν αρκετοί ιδεαλιστές φιλόσοφοι, αφού ο ίδιος ο νους αναπτύσσεται βάσει των ερεθισμάτων που δέχεται από αυτές και που επεξεργάζεται στη συνέχεια.
Προσπαθώντας να καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα, είναι φανερό από τα όσα μέχρι τώρα έχουν λεχθεί ότι το πρόβλημα της «πρώτης εντύπωσης» είναι απλό αλλά το έχουμε κάνει περίπλοκο. Η πραγματική ανθρώπινη λογική (όπου λογική, η συσσωρευμένη γνώση από τις αισθήσεις, αισθησιοκρατική λογική κι όχι εξ αποκαλύψεως) δεν πρέπει να είναι επιφανειακή και να αναλώνεται στην διατύπωση απλών πληροφοριών, ούτε να συμβιβάζεται κι ούτε να βιάζεται (και με τις δύο σημασίες της λέξεως). Για να διακρίνουμε την αλήθεια από την πλάνη δεν πρέπει να επικεντρωνόμαστε σε εντυπωσιασμούς κι εκλάμψεις, ο σεβασμός κι αποδοχή των αισθήσεων μαζί με τη συστηματική καλλιέργεια του νου είναι η οδός που θα μας οδηγήσει σε ανώτερα επίπεδα ανθρώπινης ζωής. Σεβασμός στις αισθήσεις δεν σημαίνει τυφλή υπακοή σε αυτές, αυξημένη παρατηρητικότητα και ανεπτυγμένη κριτική ικανότητα απαιτείται. Ακόμη, δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αμφισβητούμε κάποιες φορές παραμένοντας όμως ταυτόχρονα νηφάλιοι («νήφε και μέμνησο απιστεί» έλεγαν οι πραγματικοί μας πρόγονοι), να βλέπουμε την πραγματικότητα από διαφορετικές οπτικές γωνίες, να είμαστε εσωτερικοί κι εξωτερικοί παρατηρητές, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται και η αντικειμενικότητα της κρίσης μας. Αυτή η στάση αποτελεί έναν πολύ πιο αποτελεσματικό μηχανισμό άμυνας από την «πρώτη εντύπωση» που ταυτόχρονα είναι και δημιουργικός.
Επειδή στο σημείο αυτό φαίνεται πως έχει ανατράπει κάθε λογικό επιχείρημα υπέρ της αντικειμενικότητας της «πρώτης εντύπωσης», παραβάλλεται παρακάτω μια νέα φράση που θα γλυκάνει τους δυσαρεστημένους δογματόφιλους: «Δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία για μια πρώτη εντύπωση. Υπάρχει όμως ευκαιρία για μια δεύτερη εντύπωση». Εκτός τούτου, φρονώ ότι το τέλος πρέπει να καταστραφεί.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Επίκουρος - Ηθική, Εξάντας, Αθήνα 1991
Θεοδωρίδη Χ., Επίκουρος - Η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1981
Παπανούτσου Ε. Π., Ψυχολογία, Εκδόσεις Δωδώνη, τρίτη έκδοση, Αθήνα 1972
Χιούμ Ντέιβιντ, Ο άνθρωπος και η εμπειρία, Εκδόσεις Αναγνωστίδη
--------------------
Ο πίνακας ανήκει στον Claude Monet (Κλωντ Μονέ), φέρει τον τίτλο «Impression, soleil levant» (Εντύπωση, ανατολή ηλίου) και θεωρείται ότι το καλλιτεχνικό ρεύμα του Ιμπρεσιονισμού οφείλει την ονομασία του στον πίνακα αυτόν.

Ο Πάπυρος από το Δερβένι της Θεσσαλονίκης. Το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης αναγεννήθηκε από την τέφρα του



ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Ο Πάπυρος από το Δερβένι της Θεσσαλονίκης. Το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης αναγεννήθηκε από την τέφρα τουΟ Πάπυρος από το Δερβένι της Θεσσαλονίκης
Το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης αναγεννήθηκε από την τέφρα του.
Ο «Πάπυρος από το Δερβένι» είναι ένας αρχαίος πάπυρος – μοναδικός στο είδος του. Το κείμενο που περιέχει είναι μια φιλοσοφική και αλληγορική ερμηνεία ενός Ορφικού ποιήματος που ασχολείται με την θεογονία (τη γέννηση των θεών) και φαίνεται να προέρχεται από τη φιλοσοφική τάση που έκφραζε μια πιο «φιλοσοφημένη» τάση ανάμεσα στους Ορφικούς, ή ίσως ο Αναξαγόρας, αν και οι «υποψήφιοι» συγγραφείς του είναι πολλοί.
Γράφτηκε στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου – στην εποχή του Περικλή, του Σωκράτη και του Πλάτωνα! Ενώ τάφηκε μαζί με τον ιδιοκτήτη του πάπυρου κάπου εκατό χρόνια αργότερα, στα χρόνια του Φίλιππου της Μακεδονίας, του Αλέξανδρου και του Αριστοτέλη! Αυτό σημαίνει ότι είναι το παλαιότερο Ελληνικό, Ευρωπαϊκό και γενικά «δυτικό» χειρόγραφο (σε φθαρτό υλικό) που έχει βρεθεί.

Ο Πάπυρος από το Δερβένι, βρέθήκε το 1962 στο Δερβένι της Θεσσαλονίκης, σ’ ένα σημείο όπου βρέθηκαν αρκετοί τάφοι κοντά στην αρχαία πόλη Λητή (εκείνα τα χρόνια η Θεσσαλονίκη δεν είχε «χτιστεί» ακόμα). Ανακαλύφθηκε μισοκαμένος ανάμεσα στις στάχτες κάποιας αρχαίας νεκρικής πυράς στον τάφο ενός ευγενούς. Ο τάφος χρονολογείται από το τρίτο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα, γύρω στο 330 π.Χ. δηλαδή, στα χρόνια όπου ο Αλέξανδρος ξεκινούσε για την Ανατολή. Ο ίδιος ο πάπυρος όμως δεν ήταν καινούργιος όταν κάηκε. Πρέπει το κείμενό του να γράφτηκε εκατό χρόνια νωρίτερα, τον 5ο π.Χ. τον «χρυσό αιώνα» της κλασικής Ελληνικής αρχαιότητας, γύρω στο 420 π.Χ., όταν ακόμα ζούσαν ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και οι άλλοι.
Είναι μοναδικός γιατί αποτελεί το παλαιότερο Ελληνικό κείμενο που έχει βρεθεί. Το κλίμα της Ελλάδας δεν ευνοεί την διατήρηση παπύρων. Κι έτσι, αντίθετα από την Αίγυπτο, στην οποία έχει ανακαλυφθεί πλήθος παπύρων από την αρχαιότητα, στην Ελλάδα δεν έχει βρεθεί κανένας πάπυρος τόσο παλιός. Ο «Πάπυρος από το Δερβένι» στάθηκε «τυχερός» σ’ αυτό. Η φωτιά η οποία κόντεψε να τον κάψει βοήθησε στο να διατηρηθεί μέχρι σήμερα! Ήταν μισοκαμένος από τη νεκρική πυρά. Κάτι που μπορεί σήμερα να μας δυσκολεύει στην ανάγνωσή του, αλλά χάρη σ’ αυτό το κάψιμο χρωστά με το ότι δεν καταστράφηκε από το χρόνο.

Οι τάφοι του Δερβενίου
http://1.bp.blogspot.com/_SCi35BUfhw4/SbV7IM4Jk7I/AAAAAAAAApk/u5FQGrs6ZcU/s400/derveni-1.jpg http://www.artofwise.gr/pictures/image002jsf.jpg
Αργυρός κάδος και χρυσό δοχείο από το νεκροταφείο του Δερβενίου

Έξι τάφοι, κιβωτιόσχημοι, λακκοειδείς και ένας κτιστός μακεδονικός, αποκαλύφθηκαν τυχαία το 1962 στην περιοχή του Δερβενίου, 10 χλμ. ΒΔ της Θεσσαλονίκης. Μερικοί από αυτούς βρέθηκαν ασύλητοι. Περιείχαν ανδρικές και γυναικείες καύσεις και ταφές πλούσια κτερισμένες και χρονολογούνται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. Τα κτερίσματα περιλαμβάνουν πολυτελή μεταλλικά, πήλινα και γυάλινα αγγεία, χρυσά κοσμήματα, σιδερένια όπλα και χάλκινες στλεγγίδες.
http://4.bp.blogspot.com/_SCi35BUfhw4/SbV7VMO0X3I/AAAAAAAAAp0/l1T95sSP2k4/s400/derveni-3.jpg
Άποψη κιβωτιόσχημου τάφου

Τάφος Α: κιβωτιόσχημος. Περιείχε έναν εντυπωσιακό χάλκινο κρατήρα με την τέφρα του νεκρού, χρυσό στεφάνι, μερικά ακόμη χάλκινα σκεύη και σιδερένιες αιχμές. ΄Ενας πάπυρος με ορφικό κείμενο βρέθηκε καμένος, στην παχειά στρώση στάχτης, που μεταφέρθηκε από την πυρά και απλώθηκε στις καλυπτήριες πλάκες του τάφου.
http://1.bp.blogspot.com/_SCi35BUfhw4/SbV7NM9pg-I/AAAAAAAAAps/5rquj1yJbaE/s400/derveni-2.jpg
Άποψη τάφου

Τάφος B: εντυπωσιακός σε μέγεθος και πιο πλούσια κτερισμένος, ο κιβωτιόσχημος αυτός τάφος, κατασκευάστηκε προκειμένου να δεχτεί την τέφρα ενός άνδρα και μιας νεαρής γυναίκας. Ως τεφροδόχο αγγείο χρησιμοποιήθηκε ο μοναδικός στην ιστορία της τέχνης χάλκινος κρατήρας με τις διονυσιακές παραστάσεις. Στον τάφο βρέθηκαν ακόμη είκοσι αργυρά σκεύη, μαζί με πολλά χάλκινα και αλαβάστρινα αγγεία, κεραμικά αντικείμενα, σιδερένια όπλα και τμήματα δερμάτινου θώρακα. Μεταξύ των άλλων ευρημάτων περιλαμβάνονται ένα ζεύγος χάλκινων περικνημίδων και ένα χρυσό τριώβολο του Φιλίππου Β'.

Νεότερες αρχαιολογικές έρευνες στον ίδιο χώρο αποκάλυψαν και άλλα σημαντικά ταφικά μνημεία.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΕΣΗ ΕΩΣ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ

Είναι γνωστή η δυστοκία που υπάρχει στη δημοσίευση ανασκαφών. Ετσι η εμφάνιση του βιβλίου αυτού, που αφορά μια ανασκαφή που έγινε πριν από 35 ολόκληρα χρόνια, δεν μπορεί παρά να χαροποιεί τους αρχαιολόγους και ιδιαίτερα αυτούς της Κλασικής Αρχαιολογίας. Πολύ περισσότερο που αυτή σχετίζεται με μια σημαντική περίοδο της ιστορίας της Μακεδονίας, στα χρόνια αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν η Πέλλα ήταν η πρωτεύουσα μιας κοσμοκρατορίας. Στις αρχές του 1962 εργασίες διαπλάτυνσης της οδού Θεσσαλονίκης - Λαγκαδά, 9,5 χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, έφεραν στο φως επτά τάφους, πέντε κιβωτιόσχημους, έναν λακκοειδή και έναν μονοθάλαμο, μακεδονικού τύπου. Οι τάφοι αυτοί πρέπει να σχετίζονται με μια σημαντική αρχαία πόλη, τη Λητή, που βρισκόταν κοντά στο σημερινό Δερβένι και η οποία από τα αρχαϊκά χρόνια συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους πιο σημαντικούς οικισμούς της περιοχής. Ορισμένοι από τους τάφους αυτούς ήταν πλουσιότατα κτερισμένοι ενώ δύο είχαν ήδη εντοπιστεί από αρχαιοκάπηλους, οι οποίοι και αφαίρεσαν τα πολυτιμότερα κτερίσματά τους. Τα πιο σημαντικά αντικείμενα από το εύρημα αυτό, όπως μεταλλικά αγγεία και σκεύη, εκτίθενται από καιρό στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, ωστόσο στην αρχαιολογική επιστήμη ήταν πλημμελώς γνωστά, κυρίως από καταλόγους εκθέσεων που έγιναν κατά καιρούς τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μόνον ένας κατάκοσμος, με ανάγλυφες διονυσιακές παραστάσεις, μπρούντζινος κρατήρας, ένα πραγματικά αριστούργημα της αρχαίας ελληνικής τορευτικής, είχε δημοσιευτεί το 1978 από την Ε. Γιούρη. Στους περισσότερους από τους τάφους οι νεκροί είχαν καεί ενώ μόνον σε έναν είχαμε με βεβαιότητα ενταφιασμό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι νεκροί ανήκαν στην ανώτερη τάξη των ευπόρων γαιοκτημόνων, δηλαδή στη μακεδονική αριστοκρατία.



Τα κτερίσματα, σε ορισμένους τουλάχιστον από τους τάφους αυτούς, ήταν πάρα πολλά και μερικά ήταν κατασκευασμένα και από πολύτιμα υλικά, όπως π.χ. από χρυσό, ασήμι και ελεφαντοστό. Είχαμε και ένα σπάνιο για τον ελληνικό χώρο εύρημα, έναν πάπυρο, στον οποίο διασώζεται το παλιότερο ίσως δείγμα ελληνικής γραφής που γνωρίζουμε ως σήμερα πάνω σε ένα τέτοιο υλικό. Δικαίως λοιπόν η ανασκαφή αυτή απασχόλησε όχι μόνον τον ελληνικό αλλά και τον διεθνή Τύπο. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνούμε ότι η αρχαιολογική έρευνα του βορειοελλαδικού χώρου ήταν ως την ανακάλυψη των βασιλικών τάφων της Βεργίνας από τον αείμνηστο Μαν. Ανδρόνικο το 1977 εντελώς περιορισμένη και επομένως ευρήματα όπως τα παραπάνω ήταν για την εποχή τους εντελώς πρωτόγνωρα για τη μακεδονική γη.
Στην αρχή του βιβλίου, μετά από έναν σύντομο χαιρετισμό του υπουργού Πολιτισμού και έναν πρόλογο, έχουμε το ιστορικό της ανασκαφής. Μια ανασκαφή που χρωματίστηκε και από ένα δυσάρεστο γεγονός, όταν εργάτης έχασε τη ζωή του καθώς καταπλακώθηκε από τις ογκώδεις καλυπτήριες λιθόπλινθους ενός τάφου. Ακολουθεί η παρουσίαση των τάφων και του περιεχομένου τους με μορφή καταλόγων. Για τους καταλόγους αυτούς, όπου εκτός από τις περιγραφές των κτερισμάτων έχουμε παράθεση βιβλιογραφίας και αναφορών σε παράλληλα ευρήματα, εργάστηκαν η Δ. Ακτσελή (για τα αλάβαστρα), η Δ. Ιγνατιάδου (για τα γυάλινα), η Αικ. Ρωμιοπούλου (για τα ασημένια) και ο Γ. Τουράτσογλου (για την κεραμική, τον οπλισμό, την ιπποσκευή, τα κοσμήματα ενδυμασίας, τα έπιπλα, τις πήλινες προτομές, τα νομίσματα και τα διάφορα μικροαντικείμενα). Για τα χρυσά και τα χάλκινα συνεργάστηκαν οι Γ. Τουράτσογλου και Π. Θέμελης, οι οποίοι ανέλαβαν και τον συντονισμό της όλης προσπάθειας. Ακολουθεί η πραγμάτευση της αρχιτεκτονικής των τάφων, των ταφικών εθίμων, των ίδιων των κτερισμάτων, των εργαστηρίων της τορευτικής από τα οποία προήλθαν τα ευρεθέντα μεταλλικά αγγεία και σκεύη, της χρονολόγησης των τάφων και τέλος έχουμε ένα κεφάλαιο όπου επιχειρείται η ένταξη του όλου ευρήματος στην εποχή του. Το συνθετικό αυτό μέρος του βιβλίου, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, οφείλεται στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης Π. Θέμελη. Μόνο το κεφάλαιο το σχετικό με τα ευρήματα και την εποχή τους το έχει γράψει ο Γ. Τουράτσογλου, διευθυντής του Νομισματικού Μουσείου, ο οποίος μαζί με τον Π. Θέμελη έχουν συνεργαστεί και στο κεφάλαιο της χρονολόγησης. Η περίληψη στα αγγλικά που ακολουθεί είναι στην πραγματικότητα η μετάφραση όλου του συνθετικού τμήματος του βιβλίου. Τέλος έχουμε τα ευρετήρια και μια πλούσια εικονογράφηση.
Είναι, θα έλεγα, αυτονόητο ότι η δημοσίευση μιας ανασκαφής, αν δεν γίνει από τον ανασκαφέα της, είναι ελλιπής και στερεί από την επιστήμη πολλές πληροφορίες. Στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα κάπως διορθώνονται καθώς ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου αυτού, ο Π. Θέμελης, έτυχε να πάρει μέρος στη σημαντική αυτή ανασκαφή πριν από 35 χρόνια, ως έκτακτος επιστημονικός βοηθός. Σε δικά του ημερολόγια και σχέδια, όπως και σε ανάλογα των Γ. Μάντζιου και Ε. Μαυρομμάτη, που επίσης συμμετείχαν στην ανασκαφική έρευνα, βασίστηκε η δημοσίευση αυτή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με το βιβλίο αυτό οι πληροφορίες μας για τη Μακεδονία στους χρόνους αμέσως μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου έγιναν πιο πλούσιες. Ιδιαίτερα εμπλουτίστηκαν οι γνώσεις μας για τα εργαστήρια της τορευτικής που παρήγαγαν τα θαυμάσια μεταλλικά αγγεία και σκεύη των τάφων. Τα περισσότερα από τα εργαστήρια αυτά, κατά την άποψή μου, θα πρέπει να εργάζονταν στην ίδια την πρωτεύουσα των Μακεδόνων, την Πέλλα, της οποίας ο Γ. Οικονόμος, σχεδόν αμέσως μετά την ενσωμάτωση της Μακεδονίας στον εθνικό κορμό, άρχισε την ανασκαφική έρευνα.
http://www.apodimos.com/arthra/06/Jun/KASTORIA_NEOLITHIKH_EPOXH_KAI_TO_ARXAIOTERO_ELLHNIKO_BIBLIO/index_files/image008.jpg
Ο πάπυρος του Δερβενίου χρονολογείται στον 4ον π.Χ αιώνα και πιθανόν να αφορά φιλοσοφική πραγματεία του Αναξαγόρα

Σίγουρα μεγάλη συζήτηση θα προκαλέσει η άποψη των συγγραφέων ότι η χρονολόγηση των τάφων του Δερβενίου στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., στα χρόνια δηλαδή του Κασσάνδρου, συμπαρασύρει και όλα τα ανάλογα ευρήματα που γνωρίζουμε από τον χώρο της Μακεδονίας ως προς τη χρονολόγησή τους. Και ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγουν και τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας, στις αρχαίες Αιγές. Πράγματι «ρευστό χρήμα (αλλά και πολύτιμα σκεύη, κοσμήματα και άλλα τιμαλφή) εισέρρευσε στη Μακεδονία από την ασιατική περιπέτεια μόνο στο διάστημα από τα μέσα της δεκαετίας του 330/20 π.Χ. ως το πολύ και το τέλος της πρώτης πενταετίας μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου». Ωστόσο η χρονολόγηση όλων των μακεδονικών τάφων στη μετά τον Αλέξανδρο εποχή, με βάση τις ως τώρα γνώσεις μας, είναι κάτι που ξαφνιάζει. Οπωσδήποτε στο σημείο αυτό απαιτείται μια πιο τεκμηριωμένη έρευνα.
Με το φροντισμένο, από εκδοτική άποψη, αυτό βιβλίο, το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων συμμετείχε στον εορτασμό της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 1997. Οσοι συνέβαλαν ώστε αυτό να δει το φως της δημοσιότητας και κυρίως οι συγγραφείς πρέπει να αισθάνονται ικανοποιημένοι για το έργο που επετέλεσαν. Οι τελευταίοι ανέλαβαν να βγάλουν «τα κάστανα από τη φωτιά» και το έκαναν με επιτυχία. Εκαναν προσιτό στην αρχαιολογική επιστήμη ένα ιδιαίτερα σημαντικό, όσο και ξεχασμένο, υλικό και με σαφήνεια μας έδωσαν όλες σχεδόν τις πληροφορίες που μπορούσαν να μας δώσουν. Η δημοσίευση αυτή, χωρίς αμφιβολία, με τις συζητήσεις που θα προκαλέσει, θα συμβάλει σημαντικά στην προώθηση της αρχαιολογικής και γενικότερα ιστορικής έρευνας στον χώρο της Μακεδονίας των τελευταίων δεκαετιών του 4ου αι. π.Χ.


Η αλληγορική γέννηση του Σύμπαντος - Πάπυρος Δερβενιου

Την αλληγορία της εξέλιξης του σύμπαντος εμπεριέχει ο περίφημος πάπυρος του Δερβενίου(φωτογραφία), το οποίο είναι το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης.

Οι συγγραφείς της πρώτης πλήρους έκδοσης κειμένου του «Ελληνικού κώδικα», καθηγητές, Κυριάκος Τσαντσανόγλου, Θεόκριτος Κουρεμένος και Γιώργος Παράσογλου,
Για τη σημασία του Παπύρου θα μιλήσαν ακόμη οι καθηγητές των πανεπιστημίων του Κέμπριτζ, Ρίτσαρντ Χάντερ, της Γένοβας Φράνκο Μοντανάρι και του Χάρβαρντ, Γκρέκορι Νάγκι, ο οποίος είναι και ο διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών της Ουάσιγκτον.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το κείμενο είναι γραμμένο στην Ιωνική διάλεκτο με αρκετές δόσεις της αντίστοιχης Αττικής και χρονολογήθηκε στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.
Τον πάπυρο, όμως, φαίνεται ότι αντέγραψε ένας γραφέας του τελευταίου τετάρτου του 4ου αιώνα π.Χ.
Ο συγγραφέας αναφέρεται σε όσους δεν πιστεύουν στα δεινά, που πρόκειται να αντιμετωπίσουν μεταθανάτια οι ίδιοι.
Περιγράφει, δε, τις θυσίες και τις σπονδές, που γινόταν στις Ερινύες και στις Ευμενίδες, τις οποίες θεωρεί ο ίδιος σαν τις αναρίθμητες ψυχές των νεκρών.
Στο κείμενο περιγράφεται πως οι οντότητες αυτές δεν τιμωρούν μόνο τα ανομήματα των ανθρώπων, αλλά τιμωρούν και κάθε παραβίαση των φυσικών νόμων του Σύμπαντος.
«Απευθύνομαι σε όσους αντιλαμβάνονται, οι αμύητοι να βάλουν πόρτες στ’ αυτιά τους», αναφέρει σιβυλλικά ο συγγραφέας, που φαίνεται πως αναφέρεται σε έναν μυστικό κώδικα, τον οποίο μόνο ο ίδιος μπορεί να αποκρυπτογραφήσει.
Στο κείμενο εξιστορείται ότι ο Δίας πήρε τη βασιλεία από τον πατέρα του Κρόνο, που κι αυτός κάθισε βίαια στον θρόνο τον πατέρα του, Ουρανό. Ο Δίας ως απόλυτος άρχοντας καταπίνει το σύμπαν, το οποίο έβγαλε ξανά από το στόμα.
Τότε ο Δίας αναδημιούργησε το σύμπαν στη μορφή, που έχει σήμερα. Ο συγγραφέας ερμηνεύει τον ορφικό ύμνο προς τον κυβερνήτη των πάντων, Δία, ως μία αλληγορία της εξέλιξης του Σύμπαντος, που μεταβλήθηκε από μία αρχική υπέρθερμη – χαοτική κατάσταση σε έναν κόσμο, καθώς και σε ένα εύτακτο σύστημα.
Στον πάπυρο αναφέρεται πως όλα όσα υπάρχουν σήμερα στο σύμπιαν απαρτίζονται από μικροσκοπικά σωματίδια (τα όντα), τα οποία δεν δημιουργήθηκαν σε κάποια στιγμή από κάποιο δημιουργό, αλλά πάντοτε υπήρχαν.

Ωστόσο, παρακάτω επισημαίνεται ότι τα όντα ήταν αναμεμειγμένα και αιωρούνταν μέσα στον αέρα που τα περιέκλειε και διέθετε νόηση ( τον Νουν).

Ο Νουν, λοιπόν, όρισε το πώς πρέπει να δημιουργηθεί το σύμπαν , αφού αντιλήφθηκε ότι η θερμότητα είναι αυτή, που δεν αφήνει τα όντα να συσταθούν και να συμπαγούν!

Έτσι, απομάκρυνε ένα μεγάλο αριθμό πύρινων σωματιδίων και δημιούργησε τον Ήλιο.

Τότε τα υπόλοιπα σωματίδια συγκρούστηκαν το ένα με το άλλο, μέχρις ότου ήρθαν σε επαφή τα όμοια όντα, τα οποία προκάλεσαν τη συνένωσή τους!

Το αποτέλεσμα ήταν τότε να δημιουργηθούν τα νυν όντα, τα οποία είναι όσα βλέπουμε στο τωρινό σύμπαν!

Ο συγγραφέας θεωρεί πως ο αήρ- Νους ποτέ δεν γεννήθηκε, αλλά υπήρχε πάντοτε και πιστεύει ότι πάντοτε υπήρχαν τα όντα και θα υφίστανται εσαεί.

Σύμφωνα με τον ίδιο, τα όντα βρίσκονται μέσα στον Νουν, ο οποίος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος αυτών.

Ποιος, όμως είναι ο συγγραφέας του «Ελληνικού Κώδικα»; Οι ειδικοί εξέφρασαν διάφορες απόψεις κατά καιρούς.

Μεταξύ άλλων προτάθηκαν ο «άθεος» Διαγόρας της Μήλου και ο θεολογικός Ευθύφρων του ομώνυμου Πλατωνικού κειμένου.

Οι μελετητές της πρώτης ολοκληρωμένης έκδοσης πιστεύουν ότι το κείμενο τελειώνει απότομα και εκτιμούν πως η συγκεκριμένη πραγματεία εκτεινόταν πιθανότατα σε περισσότερους κυλίνδρους, οι οποίοι μπορεί να κάηκαν στην ταφική πυρά.

Εντούτοις, οι επιστήμονες δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να μην κάηκαν οι άλλοι κύλινδροι.
Ο Πάπυρος από το Δερβένι
http://www.artofwise.gr/pictures/image001jsd.jpg

Ένα προκλητικό αρχαίο κείμενο λύνει την σιωπή των Ορφικών και παρουσιάζει την «μυστηριακή» αρχαία Ελλάδα με τρόπο που ίσως να μην περιμέναμε!
«... αλλά ο Ορφέας δεν ήθελε να τους πει ελκυστικά αινίγματα αλλά κοσμοϊστορικά πράγματα μέσα από αινίγματα...» Πάπυρος από το Δερβένι, στήλη 7

Το αρχαίο Ελληνικό κείμενο

]ων []
[ ]μετα.[ ]..ουναι []
[ ].ίνεται[ ]α τῆς τύχης γὰ[ρ]
[ λα]μμανε [.]αρ ουτ[..... ...].δε κόσμος []
[ ].ησασ.οτοσμ.[..... ....]τα κοινὰ []
[ ].έστατα [ὅ]σος περὶ κε.[....] λόγωι λέγων []
[ ]. οὐ κατὰ φύσιν ἀνθρω[πηίου] εὖρος ποδὸς []
[ ]. οὐχ ὑπερβάλλων .ι.[.... ὅ]ρους ε[]
[εἰ δὲ μ]ή, ᾽Ερινύε[ς] νιν ἐξευρήσο[υσι]
[ ὑπερ]βατὸμ ποῆι κ[]
[ ].θυο[]
[ ].στει..σ.[]
[ ]α τὰ κοινὰ ῥ[]
[ ]υπε.ειν.[]
[ ]...[.].σ[ ]οσ.[]
[ ].γ γίνετα[ι δὲ σε]μνὸν []
[ ].η ἐξώλεα[ς σφᾶ]ς ποήσειν[]
[ δ]αίμονες οἳ κάτω [εἰ]σὶγ καὶ τ[ούτων ᾽Ε]ρινύες·
εἰσὶ δὲ θεῶν ὑπηρέται καὶ ἀνθρώ[πους κολά]ζουσι·
ὅσαι δὲ εἰσὶν ὅπωσπερ ἄρισται ἁμαρτη[μάτων ποῖ]να[ι,]
ἐκ τοῦ[δ᾽] αἰτίην [ἴσ]χουσ[ι τὰ] κάλλισ[τα]
[ π]οιοῦσι .[.].[ ]μέχρι ὁ ν[οῦς]
[ συ]νετ[ώτερος] γίνητ[αι]
[ ]ναστ[] χρη[στη]ριαζομ[]
Col. 1

χρη[σ]τηριαζον[]
αὐτοῖς παριμε..[.... μα]ντεῖον ἐπε.[]
τῶμ μαντευομέν[ων ἕν]εκεν εἰ θεμι[]
....ιδουδεινα τί ἀ[πισ]τοῦσι, οὐ γινώσ[κοντες τὰ ἐνύ]πνια
....τῶν ἄλλωμ πρ[α]γμάτων ἑκαστ[..... .....]ν ἂν
[.].[.].δειγμάτωμ π[ι]στεύοιεν ὑπὸ .[ ]
καὶ [τ]ῆς ἄλλης ἡδον[ῆ]ς νενικημέ[νοι ]σιν
[.... π]ιστεύουσι α[.]στιν δε...[ ]
[ ].θάνωσι μ[η.]ε γινώ[σ]κωσ[ι]
[..... ....].[.]ι καὶ θυσ[ί]α μ[....]..υσι..[] Col. 2

ε[..... ...].μα..ν δύν[.]ται δαίμονας ελ.[]
ρ.[..... ..].ς μεθιστάναι. δαίμονες εμπο[]
ψ[υχ..... .].οι τὴν θυσ[ίαν] τούτου ἔνεκεν []
οἱ μ[ύστα]ι ὡ[σ]περεὶ ποινὴ[ν] ἀποδιδόντες τοιδε[ ]
ἱεροῖ[ς] ἐπισπένδουσιν ὕ[δω]ρ καὶ γάλα, ἐξ ὧμπερ καὶ τὰς
χοὰς ποιοῦσι. ἀνάριθμα [καὶ] πολυόμφαλα τὰ πόπανα
θύουσιν ὅτι καὶ αἱ ψυχα[ὶ ἀνά]ριθμο[ί ε]ἰσι. μύσται
Εὐμενίσι προθύουσι κ[....].υ.α.[ ]αγοις· Εὐμενίδες γὰρ
ψυχαί [εἰ]σιν, ὧν ἕνεκ[εν ..... ..... ...]α θεοῖς θύειν
.....ιον πρότερον [..... ..... ....]ισγ[.....]ται
[.....]τεκαι....[ ]οι
[ ]λι[]
[ ].η καὶ θεμ[ι]τὰ λεγο[..... ..... .].ο γὰρ Col. 3

[ ]αι εἰπεῖν οὐχ οἷόν τ[ε ..... .... ὀ]νομάτων
[(τ)άπο]ρρηθέντα. ἔστι δε.[..... ...] πόησις
[ αἰνιγμ] ατώδης [..]. [.....]σαυτ.
[ ].κε θεὰς λέγειν [.. αἰν]ιγματωδῶ[ς]
[ ]αι μὲν οὖγ καὶ .[....]ο πρώτου
[ ]του ῥήματος ὥ[σπερ] καὶ ἐν τῶι
[ θ]ύρας γὰρ ἐπιθέ[σθαι κελ]εύσας τοὺς[ βεβήλους]
[ ]...ειμ φ.[.....] πολλοῖς
[ ]ν ἀκοὴν [..... .]ντας ...[]
[ ].ει.[..] []
[..... ....δ]εδήλω[ται ἐν τῶιδ]ε τῶι ἔπ[ει]· Col. 4

[ο]ἳ Διὸς ἐξεγένοντο [ὑπερμεν]έος βασιλῆος.
ὅπως δ᾽ ἄρχεται ἐν το[ῖσδε δη]λοῖ·
Ζεὺς μὲν ἐπεὶ δὴ [πατρὸς ὲο]ῦ πάρα θέ[σ]φατον ἀρχὴν
[ἀ]λκήν τ᾿ ἐγ χείρεσσι ἔ[λ]αβ[εγ κ]αὶ δαίμον[α] κυδρόν.
[τα]ῦτα τὰ ἔπη ὑπερβατά ἐό[ν]τα λανθά[νει],
[..].ιν δὲ ὧδ᾽ ἔχοντα· Ζεὺς μὲν ἐπεὶ τ[ὴν ἀλ]κὴν
[πα]ρὰ πατρὸς ἑοῦ ἔλαβεγ καὶ δαίμονα [κυδρ]όν.
[χρὴ ὧ]δ᾽ ἔχοντα οὐκ ἀκούειν τὸν Ζᾶ[να ..... ..]τει
[..... ..]ες ἀλλὰ τὴν ἀλκὴν λαμβ[αν]
[..... ...]οντα παρὰ θέσφατα δ[]
[..... .....].κ. γὰρ τούτωι μα[]
[..... ..... ἀ]νάγκην νομιζομ[]
[..... ....] καὶ μαθὼν ο.ο...[]
...αιτ.[...].ην οὖν τοῦ ἰσχυρ[ο]τάτου ἐπόη[σεν ] Col. 5

εἶναι ὡσ[περ]εὶ παῖδα πατρός. οἱ δὲ οὐ γινώσκον[τες]
τὰ λεγό[μεν]α δοκοῦσι τὸν Ζᾶνα παρὰ τοῦ αὑτο[ῦ]
πατρὸς [τὴν] ἀλκήν [τε καὶ] τὸν δαίμονα λαμμά[νειν].
γινώσκ[ων] οὖν τὸ [..... .] μεμειγμένον τοῖς
ἄλλοις ὅτι ταράσσοι καὶ κ[ωλ]ύοι τὰ ὄντα συνίστασθαι
διὰ τὴν θάλψιν ἐξαλλασ[σ..]..τε ἱκανόν ἐστιν
ἐξαλλαχθὲμ μὴ κωλύ[ειν τὰ] ὄντα συμπαγῆνα[ι].
ὅσα δ᾽ ἂ[ν] ἁφθῆι ἐπικρα[τεῖται. ἐπικ]ρατηθὲν δὲ μίσγεται
τοῖς ἄλ[λο]ις. ὅτι δ᾽ ἐγ χείρ[εσσιν ἔλαβ]εν ἠινίζετο
ὥσπε[ρ τ]ἆλλα τὰ π[ 14 ].ομεν [....]α
[βε]βαιότατα νοει[ 18 ]ν ἰσχυρός.
ἔφη τὸν Ζᾶνα τ.[ 16 ]ν δαίμονα
[ὡ]σπερεὶ ε[ ἰσχ]υροῦ.
καὶ λέγει[ν· οὐ γ]ὰρ λέ[γ]ειν οἷόν τε μὴ φωνοῦντ[α]. Col. 6

ἐνόμιζε δὲ τὸ αὐτὸν εἶναι τὸ λέγειν τε καὶ φωνεῖν.
λέγειν δὲ καὶ διδάσκειν τὸ αὐτὸ δ[ύ]ναται· οὐ γὰρ
οἷόν τε δι[δ]άσκειν ἄνευ τοῦ λέγειν ὅσα διὰ λόγων
διδάσκετα[ι]. νομίζεται δὲ τὸ διδάσκειν ἐν τῶι
λέγειν εἶν[αι]. οὐ τοίνυν τὸ μὲν διδάσκειν ἐκ τοῦ
λέγειν ἐ[φημί]σθη τὸ δὲ λέγειν ἐκ τοῦ φωνεῖν,
τὸ δ᾽ αὐτὸ[ν δύνα]ται φωνεῖγ καὶ λέγειν καὶ διδάσ[κειν].
οὕτω[ς οὐδὲγ κωλ]ύει πανομφεύουσαγ καὶ [πάντα]
διδά[σκουσαν τὸ αὐτ]ὸ εἶναι.
τροφ[ 13 ].....ι[..].αι ὅτι [ἅ]σσα
ὁ ἥλι[ος 8 ]αύει τα[ῦ]τα ἡ νὺξ τ.[]
σ[ 18 ] ἅσσα ὁ ἥλ[ι]ος .[..]ρ[
] τα[]
[τ]ῆς νυκτός. ἐξ ἀ[δύτοι]ο δ᾽ αὐτὴν [λέγει] χρῆσαι Col. 7

γνώμην ποιού[με]νος ἄδυτον ε[ἶ]ναι τὸ βάθος
τῆς Νυκτός· οὐ γ[ὰρ] δύνει ὥ[σ]περ τὸ φῶς, ἀλλά νιν
ἐν τῶι αὐτῶι μέ[νο]ν αὐγὴ κατα[λ]αμμάνει.
χρῆσαι δὲ καὶ ἀρκέσαι ταὐτὸ [δύ]ναται.
σκέψασθαι δὲ χρὴ ἐφ᾽ ὧι κεῖτα[ι τὸ] ἀρκέσαι
καὶ τὸ χρῆσαι.
χρᾶν τὸνδε τὸν θεὸν νομίζον[τες ἔρ]χονται
[π]ευσόμενοι ἅσσα ποῶσι· τα.[..... ..]ωι λέγει·
[ἡ δὲ] ἔχρησεν ἅπαντα τά οἱ θέ[μις .. .....]αι
[.....].ις ἐδήλωσεν ὅ[τ]ι ο[]
[ 14 ].ονται[]
καὶ ἀφ.[...].· τὸ δ᾽ ἐχόμε[νον ἔπ]ος ὧδ᾽ ἔχει· Col. 8

ὡς α[.... κα]τὰ καλὸν ἕδος νιφόεντος ᾿Ολύμπου.
῎Ολυμπ[ος καὶ χ]ρόνος τὸ αὐτόν· οἱ δὲ δοκοῦντες
῎Ολυμπ[ογ καὶ ο]ὐρανὸν [τ]αὐτὸ εἶναι ἐξαμαρ-
τάν[ουσι]ν, [οὐ γ]ινώσκον[τε]ς ὅτι οὐρανὸν οὐχ οἷόν τε
μακ[ρό]τερον ἢ εὐρύτε[ρο]ν εἶναι, χρόνον δὲ μακρὸν
εἴ τις [ὀνομ]άζο[ι] οὐκ ἂ[ν ἐξα]μαρτάνοι· ὁ δὲ ὅπου μὲν
οὐρανὸν θέ[λοι λέγειν, τὴμ] προσθήκην εὐρὺν
ἐποεῖτο, ὅπου [δὲ ῎Ολυμπον, τοὐ]ναντίον, εὐρὺμ μὲν
οὐδέποτε, μα[κρὸν δέ· νιφόεντα] δὲ φήσας εἶναι
τῆι [δ]υνάμει ε[ 15 ]ι νιφετώδει [ ]
[....] νιφετω[ 15 ]...ονε[]
[.....]αμ[]
Ζεὺς μὲν ἐπεὶ δὴ πατρὸς ἑοῦ πάρα [θέ]σφατ᾿ ἀκούσα[ς]· Col. 9

οὔτε γὰρ τό.ε ἤκουσεν, ἀλλὰ δεδήλω[τ]αι ὅπως
ἤκουσεν, οὔτε ἡ Νὺξ κελεύει. ἀλλὰ δηλοῖ ὧδε λέγων·
αἰδοῖογ κα[τ]έπινεν, ὃς αἰθέρα ἔχθορε πρῶτος.
ὅτι μὲμ πᾶ[σ]αν τὴμ πόησιν περὶ τῶμ πραγμάτων
αἰνίζεται κ[α]θ᾽ ἔπος ἕκαστον ἀνάγκη λέγειν.
ἐν τοῖς α[ἰδοίο]ις ὁρῶν τὴγ γένεσιν τοὺς ἀνθρώπου[ς]
νομίζο[ντας εἶ]ναι τούτωι ἐχρήσατο, ἄνευ δὲ τῶν
αἰδοίων [οὐ γίν]εσθαι, αἰδοίωι εἰκάσας τὸν ἥλιο[ν]·
ἄνε[υ γὰρ τοῦ ἡλίου] τὰ ὄντα τοιαῦτα οὐχ οἷόν [τε]
γ..[ 14 ]ένων τῶν ἐόντων [ ]
πρ[ 14 ] τὸν ἥλιο[μ] πάντα ο[ ]
[ ]...[]
ἐχθόρηι τὸν λαμπρότατόν τε [καὶ λ]ευκό[τ]ατον Col. 10

χωρισθὲν ἀφ᾽ ἑωυτοῦ. τοῦτον οὖν τὸγ Κρόνον
γενέσθαι φησὶν ἐκ τοῦ ῾Ηλίου τῆι Γῆι, ὅτι αἰτίαν ἔσχε
διὰ τὸν ἥλιον κρούεσθαι πρὸς ἄλληλα.
διὰ τοῦτο λέγει· ὃς μέγ᾿ ἔρεξεν. τὸ δ᾽ ἐπὶ τούτωι·
Οὐρανὸς Εὐφρονίδης, ὃς πρώτιστος βασίλευσεν,
κρούοντα τὸν Νοῦμ πρὸς ἄλληλ[α] Κρόνον ὀνομάσας
μέγα ῥέξαι φησὶ τὸν Οὐρανόν· ἀ[φα]ιρεθῆναι γὰρ
τὴμ βασιλείαν αὐτόγ. Κρόνον δὲ ὠνόμασεν ἀπὸ τοῦ
.[.].ου αὐτὸν καὶ τἆλλα κατὰ [τὸν αὐτὸν λ]όγον
[ἔκαστ]ον· τῶγ γὰρ ἁπαντ[ 14 ]ναν
[..... .]σορ[...]ν φύσιν [ 13 ]ν
[..... .]ς ἀφαιρ[εῖ]σθαι δ᾽ α[ὐτὸν .... τὴμ βασιλε]ίαν
[..... .].ενων [ 20 ]ντα
κρ[ο]ύεν αὐτὰ πρὸ[ς ἄλλ]ηλα κα[ὶ] ποήσηι το[....]ον Col. 11

χωρισθέντα διαστῆναι δίχ᾽ ἀλλήλων τὰ ἐόντα·
χωρ[ι]ζομένου γὰρ τοῦ ἡλίου καὶ ἀπολαμβανομένου
ἐμ μέσωι πήξας ἴσχει καὶ τἄνωθε τοῦ ἡλίου
καὶ τὰ κάτωθεν. ἐχόμενον δὲ ἔπος·
ἐκ τοῦ δὴ Κρόνος [α]ὖτις, ἔπειτα δὲ μητίετα Ζεύς,
λέγει ‹ὅ›τι ἐκ τοῦδε [ἀ]ρχή ἐστιν ἐξ ὅσου βασιλεύει ηδε
ἀρχὴ διηγεῖται .[....].οντα κρούωμ πρὸς ἄλληλα
διαστησασ..[... τὴ]ν νῦμ μετάστασιν οὐκ ἐξ ἑτέρ[ων]
ἕτερ᾽ ἄλλ᾽ ἑτε[ρ 9 ]
τὸ δ᾽ ἔπειτ[α δὲ μητίετα Ζεὺ]ς, ὅτι μὲν οὐχ ἕτερ[ος ]
ἀλλὰ ὁ αὐ[τὸς ..... ..... .]ι δὲ [τ]όδε·
Μῆτιγ κα[ 14 ]ωμ βασιληίδα τιμ[ήν]
εσ.[ 20 ]αι ιν.....[]
ει[]
[αἰδοῖ]ον τὸν ἥλιον ἔφ[η]σεν εἶναι δε[δήλω]ται. ὅτι δὲ Col. 12

ἐκ τῶν ὑπαρχόντων τὰ νῦν ὄντα γίνεται λέγει·
πρωτογόνου βασιλέως αἰδοίου, τοῦ δ᾿ ἄρα πάντες
ἀθάνατοι προσέφυμ μάκαρες θεοὶ ἠδὲ θέαιναι
καὶ ποταμοὶ καὶ κρῆναι ἐπήρατοι ἄλλα τε πάντα,
[ὅ]σσα τότ᾿ ἦγ γεγαῶτ᾿, αὐτὸς δ᾿ ἄρα μοῦνος ἔγεντο.
[ἐ]ν τούτοις σημαίνει ὅτι τὰ ὄντα ὑπῆ[ρ]χεν ἀεί, τὰ δὲ
ν[ῦ]ν ἐόντα ἐκ τῶν ὑπαρχόντων γίν[ετ]αι. τὸ δὲ
[αὐ]τὸς δὲ ἄρα μοῦνος ἔγεντο, τοῦτο δὲ [λ]έγων δηλοῖ
[αὐ]τὸν Νοῦμ πάντων ἄξιον εἶναι μόν[ο]ν ἐόντα
[ὡσπερ]εὶ μηδὲν τἆλλα εἴη· οὐ γὰρ [οἷόν τε τα]ῦτα εἶναι
[τὰ .....]οντα ἄ[νε]υ τοῦ Νοῦ [ 11 ]ομένωι
[..... ..]ου ἄξιον πάντων [ 14 ].ναι
[..... ..]ν βασιλεὺ[ς] πάντ[ων 14 ]ειτα
[..... .] Νοῦς καὶ .[ 20 ].τον
π[ρό]τερον ἦν πρ[ὶν ὀνο]μ[α]σθῆνα[ι]· ἔπ[ει]τα ὠνομάσθ[η]· Col. 13

ἦγ γὰρ καὶ πρόσθεν [ ]ων η τὰ νῦν ἐόντα συσταθῆναι
ἀὴρ καὶ ἔσται ἀεί· οὐ γὰρ ἐγένετο, ἀλλὰ ἦν· δι᾽ ὅ τι δὲ
ἀὴρ ἐκλήθη δεδήλωται ἐν τοῖς προτέροις. γενέσθαι δὲ
ἐνομίσθη ἐπείτ᾽ ὠνομάσθη Ζεύς, ὡσπερεὶ πρότερον
μή ἐών. καὶ ὕστατον ἐφησεν ἔσεσθαι τοῦτον, ἔπειτ.
ὠνομάσθη Ζεὺς καὶ τοῦτο αὐτῶι διατελεῖ ὄνομα ὄν
μέχρι εἰς τὸ αὐτὸ εἶδος τὰ νῦν ἐόντα συνεστάθη,
ἐν ὧιπερ πρόσθεν [ἐ]όντα ἠιωρεῖτο. τὰ δὲ ὄντα [ ]
γενέσθαι τοιαῦτ[α] διὰ τοῦτον καὶ γενόμενα [ ]
ἐν τούτω[ι ..... . ση]μαίνει δ᾽ ἐν τοῖς ἔπεσι τ[οῖσδε]·
Ζεὺς κεφα[λή, Ζεὺς μέσσ]α, Διὸς δ᾿ ἐκ [π]άντα τέτ[υκται]·
[κ]εφαλη[ 15 ]ντ᾽ αἰν[ί] ζεται ο[]
κεφαλη[ 15 ] ἀρχὴ γίνεται σ.[]
.[ 16 συστ]αθῆναι .[]
[ ]α φάμενος [....]ν Col. 14

καὶ τὰ κατω[...]μενα τὴν δ[....] καὶ τἆλλα πάν[τ]α εἶναι
ἐν τῷι ἀέρι π[νε]ῦμα ἑόν. τοῦτ᾽ οὖν τὸ πνεῦμα ᾽Ορφεὺς
ὠνόμασεμ Μοῖραν. οἱ δ᾽ ἄλλοι ἄνθρωποι κατὰ φάτιμ ῟Μοῖραν
ἐπικλῶσαι῏ φασὶν ῟σφίσιγ῏ καὶ ῟ἔσεσθαι ταῦθ᾽ ἅσσα Μοῖρα
ἐπέκλωσεν῏, λέγοντες μὲν ὀρθῶς οὐκ εἰδότες δὲ
οὔτε τὴμ Μοῖραν ὅ τί εστιν οὔτε τὸ ἐπικλῶσαι. ᾽Ορφεὺς γὰρ
τὴμ φρόνησ[ι]μ Μοῖραν ἐκάλεσεν· ἐφαίνετο γὰρ αὐτῶι
τοῦτο προσφερέστατον ε[ἶ]ναι ἐξ ὧν ἅπαντες ἄνθρωποι
ὠνόμασαμ. πρὶμ μὲγ γὰρ κληθῆναι Ζῆνα, ἦμ Μοῖρα
φρόνησις τοῦ θεοῦ ἀεί τε καὶ [δ]ιὰ παντός· ἐπεὶ δ᾽ ἐκλήθη
Ζεύς, γενέσθαι αὐτὸν δ[οκοῦσ]ι, ὄντα μέγ καὶ πρόσθεν
[ὀ]νομαζόμ[ε]νον δ᾽ ὅ[τε 8 ].. Ζεὺς πρῶτος
[..... ....]τογ γ..ντα[ 10 ] ἐπειτ[.]....[ . ].ο
[..... ..ἀ]νθρώπ[ων οἱ μὴ συνιέντ]ες τὰ λεγόμενα [ ]
[ ]τὸν Ζῆνα [ ]
εκ[.....]...ντα ιν [ἕκ]αστογ κέκ[λητ]αι ἀπὸ τοῦ Col. 15

ἐπικρατοῦντος, Ζεὺ[ς] πάντα κατὰ τὸν αὐτὸν
λόγον ἐκλήθη· πάντας γὰρ ὁ ἀὴρ ἐπικρατεῖ
τοσοῦτον ὅσομ βούλεται. ῟Μοῖραν῏ δ᾽ ῟ἐπικλῶσαι῏
λέγοντες τοῦ Διὸς τὴμ φρόνησιν ἐπικυρῶσαι
λέγουσιν τὰ ἐόντα καὶ τὰ γινόμενα καὶ τὰ μέλλοντα,
ὅπως χρὴ γενέσθαι τε καὶ εἶναι κα[ὶ] παύσασθαι.
βασ[ι]λεῖ δὲ αὐτὸν εἰκάζει (τοῦτο γάρ οἱ προσφέρειν
ἐφα[ί]νετο ἐκ τῶν λεγομένων ὀνομάτων) λέγων ὧδε·
Ζεὺς βασιλεύς, Ζεὺς δ᾿ ἀρχὸς ἁπάντων ἀργικέραυνος.
[βασιλέ]α ἔφη εἶναι ὅτι πολλ[ῶν ..... ..].ωμ μία
[ἀρχὴ κ]ρατεῖ καὶ πάντα τελεῖ [..... ....]. οὐδενὶ
[..... ....]χιν τε[λ]έσαι []
[..... ....] ἀρχὸν δε[]
[..... .. ἄρ]χεται δια[]
ἀνθρώπω[ν ἐμ] πόλεσιν ἐπιτελέσαντες [τὰ ἱε]ρὰ εἶδον, Col. 16

ἔλασσον σφᾶς θαυμάζω μὴ γ[ι]νώσκειν (οὐ γὰρ οἷόν τε
ἀκοῦσαι ὁμοῦ καὶ μαθεῖν τὰ λεγόμενα), ὅσοι δὲ παρὰ τοῦ
τέχνημ ποιουμένου τὰ ἱερὰ, οὗτοι ἄξιοι θαυμάζεσθαι
καὶ οἰκτε[ί]ρεσθαι, θαυμάζεσθαι μὲν ὅτι δοκοῦντες
πρότερον ἢ ἐπιτελέσαι εἰδήσειν ἀπέρχονται ἐπι-
τελέσαντες πρὶν εἰδέναι οὐδ᾽ ἑπανερόμενοι ὥσπερ
ὡς εἰδότες τ[ι] ὧν εἶδον ἢ ἤκουσαν ἢ ἔμαθον· [οἰ]κτειίιρεσθαι δὲ
ὅτι οὐκ ἀρκε[ῖ] σφιν τὴν δαπάνην προανηλῶσθαι ἀλλὰ
καὶ τῆς γνώμης στερόμενοι προσαπέρχονται.
πρὶμ μὲν τὰ [ἱε]ρὰ ἐπιτελέσαι ἐλπίζον[τε]ς εἰδήσειν
ἐπ[ιτελέσ]αν[τες] δὲ στερηθέντες κα[ὶ τῆ]ς ἐλπί[δος] ἀπέρχονται.
τ.[ 10 ].υοντ[...]λογοσ..[..]ται[.....].να
.[ 20 ].υο.[ μ]ητρὶ μὲν
[ ]ως εἶδε
οὔτε τὸ ψυχ[ρὸν] τῶι ψυχρῶι. θόρνηι δὲ λέγ[ων] δηλοῖ Col. 17

ὅτι ἐν τῶι ἀέρι κατὰ μικρὰ μεμερισμένα ἐκινεῖτο
καὶ ἐθόρνυτο, θορνύμενα δὲ κατασυνεστάθη
πρὸς ἄλληλα. μέχρι δὲ τούτου ἐθόρνυτο, μέχρι
ἕκαστον ἦλθεν εἰς τὸ σύνηθες. ᾽Αφροδίτη οὐρανία
καὶ Ζεὺς καὶ ἀφροδισιάζειν καὶ θόρνυσθαι καὶ Πειθὼ
καὶ ῾Αρμονία τῶι αὐτῶι θεῶι ὄνομα κεῖται. ἀνὴρ
γυναικὶ μισγόμενος ἀφροδισιάζειν λέγεται κατὰ
φάτιν. τῶγ γὰ[ρ] νῦν ἐόντωμ μιχθέντων ἀλλ[ή]λοις
᾽Αφροδίτη ὠν[ο]μάσθη. Πειθώ δ᾽ ὅτι εἶξεν τὰ ἐ[ό]ντα
ἀλλήλο[ι]σιν. ε[ἴ]κειν δὲ καὶ πείθειν τὸ αὐτόν. [῾Α]ρμονία δὲ
ὅτι πο[..... ...ἠ]ρμοσε τῶν ἐόντων ἑκάστω[..]·
ἦμ μὲγ γ[ὰρ καὶ πρ]όσθεν, ὠνομάσθη δὲ γενέσ[θαι] ἐπεὶ
διεκρίθ[η· τὸ δὲ δι]ακριθῆν[α]ι δηλοῖ ὅτ[ι] .[....].εις
εδι..[..... .]ατειωσ[ ]
[ 15 ].[....]ν .[ ] νῦν
πά[ντ᾽ οὖ]ν ὁμοίω[ς ὠ]νόμασεν ὡς κάλλιστα ἠ[δύν]ατο Col. 18

γινώσκων τῶν ἀνθρώπων τὴμ φύσιν, ὅτι οὐ πάντες
ὁμοίαν ἔχουσιν οὐδὲ θέλουσιν πάντες ταὐτά·
κρατιστεύοντες λέγουσι ὅ τι ἂν αὐτῶν ἑκάστωι
ἐπὶ θυμὸν ἔλθηι, ἅπερ ἂν θέλοντες τυγχάνωσι,
οὐδαμὰ ταὐτά, ὑπὸ πλεονεξίας, τὰ δὲ καὶ ὑπ᾽ ἀμαθίας.
Γῆ δὲ καὶ Μήτηρ καὶ ῾Ρέα καὶ ῞Ηρη ἡ αὐτή. ἐκλήθη δὲ
Γῆ μὲν νόμωι, Μήτηρ δ᾽ ὅτι ἐκ ταύτης πάντα γ[ίν]εται.
Γῆ καὶ Γαῖα κατὰ [γ]λῶσσαν ἑκάστοις. Δημήτη[ρ δὲ]
ὠνομάσθη ὥσπε[ρ] ἡ Γῆ Μήτηρ, ἐξ ἀμφοτέρων ι[ν] ὄνομα·
τὸ αὐτὸ γὰρ ἦν. - ἔστι δὲ καὶ ἐν τοῖς ῞Υμνοις εἰ[ρη]μένον·
Δημήτηρ [῾Ρ]έα Γῆ Μή[τ]ηρ ῾Εστία Δηιώι. καλε[ῖτ]αι γὰρ
καὶ Δηιὼ ὅτι ἐδηι[ώθ]η ἐν τῆι μείξει. δηλώσει δ.[..]αν
κ[α]τὰ τὰ επ[.]γε.[...]· ῾Ρέα δ᾽ ὅτι πόλλὰ καὶ ...[ ]
ζῶια ἔφυ [ 11 ] ἐξ αὐτῆς. ῾Ρέα κα.[]
κα[ 17 ].ηοεκ[]
τοῦτο τὸ ἔπος πα[ρα]γωγὸμ πεπόηται καὶ το[ῖς μ]ὲν Col. 19

πολλοῖς ἄδηλόν ἐστιν τοῖς δὲ ὀρθῶς γινώσκουσι
εὔδηλον ὅτι ᾽Ωκεανός ἐστιν ὁ ἀήρ, ἀὴρ δὲ Ζεύς·
οὔκουν ἐμήσατο τὸν Ζᾶνα ἕτερος Ζεὺς ἀλλ᾽ αὐτὸς
αὑτῶι σθένος μέγα. οἱ δ᾽ οὐ γινώσκοντες τὸν
᾽Ωκεανὸν ποταμὸν δοκοῦσιν εἶναι ὅτι εὐρὺ ῥέοντα
προσέθηκεν. ῎ὁ δὲ σημαίνει τὴν αὑτοῦ γνώμην
ἐν τοῖς λεγομέν[ο]ις καὶ νομιζομένοις ῥήμασι.
καὶ γὰρ τῶν ἀν[θ]ρώπων τοὺς μέγα δυνατ[οῦ]ντας
῟μεγάλους῏ φασὶ ῟ῥυῆναι῏. τὸ δ᾽ ἐχόμενον·
ἶνας δ᾿ ἐγ.α[... σ]σ᾿ ᾿Αχελώιου ἀργυ[ρ]οδίνε[ω]
τῶ[ι] ὕδα[τι .....]σι ᾽Αχελῶιον ὄνομ[α ..].δ.[ ]
τὰ[ς] δ᾽ ἶνα[ς ἐγ.α...]σσαι ἐστ[ὶν τ]ὸ ἐγγ.[....]αι
τη.[ ]..[ 11 ].ων αυ[ 13 ]..
ἑκασ[τ 12 ]δεβουλ[]
..ν[ 13 ]οντο[]
ἴσα ἐστὶν ἐκ τοῦ [μέ]σου μετρούμενα, ὅσα δ[ὲ μ]ὴ Col. 20

κυκλοειδέα οὐχ οἷόν τε ἰσομελῆ εἶναι. δηλοῖ δὲ τόδε·
ἣ πολλοῖς φαίνει μερόπεσσι ἐπ᾿ ἀπείρονα γαῖαν.
τοῦτο τὸ ἔπος δόξειεν ἄν τις ἄλλως ἐρῆσ[θ]αι, ὅτι
ἤν ὑπερβάληι μᾶλλον τὰ ἐόντα φαίνεται ἢ πρὶν
ὑπερβάλλειν. ὁ δὲ οὐ τοῦτο λέγει φαίνειν αὐτήν
(εἰ γὰρ τοῦτο ἔλεγε, οὐκ ἂμ ῟πολλοῖς῏ ἔφη φαίνειν αὐτὴν
ἀλλὰ ῟πᾶσιν῏) ἀλλὰ τοῖς τε τὴγ γῆν ἐργαζομένοις
καὶ τοῖς ναυτιλλομένοις, ὁπότε χρὴ πλεῖν, τούτοις
τὴν ὥραν. εἰ γὰρ μὴ ἦν σελήνη, οὐκ ἂν ἐξηύρ[ι]σκον
οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀριθμὸν οὔτε τῶν ὡρέων ο[ὔ]τε τῶν
ἀνέμω[ν ..... .....] καὶ τἆλλα πάντα [..... .]ην
εκ[ 18 ]σαεν[ 13 ]·
[ ]
[ ]ς
καὶ λαμπρό[τ]ητα· τὰ δ᾽ ἐξ ὧν ἡ σελήνη [λε]υκότατα μὲν Col. 21

τῶν ἄλλων κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον μεμερισμένα
θερμὰ δ᾽ οὔ[κ] ἐστι. ἔστι δὲ καὶ ἄλλα νῦν ἐν τῶι ἀέρι ἑκὰς
ἀλλήλων α[ἰ]ωρούμεν᾽, ἀλλὰ τῆς μὲν ἡμέρης ἄδηλ᾽ ἐστὶν
ὑ[πὸ] τοῦ ἡλίου ἐπικρατούμενα τῆς δὲ νυκτὸς ἐόντα
δῆλά ἐστιν, ἐπικρατεῖται δὲ διὰ σμικ[ρ]ότητα.
αἰωρεῖται δ᾽ αὐτῶν ἕκαστα ἐν ἀνάγκηι, ὡς ἂμ μὴ συνίηι
πρὸς ἄλληλα· εἰ γὰρ μή, συνέλθοι ιἂνι ἁλέα ὅσα τὴν αὐτὴν
δύναμιν ἔχει, ἐξ ὧν ὁ ἥλιος συνεστάθη. τὰ νῦν ἐόντα
ὁ θεὸς εἰ μὴ ἤθελεν εἶναι, οὐκ ἂν ἐπόησεν ἥλιον. ἐποίησε δὲ
τοιοῦτογ καὶ τ[ο]σοῦτον γινόμενον οἷος ἐν ἀρχῆι τοῦ λόγου
διηγεῖ[τ]αι, τὰ δ᾽ [ἐ]πὶ τούτοις ἐπίπροσθε π[ο]ιεῖται
[οὐ β]ου[λό]μενο[ς] πάντας γιν[ώ]σκε[ι]ν. ἐν δὲ [τ]ῶιδε σημαί[νει]
[...]..[.]μει[..]...αδιο[..... ..]σα[...]..
μη[τρ]ὸς μὲν ὅτι μήτηρ ὁ Ν[οῦ]ς ἔστιν τῶν ἄλλων Col. 22

ἑᾶς δὲ ὅτι ἀγαθῆς. δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τοῖσδε τοῖς ἔπε[σιν]
ὅτι ἀγαθὴν σημαίνει.
῾Ερμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων.
δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τ[ῶ]ιδε·
δοιοὶ γάρ τε πίθοι κατακήαται ἐν Διὸς οὔδει
δώρων οἷα διδοῦσι, κακῶν, ἕτερος δέ τ᾽ ἐάων.
οἱ δὲ τὸ ῥῆμα οὐ γινώσκοντες δοκοῦσιν εἶναι
μητρὸς ἑαυτοῦ· ὁ δ᾽ εἴπερ ἤθελεν ἑαυτοῦ μητρὸς
ἐμ φιλότητι ἀποδεῖξαι θέλοντα μιχθῆναι τὸν
θεόν, ἐξῆν αὐτῶι γράμματα παρακλίναντα
῟μητρὸς ἑοῖο῏ εἰπε[ῖ]ν· οὕτω γ[ὰ]ρ ἂν ῟ἑαυτοῦ῏ γίνοιτο
[.....]αυτῆς ανε[..... ..δ]ῆλον ὅτι [..... .] [ ]
[.....]εν τῆι συ.[..... ...] ἄμφοτερ[]
[..... . ἀ]γαθη.[..... ....].α[]
[..... .].εναι[]
__


Πως όμως είναι δυνατόν ένα εύρημα του 1962 να είναι ακόμα σχεδόν άγνωστο 42 χρόνια μετά;
Για τα πρώτα χρόνια υπάρχουν δικαιολογίες. Ο πάπυρος ήταν σχεδόν καμένος, η τεχνολογία δεν επέτρεπε βιαστικές κινήσεις, έπρεπε οι ειδικοί να προχωρούν με προσοχή μήπως τον καταστρέψουν.
Όμως το 1982, είκοσι χρόνια μετά την ανακάλυψη ήδη είχαν αναγνωστεί κάποια τμήματα και έγινε μια πρώτη «πειρατική» έκδοσή τους: ανώνυμα.
Κι έπειτα πάλι έπρεπε να περάσει σχεδόν μια ακόμα εικοσαετία μέχρι να αρχίσουν να εμφανίζονται περισσότερες εργασίες για το θέμα, ενώ μόλις το 2006 έφτασε η είδηση στην κορυφή των ειδήσεων, καθώς η τεχνολογία είχε πλέον επιτρέψει την ανάγνωση ακόμα και καμένων τμημάτων. Η πλήρης ανάγνωση των τμημάτων του πάπυρου ίσως βέβαια να μη ολοκληρωθεί ποτέ, αφού ορισμένα χάθηκαν για πάντα στις στάχτες της νεκρικής πυράς που διατήρησε τον πάπυρο. Ήδη όμως όσο έχει αναγνωστεί δείχνει να είναι εξαιρετικού ενδιαφέροντος.

Τα 40 χρόνια που πέρασαν και παρά τη σημασία του παπύρου αυτού (ή όπως λένε ορισμένοι, ακριβώς εξ’ αιτίας της σημασίας του) ο πάπυρος παρέμενε άγνωστος για το ευρύ κοινό. Ο επιστήμονες μάλωναν για το ποιος θα το πρωτοδημοσιεύσει το κείμενο ενώ δημοσιότητα έβλεπαν μόνο «πειρατικές» αναγνώσεις του κειμένου που έμεναν στην αφάνεια, έξω από το ακαδημαϊκό στενό κύκλο.
Μέχρι σήμερα από τα κομμάτια του έχει γίνει δυνατό να ανασυσταθούν 26 στήλες κειμένου, από το οποίο μονάχα το επάνω μέρος ήταν σε αναγνώσιμη κατάσταση. Αυτό το κείμενο είναι που έχει κάνει τον πάπυρο να χαρακτηριστεί ως το «σπουδαιότερο» εύρημα της Ελληνικής αρχαιότητας εδώ και αιώνες, και επιτέλους το κείμενο – χάρη στην τεχνολογία – θα γίνει δυνατόν να αποκαλύψει τα περισσότερα «μυστικά» του: Σύμφωνα με το Assosiated Press, το 2006: «… Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της μικροφασματικής φωτογράφισης, οι επιστήμονες κατάφεραν να διαβάσουν τον απανθρακωμένο πάπυρο από το Δερβένι, που φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Το κείμενο θίγει το πρόβλημα των σχέσεων φιλοσοφίας και θρησκευτικότητας.
Πρόκειται για το γνωστό -από το Φεβρουάριο του 1962, όταν και ανακαλύφθηκε- πάπυρο με ορφικό κείμενο, που βρέθηκε καμμένος στις πλάκες του κιβωτιόσχημου τάφου στο Δερβένι (στον ίδιο όπου βρέθηκε ο εντυπωσιακός χάλκινος κρατήρας με την τέφρα του νεκρού, χρυσό στεφάνι και άλλα σκεύη).
Ο πάπυρος, που θεωρείται από τους ειδικούς ως το αρχαιότερο διατηρημένο βιβλίο της δυτικής παράδοσης, φέρεται ότι είναι γραμμένος στο δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα (καθώς θεωρείται ότι γράφηκε πολύ πριν το θάνατο και την καύση του νεκρού, που προσδιορίζεται στα 340 π.Χ).
Οι ειδικοί επιστήμονες, με επικεφαλής τον Ντιρκ Όμπινκ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, βρέθηκαν την Τρίτη στη Θεσσαλονίκη, όπου και παρουσίασαν το έργο ενός και πλέον μήνα ερευνητικών διαδικασιών.
«Χρησιμοποιήθηκε τεχνολογία αιχμής για ανάγνωση δυσανάγνωστων κειμένων. Η μικροφασματική φωτογράφιση του παπύρου διήρκεσε περί τις τρεις εβδομάδες. Χρησιμοποιήσαμε ηλεκτροσκοπική μέθοδο αποκόλλησης των επιπέδων του παπύρου (φύλλων). Στόχος μας είναι να τεθεί ο πάπυρος και το περιεχόμενο του κειμένου που εμπεριέχει υπόψη της παγκόσμιας πολιτιστικής ανάλυσης, με στέρεη πλέον θεμελίωση» δήλωσε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Ο πάπυρος βρέθηκε απανθρακωμένος σε τέσσερα μεγάλα κομμάτια, ενώ υπό μελέτη έχουν τεθεί και οι σχεδόν 200 απανθρακωμένοι σβώλοι (μέρη στάχτης), προκειμένου να «βοηθήσουν» στη μελέτη - αποκρυπτογράφηση του περίφημου κειμένου του παπύρου.»
Γιατί άργησε να γίνει γνωστό
Κατ’ αρχήν υπήρχε εσωτερικός ανταγωνισμός μεταξύ των μελετητών λόγω της μεγάλης σημασίας του ευρήματος.
Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όπως αναφέρθηκε στις ειδήσεις, έδωσε αφορμές και για δηλώσεις όπως η πιο κάτω: «Στην παρουσίαση του έργου των ερευνητών, ο κ. Πιερρής, σχολιάζοντας την επί 40 και πλέον χρόνια ανυπαρξία επίσημης δημοσίευσης-ανάγνωσης του κειμένου του "παπύρου του Δερβενίου", μίλησε για ένα "μείζον σκάνδαλο στα επιστημονικά χρονικά", ενώ σε ερώτηση για το πού το αποδίδει, απάντησε πως "προφανώς οι άνθρωποι που ανέλαβαν την αποκρυπτογράφηση του δεν ήταν ίσοι με το μέγεθος του έργου».Οπωσδήποτε 40 χρόνια και παραπάνω είναι πολλά για να μένει στην αφάνεια ένα τέτοιο κείμενο.Πέρα από τα «ακαδημαϊκά» μαχαιρώματα όμως το ίδιο το κείμενο είναι «προκλητικό» για κάποιες στερεότυπες αντιλήψεις σχετικά με την αρχαία Ελληνική θρησκευτικότητα και την θρησκεία:Μέχρι σήμερα σκόρπιες αναφορές στους Ορφικούς έδειχναν ότι η θρησκεία τους είχε στοιχεία που την διαφοροποιούσαν από τις διαδεδομένες «λατρείες» των Ολύμπιων του «Δωδεκάθεου»: Είχαν περιπλανώμενους ιερείς-ιεροκήρυκες, του «Ορφεοτελεστές», οι οποίοι μάλιστα «μοίραζαν άφεση αμαρτιών» με τρόπο που ορισμένοι παρομοιάζουν με τα «συγχωροχάρτια» (Πλάτωνα Πολιτεία 365). Κήρυτταν «σωτηρία» για το πώς οι άνθρωποι μπορούσαν να γλυτώσουν τους «τρόμους του Άδη» και γενικά πράγματα που δεν έχουν αντίστοιχα στην κλασική αρχαιοελληνική θρησκεία. Αυτό σίγουρα είναι ενοχλητικό για ορισμένους σήμερα, που δεν θέλουν να ακούσουν ούτε καν ως πιθανολογία ότι τέτοια πράγματα μπορεί να σχετιζόταν με την αρχαία Ελληνική θρησκευτικότητα.
Όμως ο Πάπυρος από το Δερβένι, ξεχασμένος τόσα χρόνια γνωρίζει επιτέλους δημοσιότητα και πιο σημαντικό για το κοινό είναι ότι με τη χρήση σύγχρονης «τεχνολογίας αιχμής» σε μια έρευνα όπου συνεργάζονται και καθηγητές από την Οξφόρδη, από το Πανεπιστήμιο της Πάτρας και το Πανεπιστήμιο Brigham Young, οι ερευνητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό, κατάφεραν να κάνουν ορατό και μέρος του κείμενου που ήταν πρακτικά απανθρακωμένο. Έτσι σύντομα θα είναι έτοιμη μια όσο το δυνατόν πληρέστερη ανασύσταση του κειμένου και θα ριχθεί ακόμα περισσότερο φως στο περιεχόμενό του.
Υπολογίζεται ότι στο μέχρι τώρα κείμενο που έχει αναγνωστεί θα προστεθεί ένα 10-20% επιπλέον, και έτσι θα εξηγηθούν ίσως κάποιες από τις αποσπασματικές φράσεις και θα συμπληρωθούν κενά. Κι αυτό είναι μόνο η αρχή. Όπως γράφεται στη διεθνή και Ελληνική ειδησεογραφία η αρχαιολόγος Πολυξένη Βελένη πιστεύει ότι η χρήση των τεχνολογιών που χρησιμοποιήθηκαν για την πρόσφατη ανάγνωση του κειμένου του χαμένου γνωστικού «ευαγγελίου του Ιούδα» μπορούν να βοηθήσουν στην ακόμα καλύτερη ανάγνωση του κειμένου του Πάπυρου από το Δερβένι.
Το κείμενο
Πρόκειται για νεκρικό κείμενο, του οποίου το πρώτο μέρος ασχολείται με νεκρικές τελετές και αναφορές σε «εσχατολογικές» πεποιθήσεις (δηλαδή για τη μετά το θάνατο «ζωή»), ενώ το κυριότερο μέρος του κειμένου ασχολείται με την αλληγορική και φιλοσοφική ερμηνεία ενός άγνωστου θεγονικού ποιήματος που αποδίδονταν στον Ορφέα. Το ποίημα είναι γραμμένο σε δακτυλικούς εξάμετρους στίχους (όπως και τα Ομηρικά ποιήματα).
Το κείμενο του πάπυρου πρέπει να γράφτηκε από άγνωστο, σε μας, συγγραφέα προς το τέλος του 5ου π.Χ. αιώνα, στα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Η Ελληνική διάλεκτος στην οποία είναι γραμμένο πλησιάζει στην Ιονική, η οποία ήταν η διάλεκτος στην οποία έγραφαν οι Ίωνες Φιλόσοφοι. Ο συγγραφέας δείχνει ενημερωμένος για ζητήματα της Ιωνικής φιλοσοφίας.

Η μορφή
Ο μισοκαμένος πάπυρος ήταν ανακατεμένος με τις στάχτες της νεκρικής πυράς που είχε στηθεί πάνω στην πλάκα του τάφου. Είναι γραμμένος με τον συνήθη για την εποχή (μέχρι το 260 π.Χ. περίπου) τρόπο σε στήλες ορισμένου πλάτους. Διαφέρει από τα χρυσά και μολύβδινα φύλλα που περιείχαν σύντομα επικήδεια Ορφικά κείμενα και ταφόταν μαζί με τους νεκρούς, ως «μεταθανάτιοι οδηγοί» προς τις πέραν του τάφου περιπέτειες, και τα οποία έχουν μεγαλύτερες ομοιότητες προς τους Αιγυπτιακούς πάπυρους των «βιβλίων των νεκρών». Ο Πάπυρος από το Δερβένι ήταν ένα ολόκληρο και πολύτιμο βιβλίο.

Το προκλητικό περιεχόμενο
Ο πάπυρος παρουσιάζει μια Ορφική κοσμογονία και θεογονία, μαζί με ερμηνεία, που μας έρχεται κατευθείαν από αρχαιότητα, κι όχι μέσα από αντίγραφα, αντιγράφων που έγιναν, 1000 ή 1500 χρόνια μετά.
Έπειτα, επιβεβαιώνονται οι άλλες παραλλαγές Ορφικών κοσμογονιών που έφτασαν μέχρι σήμερα, από τα αντίγραφα των αντιγράφων, κι έτσι ξέρουμε ότι τουλάχιστον η γραπτή αντιγραφική παράδοση των χειρόγραφων, παρά τις πολλές αντιγραφές μέσα στους αιώνες δεν διέφθειρε τα κείμενα. (Η ύπαρξη πολλών παραλλαγών που έχουν μεταξύ τους μικρές διαφορές εντοπίζεται από την αρχαιότητα ήδη σε πολλές περιπτώσεις και δεν θεωρείται πως επηρεάζει τη συνολική αξιοπιστία των χειρόγραφων).
Ακόμα περισσότερο όμως, μέσα από τον Πάπυρο από το Δερβένι διαφαίνονται τάσεις που φαίνονται να έχουν βασικές διαφορές με την Ομηρική και κλασική Ελληνική θρησκευτικότητα των λατρειών των Ολύμπιων. Τάσεις που ξέραμε, και υποψιαζόμασταν από κάποια Πλατωνικά κυρίως κείμενα, τώρα επιβεβαιώνονται από τον πάπυρο:
-          Ανάγκη σωτηρίας της «ψυχής» από τους «τρόμους του Άδη»
-          Η ιδέα ότι η σωτηρία έρχεται δια μέσου την «γνώσης της Αλήθειας»
-          Η ιδέα ότι όλες οι θεότητες του Πάνθεου συνοψίζονται σε μία, τον Ζευ.
-          Ακόμα η δημιουργία του κόσμου από ένα Αρχέγονο Σοκοτάδι-Τίποτα, τη «Νυξ» (και τον «Αιθέρα»).
Διαφαίνονται έτσι πιο καθαρά οι Ορφικές απόψεις για μια «δημιουργό» θεότητα – που δείχνει συγγένεια προς τις μετέπειτα «μονοθεϊστικές» πεποιθήσεις, αλλά και για πρώτη φορά, όπως το θέτει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Φιλοσοφικών Ερευνών της Πάτρας, Απόστολος Πιερρής, που μετέχει στην ερευνητική ομάδα, καταγράφεται ότι και στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε από τα χρόνια του «χρυσού αιώνα» η πεποίθηση ότι «η σωτηρία της ψυχής στην ανθρώπινη φύση εξαρτάται από τη γνώση και την απόλυτη αλήθεια». «Με την ανάγνωση του κειμένου επανέρχεται το πρόβλημα των σχέσεων φιλοσοφίας και θρησκευτικότητας. Παρά τις τερατολογικές απόψεις του 'συγγραφέα' του κειμένου είναι η πρώτη φορά που αρθρώνεται -και καταγράφεται- πως η σωτηρία της ψυχής στην ανθρώπινη φύση εξαρτάται από τη γνώση και την απόλυτη αλήθεια» τόνισε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Φιλοσοφικών Ερευνών της Πάτρας, Απόστολος Πιερρής, που μετέχει στην ερευνητική ομάδα.
Έτσι όπως το θέτει, ο Απόστολος Πιερρής, το κείμενο: «Κατά κάποιο τρόπο υπήρξε προδρομικός του Χριστιανισμού, ο Ορφισμός αφού δίδασκε ότι η σωτηρία του ανθρώπου εξαρτάται από τη γνώση της αλήθειας».
Όλα αυτά κάνουν τους ερευνητές να σκέφτονται ότι ίσως το κείμενο του πάπυρου να μπορεί να ρίξει φως τις πρώιμες Ελληνικές μονοθεϊστικές πεποιθήσεις.

Η κοσμολογία
Η «Κοσμολογία» του Πάπυρου από το Δερβένι έχει τόσο μεγάλες ομοιότητες με τις μέχρι σήμερα γνωστές «Ορφικές» κοσμογονίες, ώστε να επιβεβαιώνεται το ότι πρόκειται για Ορφικό κείμενο, αλλά ταυτόχρονα να επιβεβαιώνει ότι εκείνα που έφτασαν ως τις μέρες μας ως «Ορφικά» πράγματι θεωρούνταν Ορφικά και στην κλασική αρχαιότητα:
Σύμφωνα με τον πάπυρο όλα ξεκίνησαν με τη Νύχτα και τον Όλυμπο (ο οποίος για τον συγγραφέα του παπύρου είναι Χρόνος (Κρόνος) και το Νου και την Πνοή (Μοίρα). Ενώ ακολούθησαν ο Ουρανός και η Γη (Ουρανία Αφροδίτη;), κι από εκείνους ο Κρόνος (Χρόνος) και Γη/Ρέα/Μητέρα/Ήρα, κι έπειτα ο Ζευς που ενσωμάτωσε όλους τους πριν και γέννησε όλους τους μετά με την Ήρα / Γη.
Η φιλοσοφία του
Όπως ανέφερα ένα από τα συνταρακτικά του Πάπυρου από το Δερβένι είναι ότι σε αυτό βρίσκονται ιδέες οι οποίες έχουν περισσότερο συσχετιστεί με θρησκείες που ασχολούνται με τη «σωτηρία» της ψυχής και με μονοθεϊστικές τάσεις.
Χρησιμοποιεί γνωστούς θεογονικούς «μύθους» της αρχαίας Ελλάδας αλλά η ερμηνεία που δίνει απομακρύνεται από την κλασική και Ομηρική Ελληνική θρησκευτικότητα και τις λατρείες των Ολύμπιων.
Περιέχει εσχατολογία, σωτηριολογία, την άποψη ότι η «γνώση της αλήθειας» είναι που σώζει ενώ «φλερτάρει» και με μονοθεϊστικές τάσεις παρουσιάζοντας ότι το Ζευ ως τον όντως «πρώτος», ίσως και μόνος των θεών (αν και πρακτικά τρίτος βασιλιάς ενός πλήθους θεών) αφού από τη μια αφομοίωσε όλους τους προηγούμενους «βασιλιάδες» ενώ από αυτόν βγήκαν όλοι οι επόμενοι «θεοί». Οπότε όλα συνοψίζονται σ’ αυτόν, κατά τον συγγραφέα του Πάπυρου από το Δερβένι.

Ο ιδιοκτήτης
Ο ιδιοκτήτης του Παπύρου ήταν, όπως δείχνουν τα ευρήματα του τάφου του, Μακεδόνας ευγενής, αθλητής και πολεμιστής, ο οποίος τάφηκε μαζί με τα όπλα του και πολύτιμα αντικείμενα, αφού πρώτα κάηκε σε νεκρική πυρά πάνω στην ταφόπλακα.

Πως διατηρήθηκε
Γιατί έριξαν κάτι τόσο πολύτιμο σε μια νεκρική πυρά; Ίσως να μην το μάθουμε ποτέ. Μπορεί να ήταν τόσο αγαπημένο στον νεκρό ώστε ο ίδιος να ζήτησε να καεί μαζί του. Μπορεί κάποιος φίλος η συγγενής να σκέφτηκε ότι θα ήταν αρμόζον να συνοδεύσει το νεκρό. Ίσως πάλι να το πέταξαν κάποιοι που θα ήθελαν να καεί το βιβλίο και να χαθεί για πάντα. Μπορεί ακόμα και να το διάβαζαν την ώρα της κηδείας ως επικήδειο ή ως μέρος της επικήδειας τελετής κι ένας ξαφνικός άνεμος να το άρπαξε από τα χέρια που το κρατούσαν και να το έριξε στη φωτιά. Υπάρχει ακόμα η άποψη ότι ο πάπυρος χρησιμοποιήθηκε (τελετουργικά ή και από αμέλεια) ως «προσάναμμα» για την νεκρική πυρά του ιδιοκτήτη του. Το γεγονός ότι δεν κάηκε ολοκληρωτικά δείχνει ότι ίσως να φυσούσε δυνατός άνεμος εκείνη τη μέρα και ίσως να είχαν πρόβλημα με τη φωτιά.Το βέβαιο είναι ότι και να έγινε, μας έκανε μεγάλη χάρη.

Ο Συγγραφέας
Αλλά ποιος ήταν ο συγγραφέας;
Πολλοί έχουν προταθεί. Ο Αθηναίος μάντις Ευθύφρων, ο φιλόσφος Αναξαγόρας, ο Διογένης Απολλωνιάτης, ο Αρχέλαος ο Αθηναίος (δάσκαλος του Σωκράτη), και ο Διαγόρας της Μήλου, ο διάσημος «άθεος» της αρχαιότητας, ο Διαγόρας του Τηλεκλείδη από την Μήλο (που οι Αθηναίοι καταδίκασαν σε θάνατο γύρω στο 415 π.Χ. γιατί κορόιδευε τα Ελευσίνια Μυστήρια και αποθάρρυνε τους ανθρώπους από τη συμμετοχή στη μύηση, και ο οποίος χρησιμοποιούσε την ετυμολογία των λέξεων για να ερμηνεύσει τα ονόματα των θεών). Αυτός το τελευταίος είχε γράψει ένα έργο – χαμένο από την κλασική αρχαιότητα – το «Αποπυργίζοντες λόγοι». Μερικοί εικάζουν ότι ο Πάπυρος από το Δερβένι, είναι ακριβώς αυτό το έργο!
Είναι πολύ πιθανό το περιέχομενο του Πάπυρου από το Δερβένι να θεωρούνταν ασεβές και αθεϊστικό, καθώς αντιπρότεινε στην πολλαπλότητα των θεών, μια μοναδική ενότητα «όλων σε ένα».
Ως συγγραφέας προτάθηκε ακόμα ο Στησίμβροτος αλλά σήμερα μάλλον έχει αποκλειστεί. Φυσικά όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, από τη στιγμή που δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες.
Συσχετισμοί
Το κείμενο του πάπυρου, εικάζουν σήμερα αναλυτές, ενώ είναι φανερά Ορφικό, ίσως σχετίζεται και με τη φιλοσοφία ενός από τους «ξεχασμένους» προδρόμους της Ελληνικής Φιλοσοφίας: Τον Φερεκύδη από τη Σύρο.
Ο Φερεκύδης, έζησε γύρω στον 6ο π.Χ. αιώνα και υπήρξε και δάσκαλος του Πυθαγόρα. Φαίνεται ότι ταξίδεψε αρκετά στην Ανατολή (όπως και οι περισσότεροι γνωστοί «σοφοί» της εποχής του) πριν αποσυρθεί σε κάποιο σπήλαιο στην Σύρο (όπου ακόμα και σήμερα δείχνουν τη «σπηλιά του Φερεκύδη».
Από τη διδασκαλία του έχουν σωθεί ελάχιστα. Ο Αριστοτέλη ανέφερε στα Μεταφυσικά του ότι ο Φερεκύδης επηρεάστηκε από τους «Μάγους» της Περσίας (Ζοροάστρες ιερείς). Ήταν ο πρώτος που έγραψε φιλοσοφικό βιβλίο, το «Περί φύσεως και θεών» (Διογένης Λαέρτιος Α, 116-122) αλλά η σκέψη του ήταν ακόμα διαποτισμένη από της «θεολογικές» επιρροές των θεογονικών διηγήσεων του Ησίοδου αλλά και των όσων είχε μάθει στην Ανατολή από τα «απόκρυφα» βιβλία των Φοινίκων. Έτσι ως «πρώτο» φιλόσοφος θεωρείται ο «φυσικός» Θαλής παρά ο «θεολόγος» Φερεκύδης. Ο Διογένης Λαέρτιος διασώζει ακόμα μια επιστολή του Θαλή προς τον Φερκύδη όπου ο Θαλής σ’ αυτήν παραδέχεται ότι ο Φερεκύδης ήταν ο πρώτος από τους Έλληνες Ίωνες που έγραψε για «θεία πράγματα» και αναφέρει για τις αστρονομικές του γνώσεις (Δ.Λ. Ι, 43). Θεωρούσε μάλλον ότι ο Χρόνος ήταν αρχέγονη θεότητα όπως φαίνεται από την αρχή του βιβλίου του που μόνη αυτή σωζόταν στα χρόνια του Διογένη Λαέρτιου (3ος μ.Χ. αιώνας): «Ο Ζας(Ζευς=ουρανός) και ο Χρόνος ήταν από πάντα (ήσαν αεί) το ίδιο και η Γη (Χθονίη). Το δε όνομα της Χθονίης έγινε Γη επειδή ο Ζας την έδωσε «γέρας» (να γερνά, να φθείρεται)».
Λεγόταν ακόμα ότι ήταν πολύ καλός στις «προβλέψεις» και ότι κατά κάποιο τρόπο «όρισε» για διάδοχό του τον Πυθαγόρα λέγοντας «τελείωσε η δική μου σοφία, για περισσότερα, στον Πυθαγόρα…»
Όπως φαίνεται αυτές οι έχουν πολλά κοινά με τις απόψεις του «Πάπυρου από το Δερβένι» αλλά και οι Ορφικές διδασκαλίες. Γίνεται έτσι φανερή μια σύνδεση μεταξύ Ορφικών, Φερεκύδη και «πάπυρου» αλλά και Διονυσιακής λατρείας που φαίνεται ότι υπήρξε πηγή όλων. Επιπλέον, ο πάπυρος μιλά για θυσίες παρόμοιες με αυτές των Μάγων.
Τι είναι τελικά;
Πρόκειται οπωσδήποτε για Ορφικό κείμενο. Ίσως μια από τις «βίβλους όμαδον» των Ορφικών που αναφέρει ο Πλάτωνας στην Πολιτεία (365).
Το περιεχόμενο είναι ένα σχόλιο σε κάποιο ποίημα γραμμένο σε δακτυλικό εξάμετρο το οποίο αποδίδεται στον Ορφέα. Αναφέρονται αποσπάσματα του ποιήματος και γίνονται οι στίχοι σχολιάζονται ξεχωριστά.
Το ποίημα αρχίζει με τα λόγια:
«Κλείστε τις πόρτες εσείς οι αμύητοι» - η κλασική απαίτηση μυστικότητας η οποία αναφέρεται και από τον Πλάτωνα (Συμπόσιο 218).
Η θεογονία του ποιήματος λέει ότι όλα ξεκίνησαν όταν η Νύχτα γέννησε τον Ουρανό, αυτόν που έγινε πρώτος βασιλιάς. Έπειτα ακολούθησε ο Κρόνος (Χρόνος) ο οποίος πήρε τη βασιλεία από τον Ουρανό, κι αυτός με τη σειρά του την έχασε από το Ζευ - Δία.
Ο Ζευς έχοντας ακούσει όλους τους χρησμούς από τον πατέρα του πηγαίνει στο άντρο της Νύχτας, η οποία του είπε όλους τους χρησμούς που αργότερα θα εκπλήρωνε. Ο Ζευς, όταν τους άκουσε κατάπιε τον φαλλό του Ουρανού (κληρονομώντας έτσι τη «δύναμή» του).
Στον Πάπυρο από το Δερβένι συναντώνται ο Ηράκλητος, με τους «Τρόμους του Άδη» και θυσίες προς τις Ερυνίες.
Φαίνεται ότι ο σκοπός του κειμένου δεν είναι απλά ο σχολιασμός του Ορφικού ποιήματος αλλά η έμφαση στο ρόλο και τη σημασία της «σωστής» ερμηνείας των τελετουργικών ή των ιερών κειμένων των Ορφικών.
Ο συγγραφέας του πάπυρου μοιάζει να επιμένει στο ότι αυτά δεν πρέπει να τα παίρνουμε κατά γράμμα. [Ότι η κατά γράμμα ερμηνεία είναι επικίνδυνη για την πίστη]. Αλλά ότι η σωστή προσέγγιση είναι το να τα ερμηνεύουμε αλληγορικά και ετυμολογικά. Μια μέθοδο ερμηνείας που πρώτος εισηγήθηκε ο Θεαγένης από το Ρήγιο τον 6ο π.Χ. αιώνα – και που θυμίζει κάπως τον «ονοματισμό» του – σύγχρονου με τον πάπυρο Αντισθένη, τον σοφιστή μαθητή του Σωκράτη που υπήρξε η αρχή των Κυνικών. Αυτές άλλωστε ήταν μέθοδοι προσφιλείς στους σοφιστές και τους προσωκρατικούς. Ο συγγραφέας του Πάπυρου από το Δερβένι σ’ αυτούς άνηκε. Θυμίζει Εμπεδοκλή (ο οποίος και αυτός συνδύαζε τη φυσική φιλοσοφία του Αναξαγόρα με μια Πυθαγόρεια εσχατολογία, και τον Αλκιδάμα από την Ελέα, στα «Φυσικά».
Το περιεχόμενο
Φαίνεται ότι ο συγγραφέας επεδίωκε όχι να δώσει ένα σχολιασμό του ποιήματος, αλλά να στηρίξει μια συγκεκριμένη θρησκευτική άποψη. Έτσι δείχνει να συγγενεύει πολύ περισσότερο με τους πρώιμους φιλόσοφους και τους σοφιστές παρά με τους ραψωδούς όπως ο Στησίμβροτος από τη Θάσο ή ο Ίων του Πλάτωνα οι οποίοι ερμήνευαν και σχολίαζαν τους παλιούς ποιητές, όπως (Όμηρο, Ησίοδο,  Αρχίλοχο, κτλ.).
Η αποσύνδεση του σχολιασμού των ποιημάτων από τη θρησκεία έγινε αργότερα, από τον Αριστοτέλη, στα χρόνια που ο πάπυρος βρισκόταν πια στη Μακεδονία στα χέρια του τελευταίου του ιδιοκτήτη.
Έτσι ο Πάπυρος από το Δερβένι ανήκει σε μια προηγούμενη φάση. Είναι πιο κοντά στο βιβλίο του Πρόδικου του Κειου «Περί των Τρόμων του Άδη» ή στις «εξηγήσεις» του Πρωταγόρα, για τον Σιμωνίδη, παρά με τα Ομηρικά Ζητήματα του Αριστοτέλη ή στους διαδόχους του, τους φιλόλογους και σχολιαστές των Ελληνιστικών χρόνων.

Οι στήλες 3 και 6 προϋποθέτουν την επιβίωση της ψυχής μετά τον θάνατο.
Ένα πράγμα που αναφέρει ακόμα ο πάπυρος είναι η αντιθετική παρουσίαση του Αχελώου (ως «νερό») με τον Ζευ (ως «αέρα») τα οποία όμως τελικά θεωρεί ένα και το αυτό. Η ταύτηση αυτή νερού και αέρα θυμίζει πολύ την διπλή χρήση του μαγικού-θρησκευτικού όρου «βέδυ» από «Μακεδόνες ιερείς» (σ.σ. πιθανότατα του Δίου), το όποιό «βέδυ», άλλοτε εκλαμβάνεται ως «ύδωρ» (νερό) και άλλοτε ως «αήρ» (αέρας) (Νεάνθης ιστορικός, Φιλύλλιος Κωμικός κτλ.).
Ο σχολιασμός του ποιήματος αρχίζει στην 7η στήλη μέχρι και την τελευταία που έχουμε, την 26η. Οι πρώτες έξι (και ειδικά μεταξύ 2ης και 6ης στήλης) παρουσιάζονται κάποια τελετουργικά. Αναφέρει τους Μάγους, ίσως ως κάτι αντίστοιχο με τους Ορφεοτελεστές που αναφέρει ο Πλάτωνας. Το αρχέγονο ζεύγος, η Νύχτα και ο Αιθέρας, ο πρώτος βασιλιάς, ο Ουρανός και παρουσιάζει μια Ορφική Κοσμογονία.
Ο συγγραφέας του Παπύρου εξισώνει τον Θεό με το Νου και το Πνεύμα (αέρα) και θεωρεί ότι ο Ηράκλειτος, ο οποίος θεωρούσε ως πρώτη αρχή το της φωτιά (πυρ) αναιρεί τα ίδια του τα λόγια όταν λέει ότι ο ήλιος ελέγχεται από τον θείο άνεμο και τα πνεύμα βοηθούς του (Στήλη 4.6)

Ο Κοσμικός Θεός

Η θεολογία του παπύρου είναι ιδιαίτερα προκλητική. Τόσο ώστε κάποιοι να θεωρούν ότι ο συγγραφέας του παπύρου ηθελημένα στόχευε στο να σοκάρει τους παραδοσιακά θρησκευόμενους της εποχής του: σαν ριζοσπαστικός μονοθεϊστής ταυτίζει όλες τις παραδοσιακές θεότητες, θεούς και θεές τη μια με την άλλη, φτάνοντας στο συμπέρασμα να αναγνωρίσει όλες τις θεότητες ως μία, τον Ζευ, αλλά ως Αέρα-Νου. Θα έλεγα ότι αυτό θυμίζει έντονα μια άλλη αρχέγονη μοναδική θεότητα της αρχαίας Ελλάδας, τον Έρωτα, καθώς αυτός, ως «έλξη» συγκεντρώνει τα πάντα, σε ένα. Από την άλλη, η Μοίρα/Πνεύμα/Φρόνηση δεν ταυτίζεται με τον Ζευ/Αέρα/Νου, αλλά ίσως αντιπροσωπεύει κάποια του ενέργεια.
Το συμπέρασμα του συγγραφέα του πάπυρου είναι ότι ο Ζευς εσωμάτωνε τελικά όλους τους θεούς, γινόμενος Όλα σε Ένα.
Ακόμα ταυτίζει τον Όλυμπο με τον Χρόνο, από τη φράση «Μακρόν Όλυμπον» που περιείχε το Ορφικό ποίημα που ερμήνευε.
Ο Πάπυρος Σήμερα
Για πρώτη φορά βρέθηκε στα χέρια μας ένα αληθινό βιβλίο από την κλασική Ελληνική αρχαιότητα. Και μάλιστα βιβλίο το οποίο «φωτίζει» σκοτεινές πτυχές της αρχαίας Ελληνικής θρησκευτικότητας. Έτσι, ο Πάπυρος από το Δερβένι αξίζει πραγματικά τον χαρακτηρισμό του «πιο σημαντικού» ευρήματος για την Ελληνική φιλοσοφία από τον καιρό της Αναγέννησης.
Μια άποψη είναι ότι ο συγγραφέας του πάπυρου θέλησε να «εκσυγχρονίσει» τις Ορφικές διδασκαλίες με μια ερμηνευτική μέθοδο ταιριαστή με αυτή των σοφιστών του 5ου αιώνα. Ενώ το κείμενο του πάπυρου είναι διαφορετικό από τα κείμενα της «Αιγυπτιακής Βίβλου των Νεκρών» ή ακόμα και από εκείνα των Ορφικών «ταφικών» κειμένων των χρυσών ή μολύβδινων φύλλων.
Τελικά το περιεχόμενο παραπέμπει απ’ ευθείας τις «Βίβλους Όμαδον» των Ορφικών. Δεν ήταν αυτό το βιβλίο τοποθετημένο εκεί για τον ίδιο λόγο που τοποθετούσαν τις χρυσές πινακίδες. Τον έκαψαν (χωρίς μεγάλη επιτυχία, ευτυχώς για εμάς) μαζί με τον νεκρό επειδή μάλλον το ήταν ένα πολύ προσφιλές, αγαπημένο αντικείμενο, το οποίο δεν ήθελε να αποχωριστεί ούτε με το θάνατο. Αυτό φαίνεται και από το κείμενο του πάπυρου που δεν είναι μόνο ευχές και οδηγίες. Ο πάπυρος περιέχει φιλοσοφικό-μυητικό κείμενο σχετικό με τον Άδη και βρέθηκε μαζί με τις στάχτες του νεκρού σαν να κάηκε το βιβλίο μαζί του. Δεν ήταν δηλαδή κάποιο κείμενο που προοριζόταν να «συνοδέψει» τον νεκρό στο ταξίδι του αλλά αγαπημένο του αντικείμενο που τάφηκε μαζί του. Η φωτιά όμως δεν ολοκλήρωσε το έργο της και η σημερινή τεχνολογία μας έδωσε την δυνατότητα να δούμε τι γράφει – έστω και αποσπασματικά
Ο «Πάπυρος από το Δερβένι» αξίζει σίγουρα το να θεωρηθεί ως από τα βιβλία της Αρχαίας Ελληνικής Βίβλου των Νεκρών. Μιλά για τους «τρόμους του Άδη» (στήλη 5) συνδέει όλα αυτά με κοσμογονικές διηγήσεις και μάγους, αλλά και κάποιο «ταξίδι» (στήλη 2) κι όλα αυτά που λέει αφορούν τους ζωντανούς. Κι αν κάηκε μαζί με κάποιον νεκρό αυτό έγινε μάλλον γιατί ήταν από τα «αγαπημένα» του βιβλία και δεν πρόκειται για συνοδευτικό κείμενο νεκρού.
Περιμένοντας την πιο «επίσημη» δημοσίευση του κειμένου το 2007, όπως αναμένεται παραθέτω πιο κάτω κάποια αποσπάσματα τα οποία ήδη κυκλοφορούν εδώ καιρό στο Internet στα Αγγλικά, γιατί είναι καιρός ν’ αφήσουμε τον Πάπυρο από το Δερβένι να μας μιλήσει και στα Ελληνικά που καταλαβαίνουμε σήμερα:

Ο Πάπυρος από το Δερβένι (τμήματα), σε μετάφραση Χρήστου Ζ. Κώνστα, βασισμένη στην παρουσίαση του παπύρου στα Αγγλικά του Gαbor Betegh, The Derveni Papyrus: Cosmology,Theology, and Interpretation, Cambridge University Press, Cambridge, 2004, pp. 5-55.

Στήλη 1
… κάθε μια … από τις Ερινύες …
Στήλη 2
…Ερινύες … των Ερινυών … τιμούνε … είναι ψυχές … επικήδειες προσφορές σε σταγόνες … φέρνει τιμή … για κάθε ένα κάτι σαν πουλί … ταιριαστό με τη μουσική …
Στήλη 3
… δαίμονας γίνεται στο καθένα … κατάστρεψε εντελώς … οι δαίμονες από κάτω … δέχονται … και αποκαλούνται βοηθοί των θεών … (είναι) σαν άδικοι άνθρωποι … και είναι υπεύθυνοι … όπως είναι … υπό μύηση.
Στήλη 4
οποίος αλλάζει ότι τοποθετεί … να δώσει μάλλον παρά αυτό που βλάπτει …για … δεν επιτρέπει να (το) αποκτήσει από τύχη. Δεν είναι για αυτούς τους λόγους που ο Κόσμος έχει τάξη; Με τον ίδιο τρόπο, ο Ηράκλειτος, … το κοινό … αναποδογυρίζει ότι είναι ιδιωτικό. Εκείνος που μιλά σα να λέει ιερές αποκαλύψεις είπε: Ο ήλιος … σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση έχει πλάτος ενός ανθρώπινου ποδιού, χωρίς να υπερβαίνει τα όριά του. Αν … παραπατήσει, οι Ερινύες, οι φύλακες της δικαιοσύνης, θα το μάθουν. … θα κάνει αμαρτία … της δικαιοσύνης …
Στήλη 5
… τρόμοι … συμβουλεύσου ένα μαντείο … συμβουλεύονται μαντείο … γι’ αυτούς πηγαίνουμε στο ναϊδιο του μαντείου για να αναζητήσουμε απαντήσεις σε χρησμούς, είτε αυτό είναι σωστό … οι τρόμοι του Άδη, γιατί δεν πιστεύουν; Χωρίς να  καταλαβαίνουν τα όνειρα, ούτε τα γεγονότα, στη βάση του τι είδους προειδοποίηση θα πιστέψουν; Κατακυριεύονται από λάθη και ευχαρίστηση επίσης, ποτέ δεν μαθαίνουν, ούτε πιστεύουν. Η απιστία και η έλλειψη κατανόησης (είναι το ίδιο πράγμα). Γιατί ούτε καταλαβαίνουν, ούτε μαθαίνουν [οπότε είναι αδύνατο να
πιστέψουν] ακόμα κι όταν βλέπουν … η απιστία … εμφανίζεται…
Στήλη 6
… προσευχές και θυσίες ικανοποιούν τις ψυχές, και το γοητευτικό τραγούδι των μάγων μπορεί να απομακρύνει τους δαίμονες όταν πλησιάζουν. Οι δαίμονες  που πλησιάζουν είναι εκδικητικές ψυχές. Γι’ αυτό οι μάγοι τελούν θυσίες, ως να πληρώνουν την ποινή (τιμωρία). Στις προσφορές περιχύνουν νερό και γάλα, από τα οποία κάνουν και προσφορές, επίσης. Θυσιάζουν αμέτρητα, και πολλά σβολιασμένα γλυκά ψωμάκια, γιατί και οι ψυχές είναι επίσης αμέτρητες. Οι υπό μύηση κάνουν μια προκαταρτική θυσία στις Ευμενίδες, ακριβώς όπως και οι μάγοι. Γιατί οι Ευμενίδες είναι ψυχές. Για αυτούς τους λόγους, εκείνος που πρόκειται να θυσιάσει στους θεούς, πρώτα σαν πτηνό … και το/οι … [αυτοί] είναι … τόσοι, όσοι …
Στήλη 7
… ύμνο λέγοντας σωστά και νόμιμα πράγματα. Για … με την ποίησή του. Γιατί δεν είναι δυνατόν να αναφέρουμε τον τρόπο με τον οποίο οι λέξεις χρησιμοποιούνται και την ίδια στιγμή το ίδιο το κείμενο. Η ποίησή του είναι κάτι παράξενο και αινιγματικό για τους ανθρώπους. Αλλά ο Ορφέας δεν είχε σκοπό να τους πει ελκυστικά αινίγματα, αλλά κοσμοϊστορικά πράγματα μέσα από αινίγματα. Πράγματι, τους μιλά για ιερές αποκαλύψεις από την πρώτη λέξη μέχρι της τελευταία.. Επίσης κάνει ξεκάθαρο μέσα από καλοδιαλεγμένους στίχους: πως έχοντας τους διατάξει να βάλουν θύρες στ’ αυτιά τους. Λέει ότι αυτός δεν νομοθετεί για τους πολλούς … [αλλά μόνο για] τους αγνούς στην ακοή … σύμφωνα … στον επόμενο στίχο …
Στήλη 8
… ξεκαθαρίζει σ’ αυτό το στίχο:
Που γεννήθηκαν από τον Ζευ τον μέγα βασιλέα
και το πως αυτός (ο Ζευς δηλαδή) είχε την αρχή, το ξεκαθαρίζει σ’ αυτόν:
Όταν ο Ζευς πήρε από τον πατέρα του την εξουσία όπως είχε προφητευτεί
Και τη δύναμη στα χέρια του και και τον ένδοξο δαίμονα
Αγνοούν το γεγονός ότι αυτοί οι λόγοι έχουν μεταλλαχθεί. Πρέπει να θεωρηθούν ως εξής: «Ο Ζευς όταν πήρε τη δύναμη από τον πατέρα του και τον ένδοξο δαίμονα.» Αφού αυτό έχει έτσι, αυτός (ο Ορφέας) δεν ισχυρίζεται ότι ο Ζευς ακούει [από τον πατέρα του] αλλά ότι παίρνει τη δύναμη [από εκείνον]. Εάν το δούμε με τον άλλο τρόπο, [θα μοιάζει] ότι αυτός [την πήρε] ενάντια στη θεία θέληση … γιατί μοιάζει σ’ αυτό …ίσως να πιστεύεται απαραίτητο … και γνωρίζοντας …
Στήλη 9
ον. Αυτός έκανε τη ισχύ να ανήκει στον ισχυρό, όπως ένας γιος ανήκει στον πατέρα. Εκείνοι που δεν καταλαβαίνουν το νόημα αυτών των πραγμάτων νομίζουν ότι ο Ζευς παίρνει και τη δύναμη και το δαίμονα από τον πατέρα του. Τώρα, γνωρίζοντας ότι η φωτιά [με το ίδιο τρόπο που] αναμιγνύεται με τα υπόλοιπα, ερεθίζει τα πράγματα που υπάρχουν και τα εμποδίζει από το να είναι μαζί εξαιτίας της κατανάλωσης, το απομάκρυνε σε μια επαρκή απόσταση, έτσι ώστε μόλις αφαιρεθεί, να μην εμποδίζει τα πράγματα από το να αναμιχθούν. Γιατί οτιδήποτε ανάβει κυριαρχείται (από τη φωτιά), και όταν κυριαρχείται, αναμιγνύεται με άλλα πράγματα. Αλλά (όπως είναι η έκφραση) ότι «τον πήρε από το χέρι», έδωσε ένα αινιγματικό νόημα όπως και ο άλλος […] ξέρει καλύτερα […] δυνατός, είπε ότι ο Ζευς […] ο δαίμονας … ακριβώς όπως … δυνατός.
Στήλη 10
… και να πει. Γιατί δεν είναι δυνατόν να το πει χωρίς να το προφέρει: και αυτός (ο Ορφέας) θεωρούσε το «να το πει» και το «να το προφέρει» να είναι τα ίδιο. Και το «να πει» και «να διδάξει» σημαίνουν το ίδιο (ή τουλάχιστον είναι ισοδύναμα): Γιατί δεν είναι δυνατόν να διδάξεις χωρίς να πεις οτιδήποτε είναι να διδαχθεί μέσα από διαλέξεις. Η διδασκαλία θεωρείται ότι εμπεριέχεται στο λόγο.
Όμοια, το «να διδάξεις» δεν διαφοροποιείται από το «να πεις» από τη μια, και το «να πεις» από το «να προφέρεις» από την άλλη, αλλά το «να προφέρεις», «να πεις» και το «να διδάξεις» σημαίνουν το ίδιο.
Έτσι τίποτα δεν εμποδίζει το «να τα προφέρεις όλα» και το «να διδάξεις για όλα τα πράγματα» από το να είναι το ίδιο πράγμα.
Αλλά λέγοντας ότι αυτή είναι η «θεραπαινίδα» του, αυτός (ο Ορφέας) εκφράζει με αινιγματική μορφή ότι όπως ο ήλιος διαλύει με τη θερμότητα, η νύχτα το συμπυκνώνει με το ψύχος … αυτά τα πράγματα που θέρμανε ο ήλιος …
Στήλη 11
… της Νύχτας. Αυτός λέει ότι αυτή προφέρει το χρησμό μέσα από το άδυτο του ναΐδιου (εξ αδύτου), γιατί δεν δύει όπως το φως, αλλά το φως του ήλιου το προλαβαίνει καθώς μένει ακίνητο. Τώρα το να δώσεις ή να προφέρεις χρησμό και το να βοηθήσεις σημαίνει το ίδιο. Αλλά πρέπει να εξετάσουμε το τι αφορά η «βοήθεια» ή  η «προφορά» χρησμού, (ως όνομα).
Στην πεποίθηση ότι αυτός ο θεός προφέρει χρησμούς, έρχονται ρωτώντας το τι να κάνουν. Μετά από αυτό, εκείνος τους λέει: [Αυτή;] έβγαλε χρησμό σχετικά με όλα όσα ήταν σωστό εκείνος να ακούσει.
…έκανε ξεκάθαρο ότι… τα πράγματα που είναι…
Στήλη 12
… και να του αφαιρέσει (την εξουσία). Και η επόμενη γραμμή λέει περίπου αυτά: έτσι ώστε να εξουσιάζει στην όμορφη κορφή του χιονοσκέπαστου Ολύμπου
Όλυμπος και χρόνος είναι το ίδιο. Όσοι νομίζουν ότι ο Όλυμπος και ο ουρανός είναι το ίδιο κάνουν εντελώς λάθος, γιατί δεν ξέρουν ότι ο ουρανός δεν μπορεί να είναι μακρύτερος παρά πλατύτερος, αλλά αν κάποιος αποκαλούσε τον χρόνο μακρύ, δεν θα έκανε καθόλου λάθος. Και όποτε εκείνος (δηλαδή ο Ορφέας) ήθελε να μιλήσει για τον ουρανό, πρόσθετε το επίθετο «πλατύς», ενώ όποτε (ήθελε να μιλήσει) για τον Όλυμπο, αντίθετα, δεν πρόσθετε ποτέ (το επίθετο) «πλατύς» αλλά το «μακρύς». Αλλά λέγοντας ότι είναι «χιονοσκέπαστος», η ισχύς… χιονισμένος…χιονισμένος… λευκός … φωτεινός… γκρι… και…
Στήλη 13
ο Ζευς όταν άκουσε τις προφητείες από τον πατέρα του
Γιατί ούτε τις άκουσε αυτή τη φορά—αλλά έκανε ξεκάθαρο με τι έννοια τις άκουσε—ούτε η Νύχτα διατάζει (αυτή τη φορά). Αλλά το κάνει αυτό φανερό με το να πει το ακόλουθο:
Κατάπιε τον φαλλό του […], ο οποίος πρώτος ξεπετάχτηκε από τον αιθέρα.
Από τη στιγμή που όλη του η ποίηση μιλά για τα πράγματα αινγματικά, πρέπει να μιλήσουμε για κάθε λέξη χωριστά. Βλέποντας ότι οι άνθρωποι θεωρούν ότι η γενιά (η γέννηση) εξαρτάται από τα γεννητικά όργανα, και χωρίς γεννητικά όργανα δεν υπάρχει ύπαρξη, χρησιμοποίησε αυτή (τη λέξη), παρομοιάζοντας τον ήλιο με τον φαλλό. Γιατί χωρίς τον ήλιο τα πράγματα που υπάρχουν δεν θα μπορούσαν να είναι όπως είναι… πράγματα είναι … ο ήλιος είναι τα πάντα…
Στήλη 14
[αυτός έκανε;] τα πηδήξει το πιο λαμπερό και πιο ζεστό με το να το αποχωριστεί από τον εαυτό του. Λεει ότι ο Κρόνος γεννήθηκε από τον ήλιο στη γη γιατί έγινε η αιτία μέσω του ήλιου που κόλλησαν μεταξύ τους. Γι’ αυτό το λόγο λέει: «(Αυτός) που έκανε ένα μεγάλο κατόρθωμα.» Και μετά από αυτό: ο Ουρανός γιος της Νύχτας που εξουσίασε πρώτος απ’ όλους.
Ονομάζοντας το Νου που χτυπά (τα πλάσματα;) μεταξύ τους, ο Κρόνος [χρόνος], λέει ότι έκανε ένα μεγάλο κατόρθωμα στον Ουρανό. Γιατί (λέει ότι) αυτός (δηλαδή ο Ουρανός) έχασε το βασίλειό του. Ονόμασε Κρόνο τον εαυτό του από τη δράση του και το ίδιο και οι άλλοι με την ίδια αρχή. Γιατί απ’ όλα τα πράγματα που υπάρχουν… φύση… ότι έχασε το βασίλειό του… τα πράγματα που υπάρχουν…
Στήλη 15
… χτυπώντας τους αναμεταξύ τους, αν έκανε τον ήλιο να αποχωριστεί, (το αποτέλεσμα είναι ότι) τα πράγματα τα οποία έμεναν χωριστά το ένα από το άλλο. Γιατί ο ήλιος αποχωρίστηκε και άρχισε να κάνει κύκλους, και συμπυκνώθηκε και κράτησε σταθερά τα πράγματα που είναι από πάνω και εκείνα που είναι από κάτω από τον ήλιο. Και στον επόμενο στίχο:
Κρατώντας τη σοφία και τη βασιλική τιμή πάνω από τους ευλογημένους θεούς
Στήλη 16
Έγινε αγαπητό επάνω [ότι] αποκάλεσε τον ήλιο φαλλό. Από τη στιγμή που τα πράγματα που υπάρχουν τώρα έφτασαν να υπάρχουν από ότι είχε ήδη υπόσταση, λεει:
[με;] τον φαλλό του πρωτότοκου βασιλιά, μέσα από τον οποίο μεγάλωσαν όλοι οι αθάνατοι (ή κρατήθηκαν σταθερά), ευλογημένοι θεοί και θεές, και ποταμοί και όμορφα ρυάκια και όλα τα άλλα, που είχαν γεννηθεί τότε. Και εκείνος ο ίδιος έγινε μοναχικός.
Σ’ αυτούς τους στίχους δείχνει ότι τα πλάσματα πάντοτε είχαν υπόσταση, και τα πλάσματα που υπάρχουν τώρα προέρχονται στην ύπαρξη από (ή εκ των) πραγμάτων που έχουν υπόσταση. Και όσο για την φράση: «κι αυτός ο ίδιος έγινε μοναχικός», λέγοντας το αυτό κάνει ξεκάθαρο ότι ο Νους καθαυτός, με το να είναι μόνος, αξίζει τα πάντα, σαν όλα τ’ άλλα να είναι ένα τίποτα. Γιατί δεν θα ήταν δυνατός τα πράγματα που έχουν υπόσταση να είναι τέτοια χωρίς το Νου. Και στον ακόλουθο στίχο αφού έχει πει ότι ο Νους αξίζει όσο τα πάντα:
Τώρα είναι ο βασιλιάς των πάντων και θα είναι για πάντα
… ο Νους και …
Στήλη 17
…υπήρχε πριν ακόμα ονομαστεί. Έπειτα ονομάστηκε. Γιατί ο αέρας υπήρχε πριν ακόμα συσταθούν τα πράγματα που υπάρχουν τώρα και πάντα θα υπάρχει. Γιατί δεν γεννήθηκε, αλλά υπήρχε. Και ο λόγος γιατί ο αέρας πήρε το όνομά του έχει γίνει ξεκάθαρος πιο πάνω. Γιατί νομιζόταν ότι γεννήθηκε και πήρε το όνομα Ζευς, σα να μην υπήρχε πρωτύτερα.. Και είπε ότι αυτό θα είναι το «τελευταίο», γιατί ονομάστηκε Ζευς, και θα συνεχίσει να είναι αυτό το όνομά του μέχρι τα πράγματα που υπάρχουν σήμερα να ενωθούν και πάλι στην ίδια μορφή με την οποία περιφερόταν πριν. Και είναι ξεκάθαρο ότι έγιναν τέτοια γι’ αυτό το λόγο, και καθώς ήρθαν στην ύπαρξη, και είναι όλα μέσα σ’ αυτή… το δείχνει με τα ακόλουθα λόγια:
«Ζευς η κεφαλή, Ζευς η μέση, και από τον Ζευ όλα τα πράγματα έχουν την ύπαρξη»
Κεφαλή… εκφρασμένη με αινιγματώδη μορφή… κεφαλή… αρχή [ή «εξουσία»] έρχεται… παίρνει θέση…
Στήλη 18
…και εκείνους που κινούνται προς τα κάτω. Αλλά μιλώντας […] εννοεί ότι η [γη;] και όλα τα άλλα πράγματα είναι μέσα στον αέρα, καθώς αυτό είναι πνοή. Τώρα, ο Ορφέας αποκάλεσε αυτήν την πνοή Μοίρα. Αλλά όλοι οι άλλοι άνθρωποι σύμφωνα, με την κοινή χρήση της λέξης, λένε ότι η Μοίρα, κλώθει γι’ αυτούς και ότι όλα εκείνα τα οποία η Μοίρα τους έχει κλώσει εκείνα θα γίνουν. Από τη μια ορθά μιλώντας, αλλά από την άλλη μήτε ξέροντας τι είναι η Μοίρα, μήτε γνωρίζοντας τι είναι το κλώσιμο. Γιατί ο Ορφέας αποκάλεσε σοφία τη Μοίρα. Αυτό φαινόταν σ’ εκείνον ως το πιο κατάλληλο όνομα απ’ όλα τα ονόματα που έχουν δώσει οι άνθρωποι. Γιατί πριν ακόμα ο Ζευς να πάρει όνομα, η Μοίρα ήταν η σοφία του θεού πάντα και διαμέσου των πάντων. Αλλά από τότε που ο Ζευς πήρε το όνομά του, νομίζουν ότι γεννήθηκε, παρά το ότι υπήρχε από πριν, αλλά χωρίς όνομα. Γι’ αυτό το λόγο λέει «ο Ζευς γεννήθηκε πρώτος», και όπως ήταν ο πρώτος… μετά… οι άνθρωποι [μη καταλαβαίνοντας;] τι είπε [«τα λεγόμενα»] … Ζευς…
Στήλη 19
…υπάρχοντα πράγματα έχουν αποκληθεί το καθένα μ’ ένα μοναδικό όνομα για το λόγο που [τα;] εξουσιάζει. Όλα τα πράγματα αποκαλούνταν Ζευς σύμφωνα με την ίδια αρχή. Γιατί ο αέρας εξουσιάζει τα πάντα όπως και όσο θέλει. Και όταν λένε ότι η Μοίρα κλώθει εννοούν ότι η σοφία του Ζευ βάζει σε διάταξη το πώς θα είναι τα πράγματα και τα πράγματα που θα έρθουν και εκείνα που πρόκειται να υπάρξουν, θα έρθουν στην ύπαρξη, και θα υπάρχουν και έπειτα θα χαθούν. Και τον παρομοιάζει μ’ ένα βασιλιά (γιατί αυτό του φαινόταν πιο κατάλληλο απ’ όλα τα ονόματα που λέγονται) λέγοντας τα εξής:
«Ζευς βασιλιάς, Ζευς που κυριαρχεί πάνω σ’ όλα με τον λαμπρό κεραυνό»
Είπε ότι είναι βασιλιάς γιατί πολλοί… μια εξουσία επικρατεί [ή: ένας κυρίαρχος] και τα ολοκληρώνει όλα… κανείς… να ολοκληρώσει… κυρίαρχος… εξουσιάζεται [ή: αρχίζει]…
Στήλη 20
… εκείνοι οι άνθρωποι οι οποίοι, ενώ ιερουργούν τις τελετές στις πόλεις, έχουν δει ιερά πράγματα, κι αναρωτιέμαι λιγότερο για το ότι δεν έχουν γνώση. Γιατί δεν είναι δυνατόν να ακούσεις και την ίδια ώρα να καταλάβεις [ή: να μάθεις] το τι λέγεται. Αλλά όλοι εκείνοι που (ελπίζουν να αποκτήσουν γνώση;) από κάποιον που κάνει την τέχνη των ιερών τελετών αξίζει να απορείς γι’ αυτούς και είναι και για λύπηση. Να απορείς, γιατί νομίζοντας ότι θα γνωρίσουν πριν κάνουν τις τελετές, χωρίς ακόμα να κάνουν επιπλέον ερωτήσεις, λες και ήδη έχουν γνωρίσει όλα όσα έχουν δει, ακούσει, ή μάθει. Και για λύπηση επειδή δεν τους αρκεί το να έχουν σπαταλήσει χρήματα προκαταβολικά, αλλά χάνουν ακόμα και την ικανότητα κρίσης. Ελπίζοντας πριν να τελέσουν τις ιερές τελετές ότι θα κερδίσουν γνώση, φεύγουν αφού τις τελέσουν έχοντας χάσει και την ελπίδα επίσης… αλλά η δική του… μητέρα… αδελφή…
Στήλη 21
… ούτε το κρύο προς το κρύο. Με το να λέει «ζευγαρώνοντας», αυτός (δηλαδή ο Ορφέας) δίνει την έννοια ότι χωρισμένα σε μικρά (κομματάκια) κινούνταν και ζευγάρωναν στον αέρα, και καθώς ζευγάρωναν, ενώθηκαν όλα μαζί. Κι ενωνόταν μέχρι που πήρε το καθένα τη μορφή του. Η Ουρανία Αφροδίτη, και ο Ζευς, και ο αφροδισιασμός, και το ζευγάρωμα, και η Πειθώ, και η Αρμονία έχουν δοθεί ως όνομα στην ίδια θεότητα. Κι ένας άντρας όταν ενώνεται ερωτικά με μια γυναίκα λέγεται κοινά ότι αφροδισιάζει. Γι’ αυτό (το λόγο) τα πράγματα που υπάρχουν τώρα ενώθηκαν το ένα με το άλλο, (κι αυτή η θεότητα) πήρε το όνομα Αφροδίτη. (Πήρε και το όνομα) Πειθώ, γιατί τα πράγματα υποχώρησαν το ένα προς το άλλο, και το να υποχωρείς και το να πείθεις είναι το ίδιο πράγμα. (Πήρε και το όνομα) Αρμονία, γιατί πολλά από αυτά ταίριαξαν αρμονικά το ένα με το άλλο. Γιατί υπήρχαν από πριν, αλλά λέγεται ότι «γεννήθηκαν» μια και αποχωρίστηκαν… το να αποχωρίζεσαι κάνει φανερό ότι… τα εξουσίασε έτσι ώστε να αποχωριστούν…
Στήλη 22
Έτσι κι εκείνος (δηλαδή ο Ορφέας) έδωσε όνομα σ’ όλα τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο όσο καλύτερα μπορούσε, γνωρίζοντας τη φύση των ανθρώπων, ότι ούτε όλοι τους έχουν την ίδια προέλευση, ούτε όλοι τους θέλουν να ίδια πράγματα. Όταν έχουν τη δύναμη, λένε ότι βγαίνει από την καρδιά τους, οτιδήποτε συμβαίνει να θέλουν, ποτέ τα ίδια πράγματα, δια μέσου της απληστίας [ή: υπεροψίας] μερικές φορές εξαιτίας της έλλειψης κατανόησης, επίσης. Η Γη, Μητέρα, Ρέα και Ήρα είναι το ίδιο [ή: είναι μια και η αυτή]. Αυτή/αυτό αποκαλείται Γη συμβατικά. Μητέρα επειδή όλα τα πράγματα γεννήθηκαν από αυτή [ή: από αυτό]. Γη και Γαία ανάλογα με τη διάλεκτο του καθενός, ένα όνομα από τα δύο, γιατί είναι το ίδιο.
Και λέγεται και στους Ύμνους επίσης: «Δήμητρα Ρέα Γη Μητέρα Εστία Διώ» γιατί (αυτή/αυτό) ξεσκίστηκε [ή: ρήμαξε] κατά την ερωτική σμίξη. Αυτός το ξεκαθαρίζει, σύμφωνα με τους στίχους, ότι αυτή γεννήθηκε… Και (αυτή/αυτό) αποκαλείται Ρέα γιατί πολλά και… ζώα γεννήθηκαν… από αυτή… Ρέα και…
Στήλη 23
Αυτός ο στίχος έγινε παραπλανητικά και είναι σκοτεινός για πολλούς, αλλά σ’ εκείνους που τον καταλαβαίνουν ορθά είναι ξεκάθαρο ότι ο Ωκεανός είναι ο αέρας και ο αέρας είναι ο Ζευς. Δεν έχουμε εδώ την περίπτωση ένας άλλος Ζευς να επινόησε τον Ζευ, αλλά αυτός ο ίδιος (επινόησε) για τον εαυτό του μεγάλη δύναμη. Αλλά εκείνοι που δεν καταλαβαίνουν νομίζουν ότι ο Ωκεανός είναι ένα ποτάμι γιατί εκείνος (δηλαδή, ο Ορφέας) πρόσθετε το επίθετο «πλατύροος». Αλλά αυτός απλά δίνει αυτό το νόημα με τις τρέχουσες και παραδοσιακές εκφράσεις. Γιατί αποκαλούν και τους πολύ δυνατούς ανάμεσα στους ανθρώπους «πλατύροους». Και στον επόμενο στίχο:
«Και έθεσε μέσα σ’ αυτόν τις ίνες τους ασημένιου Αχελού».
Δεν [δίνει] το όνομα Αχελός στο νερό. [Το νόημα της φράσης;] ότι έθεσε στις ίνες είναι ότι το… παρουσιάζεται… το καθένα…
Στήλη 24
… είναι ίσα μετρημένα από το κέντρο, αλλά εκείνα που δεν έχουν σφαιρική μορφή δεν μπορούν να έχουν ίσα μέλη. Αυτός (ο στίχος) το κάνει φανερό:
«το οποίο λάμπει για πολλούς καλόφωνους ανθρώπους στην απέραντη γη».
Κάποιοι μπορεί να νομίζουν ότι αυτός ο στίχος λέγεται λάθος, δηλαδή ότι όταν εκείνη      φτάνει στα άκρα, τα πράγματα είναι πιο φανερά απ’ ότι πριν φτάσει στα άκρα. Αλλά αυτός δεν εννοεί κάτι τέτοιο με αυτό (λέγοντας αυτό) εκείνη δείχνει, γιατί εάν εννοούσε κάτι τέτοιο, δεν θα έλεγε ότι δείχνει για πολλούς, αλλά για όλους το ίδιο πράγμα την ίδια ώρα, κι εκείνους που εργάζονται τη γη, κι εκείνους που ταξιδεύουν στη θάλασσα με πανιά, και για τους προηγούμενους οι εποχές. Γιατί εάν δεν υπήρχε φεγγάρι, οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να ανακαλύψουν το μέτρημα, είτε των εποχών, είτε των ανέμων.. και όλοι οι άλλοι…
Στήλη 25
… και φωτεινότητα. Εκείνα τα πράγματα από τα οποία είναι (φτιαγμένο) το φεγγάρι είναι τα λευκότερα όλων, και χωρίζονται ανάλογα με την ίδια αρχή [ή: μέτρο], αλλά δεν είναι ζεστά. Και υπάρχουν και άλλα πράγματα στον αέρα τώρα, αιωρούμενα μακριά το ένα από το άλλο. Αλλά μέσα στη μέρα είναι αόρατα κυριαρχημένα από τον ήλιο, ενώ τη νύχτα είναι ορατό ότι υπάρχουν. Και κυριαρχούνται εξ αιτίας του μικρού τους μεγέθους. Το καθένα τους αιωρείται εξ αιτίας της αναγκαιότητας, έτσι ώστε να μην έρχονται το ένα κοντά στο άλλο. Διαφορετικά όλα εκείνα που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά όπως και εκείνα του ήλιου θα ενωνόταν σε μια μάζα.
Εάν ο θεός δεν ήθελε τα πράγματα τα οποία υπάρχουν τώρα, δεν θα έφτιαχνε τον ήλιο. Αλλά τον έκανε τέτοιου είδους και μεγέθους όπως περιγράφει στην αρχή της διήγησης. Εκείνες (οι λέξεις) που βάζει μετά (ως παραπέτασμα) μη θέλοντας να τις καταλάβουν όλοι οι άνθρωποι. Σ’ αυτό το στίχο το δείχνει:
«Αλλά κάποτε[η καρδιά;] του Ζευ εφεύρε όλες τις πράξεις»
Στήλη 26
…[της;] μητέρας» επειδή ο Νους είναι η μητέρα των υπολοίπων, και «της δικής του» γιατί είναι καλή. Κάνει φανερό ότι σ’ αυτούς τους στίχους επίσης εννοεί καλό: «Ερμής Διάκτορος γιός της Μαίας, αγαθός δότης».
Το κάνει ξεκάθαρο και σε αυτές επίσης: «Γιατί δύο δοχεία είναι τοποθετημένα στο όριο του Ζευ. Για δώρα όπως τα δίνουν: για κακά και το άλλο για καλά.»
Εκείνοι που δεν κατανοούν τον όρο νομίζουν ότι αυτό είναι [της;] δικής του μητέρας. Αλλά αν ήθελε να δείξει τον θεό να θέλει να σμίξει ερωτικά με την δική του μητέρα, θα μπορούσε να το κάνει με το να αλλάξει μερικά γράμματα για να πει τη δική του μητέρα. Γιατί έτσι θα γινόταν αυτό δικό του, και θα ήταν ο γιος της… αυτής… φανερό ότι… και οι δυο… καλό…