Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Ορθοδοξία - Ειδωλολατρία: Ιστορικός και θρησκευτικός απολογισμός της πνευματικής διαθήκης του λαού μας


Ανάμεσα στην τιμητική προσκύνηση των αγίων της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της αρχαίας ελληνικής θρησκείας υπάρχει κάποια μακρινή ομοιότητα, γιατί στους Αγίους μας αποδίδονται ιδιότητες ανάλογες με τις ιδιότητες των Ολύμπιων θεών. Αυτή η αναλογία είναι φυσικά εξωτερική, γιατί ο τρόπος της θρησκευτικής προσήλωσης στους αρχαίους Έλληνες και στους Ορθόδοξους Έλληνες είναι βασικά διαφορετικός.

Η Ορθοδοξία λατρεύει ή τιμάει με ευλάβεια και ταπεινοφροσύνη, αφοσίωση και όχι με φόβο και πειθαρχία, όπως η ειδωλολατρία των αρχαίων Ελλήνων. Πολλοί άγιοι αντικατέστησαν πολλούς Ολύμπιους θεούς. Ο θεός της θάλασσας Ποσειδώνας αντικαταστάθηκε με τον Άγιο Νικόλαο, τον προστάτη των ναυτικών. Μερικοί, μάλιστα, βρίσκουν κάποιες αναλογίες ανάμεσα στην Παρθένο Αθηνά και στην Παρθένο Μαρία, τη Θεοτόκο Παναγία, καθώς και στο Φοίβο Απόλλωνα και στον Προφήτη Ηλία.

Στην Κύπρο ο Άγιος Σαλούμης και στην Αρκαδία ο Άγιος Βλάσιος αντικατέστησαν τον Πάνα, στο ρόλο του προστάτη των ποιμνίων. Ο προστάτης της αμπελουργίας, ο Άγιος Τρύφωνας, αντικατέστησε το Διόνυσο και τη Δήμητρα.

 Και οι Έλληνες χριστιανοί, τιμώντας τους αγίους, χτίζουν εκκλησίες ή ξωκλήσια στις κορυφές λόφων ή βουνών, που θυμίζουν τα αρχαία ιερά. Τέλος, όπως κάθε αρχαία ελληνική πόλη είχε τον προστάτη θεό ή ήρωα της, έτσι και οι ελληνικές χριστιανικές πόλεις έχουν τον πολιούχο τους Άγιο.

Η αρχαία ελληνική μυθολογία έχει επηρεάσει τις χριστιανικές παραδόσεις. Έτσι και σήμερα πιστεύεται πως το βασίλειο του Άδη βρίσκεται κάτω από τη Γη. Εκεί βρίσκεται ο φοβερός Κάτω Κόσμος με το αιώνιο σκοτάδι και την παντοτινή παγωνιά, με το βαρύ πένθος και την απερίγραπτη σκληρότητα. Ένα δημοτικό μας τραγούδι λέει χαρακτηριστικά για τον Άδη:

Ετού βιολιά δεν παίζουνε
Παιχνίδια δε βαρούνε.
Κάτω στα Τάρταρα της Γής,
Τα κρυοπαγωμένα,
Μοιρολογούν οι λυγερές
Και κλαιν τα παλικάρια.

Η Φυλλάδα του Μ. Αλεξάνδρου μετουσιώνει τα τόσο σημαδιακά γεγονότα, που αναφέρουν οι διάφοροι αρχαίοι ιστορικοί. Εδώ, η προαναγγελία του τέλους γίνεται στον Αλέξανδρο, με την εμφάνιση στον ύπνο του Προφήτη Ιερεμία και είναι κατηγορηματική.

«Όραμα περί τον θάνατον του: Πηγαινάμενος εις την Βαβυλώνα εις το πρώτον κονάκι, είδεν ο Αλέξανδρος τον Προφήτην Ιερεμίαν εις τον ύπνον του, ο οποίος του είπεν: ετοιμάσου, Αλέξανδρε, να έλθης εις τον ετοιμασμένον σου τόπον, διότι επληρώθησαν αι ημέραι της ζωής σου και από τους φίλους σου θέλεις λάβει θάνατον. Σύρε εις την Βαβυλώνα να διορθώσης το Βασίλειον σου ομού με τα φουσάτα σου. Ωσάν ετελείωσε τους λόγους τούτους ο Προφήτης Ιερεμίας, έγινεν άφαντος».

«Ο Αλέξανδρος φιλοδωρεί τους εδικούς του: Ανεγίγνωσκε την Επιστολήν ο Αριστοτέλης και ο Αλέξανδρος εκάθητο εις ένα θρόνον, οπού είχε βήματα δώδεκα και ήτο του Πόρου του Βασιλέως της Ινδίας. Ακούωντας την Επιστολήν ο Αλέξανδρος και οι φίλοι του, έκλαιαν μικροί μεγάλοι. Αυτήν την ημέραν έκλεψεν ένας άνθρωπος ένα κανάτι χρυσόν του Αλεξάνδρου και απεκρίθη: όπου και αν φανή το κανάτι, είτις το ειδή, ότι είναι του Αλεξάνδρου, όχι εκείνου όπου το βαστά. Εζύγωσεν ο Αριστοτέλης και είπε: θαυμάζω εις ταις ανδραγαθίαις, οπού έκαμες, οπού εις όλον τον Κόσμον δεν εγίνηκαν, ουδέ θέλουν γίνη. Ο Αλέξανδρος είπε: τέσσερα καλά ήσαν εις εμένα. Πρώτον καλό χαιρέτημα, δεύτερον αλήθεια, τρίτον, από τον λόγον μου να μην ευγαίνω, τέταρτον, η κρίσις μου να είναι δικαία και να πιστεύω εις τον Θεόν του Ουρανού και της Γης, οπού έπλασε τα πάντα.»

Λόγοι Αλεξάνδρου: «Πάλιν ο Αριστοτέλης ηρώτησε τον Αλέξανδρον το μάλαμα και τον πλούτον οπού επήρεν από όλον τον Κόσμον, που τα έχει. Ο Αλέξανδρος ετήραξεν προς τους αυθεντάδες, οπού ήσαν εκεί και είπε του: οι αγαπημένοι μου σύντροφοι και ο λαός είναι το μάλαμα και ο πλούτος μου. Ο Αριστοτέλης είπεν:ιδές, αυθέντη, να κάμης παιδίον. Ο Αλέξανδρος είπε: δεν σας αφήνω εγώ παιδίον εις την Μακεδονίαν, αμή θέλω σας αφήσει τιμήν μεγάλην και δόξαν, οπού εις τα βασίλεια του Κόσμου να ήστε πρώτοι, εις τρόπον ότι ωσάν αποθάνω, να με ενθυμάσθε εις όλην την ζωήν σας, δια τα καλά οπού σας έκαμα…Μετά ταύτα εκάλεσε τον Διδάσκαλον του τον Αριστοτέλην και εφιλοδώρησε τον, δίδοντας του το στέμμα του Πόρου του Βασιλέως και το επανωφόρι δέκα χιλιάδες τάλαντα χρυσά, και τριακόσια μόδια μαργαριτάρια. Ούτω τον έστελεν εις την Μακεδονίαν και έδωκεν του και Επιστολήν προς την Ολυμπιάδα, πέμπωντας εις αυτήν και δώρα άμετρα. Εδιάβη λοιπόν ο Αριστοτέλης εις την Μακεδονίαν, ο δε Αλέξανδρος έμεινεν εις την Βαβυλώνα με την Ροξάνδραν και με όλα του τα φουσάτα δια να ανπαυθούν μερικόν καιρόν. Αλησμόνησεν και την λύπην του θανάτου και ήτον όλος χαρά μήνας τρεις».

Όπως θα προσέξει ο αναγνώστης υπάρχει σε όλα αυτά μια διακριτικά κρυμμένη αναφορά σε ότι θα λέγαμε πνευματική διαθήκη. Ο Αλέξανδρος κάνει εδώ με τις πράξεις και τα λόγια του ένα είδος απολογισμού του έργου του, της στάσης του, των όσων θεωρούσε πολύτιμα στη ζωή, όπως και της υστεροφημίας του, που γι’ αυτήν είναι βέβαιος.

 Και με κείνο το «αλησμόνησεν και την λύπην του θανάτου και ήτον όλος χαρά μήνας τρεις», ο θρύλος μας προδιαθέτει, πως σε λίγο θα επακολουθήσουν γεγονότα κάθε άλλο παρά χαρμόσυνα. Ο Αλέξανδρος ετοιμάζεται «να υπάγη εις τον ετοιμασμένον τόπον, διότι επληρώθησαν αι ημέραι της ζωής του», όπως του το είχε προαναγγείλει ο Προφήτης Ιερεμίας.

Αν παραλληλίσουμε όμως την εικόνα που μας δίνουν όλα αυτά, με τα όσα ιστορικά στοιχεία σχετικά με τις τελευταίες ημέρες του στη Βαβυλώνα, δεν μπορούμε παρά να διακρίνουμε πως ο θρύλος, όσο κι αν μετάπλασε την πραγματικότητα, κατορθώνει να μας μεταδώσει την ατμόσφαιρα του τέλους, που κυριαρχούσε στη διάθεση του Αλεξάνδρου εκείνη την εποχή.

 Δεν θα έπρεπε μάλιστα να παραλείψουμε εδώ να σημειώσουμε και ορισμένους αδιόρατους συσχετισμούς με τον βίο και τις τελευταίες μέρες του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Το δείπνο, ο Αριστοτέλης, η μητέρα, τα δάκρυα, η ομιλία του Αλεξάνδρου, περιέχουν με πολλή προσοχή αυτήν την αναφορά. Γιατί ο θρύλος, σαν δημιούργημα των χριστιανικών χρόνων, θέλοντας να τιμήσει τον ήρωα του δεν βρίσκει άλλο πρότυπο για να παραλληλίσει το τέλος του. Το πρότυπο αυτό είναι ο θάνατος του Σωτήρος. Πάντοτε όμως διακριτικά, η διαφορά και η υπόσταση θα διατηρηθούν.

Ο Αλέξανδρος αφήνει τους Μακάρους: «Πριν αναχωρήσει ο Αλέξανδρος από το νησί των μακάρων, ήλθαν όλοι εφίλησαν τον, και με πολλήν τιμήν τον εσυνεύγαλαν. Ο Αλέξανδρος είπεν τους: Εάν δεν ήθελα λυπηθή τους Μακεδόνας, να μη χαθούν εις την ξενιτείαν, ήθελα απομείνη εδώ με σας, να ζήσω αγγελικήν ζωή. Ο Ευαήνθης τον είπεν : Αλέξανδρε, εις ειρήνην. Θέλεις κυριεύσει όλον τον κόσμον, και ύστερον θέλεις εισέλθη εις την μητέραν σου την γη, επειδή εις την ανάστασιν όλοι αντάμα θέλομεν ευρεθή, και κάθε εις καθώς κάμη θέλει εύρη. Εξέβη λοιπόν ο Αλέξανδρος από το νησί των Μακάρων, επήγε εις τα φουσάτα του, εσύναξε τους όλους και όσα είδεν όλα τους τα ωμολόγησεν».

Καθώς παρατηρούμε, ο θρύλος που συχνά μας παρουσιάζει τον Αλέξανδρο σαν ιππότη του Χριστιανισμού, δεν διστάζει ξαφνικά να του προσθέσει μια διάθεση μοναστική. Αν δεν ήταν οι Μακεδόνες, που χωρίς αυτόν κινδυνεύανε να χαθούν στην ξενιτιά, θα αποφάσιζε να μείνει στο νησί των Μακάρων. Ο υπαινιγμός για το αγγελικό σχήμα, είναι φανερός. Ταυτόχρονα μας δείχνει πως η λαϊκή φαντασία με το αλάθευτο αισθητήριο της, είχε επιχειρήσει να εμβαθύνει την ψυχή του ήρωα της, και είχε σταθεί στη μοναξιά του, προσπερνώντας μάλιστα τα ιστορικά γεγονότα, που είχαν φέρει τον Αλέξανδρο και τους Έλληνες στην άκρη της γης.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου