Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Ο ρόλος του Κλήρου

Σε όλη τη διάρκεια της μακραίωνης δουλείας των Ελλήνων, ο ρόλος του κλήρου υπήρξε καταλυτικά αρνητικός σε κάθε ιδέα ξεσηκωμού του Γένους. Ορθόδοξος και καθολικός κλήρος, όχι απλώς συνιστούσαν υποταγή στον σουλτάνο, αλλά με κάθε τρόπο παρεμπόδιζαν κάθε ιδέα εξέγερσης. Άλλωστε ο κλήρος απολάμβανε προνομίων και δεν είχε κανέναν λόγο να αλλάξει η κατάσταση. Δούλοι του Θεού και δού­λοι του σουλτάνου έπρεπε να παραμείνουν εσαεί οι δύσμοιροι ραγιά­δες. Αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Το είχε διακηρύξει ο πιο επίσημος θεϊκός εκπρόσωπος, ο γνήσιος ερμηνευτής της θέλησης του Θεού, ο Απόστολος Παύλος, ο επιλεγόμενος Απόστολος των Εθνών, ο πρώ­ην Εβραίος Σαούλ, ο νεαρός Μπίν Λάντεν των Εβραίων, για τους χρι­στιανούς της εποχής του, στην αρχή της πολυτάραχης σταδιοδρομίας του. Το ’λεγε και το ’γράψε, μήπως και το ξεχάσουν οι άνθρωποι. Τα γραπτά μένουν, scripta manent, που έλεγαν και οι Λατίνοι. Και ήλθαν ύστερα οι διάδοχοι - δεν τους όρισε κανείς, μόνοι τους χρίστηκαν διά­δοχοι - πήραν τα γραπτά του και με την κληρονομική αποστολική εξουσία, που δημιούργησαν για τον εαυτό τους, τα ενέταξαν εκεί όπου έπρεπε να τα εντάξουν, τα περιτύλιξαν με μία δήθεν θεοπνευστία και τα καθιέρωσαν πλέον ως δόγμα, αδιαφιλονίκητη εντολή και επιθυμία του Θεού. Και όποιος τυχόν δεν ήθελε να το πιστέψει, τον περίμενε η αιώνια φωτιά και η βρασμένη πίσσα στην κόλαση.
Άντε τώρα εσύ να πείσεις τους αγράμματους ραγιάδες ότι δεν εί­ναι έτσι τα πράγματα και ότι ο Θεός δεν μπορούσε να θέλει τον άν­θρωπο δούλο ούτε δικό Του, ούτε κάποιου άλλου συνανθρώπου του. Δεν ακούστηκε ποτέ, ούτε γράφτηκε πουθενά, ότι ο Αδάμ και η Εύα ήταν και πλάστηκαν δούλοι για να γίνουν τέτοιοι και οι απόγονοί τους. Τη θεωρία αυτή την κατασκεύασε ο Παύλος και τα κατάφερε μια χαρά, ώστε να καταστήσει πράγματι τον άνθρωπο δούλο, όχι μό­νο του Θεού και του Ιερατείου, αλλά και κάθε ισχυρού αχρείου, αφού δίδασκε ότι, κάθε τάση για ελευθερία και ανυπακοή στην εξουσία, ήταν αντίθετη προς την εντολή του Θεού.


Αλλά ας ακούσουμε τον ίδιο τον Παύλο να μας εξηγεί τη θεωρία του:

Αναφέρεται σε περισσότερες από μία επιστολές του, από αυτές που τις ακούμε (και δεν τις καταλαβαίνουμε), τακτικά στις εκκλησίες.
Και μάλιστα για να μην υπάρξει καμμιά αμφιβολία και αμφισβή­τηση ότι όντως ομιλεί εξ ονόματος του Θεού, σε μία από αυτές το το­νίζει καθαρά:
«Παϋλος, άπόστολος Ιησού Χριστού, κατ’ εντολήν του Θεού και του Σωτήρος μας και του Κυρίου Ιησού Χριστού, επιτάσσω:
1. Όσοι εισιν υπό ζυγόν δούλοι, τους ιδίους δέσποτας πάσης τιμής άξιους ήγείσθωσαν, ϊνα μή τό όνομα τοΰ Θεοΰ και ή διδασκαλία βλασφημήται».1 Προς Τιμόθεον Α' κεφ. 6, στ. 1.
Κατ’ εντολήν λοιπόν του Θεού και του Χρίστου, διατάσσω: Όσοι εί­ναι δούλοι, να εκτιμούν ιδιαίτερα τους κυρίους τους για να μη δυ­σφημείται το όνομα του Θεοΰ και η διδασκαλία Του.
Τώρα μαθαίνω και εγώ ότι, όταν δεν υπακούς και δεν εκτιμάς το βάρβαρο αφεντικό σου, διαπράττεις δυσφήμηση του Θεού και της δι­δασκαλίας του.
Ευτυχώς το ιερατείο δεν έχει θεσμοθετήσει ακόμη τις βρισιές και τις κατάρες κατά των πάσης φύσεως τυράννων, πέρα από την περιύ­βριση της αρχής, και ως συκοφαντική δυσφήμηση του Θεού και του Ευαγγελίου Του!
«Πάσα ψυχή έξουσίαις υπερεχοΰσαις ύποτασσέσθω. Ου γάρ έστιν εξουσία ει μή υπό Θεοΰ, αί δε ουσαι έξουσίαι υπό του Θεοΰ τεταγ- μέναι είσίν, ώστε ό άντιτασσόμενος τή εξουσία τή τοΰ Θεοΰ διαταγή άνθέστηκε. Οί δε άνθεστηκότες έαυτοις κρίμα λήψονται. Θέλεις δέ μή φοβεϊσθαι τήν εξουσίαν; τό άγαθόν ποίει, καί έξεις έπαινον έξ αυτής. Θεοΰ γάρ διάκονός έστί σοι εις τό άγαθόν. Έάν δέ τό κακόν ποιης φοβοΰ. Ου γάρ είκή τήν μάχαιραν φόρεί Θεοΰ γάρ διάκονος έστιν εις οργήν εκδικος τω το κακον πράσσοντι. Διό ανάγκη ύποτάσσεσθαι ού μόνον διά την οργήν, άλλά και διά την συνείδησιν».2  Προς Ρωμαίους, Κεφ.13. 1-5.


Κάθε άνθρωπος πρέπει να υποτάσσεται στις ανώτερες αρχές, διότι δεν υπάρχει καμμιά εξουσία, χωρίς τη θέληση του Θεού, οι εξουσίες δε που υπάρχουν, έχουν ορισθεί από τον Θεό, εις τρόπον ώστε, εκεί­νος που αμφισβητεί την εξουσία, αντιτάσσεται στη διαταγή του Θεού.
Όσοι δε, δεν υπακούουν θα τιμωρηθούν. Θέλεις να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό και θα επαινεθείς από αυτήν, διότι η εξουσία είναι υπηρέτης του Θεού και αποβλέπει στο καλό σου. Εάν όμως πράξεις το κακό, τότε να φοβάσαι, διότι δεν είναι έτσι άσκοπα ζωσμένη με το μαχαίρι, έτοιμη να εκδικηθεί εκείνον που κάνει το κα­κό. Επομένως πρέπει να υποτάσσεσθε, όχι μόνον για να αποφύγετε την οργή,3  Της εξουσίας. αλλά και δια λόγους συνειδήσεως...!»
Ωραίος ο Παύλος. Όλα μέλι γάλα, αρκεί να μην βγάζεις γλώσσα στην εξουσία και να κάνεις ό,τι σου λέει, αφού υπάρχει και λειτουρ­γεί ως όργανο του Θεού και θέλει πάντα το καλό σου. Κάτσε λοιπόν φρόνιμα, γιατί δεν είναι μόνο που θα πας στην κόλαση, αλλά θα δο­κιμάσεις πρώτα και το μαχαίρι της στον λαιμό σου. Μπράβο ρε, Παύλο. Αλλά αφού έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα, θεϊκά δοσμέ­να, γιατί μωρέ κατηγορείτε και μας λέτε άλλα στο σχολείο και άλλα στην κοινωνία, ότι ο Χίτλερ, ο Στάλιν, ο Πινοσέτ και τόσοι πολλοί άλλοι, για να περιορισθώ μόνο στη νεότερη εποχή, ήσαν δικτάτορες, αιμοσταγείς δολοφόνοι, χασάπηδες, θηρία, ανθρωπόμορφα κτήνη; Αυτοί δεν είχαν ορισθεί από τον Θεό και δεν ήσαν όργανά του και ο Θεός δεν τους είχε εφοδιάσει με το μαχαίρι τους;
Εάν αυτό είναι το θέλημα του Θεού, γιατί επιτρέπει τις επανα­στάσεις, την αντίσταση κατά της τυραννίας και τους ξεσηκωμούς για την ελευθερία;
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, έπρεπε όλοι να έχουμε συμμορφωθεί στις εντολές του Παύλου ασυζητητί και να προσκυνάμε, ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες, ακόμη τον σουλτάνο, που θα μας επέτρεπε να ζού- με υπό την Προστασία Του και τη Σκέπη του Μωάμεθ! Ή μήπως Παύλο, ο Αλλάχ δεν είναι Θεός;
Τώρα, βέβαια, μου γεννήθηκε μία απορία: Τί θα γίνει από εδώ και πέρα με τους νεωτερισμούς του κ.κ.4  Με δυο κ., γιατί είναι δυο φορές Κύριος, ενώ παντού τον Θεό, τον αναφέρου­με με ένα Κ. Χριστόδουλου, να διαβάζο­νται στην εκκλησία τα ευαγγέλια και οι απόστολοί στην καθομιλουμένη γλώσσα; Πώς θα δικαιολογούν πλέον τις παραπάνω περίεργες φιλομοναρχικές θεωρίες του Παύλου, που φρόντισε να τις εξοπλίσει με θεϊκό κύρος;
Και που να ακούσει το εκκλησίασμα, τί γράφει ο Παύλος για τις γυναίκες. Φοβάμαι ότι θα ξεσηκωθούν και οι πέτρες εναντίον του! Αλλά αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Νομίζω ότι ήταν καλύτερα τα πράγματα, ως είχαν. Οι νεωτερισμοί είναι κακό πράγμα. Ξυπνούν τον κόσμο και αρχίζει να ρωτάει. Πώς, γιατί, και τέτοια. Ενώ με την καθιερωμένη μιξοβάρβαρη γλώσσα των Αποστόλων, είναι ζήτημα αν ένας στους χίλιους καταλάβαινε τί θέλει να πει ο Παύλος και οι άλλοι. Δεν ήταν ηλίθιοι αυτοί που διατήρησαν “την παράδοση”, αφού ήξεραν καλά ότι το δυσνόητο είναι και ακατανόητο, και το ακατανόητο δεν δημιουργεί ερωτηματικά, ενώ τα ερωτηματικά δημιουργούν απορίες και οι απορίες αμφισβητήσεις. Γι’ αυτό σου λέω, πίστευε και μη ερεύνα!
Είναι πικρή αλήθεια ότι μετά τη βιαίη επιβολή του χριστιανισμού, ο κόσμος σκοτείνιασε, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα σίγησε, το πλήθος των ελεύθερων ανθρώπων μεταβλήθηκε σε ποίμνιο και η ζωή έγινε κολαστήριο. Παντού ενοχές, φωτιές, σκοτάδι πυκνό. Ακολούθησαν αιώνες σκοτεινοί, εγκληματικοί, βάρβαροι, με τους Κωσταντίνους, τους Κωνστάντιους, του Θεοδόσιους, τους Ιουστινιανούς και τα τόσα άλλα αστοιχείωτα ανδράποδα δεκανέων, υποδεκανέων, χιλιάρχων και υποχιλιάρχων, που δεν άφησαν τίποτε όρθιο, από τη μέχρι τότε πρόοδο του ανθρωπίνου γένους. Η Ελλάδα είχε την ατυχία να υποστεί πρώτη τον εκβαρβαρισμό της νέας τάξης πραγμάτων και μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων και το κλείσιμο των Φιλο­σοφικών Σχολών, παραδόθηκε αμαχητί στο μεσαιωνικό Ιερατείο, που από τότε και στο εξής, δυστυχώς και μέχρι σήμερα, θα αποφά­σιζε όχι μόνο το τί θα τρώει και τί θα πίνει και πώς θα ντύνεται, ο ονομαζόμενος πλέον, όχι ελεύθερος άνθρωπος, αλλά πιστός ή αμνός, αλλά και τί θα διαβάζει και τί θα σπουδάζει και τί θα διδάσκει. Η γνώση και η διδασκαλία πέρασε στην απόλυτη δικαιοδοσία, από τους φιλοσόφους και τους ποιητές στους άξεστους καλόγηρους και στους υποκριτές! Έτσι καθιερώθηκε ελέω Ιερατείου και κοσμικής εξουσίας να κάνει κουμάντο, σε ό,τι αφορά την παιδεία, η εκάστοτε ηγεσία της Εκκλησίας. Είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που δι­ατηρούμε σήμερα κοινό Υπουργείο Θρησκείας και Παιδείας, όπου το είδος και το εύρος της εθνικής παιδείας, καθορίζει, όχι η Πολι­τεία, αλλά η Εκκλησία. Η διαπίστωση αυτή, κάνει τον κύριο εκφρα­στή, του λεγάμενου ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, συντηρητικό, δε­ξιό ιστορικό Παπαρρηγόπουλο, να διαμαρτύρεται από τον περασμέ­νο ήδη αιώνα5 Σημειωτέον ότι στην Γαλλία, ο χωρισμός Κράτους και Εκκλησίας έγινε τον περασμένο αιώνα, συγκεκριμένα το 1901. Στην Ελλάδα, εκατό και πλέον έτη, διατη­ρείται ακόμη το δίπτυχο Κράτος-Εκκλησία. για την κατάσταση αυτή του εκκλησιασικού κατεστη­μένου και να γράφει σε ιδιαίτερο κεφάλαιο με τον τίτλο: Ή Εκκλησία ήμέλησε τον έξελληνισμό των αλλόγλωσσων, «Το καθ’ ημάς ήθέλομεν άνεχθή άπαντα τά λοιπά αυτού 6 αμαρτήματα, την θυσίαν τών προνομίων, τον έξευτελισμόν, την φιλοχρηματίαν, εάν έφρόντιζε να υπηρέτηση το μέγιστο τών συμφερόντων εκείνων του 'Ελληνισμού, αφού είχε προς τούτο δύναμιν και καιρόν».
Αποκαλυπτικός, όμως, για την παρεχόμενη εκπαίδευση στο ελλη­νικό κράτος, στο τέλος του 19ου αιώνα, είναι ο ιστορικός Π. Σ. Φωτιάδης, που γράφει:
«...σήμερον έξερχόμενοι τών σοφών γυμνασίων μας οί πλεΐστοι ούτε τούς προγόνους συγγράφεις έννοοϋμεν ούτε, ώφέλειάν τινα ήθικήν έξ αυτών συνεπαγόμεθα ούτε Γσως ορθογραφίαν γιγνώσκομεν, χωρίς να προσθέσωμεν ότι πάντες άνεξαιρέτως αγνοούμεν τά στοιχειωδέστατα τής βοτανικής, τής χημείας, τής ζωγραφικής και των λοιπών εκείνων γνώσεων, αϊτινες σήμερον θεωρούνται καί εισί πράγ­ματι το άναποσπαστον εφόδιον παντός τά εγκύκλια πεπαιδευμένου άνθρώπου».7  Περιοδικό “Παρνασσός”, Μάρτιος 1879.


Η κατάσταση αυτή οφείλεται στην εξάρτηση της εκπαίδευσης από την Εκκλησία, η οποία το μόνο που θα ήθελε να γνωρίζει ο χριστια­νός είναι απλή ανάγνωση και γραφή για να μπορεί να διαβάζει τη Βίβλο και τους Ψαλμούς! Όλες οι υπόλοιπες γνώσεις οδηγούν, κατά την Εκκλησία, στην αθεΐα. Γι αυτό και για να μας προφυλάξει από την πλάνη, έχει αναλάβει εργολαβικά, από της συστάσεως του ελληνικού κράτους, διά του περιβόητου Υπουργείου Παιδείας και Θρη­σκευμάτων την παιδεία των ελληνοπαίδων.
Καλύτερη απόδειξη για τον αρνητικό ρόλο της Εκκλησίας στην παι­δεία των υπόδουλων Ελλήνων και τη συνεργασία τους με τον κατακτητή δεν έχουμε, παρά τα ίδια τα λόγια του πρωτεργάτη του Ξεση­κωμού του Γένους Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που γνώριζε καλά από πρώτο χέρι και έζησε τα γεγονότα. Σε ομιλία του προς τους φοιτητές στην Αθήνα, στις 8 Οκτωβρίου το 1838, τοποθέτησε τα πράγματα έτσι όπως έπρεπε. Καυτηρίασε τη στάση του κλήρου - δηλαδή των αρχιερέων - γιατί οι απλοί παπάδες, όντες παντελώς αγράμματοι, ήσαν άβουλα ενεργούμενά τους -για την εχθρική τους στάση κατά των ελληνικών γραμμάτων ειδικώς και της προόδου γενικότερα, και αναγνώρισε τη σπουδαία συμβολή των Ελλήνων και των ξένων δια­νοουμένων του εξωτερικού και των οπαδών του Διαφωτισμού στην επανάσταση και στην αναγέννηση της Ελλάδας. Είπε ο Κολοκοτρώνης τότε: «Σαν είδε τούτο8 διόρισε έναν Βιτσερέ 9  Ιταλικό, vicere = αντιβασιλέα.- έναν Πατρι­άρχην- 10  Στα 1453.και τού έδωκε την εξουσίαν τής Εκκλησίας. Αυτός και ό λοιπός κλήρος έκαμαν ο,τι τούς έλεγεν ό Σουλτάνος. "Ύστερον έγιναν οί Κοτσαμπασήδες εις όλα τά μέρη. Ή τρίτη τάξις και οί προ­κομμένοι το καλύτερο μέρος των πολιτών, μη ύποφέροντες τον ζυγόν έφευγαν, και οί γραμματισμένοι έπήραν και έφυγαν άπο την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι έμεινε ό λαός, όστις στερημένος άπο τά μέσα τής προκοπής έκατήντησεν εις άθλίαν καταστάσιν καί αυτή αύξαινε κάθε ημέρα χειρότερα, διότι άν εύρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με όλίγην μαθήσιν, τον έλάμβανε ό κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή έσύρετο άπο τον έμπορον τής Ευρώπης ώς βοηθός του, ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί, μην ύποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου καί βλέποντες τες δόξες αύτες και τες ηδονές, όπου απελάμβαναν αύτοί, άφηναν την πίστην τους καί εγένοντο μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ημέραν ό λαός ελίγνευε κα'ι έπτώχαινε».11  Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής, Αθήναι 1846, σ. Στη συνέχεια της ομιλίας του ξεκαθάρισε ότι οι ραγιάδες συνειδητοποίησαν την ελληνική τους καταγωγή και αποφάσισαν να ξεσηκωθούν, όταν για πρώτη φορά πληροφορήθηκαν το παρελθόν τους, μέσα απο τα έργα των αρχαίων Ελλήνων, τα οποία μέχρι τότε ήταν άγνωστα, εξαιτίας της καταδίκης τους και της απαγορεύσεώς τους από την Εκκλησία. Οι Έλληνες και ξένοι διανο­ούμενοι που μετέφρασαν την αρχαία ελληνική γραμματεία και αποκάλυψαν τη σοφία της στους λαούς της Ευρώπης, βοήθησαν με τον τρόπο αυτό να αναπτυχθεί ένα μεγάλο κίνημα συμπαράστασης και υποστήριξης του ελληνικού Αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλά­δας από τον τουρκικό ζυγό. « Εις αυτήν τήν δυστυχισμένην κατα- στάσιν μερικοί άπο τούς φυγάδες γραμματισμένους έμετάφραζαν και έστελναν εις τήν Ελλάδα βιβλία -και εις αυτούς πρέπει να χρω­στούμε ευγνωμοσύνην-, διότι εύθύς όπου κανένας άνθρωπος άπο τον άπλό λαό έμάνθανεν τά κοινά γράμματα, έδιάβαζεν αύτά τά βιβ­λία, και έβλεπε ποιους είχαμε προγόνους καί τί εκαμεν ό Θεμιστοκ­λής, ό Αριστείδης κα'ι οί άλλοι παλαιοί μας, και έβλέπαμε και εις ποίαν κατάστασιν εύρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν είς τον νουν νά τούς μιμηθούμε και νά γίνωμε ευτυχέστεροι».12  Τερτσέτης, Άπαντα, εκδ. Βαλέτα, τ. F, σ. 254.
«Η βυζαντινή ιστορία», γράφει ο Ιάκωβος-Ρίζος Νερουλός, αναφε ρόμενος στα έργα του κλήρου, «είναι άλληλένδετος σχεδόν, και μακροτάτη σειρά πράξεων μικρών και αισχρών βιαιοτήτων του εις του εις τό Βυζάντιον μετεμφυτευθέντος Ρωμαϊκού Κράτους. Είναι στηλογραφία έπονείδιστος τής έσχάτης άθλιότητος και έξουθενώσεως τών Ελλήνων»,13  Ομιλία του στην Ακρόπολη, 25 Μαϊου 1841.ενώ ο ιστορικός Κ. Κοΰμας προσδιορίζο­ντας τον ρόλο του πατριάρχη, αποφαίνεται ότι« ούτος δε άνελάμβανε δυο τα πρώτιστα καθήκοντα : Να έπαγρυπνή εις τους χριστιανούς να διατηρώσιν άπαρασάλευτον τήν θρησκείαν των, και μετά τούτο, άκλόνητον ύπακοήν εις τήν εξουσίαν».14  Κ. Κοΰμας Ιστορία των ανθρωπίνων πράξεων, Βιέννη 1832 Βιβλίον Γ
Ο πατριάρχης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ήταν μόνο απλά πνευματικός ηγέτης των χριστιανών, αλλά ταυτόχρονα και πο­λιτικός.
Ο Άγγλος ιστορικός Ουϊλιαμ Μίλλερ το ξεκαθαρίζει ρητά: «...εν τή οθωμανική αυτοκρατορία οί επίσκοποι είναι συνήθως πρώτον μέν πολιτευταί, έπειτα δέ πνευματικοί άρχηγοί...»,15  W. Millet. Η Τουρκία καταρρέουσα, εκδ. Δωδώνη 1994, ο. 264.ενώ ο δικός μας ιστορικός Δημ. Φωτιάδης γράφει ότι «Η πολυπόθυτη λευτεριά άργη­σε πάρα πολύ να έλθη, γιατί το πατριαρχικο-φαναριώτικο κράτος κατέπνιγε κάθε ελευθερωτική πνοή με αφορισμούς, αρές, κατάρες και διαβρώσεις μέσω πολυπληθών ρασοφόρων του, και ιδιαίτερα των αργόσχολων καλογέρων του, εκτός από το “σφάξε με, αγά μου, για ν’ αγιάσω”.
Ο Πατριάρχης πάλι, όχι μόνο δεν είχε μυηθεί στη Φιλική Εται­ρεία, αλλά δεν ήθελε καν να ακούσει την λέξη “επανάσταση”.
«Πατριάρχης εταίρος,16  δηλ. μέλος της Φ. Ε. ό έστί συνωμότης κατά τής τουρκικής εξουσίας, δεν ήτο, και όχι μόνον ουδόλως ένθάρρυνε τήν έλληνικήν εθνεγερσίαν, άλλά πάντοτε έπέτρεπε τους προς ους διελέγετο φιλεπαναστάτας, θεωρών έθνοφθόρον τό τοιοΰτον τόλμημα».17  Τρικουπης όπ. παρ.,


Η εξουσία του κλήρου, μετά την επανάσταση είχε σχεδόν εκμηδενισθεί. Και αυτό εξαιτίας της συνεργασίας του με τους Τούρκους. Οι κοτζαμπάσηδες και ο κλήρος σύρθηκαν υποχρεωτικά με το μέρος των επαναστατών, γιατί είχε γίνει φανερό πια ότι οι Τούρκοι είχαν αποφασίσει την εξόντωσή τους. Η προσχώρηση των κοτζαμπάσηδων και του ανώτερου κλήρου στην Επανάσταση δεν ήταν αυθόρμητη. Ήταν κατάσταση ανάγκης για όλους αυτούς. Ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου.
«Η σκανδαλώδης σε ανηθικότητα διαγωγή του κλήρου τον είχε αποξενώσει από το ποίμνιο, ενώ οι ανελεύθερες ιδέες του, η εχθρό­τητά που έδειξε αρχικά εναντίον του επαναστατικού κινήματος, προ- κάλεσαν την καταφρόνηση του καλύτερα πληροφορημένου τμήματος του έθνους».18  Julius Millingen, Memoirs of the Affairs of Greece, London 1831.
Φυσικά ο Millingen αναφέρεται στον ανώτερο κλήρο. Ο ανώτε­ρος κλήρος αποτελούσε μία αριστοκρατική ομάδα που επέβαλε ζυγό στον τράχηλο των Ελλήνων, καταπιεστικό όσο σχεδόν και του πασά. Για να εξασφαλίσει ο επίσκοπος την προστασία των τουρκικών αρ­χών πρόσφερε δώρα κάθε χρόνο με δαπάνες φυσικά του ποιμνίου του και εξαγοράζοντας σιωπηρά την ατιμωρησία, μπορούσε να ικα­νοποιεί ανενόχλητα τις αρπακτικές του επιθυμίες ή αν είχε μεγάλες φιλοδοξίες να συσσωρεύει πλούτη που θα του χάριζαν μια πλουσιό­τερη επισκοπή,19  'Οτι ακριβώς γίνεται και σήμερα. ακόμη και το πατριαρχικό αξίωμα, το οποίο έπαιρ­νε ο μεγαλύτερος πλειοδότης.
Γιατί οι “κοσμοπαπάδες”, όπως αποκαλεί τους λαϊκούς παπάδες των χωριών, ζούσαν και αυτοί τη μίζερη ζωή των συγχωριανών τους. Για να επιβιώσουν δούλευαν χειρωνακτικά, όπως ακριβώς και οι υπόλοιποι πολίτες.
«Η φτώχια, η εξαθλίωση και η αμάθειά τους δεν επέτρεπαν την ελάχιστη επιρροή πάνω στον λαό. Έτσι γίνονταν παθητικά όργανα στα χέρια του ανώτερου κλήρου. Αντίθετα οι ιεράρχες ζούσαν σαν μεγιστάνες. Στις δημόσιες εμφανίσεις τους, η συνοδεία τους ήταν ελάχιστα κατώτερη από την κουστωδία του πασά.
Η διαγωγή τους και η διαγωγή των μοναχών γενικά ήταν πολύ ανήθικη. Και για να μην αναφέρω άλλους, ο Αρχιεπίσκοπος Άρτας και ο Παπαφλέσσας, καθώς και ο επίσκοπος Μεθώνης και Κορώνης βαρύνονται με κατάφωρα εγκλήματα».20  Millingen, όπ. παρ., σ. 312.
Τις κατηγορίες αυτές υιοθετεί και η Ελληνική Νομαρχία:21  έκδ. Βαγιονάκη. Ανωνύμου, Ελληνική Νομαρχία, σ. 130.
« Ή μέν Σύνοδος, όπου εξοδεύει διά νά κάμη τον πατριάρχην όπως θέλει, λαμβάνει ευθύς από τον ίδιον τα όσα έξώδευσεν, ομοίως και ό πατριάρχης τα ξαναλαμβάνει άπο τους άρχιεπισκόπους, διπλά και τρίδιπλα. Άλλά αυτοί, αφού λάβουν μέρος άπο τους επισκόπους, τα λοιπά πρέπει νά τά έβγάλουν άπο τους χριστιανούς και εις αύτο μιμούνται τους ’Οθωμανικούς διοικητάς τής άρχιεπισκοπής των, άπδ τους οποίους εις άλλα δεν διαφέρουσι ειμή οτι οί άρχιεπίσκοποι πληρώνουν αύτους [τούς Τούρκους] και αύτοι τούς δίδουν την άδεια να κλέψωσι όσα ήμπορούσι. Ό χώρος των επισκόπων άκολουθεί μετά τούς άρχιεπισκόπους. Αύτοι πάλι είναι λύκοι, χειρότεροι από τούς πρώτους, έπειδή κυριεύουσι τούς χωρικούς και ίδιώτας. Ανεκδιήγητα είναι τά άνομήματά τους και ή σκληρότης των διαπε­ρνά κατά πολλά εκείνην τής ιδίας παρδάλεως».
Και συνεχίζει η Ελληνική Νομαρχία.22  όπ. παρ., σ.132-133. «Πώς ζώσιν αύτοι οί άρχιεπίσκοποι εις τάς μητροπόλεις των κα'ι όποϊαι είσιν αι άρεται των; Τρώγωσι και πίνωσι ώς χοίροι. Κοιμώνται δεκατέσσαρας ώρας την νύκτα και δύο ώρας την ημέρα μετά το μεσημέρι, λειτουργούσι δυο φοράς τον χρόνον και οταν δεν τρώγωσι, δεν πίνωσι, δεν κοιμώνται, τότε κατεργάζονται τά πλέον άναίσχυντα και ουτιδανά εργα οπού τινάς ήμπορεί νά στοχασθή. Ό Άρτης, ό Γρεβενών και ό Ίωαννίνων είναι οί πρώτοι προδόται του τυράννου, καθώς όλοι το γνωρίζουσι. Ό ύστερος άπο αύτούς ίκέτευσεν τον τύραννον και έκούρευσε τον έγγονά του ώς να του έγίνετο νουνός. Ό Αρτης ήπάτησεν και έπρόδωσεν τούς ήρωας Σουλιώτας. Είναι δέ και οί τρεις ασελγείς, άσωτοι εις άκρον, μοιχοί, πόρνοι, και άρσενοκοιται  φανεροί. Και ούτως είς τον βόρβορον τής άμαρτίας και εις την Ιδίαν άκρασίαν θησαυρίζουσι χρήματα και οί άναστεναγμόί του λαού είναι προς αυτούς τόσοι ζέφυρες».
Και παρακάτω : «Δεν είναι κρύφον, άλλ’ όλοι το ηξεύρουν ότι είς τα Ιωάννινα οί πνευματικοί άναφέρουσι κάθε ύπόθεσιν οπού άκούουσιν από τους χριστιανούς είς τον αρχιερέα και αυτός ευθύς κάμνει ένα κατάλογόν με προσθήκην και τον προσφέρει του τυράν­νου, είς τρόπον όπου ή έξομολόγησις είναι την σήμερον εν μέσον προδοσίας».
Ο Αρχιεπίσκοπος Άρτας Πορφύριος, που αναφέρεται παραπάνω, στην εποχή της Επανάστασης πήρε το μέρος του Μαυροκορδάτου και βυσσοδομούσε σε βάρος του Κολοκοτρώνη και των άλλων οπλαρχηγών. Σε μία συνάντηση που είχε με τον Κολοκοτρώνη, φαί­νεται να τον απείλησε, στηριζόμενος στις πλάτες του φίλου του Μαυροκορδάτου, για να πάρει την απάντηση από το λιοντάρι του Μόριά: «Μη μου βροντάς εμένα το πόδι παπά, γιατί βροντώ το σπαθί και σου παίρνω το κεφάλι».23
Επίσης σύμφωνα με την μαρτυρία του Βλαχογιάννη, που την ανα­φέρει ο ιστορικός της επανάστασης Κασομούλης, διάβασε συγχωρητική ευχή στους τάφους των δολοφόνων του Καποδίστρια.
Ο Γάλλος περιηγητής Bartholdy, επισημαίνει τον ιδιαίτερα αρνητικό ρόλο των μοναστηριών και του μοναχικού βίου στην εξέλιξη του νέ­ου ελληνισμού. «Αυτοί οι καλόγεροι καλλιεργούν κάθε δεισιδαιμο­νία, επιτρέπουν κάθε δολιότητα, καταδιώκουν τους φωτισμένους αν­θρώπους. Όσες φορές βρέθηκα πλάι σε καλόγερους διαπίστωσα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πως είναι ιδιοτελείς, φιλοχρήματοι, μοχθηροί, απελέκητοι και απίθανα ρυπαροί. Είναι βδέλλες που απομυζούν το αίμα του λαού και βρίσκουν πάντοτε τον τρόπο να αρπάζουν για λο­γαριασμό τους το καλύτερο».**  * J.L.S. Bartholdy, Voyage en Grece fait dans les annees 1803 et 1804, Paris 1807.
Ο ίδιος επισκέπτεται μοναστήρι της Χίου και βρίσκει τα βιβλία στην αποθήκη ανάμεσα σε λάδια, τυριά και άλλα τρόφιμα, πνιγμένα στη σκόνη. Στο μοναστήρι του Αγίου Ιακώβου στην Πάτμο, ρώτησε τον ηγούμενο αν υπήρχαν στη μονή χειρόγραφα και πήρε την εξής απάντηση: «Θεός φυλάξοι! Εμείς είμαστε ορθόδοξοι και όσα έγρα­ψαν αυτοί οι Ελληνοβριοί, όλο αιρετικά πράγματα, τα κάψαμε».
Ο κλήρος είχε εντελώς εξαχρειωθεί. Στα Γιάννενα ήταν όργανο του πασά. Ο Αλής χρησιμοποιούσε τους δεσποτάδες για να ελέγχει καλύτερα τους υπηκόους του. «Κι έτσι οι Έλληνες ήταν διπλά υπο­δουλωμένοι, διπλά καταπιεσμένοι και ηθικά εξουθενωμένοι».
Αναρίθμητα τα χρονικά και αμέτρητες οι μαρτυρίες για τη στάση του κλήρου. Εχθρικός σε κάθε προοδευτικό δάσκαλο, εχθρικός του διαφωτισμού και της αναγέννησης. Οι δάσκαλοι που επιχειρούσαν να φωτίσουν το Γένος, να μεταλαμπαδεύσουν τις νέες ανθρωπιστι­κές και δημοκρατικές ιδέες της Ευρώπης στην Ελλάδα, αντιμετώπι­ζαν λυσσαλέο διωγμό από την ηγεσία της Εκκλησίας. «Κάθε προο­δευτική, νεωτεριστική, εθνοπαιδευτική προσπάθεια, η εισαγωγή εκ- συχρονισμένων συστημάτων και η διδασκαλία των επιστημών χαρα­κτηρίζονταν από τους φωτοσβέστες ανώτερους κληρικούς και τα όρ­γανά τους επιβουλή του Σατανά, της αθεΐας παρακίνηση...»24  Κυρ. Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τ. Γ1 σ.196 .αφού «Οί Νεύτωνες καί οι Καρτέσιοι και τά τρίγωνα και αί φυσικοί έπιστήμαι και τά τοιούτα εφεραν άδιαφορίαν πρός τά θεία».25  Α. Κοραή: Άπαντα, επιμ. Βαλέτα, τ.1, σ.45.
Στα Γιάννενα εμπόδια για τη λειτουργία των σχολείων παρενέβαλλε η Εκκλησία και όχι ο Αλή Πασάς. Η διδασκαλία του Βολταίρου προ- καλούσε υστερία. Τον σπουδαίο δάσκαλο της σχολής Ιωαννίνων Ψαλλίδα, έσωσε από τον αφορισμό και την κατηγορία για αθεΐα και τον προστάτευσε ο ίδιος ο Αλή πασάς. Δεν συνέβη, όμως, το ίδιο και για τον νεωτεριστή και φωτισμένο δάσκαλο Γεώργιο Σουγδουρή που πρωτοδίδαξε στα Γιάννενα, Φυσική και Φιλοσοφία, τον οποίο αφό­ρισε ο μητροπολίτης Κλήμης. Ο περίφημος Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο πρώτος που δίδαξε συστηματικά Γεωμετρία, Άλγεβρα και Τριγωνομετρία στην Ελλάδα, χαρακτηρίστηκε, εξ αυτού του λόγου άθεος, καθαιρέθηκε - ήταν ιεροκήρυκας - και η διδασκαλία του αφορίστηκε από τον πατριάρχη Ιερεμία Γ'. Ο άλλος γίγαντας των ελληνικών γραμμάτων κληρικός Ευγένιος Βούλγαρις που δίδασκε Φυσική και έκανε πειράματα, κατηγορήθηκε για αθεΐα και υποχρεώθηκε να ανακαλέσει.
Ο μεγάλος Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας Βολταίρος26  Κ. Κΰρρη, Ανέκδοτος επιστολή του Σέργιου Μακραίου, Λευκωσία 1968, σ. 1694-1778.  ήταν το κόκκινο πανί για την Εκκλησία, εξ αιτίας της διδασκαλίας του, ότι για να γίνει ο άνθρωπος ευτυχισμένος έπρεπε να απαλλαγεί από τα δεσμά της θρησκείας, πηγής κάθε φανατισμού, από τη μεταφυσική θεώρηση των πραγμάτων, πηγής επίσης δυστυχίας για τον άνθρωπο, από τα δόγματα, την κληρικοκρατία, τους λειτουργούς κάθε θρη­σκείας και τις λειτουργίες της και να αμφισβητήσει τα πολιτικά κα­θεστώτα.
Αυτόν λοιπόν τον καταξιωμένο παγκόσμια φιλόσοφο, έρχεται να τον αντικρούσει, ποιός νομίζετε; Ο Κύπριος... γίγαντας του πνεύμα­τος καλόγερος Σέργιος! Ακούστε με ποιον τρόπο και με ποια επιχει­ρήματα αντικρούει τον Βολταίρο: «Είναι αμαθής ιστορικός, συγκε­χυμένος λογοποιός, αδιανόητος διαλεκτικός, χυδαιότατος φρονηματίας, ασυλλόγιστος γεωγράφος, χρονολογικός ταραξίας, αναιδέστα­τος ψεύτης, αδιάκριτος κριτικός, ακατάστατος συγγραφεύς, ασύνε­τος, φλύαρος, ψευδώνυμος φιλόσοφος, αηδέστατος κωμωδός και βδελυρός αδολέσχης, πάντολμος τολμητίας, κακεντρεχέστατος άθε­ος, και των ασεβών απάντων εξωλέστατος, του σύμπαντος χρόνου αφρονέστατον έκτρωμα, και της εσχάτης απονοίας αντάρτης του Θε­ού και των αγίων γραφών».27
Τώρα μάλιστα. Έτσι μπράβο Σέργιε. Τον ξέσκισες τον Βολταίρο. Από βρισιές σκίζεις. Δεν έχεις το ταίρι σου. Βρισιές και κατάρες. Η ειδικότητα του κλήρου.
Το 1819 ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' με εγκύκλιό του στρέφεται ανοικτά κατά της διδασκαλίας των Θετικών Επιστημών και της Φι­λοσοφίας και το μόνο που δέχεται είναι η γνώση μίας στείρας γραμ­ματικής και των απλών πράξεων της αριθμητικής.
Ιδοΰ η εγκύκλιος: «Επιπολάζει ενιαχού μια καταφρόνησις περ'ι τα Γραμματικά μαθήματα και διόλου παράβλεψις περι τάς Λογικάς και Ρητορικάς τέχνας, και περι αυτήν έπι πάση τήν διδασκαλίαν τής υψηλότατης Θεολογίας, προερχομένη έκ τής όλοτελούς άφοσιώσεως μαθητών όμου καί διδασκάλων εις μόνα τα μαθηματικά και τάς έπιστήμας, και αδιαφορία εις τάς παραδεδομένας νηστείας, προκύπτουσα έκ τινών διεφθαρμένων άνδραρίων, τά όποια καθώς τά ζιζάνια μεταξύ του καθαρού σίτου, ούτω και αυτά μεταξύ τών πεπαιδευμέ­νων τού Γένους ανεφύησαν, πλανώμενα ύφ’ αυτών και πλανώντα τούς άφελεστέρους και άπεριφράκτους τήν διάνοιαν».
Η τοποθέτηση αυτή του πατριάρχη κάνει τον Κοραή να δηλώσει ότι: «Περισσότερον ήθελε ώφελήσει τό Γένος σήμερον όστις καίει, παρά οστις γράφει Γραμματικάς».
  Παύλος, Προς Κορινθίους.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου