Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Μαθήματα οικονομικών από μια… ληστεία!

Kατά τη διάρκεια μιας ένοπλης ληστείας, ο ληστής φώναξε στους πελάτες:
- «Μην κινηθείτε τα λεφτά ανήκουν στο Κράτος! Η ζωή σας όμως ανήκει σε σας»!
Όλοι ξάπλωσαν κάτω ήσυχα.
Αυτή η μέθοδος ονομάζεται: «MIND CHANGING CONCEPT »
Ελληνιστί: ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΣΚΕΨΗΣ.
Όταν οι ληστές γύρισαν σπίτι με τα εκατομμύρια που έκλεψαν ο μικρός αδερφός, με πτυχίο μάστερ στα Οικονομικά λέει στο μεγάλο αδελφό, απόφοιτο δημοτικού:
- «Έλα να μετρήσουμε τα χρήματα που αρπάξαμε.»
Ο μεγάλος αδελφός του Δημοτικού του λέει:
- «Είσαι βλάκας! Είναι πολλά τα χρήματα και θα κάνουμε ώρες να τα μετρήσουμε.
Το βράδυ στις ειδήσεις που θα ανακοινώσουν τη ληστεία, θα πουν και το ακριβές ποσόν που εκλάπη!»
Αυτή η συμπεριφορά ονομάζεται: «EXPERIENCE» (=ΕΜΠΕΙΡΙΑ).
Είναι σαφέστατα χρησιμότερη στις μέρες μας από τα πτυχία μάστερ.
Όμως στην τράπεζα, μετά την ληστεία, ο ταμίας φωνάζει στον διευθυντή να καλέσει την αστυνομία.
Ο πτυχιούχος διευθυντής όμως του λέει:
- «Μην τηλεφωνήσεις ακόμα! Ευκαιρία είναι κοντά στα 20 εκατομμύρια που μας έκλεψαν, να πάρουμε άλλα 10 εμείς και κοντά στα 70 που έχουμε καταχραστεί, να πούμε ότι μας έκλεψαν 100!»
Αυτή η μέθοδος στα Πανεπιστήμια ονομάζεται: «SWIM WITH THE TIDE»
Ελληνιστί «Κολύμπα με την παλίρροια» και σε παράφραση :
«ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ ΜΙΑ ΔΥΣΑΡΕΣΤΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΜΑΣ»
Ο ταμίας λέει:
- «Μακάρι δηλαδή νάχουμε μια ληστεία κάθε μήνα!»
Αυτό λέγεται: «ΚΙLLING BOREDOM » του λέει ο Διευθυντής.
Ελληνιστί «Σκοτώνοντας τη πλήξη» και σε παράφραση σημαίνει:
«Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΟΥ»
Το βράδυ, στις ειδήσεις ανακοινώθηκε ότι εκλάπη το ποσόν των 100 εκατομμυρίων.
Οι καημένοι οι ληστές μετρούσαν και αναμετρούσαν, αλλά το ποσόν που είχαν στα χέρια τους ήταν 20 εκατομμύρια.
Θυμωμένος λοιπόν ο ένας ληστής λέει:
- » Ρισκάραμε τις ζωές μας για 20 εκατομμύρια ενώ ο Διευθυντής με το πάτημα ενός κουμπιού καθάρισε 80 εκατομμύρια!
Φαίνεται τελικά ότι είναι πιο επικερδές και ακίνδυνο να είσαι Διευθυντής Τράπεζας παρά ληστής !»
Αυτό λέγεται: «KNOWLEDGE IS WORTH AS MUCH AS GOLD
Ελληνιστί :» Η ΓΝΩΣΗ ΑΞΙΖΕΙ ΟΣΟ Ο ΧΡΥΣΟΣ !»
Ο Διευθυντής ήταν πολύ χαρούμενος, που με την ληστεία κάλυψε τις καταχρήσεις του.
Αυτό λέγεται: «SEIZING THE OPPORTUINITY and DARING TO TAKE RISKS
Ελληνιστί σημαίνει : ΑΡΠΑΖΩ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ και ΤΟΛΜΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΡΙΣΚΟ!»
Συγγνώμη αν είστε πτυχιούχος Οικονομολόγος…

Το «σ’αγαπώ» στα… μαθηματικά!

Το «σ’ αγαπώ» δεν είναι μόνο προνόμιο των θεωρητικών επιστημών σε αυτό τον κόσμο, δηλαδή δεν είναι μόνο οι λέξεις που μπορούν να αποδώσουν αυτό το δυνατό συναίσθημα! Οι μαθηματικοί ανακάλυψαν έναν έξυπνο τρόπο για να λένε «σ άγαπώ» βάσει της δικής τους… θετικής νοοτροπίας. Χρησιμοποιώντας μια απλή μαθηματική πρόταση καταδεικνύουν ότι και οι αριθμοί μπορούν άνετα να πουν «σ’ αγαπώ»! Αρκεί να υπάρχει λίγη φαντασία παραπάνω και αρκετές δόσεις χιούμορ και όλα είναι δυνατά! Δείτε τον τρόπο…
perierga.gr - Το "σ' αγαπώ" στα... μαθηματικά!
perierga.gr - Το "σ' αγαπώ" στα... μαθηματικά!

Μακιγιάζ ματιών με… φαντασία!

Η Ισραηλινή make up artist Tal Peleg χρησιμοποιεί τη σκιά και το eyeliner για να κάνει κάτι περισσότερα από ένα απλό μακιγιάζ στα βλέφαρα. Ολόκληρες σκηνές ξεδιπλώνονται στα μάτια των μοντέλων που αποτελούν τον μικροσκοπικό καμβά της για ευφάνταστες δημιουργίες. Σκηνές λες και ξεπήδησαν από παραμύθια δίνουν μια άλλη αίσθηση σε αυτό που ονομάζουμε καλλιτεχνικό μακιγιάζ. Μια πριγκίπισσα, ένας βάτραχος, το μικρό μπιζέλι και άλλα ευφάνταστα μοτίβα ομορφαίνουν τις βλεφαρίδες, τα μάτια και τα φρύδια. Μικρά έργα τέχνης ματιών που εμπνέουν να διαβάσουμε ακόμα περισσότερα παραμύθια και να φανταστούμε ακόμα περισσότερες σκηνές…
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!
perierga.gr - Μακιγιάζ ματιών με φαντασία!

Αρχαίες ελληνικές ενδυμασίες

Τα ρούχα των αρχαίων Ελλήνων ράβονταν και φοριόνταν πολύ εύκολα. Συνήθως ήταν ένα τετράγωνο κομμάτι υφάσματος που δε χρειαζόταν ιδιαίτερη δουλειά για να φτιαχτεί.

Το πιο συνηθισμένο ένδυμα που φορούσαν τόσο οι γυναίκες, όσο και οι άνδρες έμοιαζε με μακριά πουκαμίσα και λεγόταν...
πέπλος ή χιτώνας. Πάνω απ’ αυτό φορούσαν ένα μανδύα που λεγόταν ιμάτιο.

Το ιμάτιο ήταν ένα τετράγωνο ύφασμα, συνήθως μάλλινο, το οποίο έφεραν οι άνδρες κατάσαρκα και ενίοτε πάνω από τον χιτώνα, οι δε γυναίκες πάντοτε σχεδόν… ως πανωφόρι, πάνω από τον χιτώνα ή τον πέπλο.

Εισαχθέν κατά τον Ζ’ π.χ. αιώνα από την Ιωνία, το ιμάτιο θεωρείται ανατολικής προέλευσης. Μέχρι τα μέσα του ΣΤ’ π.χ. αιώνα ρίπτονταν επί του αριστερού ώμου λοξά από μπροστά προς τα πίσω, κάλυπτε δε την ράχη, πλην του δεξιού ώμου, διέρχονταν κάτω από την δεξιά μασχάλη και η άκρη αυτού κρατιόταν με το αριστερό χέρι ή και αυτή έπεφτε πάνω στον αριστερό ώμο. Ενίοτε όμως, ιδίως από τις γυναίκες, περνώντας το ιμάτιο κάτω από τη δεξιά μασχάλη ρίχνονταν πάνω από τον δεξί ώμο, αφήνοντας ακάλυπτο το μπροστινό μέρος του σώματος. Και στις δύο περιπτώσεις αυτός ο τρόπος ενδύσεως λέγονταν «επιδέξια αναβάλλεσθαι». Από δεξιά προς τα αριστερά έφεραν συνήθως το ιμάτιο οι βάρβαροι και οι δούλοι.

Από τα μέσα του Ε’ π.χ. αιώνα, το ιμάτιο καθίσταται από τις γυναίκες στενότερο, φοριόνταν κατά τον ίδιο τρόπο αλλά από τον αριστερό ώμο, ενώνονταν το μέσον αυτού με την πρώτη άκρη με πόρπες, το υπόλοιπο τυλίγονταν γύρω από τον βραχίονα και σχημάτιζε κομψότατες πτυχές. Στην αρχή ο τρόπος αυτός επικρατούσε στην ανατολική Ελλάδα (ευρήματα Δορυλαίου, Κλαζομενών, Δήλου κ.ά.). Στην κυρίως Ελλάδα εισήχθη αργότερα, χωρίς να λάβει μεγάλη διάδοση και εξαφανίσθηκε πριν από τους Περσικούς. Παρεμφερής με το ιμάτιο ήταν ο πέπλος. Οι πτυχές και των δύο αυτών ενδυμάτων, κατ’ άλλους, σχηματίζονταν μέσω του σιδερώματος ή του ραψίματος, όπως οι σύγχρονοι πλισέδες.

Από τις αρχές του Δ’ αιώνα π.α.χ.χ. ιμάτιο φέρουν μερικές φορές και έφηβοι. Οι δε άνδρες, και από προηγούμενους χρόνους, συνηθίζουν να καλύπτουν και τους δύο ώμους με το ιμάτιο και κρατούν τις δύο άκρες με το αριστερό χέρι. Έτσι η δεξιά πλευρά, που πριν ήταν ελεύθερη, τώρα καλύπτεται και ο τρόπος αυτός καλούνταν «εντός την χείραν έχειν». Σε μεταγενέστερες εποχές έχοντας επικρατήσει ποικίλοι τρόποι, ιδίως από τις γυναίκες, καλύπτονταν μερικές φορές το κεφάλι με το ιμάτιο, άλλοτε αυτό έφθανε μέχρι το έδαφος αρχίζοντας από το λαιμό ή τέλος φέρονταν υπό τις καθισμένες γυναίκες από τη μέση προς τα κάτω, αφήνοντας ελεύθερο το πάνω μέρος του σώματος.

Η διακόσμηση του ιματίου στην αρχή ήταν απλούστατη, μονόχρωμη με απλό κέντημα στις άκρες. Από την ελληνιστική όμως εποχή αυτό κατέστη πολυτελέστατο (πορφυρό, χρυσοποίκιλτο). Το ελληνικό ιμάτιο σε ευρύτερη κλίματα χρησιμοποιήθηκε στην Ετρουρία, στην Ρώμη που μόλις τον Α’ π..χ. αιώνα κατέστη ισότιμο με την Ρωμαϊκή αμφίεση. Το ιμάτιο που είχε εισαχθεί στην Ρώμη από τον Γ’ αιώνα π.χ. περιφρονούνταν και οι πολίτες που έφεραν αυτό καλούνταν graeci palliati. Ο Σκηπίων ο Αφρικανός, ο Ραβίριος, ο Ουέρρης κ.ά. κατηγορήθηκαν δημόσια ότι έφεραν το ελληνικό ιμάτιο.
Πέπλος κατά τους αρχαίους χρόνους καλούνταν το περίβλημα ή επίβλημα, το οποίο διέφερε από τη χλαμύδα ως ευρύτερο και από το ιμάτιο ως μεγαλύτερο, ωραιότερο και πολυτελές. Κατά τους ομηρικούς χρόνους ήταν γυναικείο ένδυμα, ύφασμα πολύπτυχο, πολυτελές μάλλινο έγχρωμο, πλατύ, αχειρίδωτο, άφηνε τους βραχίονες γυμνούς, συγκρατούνταν από τους ώμους με πόρπες και έφθανε μπροστά μέχρι την βάση των ποδιών και το πίσω μέρος σέρνονταν στο έδαφος. Τέτοιον πέπλο έφεραν οι Τρωάδες «ελκεσίπεπλοι» (Ομ. Ιλ. Ζ 442) και η Ελένη «τανύπεπλος» (Ομ. Οδ. δ 305).
Κατά τον Όμηρο αναγράφεται ο πέπλος ως «ποικίλος» που ήταν κεντητός (Ιλ. Ε 735), «παμποίκιλος», ολοκέντητος (Ιλ. Ζ 289), αναφέρονται πολλά επίθετα όπως: «κυανόπελος», «κροκόπεπλος» κ.λπ. Από τα έργα τέχνης αλλά και από τις γραπτές πηγές αρχαίων ποιητών και συγγραφέων φαίνεται πως ο πέπλος φορεμένος συγκρατούνταν από πόρπες. Φορούνταν όμως και άνευ πόρπων ή πόρπης από την ανοιχτή πλευρά, ο οποίος συγκρατούνταν με ζώνη απ’ τα πλευρά, από όπου και τα επίθετα του Ομήρου «βαθύζωνος» (Ιλ. Ι 594, Οδυσ. Γ 154 κ.ά.), «εύζωνος» (Ζ 467 κ.ά.) ενώ στο στήθος το ύφασμα προσέπεφτε διπλό ως «απόπτυγμα». Με τον πέπλο κάλυπταν πολλές φορές όχι μόνο το σώμα αλλά και το κεφάλι. Τέτοιον πέπλο έφεραν συνήθως κατά τις κηδείες.

Επίσης και κατά τους γάμους, όταν η νύφη ενδεδυμένη με λαμπρό πέπλο παραδίδονταν στον σύζυγο στην πόρτα του νυφικού θαλάμου. Με αυτό καλυμμένη περιγράφεται από τον Όμηρο η «κροκόπεπλος Ηώς» (Ιλ. Θ 1, Ψ 227) και από τον Ευριπίδη η «μελάμπεπλος Νυξ» (Ίων. 1150). Κατά τους ιστορικούς χρόνος ο πέπλος ήταν το κυρίως ελληνικό ένδυμα, όχι μόνο των γυναικών αλλά και των ανδρών, είδος μανδύα, με τον οποίο ήταν δυνατό να καλυφθεί όλο το σώμα και το κεφάλι και το πρόσωπο και τα χέρια. Στους πέπλους υφαίνονταν ποικίλες και θαυμαστές παραστάσεις αλλά η αρχή της τέχνης αυτής της υφάνσεως ήταν ανατολική (Ευριπ. Ίων. 1159). Οι άριστα βαμμένοι και κεντημένοι πέπλοι κομίζονταν από την Τύρο και τη Σιδώνα (Ιλιάδ. Ζ 289).

Πολλές περιγραφές πέπλων έχουμε από τους ποιητές όπως ο Ευριπίδης (π.χ. Ίων 1141) όπου περιγράφεται πέπλος έχοντας υφασμένα τον ήλιο, τη σελήνη, τους αστέρες. Μεταξύ διαφόρων άλλων περιέχονταν άγρια θηρία και άλλες ποικίλες παραστάσεις που ανήκαν στον εν Δελφοίς ναό του Απόλλωνος και χρησίμευε ως μεγαλοπρεπή σκηνή, στην οποία γίνονταν εστιάσεις. Πέπλους δεν είχαν μόνον οι πλούσιοι ιδιώτες (Ομ. Οδυς. Σ. 104) αλλά και οι ναοί, τους οποίους προσέφεραν λατρευτές (Ιλ. Ζ 274). Τον πέπλο τον διατήρησαν οι Δωριείς μέχρι τον 5ο αιώνα, ο οποίος διατηρήθηκε και από τους Ρωμαίους, ενώ οι Ίωνες σιγά σιγά τον αντικατέστησαν με τον λινό χιτώνα.

Αρχαίοι Έλληνες Μουσικοί

Αγάθων. (5ος αι. π.Χ) Αθηναίος τραγικός ποιητής. Το έργο του έχει χαθεί εκτός από ελάχιστα αποσπάσματα. Πληροφορίες για τον ίδιο και το έργο του έχουμε από τον Αριστοφάνη (στις θεσμοφοριάζουσες) και τον Πλάτωνα (στον Πρωταγόρα και το Συμπόσιο). Σ’ αποδίδονται η εισαγωγή του...
«χρωματικού γένους» στη μουσική της τραγωδίας, ένα είδος αύλησης γνωστό ως «αγαθώνειος αύλησης» καθώς και «εμβόλιμα». Πήρε το πρώτο βραβείο στα Λήναια το 416/7, πρώτη φορά που έπαιρνε μέρος σε δραματικούς αγώνες.

Αθήναιος. (3ος-2ος αι. π.Χ) Αρχαίος σοφιστής και γραμματικός, γεννημένος στην Αίγυπτο. Το μόνο έργο του που σώζεται είναι οι «Δειπνοσοφισταί». Αποτελούνταν αρχικά από 15 βιβλία, από τα οποία όσα σώζονται δίνουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την αρχαία ελληνική μουσική (όργανα, χοροί, γένη, αρμονίες).

Αισχύλος. (Ελευσίνα 525 π.Χ – Γέλα Σικελίας 456 π.Χ) Ο πρώτος από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της κλασσικής Αθήνας. Πολύ σημαντική υπήρξε η συμβολή του στην αναγωγή της τραγωδίας από χορική, και μάλιστα στατική, μουσική απαγγελία σε πλήρως ανεπτυγμένο δράμα, σε δράση, δηλαδή, που αναπαρίσταται. Η μουσική του, απλή , αυστηρή και μεγαλόπρεπη, συγκεντρωνόταν στα χορικά μέρη των δραμάτων του. Απέφευγε το χρωματικό γένος μένοντας σταθερός στο διατονικό. Οι μελωδίες του διακρίνονταν για την καθαρότητα και τον λυρικό παλμό τους. Από τα 90 έργα του, σώζονται μόνο 7 τραγωδίες : Πέρσες, Επτά επί Θήβας, Ικέτιδες, Προμηθέας Δεσμώτης, και η τριλογία Ορέστεια (Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες). Δυστυχώς όμως, δεν μπορούμε παρά μόνο υποθετικά να προσδιορίσουμε το χαρακτήρα του μέλους του, βασισμένοι στην μεγαλόπνοη ρυθμοποιία του.

Αλκαίος . (τέλος 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ) Λυρικός ποιητής από την Λέσβο, γνωστός σε όλη την αρχαία Ελλάδα. Έγραψε επαναστατικά, πολιτικά έργα – για τις ιδέες που εξέφραζε σ΄ αυτά  πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εξόριστος από τους τυράννους της πατρίδας του – πολεμικά και ερωτικά τραγούδια, ύμνους και σκόλια. Ελάχιστα αποσπάσματα σώζονται από το έργο του αρκετά όμως για να μας δώσουν μια χαρακτηριστική εικόνα της τέχνης του.

Αλκμάν. (7ος αι. π.Χ) Λυρικός ποιητής. Δεν είναι βέβαιο αν γεννήθηκε στις Σάρδεις ή στη Σπάρτη όπου έζησε και δημιούργησε. Ο Αλκμαν θεωρείται ο πατέρας της Σπαρτιατικής κλασσικής χορικής μουσικής. Ο ίδιος έγραφε τα κείμενα και την μουσική των έργων του ύμνων, υμεναίων, παρθενίων, υπορχημάτων, παιάνων και σκολίων. Αντιλαμβανόταν  το ποιητικό κείμενο, τη μουσική και το χορό ως μία άρρηκτη ενότητα. Στους αυλωδικούς νόμους του χρησιμοποιούσε τρεις αυλητές. Ο Αλκμαν έγραφε στην λακωνική διάλεκτο της εποχής του, χρησιμοποιώντας και επικούς τύπους (κυρίως αιολικά και όχι ιωνικά στοιχεία). Αρκετοί στίχοι των ποιητικών του κειμένων έχουν σωθεί.

Αλύπιος. (4ος ή 3ος αι. π.Χ) Έλληνας θεωρητικός της μουσικής, ο οποίος έγινε γνωστός από το μόνο σωζόμενο έργο του, την «Εισαγωγή μουσικής», κείμενο που θεωρείται η πιο έγκυρη περιγραφή της αρχαίας ελληνικής μουσικής σημειογραφίας.

Αμφίων. Μυθικός κιθαρωδός της αρχαιότητας, γιος του Δία και της Αντιόπης, που κατά την παράδοση διδάχθηκε την μουσική από τον Ερμή. Στον Αμφίωνα αποδίδεται η επινόηση της κιθαρωδίας. Σύμφωνα με έναν, ο Αμφίων, με τη δύναμη της μουσικής του, βοήθησε να χτιστούν τα τείχη της Θήβας, συναρμόζοντας τους ογκώδεις λίθους με  τους ήχους της λύρας.

Ανακρέων. (περ. 570 – 485 π.Χ) Λυρικός ποιητής που γεννήθηκε στην ιωνική πόλη Τέω. Μετανάστευσε, κατά χρονική σειρά, στην Θράκη, Σάμο, Αθήνα, Θεσσαλία, όπου έπαιζε και τραγουδούσε στις αυλές των αρχόντων. Στα ποιήματά του διακρίνεται μια ολοφάνερη χαρά για τις απολαύσεις της ζωής, το κρασί, τον έρωτα. Ο Ανακρέοντας χρησιμοποιεί την ιωνική γλώσσα και τα ιωνικά μέτρα σε ανακλαστικό σχήμα. Την επίδρασή του στους μεταγενέστερους αποδεικνύει ο όρος «Ανακρεόντεια», που δόθηκε στα διαμορφωμένα με πρότυπο την ποίηση του ποιήματα.

Αντιγενίδας. (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ) Ονομαστός Θηβαίος αυλητής και συνθέτης. Θεωρήθηκε αρχηγός της αυλητικής σχολής των Θηβών. Εκπροσωπούσε, σε αντίθεση με το Δωρίονα, τις νέες τάσεις της μουσικής.

Αριστείδης Κοιντιλιανός. (1ος/3ος μ.Χ. αι.) θεωρητικός της μουσικής. Συνέγραψε το σύγγραμμα «Περί μουσικής» το οποίο αποτελεί την πιο σπουδαία πηγή για τη γνώση της αρχαίας διδασκαλίας της μουσικής.

Αριστόξενος. (375 – 360 π.Χ) Ο σημαντικότερος θεωρητικός της μουσικής της αρχαίας Ελλάδας. Μαθητής του Αριστοτέλη, διαφοροποιήθηκε απ΄ αυτόν λόγω  του συγκεκριμένου χαρακτήρα και της συστηματικότητας της μουσικής διδασκαλίας του. Από τον τεράστιο αριθμό των έργων που αναφέρονται στη Σούδα ως δικά του και τα οποία, όπως φαίνεται, διαπραγματεύονταν ποικίλα θέματα (φιλοσοφία, ιστορία κλπ) σώζονται σε μας μόνο κάποια «μουσικολογικά» κείμενα : «Περί αρμονικής» (ή «Αρμονικά στοιχεία» ‘η «Αρμονικών στοιχείων βιβλία τρία») και «Ρυθμικά στοιχεία». Οι τίτλοι 12 μουσικών έργων του έχουν διασωθεί σε δικά του ή άλλων συγγραφέων σωζόμενα κείμενα.

Αριστοτέλης. (384 – 322 π.Χ) Ο μεγάλος Σταγειρίτης είχε πολλές  – θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις και στον τομέα της μουσικής, πράγμα που φαίνεται στις τόσο συχνές αναφορές του στο θέμα αυτό στα περισσότερα έργα του. Είναι ίσως παράξενο το ότι δεν συνέγραψε ειδικό έργο πάνω στη μουσική. Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει την ηθική και παιδευτική αξία της μουσικής. Σύμφωνα μ΄ αυτόν, η μουσική πρέπει να διδάσκεται στους νέους γιατί παρέχει ψυχαγωγία και ξεκούραση, γιατί είναι ιδιαίτερα ευεργετική στη διαμόρφωση του χαρακτήρα καθώς και γιατί συμβάλλει στη διανοητική και αισθητική απόλαυση και καλλιέργεια. Τα «Προβλήματα» – έργο σχετικό με τη μουσική αποδόθηκαν αρχικά στον Αριστοτέλη. Η αυθεντικότητά τους όμως είναι αμφίβολη. Πραγματεύονται θέματα ακουστικής, συμφωνιών, φιλοσοφίας, αισθητικής κλπ.

Αριστοφάνης. (450 – 385 π.Χ) Για τη μουσική του σημαντικότερου από τους εκπροσώπους της αρχαίας αττικής κωμωδίας δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Πάντως, αυτό που συμπεραίνουμε από τη ρυθμοποιία και τη γλώσσα του είναι ότι επεξεργάστηκε τις φόρμες της παραδοσιακής μουσικής. Αυτό πιστοποιείται κι από το γεγονός ότι σατιρίζει τις καινοτομίες του Ευριπίδη και γενικά τους μουσικούς που επιχειρούσαν να ανανεώσουν τη μουσική παράδοση. Η κωμωδία του «Βάκχες» είναι η πιο μουσική.

Αρίων. (7ος – 6ος αι. π.Χ) Λυρικός ποιητής από τη Λέσβο. Έζησε τον πιο πολύ καιρό στην Κόρινθο, επί τυραννίας του Περίανδρου, όπου ονόμασε και δίδαξε το διθύραμβο. Θεωρούνταν ο καλύτερος κιθαρωδός της εποχής του. Ως ποιητής και  συνθέτης, έγραψε άσματα και «προοίμια». Δεν μας σώθηκε όμως ούτε ένας στίχος. Θεωρείται επίσης ο ευρετής της χρήσης του τραγικού τρόπου. Στην Κόρινθο, παρουσίασε, με σατυρικούς χορούς, τραγικούς διθυράμβους αφετηρία για τη μελλοντική εξέλιξη της τραγωδίας. Με τον Αρίωνα συνδέεται ο γνωστός μύθος, σύμφωνα με τον οποίο, όταν ο ποιητής, επιστρέφοντας από την Σικελία, ληστεύθηκε και ρίχτηκε στη θάλασσα, τον έσωσε ένα δελφίνι που τον έβγαλε στο Ταίναρο.

Αρχίλοχος (8ος – 7ος αι. π.Χ.) Γεννήθηκε στην Πάρο και ακολούθησε τη ζωή του μισθοφόρου. Σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον των Ναξίων. Κορυφαίος εκπρόσωπος της ιαμβικής ποίησης και καυστικότατος σατυρικός για τα δεδομένα της εποχής. Εισήγαγε μεταρρυθμίσεις στο μέτρο χρησιμοποιώντας εναλλακτικά ανόμοια μέτρα. Εφεύρε τις επωδούς και θεωρείται ως ο επινοητής της λυρικής απαγγελίας και της  ελεύθερης συνοδείας των τραγουδιών από κιθάρα. Έγραψε και ελεγείες.

Αρχύτας (τέλος 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.) Μαθηματικός, πυθαγόρειος φιλόσοφος, πολιτικός και στρατηγός. Κυβέρνησε την πόλη του Τάραντα για αρκετά χρόνια. Σύγχρονος του Πλάτωνα συνδέθηκε στενά μαζί του. Ασχολήθηκε και με ζητήματα ακουστικής και ανακάλυψε ότι το ύψος του τόνου του ήχου εξαρτάται από την ταχύτητα των δονήσεων του αέρα και καθόρισε αριθμητικά τις σχέσεις των τόνων και στα τρία τονικά γένη.

Βάκχειος ο Γέρων. (3ος – 4ος αι. μ.Χ) Θεωρητικός της μουσικής γνωστός για το βιβλίο του «Εισαγωγή Τέχνης Μουσικής», για τη ζωή του οποίου τίποτα δεν παραδίδεται.

Βακχυλίδης. (6ος – 5ος αι. π.Χ) Ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της χορικής λυρικής ποίησης, λίγο νεότερος από τον Πίνδαρο και ανεψιός του Σιμωνίδη, γεννήθηκε στην Κέα. Έζησε για αρκετό καιρό στην αυλή του Ιέρωνα, τυράννου των Συρακουσών. Έχει συνθέσει παιάνες, ύμνους, παρθένια, διθυράμβους αλλά και επινίκια και ερωτικά τραγούδια.


Γαυδέντιος (2ος – 3ος αι. π.Χ) Θεωρητικός της μουσικής. Έγινε γνωστός για το βιβλίο του «Αρμονική Εισαγωγή», στο οποίο ασχολείται με τα διαστήματα, τα γένη κλπ.
Δάμων (5ος αι. π.Χ) Φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής από τον αττικό δήμο της Όας. Μαθητής του Πρόδικου και, στη μουσική, του Αγαθοκλή και του Λαμπροκλή και δάσκαλος μουσικής του Περικλή, του οποίου υπήρξε και πολιτικός σύμβουλος. Έχοντας συλλάβει σε βάθος το πρόβλημα της επίδρασης της μουσικής στον ανθρώπινο χαρακτήρα, πίστευε τόσο θερμά στην παιδευτική αξία της μουσικής, ώστε υποστήριζε ότι μεταβολές στον τομέα αυτόν θα κλόνιζαν ολόκληρη την πολιτειακή συγκρότηση ενός κράτους. Υποστηρικτής της λύρας κατά τον παλιό ανταγωνισμό των οργάνων, απέρριπτε τον αυλό. Η επίδρασή του είναι ολοφάνερη στον Πλάτωνα ο οποίος τον αναφέρει με ξεχωριστή εκτίμηση.

Δράκων (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ) Μουσικός, μαθητής του Δάμωνα. Έζησε στην Αθήνα και ήταν δάσκαλος μουσικής του Πλάτωνα.

Ερατοκλής (5ος αι. π.Χ) Θεωρητικός της μουσικής. Από τον Αριστόξενο, ο οποίος αποκρούει τις απόψεις του Ερατοκλή και της σχολής του, μαθαίνουμε ότι ήταν ένας από τους αρμονικούς και μεγάλος δάσκαλος της μουσικής.

Ευμολπος.  Μυθικός επικός ποιητής και μουσικός, ιδρυτής ή αναμορφωτής των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Σύμφωνα με τη Σούδα, καταγόταν από την Ελευσίνα, ήταν μαθητής του Ορφέα και είχε κερδίσει με τη λύρα του ένα βραβείο στα Πύθια. Έγραψε τελετουργικά τραγούδια για τη Δήμητρα. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, υπήρξε ο πρώτος Ιεροφάντης των Ελευσίνιων μυστηρίων.

Εύνομος Κιθαρωδός από τους Επιξεφύριους Λοκρούς της Ιταλίας. Έγινε γνωστός από έναν μύθο, σύμφωνα με τον οποίο ένας τζίτζικας τραγούδησε τη νότα που έλειπε, όταν έσπασε μια χορδή της κιθάρας του τη στιγμή που διαγωνιζόταν στους Δελφούς με τον Αριστίωνα.

Ευριπίδης (Σαλαμίνα περ. 480 – Μακεδονία 406 π.Χ) Ο νεότερος από τους τρεις μεγάλους τραγικούς, πατέρας του νεότερου δράματος. Από την μουσική  του Ευριπίδη σώζονται μόνο δύο μικρά αποσπάσματα : ένα μέρος από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» και ένα απόσπασμα από το πρώτο στάσιμο του «Ορέστη». Τα χορικά του δεν μπορούν να χαρακτηριστούν στολίδια, άσχετα με την δράση (οι «Βάκχες» δείχνουν αυτή τη στενή σχέση του χορού με τα γεγονότα της σκηνής). Υπάρχει όμως στο έργο του και μια ολόκληρη σειρά τραγουδιών αυτόνομων, σαν λυρικές παραλογές. Ο Αριστοφάνης παρέδωσε το είδος. Ξέρουμε ότι η μουσική του νεοαττικού διθυράμβου, παραφορτωμένη και ανήσυχη, ήταν εκείνη που επηρέαζε εδώ τον Ευριπίδη. Παρά τις χλευαστικές κριτικές του Αριστοφάνη, η μουσική του Ευριπίδη ήταν δημοφιλής. Έγραψε 92 δράματα, από τα οποία διασώθηκαν πλήρη μόνο τα 19. τα πιο πολυπαιγμένα είναι : «Μήδεια», «Ιππόλυτος», «Εκάβη», «Ικέτιδες», «Ανδρομάχη», «Ηλέκτρα», «Τρωάδες», «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» και «Βάκχαι».

Ηρακλείδης ο Ποντικός (4ος αι. π.Χ) Έλληνας φιλόσοφος και πολυγραφότατος συγγραφέας από την
Ηράκλεια του Πόντου. Σε νεαρή ηλικία ήρθε στην Αθήνα. Ήταν οπαδός του Πλάτωνα κι αργότερα του Αριστοτέλη. Τα έργα του δεν αναφέρονται μόνο σε φιλοσοφικά ζητήματα, αλλά και στη λογοτεχνία και τη μουσική. Απ΄ αυτά, τα μουσικά είναι : «Περί των παρ΄ Ευριπίδη και Σοφοκλή», «Περί μουσικής» και»Περί ποιητικής και ποιητών».

Ησύχιος ο Αλεξανδεύς. (5ος αι. π.Χ) Έλληνας γραμματικός και λεξικογράφος. Έγραψε το «Λεξικόν Ησυχίου», από τα πιο πλούσια και σπουδαία, σημαντική καταγραφή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, αλλά και πολύτιμη πηγή για την εξήγηση αρχαίων μουσικών όρων και οργάνων.

Θαλήτας (7ος αι.π.Χ) Αοιδός και μελοποιός από τη Γόρτυνα της Κρήτης, σύγχρονος του Λυκούργου. Μελοποίησε σε κρητικούς ρυθμούς παιάνες και επιχώριες ωδές. Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες μορφές της 2ης μουσικής σχολής της Σπάρτης και εισηγητής, μαζί με τους Ξενόκριτο, Ξενόδαμο, Πολύμηνστο και Σακάδα, των γυμνοπαιδιών στην πόλη αυτή. Σύμφωνα μ΄ ένα μύθο, κλήθηκε στη Λακεδαίμονα ύστερα από χρησμό του Μαντείου των Δελφών και έσωσε με την μουσική του την πόλη από λοιμό. Τότε πιθανώς εισήγαγε εκεί τους παιάνες προς τιμή του Απόλλωνα και τις ένοπλες πυρρίχιες ορχήσεις.

Θέογνις ( 6ος αι. π.Χ) Ελεγειακός ποιητής από τα Μέγαρα  της Αττικής. Επειδή ανήκε στην αριστοκρατική τάξη, αναγκάστηκε να φύγει από την πατρίδα του. Τα ποιήματά του όχι μόνο τραγουδιόνταν για πολλά χρόνια στα συμπόσια, αλλά και αποτελούσαν μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος των δημοκρατικών Αθηναίων, εξαιτίας του συμβουλευτικού και του παιδαγωγικού χαρακτήρα.

Ίβυκος (6ος αι. π.Χ) Έλληνας λυρικός ποιητής, που γεννήθηκε στο Ρήγιο της κάτω Ιταλίας. Κατά τη διαμονή του στην αυλή του Πολυκράτη της Σάμου, στράφηκε προς μία ερωτικά χρωματισμένη χορική ποίηση, που αντικατέστησε τις μυθικές διηηγήσεις της πρώτης δημιουργικής του περιόδου. Στον Ίβυκο αποδίδεται η εφεύρεση της σαμβύκης. Από τα τραγούδια του σπουδαιότερα είναι τα ερωτικά, που διακρίνονται για το θερμό αίσθημά τους.

Ιέραξ (7ος αι. π.Χ) Μουσικός και αυλητής από το Άργος, μαθητής του Όλυμπου του νεώτερου. Ο πιθανός εφευρέτης του ιεράκειου νόμου και του ιεράκειου μέλους.

Κτήσιβος. Σημαντικότατος αρχαίος μηχανικός του 3ου αι. π.Χ, από την Αλεξάνδρεια, στον οποίο αποδίδεται η εφεύρεση της υδραύλεως.

Κινησίας (5ος αι. π.Χ)Συνθέτης διθυράμβων, γιος του κιθαρωδού Μέλη. Έζησε στην Αθήνα, όπου και θεωρούνταν από τους πιο ασεβείς και κακούς ποιητές της εποχής του. Εισήγαγε νέα χορευτικά σχήματα και μάλιστα κατήργησε το χορό στην κωμωδία.

Κλωνάς (7ος αι. π.Χ) Αυλητής και ποιητής από την Τεγέα ή τη Θήβα που έγραψε ελεγείες και τραγούδια. Αναφέρεται και σαν ο επινοητής του αυλωδικού νόμου.

Κορρίνα. Λυρική ποιήτρια από τη Βοιωτία που φέρεται να ήταν δασκάλα του Πίνδαρου τον οποίο νίκησε πέντε φορές σε λυρικούς αγώνες. Έγραφε σε κοινή ελληνική γλώσσα με σαφείς επιδράσεις της βοιωτικής διαλέκτου. Η μετρική της ήταν απλή και τα ποιήματά της ασχολούνταν κυρίως με βοιωτικούς θρύλους.

Λαμπροκλής (αρχές 5ου αι. π.Χ) Μουσικός και συνθέτης διθυράμβων, που έζησε στην Αθήνα κι έγινε γνωστός από μια ωδή στην Αθηνά, της οποίας σώθηκε η αρχή. Υπήρξε μαθητής του Αγαθοκλή και ίσως δάσκαλος του Δάμωνα. Μερικοί τον ταυτίζουν με τον Λάμπρο.

Λάμπρος μουσικός και ποιητής. Αναφέρεται ως δάσκαλος του Σοφοκλή, έτσι τοποθετείται στο τέλος του 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ. Κατά τον Αριστόξενο, ανήκει στους φημισμένους ποιητές, μαζί με τον Πίνδαρο και τον Πρατίνα.

Λάσος ο Ερμιονεύς (δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ) Λυρικός ποιητής και σοφιστής, που έδρασε στην Αθήνα, στην αυλή του τυράννου Ίππαρχου. Μετά από πρόταση του θεσπίστηκε διαγωνισμός διθυράμβων, υπήρξε δάσκαλος του Πινδάρου. Ο Λάσος θεωρείται ο μεγαλύτερος μεταρρυθμιστής του διθυράμβου μετά τον Αρίωνα, γιατί με σημαντικές καινοτομίες προχώρησε το διονυσιακό χορικό τραγούδι. Ευαίσθητος σε προβλήματα ακουστικής (απέφευγε το γράμμα Σ, επειδή πίστευε ότι προκαλούσε τραχύ ήχο) αντιμετώπισε επίσης θεωρητικά διάφορα μουσικά προβλήματα και είτε υπήρξε ο πρώτος που συνέγραψε θεωρητικό βιβλίο για τη μουσική είτε όχι, αναγνωρίζεται σαν ιδρυτής της μουσικής επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα.

Λίνος  Μυθικός αοιδός και ποιητής, γιος του Απόλλωνα και της Καλλιόπης (ή της Τερψιχόρης ή της Ευτέρπης). Σύμφωνα μ΄ ένα μύθο ήταν ο πρώτος που τραγούδησε στους ανθρώπους χάρισμα που του έδωσαν οι θεοί. Υπήρξε συνθέτης θρηνητικών τραγουδιών και θεωρείται ο πιθανός επινοητής της τρίχορδης λύρας. Μυθολογείται ότι σκοτώθηκε από τον Απόλλωνα, γιατί καυχήθηκε ότι στην τέχνη της μουσικής ήταν ίσος μ΄ αυτόν, και ότι για τον θάνατό του οι Μούσες θρηνούσαν καθημερινά.

Λύσανδρος ο Σικυώνιος. (6ος αι. π.Χ) Μουσικός και κιθαριστής. Σ΄ αυτόν αποδίδονται η καθιέρωση της ψιλοκιθαριστικής (σόλο κιθάρα) και της «έναυλης κιθάρισης» (κιθάρα με συνοδεία αυλού)

Μαρσύας. Μυθικός αοιδός και μουσικός. Στους αρχαιότερους μύθους αναφέρεται ως Σειληνός, ενώ στους μεταγενέστερους ως Σάτυρος. Θεωρείται ο επινοητής της αυλητικής τέχνης. Κατά τον μύθο, τον αυλό εφεύρε η Αθηνά, η οποία όμως, βλέποντας, καθώς έπαιζε, την εικόνα της παραμορφωμένη στα νερά του ποταμού Μαιάνδρου, τον πέταξε μακριά για να τον βρει ο Μαρσύας.

Μελανιππίδης (5ος αι. π.Χ) Κιθαρωδός και συνθέτης διθυράμβων από τη Μήλο. Του αποδίδεται η αύξηση του αριθμού των χορδών της λύρας σε 12. Εξάλλου, εισήγαγε πολλές καινοτομίες στη μουσική του διθυράμβου, πιο σημαντική ήταν αυτή της αναβολής, που κατήργησε τις στροφές και αντιστροφές. Από τα έργα του σώθηκαν λίγοι μόνο στίχοι.

Μίμνερμος (τέλη 7ου αι. π.Χ) Ελεγειακός ποιητής από την Κολοφώνα ή τη Σμύρνη, γνωστός και ως έξοχος αυλητής. Θεωρείται ο πατέρας της ερωτικής ελεγείας και έγινε διάσημος για το γλυκό, ερωτικό και μελαγχολικό χαρακτήρα των τραγουδιών του. Το σύνολο του έργου του είχε αργότερα συγκεντρωθεί σε δύο βιβλία (το πρώτο με τίτλο «Ναννώ», όνομα μιας αγαπημένης του αυλήτριας).

Μουσαίος Επικός ποιητής, αοιδός και αστρονόμος, που έζησε στην Αθήνα, καταγόταν από την Ελευσίνα ή τη Θράκη. Διάφορα ορφικά χωρία μαρτυρούν τη στενή του σχέση με τον Ορφέα. Σύμφωνα με μια μυθική παράδοση, οι μούσες παρέδωσαν τη λύρα του Ορφέα στο Μουσαίο ως κληρονόμο του μεγάλου ποιητή. Κατ΄ άλλη παράδοση, δίδαξε τη μύηση που γινόταν στο ναό της Δήμητρας, στα Ελευσίνια Μυστήρια. Του αποδίδονται μια «Θεογονία», ύμνοι, ποιήματα και χρησμοί.

Μούσες. Θεότητες, προστάτιδες της πνευματικής γενικά δημιουργίας στην αρχαία Ελλάδα, αλλά κυρίως της μουσικής και της ποίησης. Ήταν εννέα και καθεμιά είχε υπό την προστασία της μία εκδήλωση της πνευματικής δημιουργίας. Η Κλειώ την ιστορία, η Ευτέρπη την αυλητική τέχνη, η Θάλεια την κωμωδία και την βουκολική ποίηση, η Μελπομένη τη μουσική και την τραγωδία, η Τερψιχόρη τη λυρική ποίηση, η Πολυμνία τη μιμητική τέχνη και τους ύμνους προς τους θεούς, η Ουρανία την αστρονομία και η Καλλιόπη την επική ποίηση και τη ρητορική.

Μύρτις (6ος αι. π.Χ) Ποιήτρια. Κατά τη Σούδα, υπήρξε δασκάλα του Πινδάρου και της Κόριννας. Ο Πλούταρχος την ονομάζει ποιήτρια μελών, χαρακτηρισμός που θα μπορούσε να σημαίνει ποιήτρια
μονωδικών ποιημάτων.

Νικόμαχος ο Γερασηνός.  (2ος αι. π.Χ) Νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής. Έγραψε κι ένα «εγχειρίδιο αρμονικής» (σε δύο βιβλία), στο οποίο εκθέτει με σαφήνεια τις πυθαγόρειες αρχές για τη μουσική.

Ξενόκριτος (7ος αι. π.Χ) Μουσικός από τους Λοκρούς της Ιταλίας, που έζησε στη Σπάρτη. Θεωρείται, μαζί με άλλους σημαντικούς μουσικούς, εισηγητής των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη. Συνέθεσε χορικά άσματα με θέματα επικά και ίσως ήταν πρόδρομος του Στησιχόρου.

Όλυμπος ο αρχαίος. Προομηρικός μυθικός αυλητής, ραψωδός και ποιητής από τη Φρυγία. Σ΄ αυτόν αποδίδεται η επινόηση και η διάδοση της αυλητικής.

Όλυμπος ο νεότερος. (7ος  αι. π.Χ). Εισήγαγε την οργανική μουσική στην Ελλάδα. Σ΄ αυτόν αποδίδονται η τελειοποίηση της αυλητικής τέχνης και μια σειρά από επινοήσεις, όπως ο πολυκέφαλος νόμος, το εναρμόνιο γένος κ.α. θεωρείται από τις σημαντικότερες μορφές στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής μουσικής.

Ορφεύς. Φημισμένος εξαίρετος μουσικός της αρχαιότητας που συγκινούσε με τη λύρα και τη φωνή του όχι μόνο τους ανθρώπους αλλά και τα ζώα. Ήδη από το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. ήταν  γνωστός ο θρύλος ότι οι αργοναύτες τον πήραν μαζί τους, γιατί η μουσική του ασκούσε μαγική επίδραση ακόμα και στις πέτρες και στα δέντρα. Λεγόταν ότι μητέρα του ήταν η Μούσα Καλλιόπη και πατέρας του ο άρχοντας της Θράκης Οίαγρος (ή ο Θράξ Πιέρος ή ο Απόλλων). Ο θάνατός του κατά μια εκδοχή οφείλεται σε εξέγερση των γυναικών της Θράκης, οι οποίες τον κατακρεούργησαν γιατί δεν τις είχε δεχθεί στη θρησκεία του. Οι Μούσες, ωστόσο, μάζεψαν τα μέλη του και τα έθαψαν. Οι μύθοι για τον Ορφέα πλουτίστηκαν πολύ από την εποχή που η θρησκευτική αίρεση των Ορφικών τον τίμησε ως αρχηγό και του απέδωσε  τη μουσική διδασκαλία για την διπλή φύση του ανθρώπου (θεϊκή και τιτανική), η οποία ήρθε σε αντίθεση με τις δοξασίες του Διόνυσου. Επειδή ο Ορφέας με την κάθοδό του στον Άδη εισήγαγε Μυστήρια που υπόσχονταν ευδαίμονα μεταθανάτια ζωή, λεγόταν ότι ο θάνατός του οφειλόταν σε εκδίκηση του Δία.

Πίνδαρος. (522-446 π.Χ) Ο κορυφαίος της χορικής ποίησης και ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της αρχαίας Ελλάδας. Γεννήθηκε στις Κυνός Κεφαλές κοντά στη Θήβα και πήρε τα πρώτα μαθήματα ποιητικής και αυλητικής από το θείο του, Σκοπελίνο. Έγραψε ύμνους, παιάνες, διθυράμβους, εγκώμια. Ως προς το χαρακτήρα του έργου του, έμεινε πιστός στην παράδοση και με το απλό, σεμνό και μεγαλόπρεπο ύφος του κέρδισε το σεβασμό των Ελλήνων. Σ΄ αυτόν αποδίδεται, αν και πολλοί το αμφισβητούν, ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα δείγματα ελληνικής μουσικής. Πρόκειται για ένα αντίγραφο χαμένου χειρογράφου που περιέχει την αρχή του πρώτου Πυθιόνικου.

Πλούταρχος. (46-120 μ.Χ) Ο πολυγραφότατος συγγραφέας, βιογράφος και φιλόσοφος από τη Χαιρώνεια της Βοιωτίας, μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την αρχαία ελληνική μουσική στα έργα του «Βίοι παράλληλοι» και «Ηθικά», αλλά προπάντων στις ειδικές πραγματείες του «Περί της εν Τιμαίω ψυχογονίας» και «Περί μουσικής».

Πολυδεύκης Ιούλιος (2ος αι. μ.Χ) Λεξικογράφος, από τη Ναυκράτη της Αιγύπτου. Οφείλει τη φήμη του στο έργο «Ονομαστικόν», ένα λεξικό αποτελούμενο απ΄ο10 βιβλία. Το τέταρτο από αυτά αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών για την αρχαία ελληνική μουσική και το θέατρο.

Πολύμνηστος (τέλος 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ) Κολοφώνιος ποιητής και μουσικός, γιος του Μέλη. Τελειοποίησε την αυλωδία του Κλωνά και έγραψε «άσεμνα» τραγούδια με συνοδεία αυλού. Αναφέρεται ως μέλος της 2ης μουσικής σχολής στη Σπάρτη.

Πρατίνας ο Φλειάσιος. (τέλος 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ) Δραματικός ποιητής από τη Φλειούντα της Αργολίδας, που έζησε στην Αθήνα. Έγραψε τραγωδίες, αλλά περισσότερο ασχολήθηκε με το σατυρικό δράμα. Εκτός από δραματικά έργα, έγραψε λυρικά ποιήματα και υποχορχήματα, από τα οποία σώθηκαν σημαντικά αποσπάσματα.

Προνόμος (5ος αι. π.Χ). Θηβαίος αυλητής. Ήταν ο πρώτος που έπαιξε όλες τις αρμονίες πάνω στον ίδιο αυλό και απόκτησε μεγάλη φήμη για την εκφραστικότητα που χαρακτήριζε τις εκτελέσεις του.

Πυθαγόρας. (570 – 496 π.Χ) Ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος και μαθηματικός ήταν ο πρώτος που θεμελίωσε επιστημονικά τη θεωρία της μουσικής. Η μαθηματική του σκέψη αποτελεί μια νέα κατεύθυνση στην ελληνική φιλοσοφία. Κατευθυντήριος άξονας για την ερμηνεία του κόσμου ήταν για τους Πυθαγόρειους η πίστη ότι τα πάντα είναι ουσιαστικά αριθμοί. Έτσι και τα ακουστικά φαινόμενα, οι σχέσεις των τόνων και των αρμονιών, προσεγγίζονται με βάση την πίστη αυτή. Στη μουσική ανακάλυψε τους αριθμητικούς λόγους των συμφωνιών : α) της 5ης (3/2 για πέντε), β) της 4ης (4/3 δια τεσσάρων), γ) της 8ης (2/1 δια πασών) και ακόμα ταξινόμησε τις επτά αρμονίες. Στη σχολή του οφείλεται η πιο σημαντική ερμηνεία για τη θεωρία της μουσικής στην αρχαία Ελλάδα.

Πυθοκλείδης (535 – 472 π.χ) Αυλητής από την Κέω, που εισήγαγε τη μιξολυδική αρμονία στην τραγωδία. Υπήρξε δάσκαλος του Περικλή και αναφέρεται από τον Πλάτωνα ως σοφιστής.
Σακάδας (τέλη 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ) Αυλητής από το Άργος, ο οποίος έγινε διάσημος γιατί επινόησε τον «πυθικό νόμο», τον πιο σημαντικό αυλητικό νόμο, που περιέγραφε τον αγώνα του Απόλλωνα με το δράκοντα Πύθωνα. Νίκησε τρεις φορές σε αγώνες αυλητικής στα Πύθια. Ήταν μέλος της δεύτερης μουσικής σχολής της Σπάρτης. Του αποδίδεται (μαζί με τους Θαλήτα, Πολύμνηστο, Ξενόδαμο και Ξενόκριτο) η εισαγωγή των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη, σε μια φιλελεύθερη για την πόλη εποχή.

Σαπφώ. (περ. 630-570 π.Χ) Η αρχαία ελληνίδα ποιήτρια με τη μεγαλύτερη φήμη και τα πλουσιότερα ποιητική χαρίσματα. Έζησε στη Μυτιλήνη, όπου είχε ιδρύσει σχολή λυρικής ποίησης, στην οποία φοιτούσαν νέες κοπέλες. Το όνομά της εμφανίζεται στα λείψανα των αρχαίων κειμένων με τον τύπο Ψάπφα (αιολική διάλεκτος). Από το πλούσιο έργο της έχει σωθεί μικρό μέρος, αρκετό όμως για να δικαιολογήσει το χαρακτηρισμό της ως δέκατης Μούσας. Έγραψε ύμνους, επιθαλάμια, επιγράμματα, τραγούδια ερωτικά κ.α. Σ΄ αυτήν αποδίδεται η επινόηση της μιξολυδικής αρμονίας. Η τέχνη της ξεχωρίζει χάρη στην αμεσότητά της.

Σείκιλος Έλληνας ποιητής των ρωμαϊκών χρόνων. Επιτύμβια πλάκα που βρέθηκε το 1982 στις Τράλλεις της Μ. Ασίας διασώζει ποίημά του – είδος σκόλιου – πάνω από το οποίο σημειώνεται με φθογγόσημα η μουσική του.

Σιμωνίδης ο Κείος (556 – 468 π.Χ.) Επιφανής λυρικός ποιητής της αρχαιότητας. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στις αυλές τυράννων και βασιλιάδων, διαφόρων ελληνικών πόλεων, συνθέτοντας λυρικά ποιήματα έναντι αμοιβής. Έγραψε ύμνους, εγκώμια, θρήνους, επινίκια, τις  περίφημες ελεγείες του, επιγράμματα κ.λ.π. Σε αυτόν αποδίδεται η προσθήκη της 8ης χορδής στη λύρα. Ασχολήθηκε πολύ με τη χορική ποίηση. Ο Πλάτωνας τον κατατάσσει ανάμεσα στους επτά σοφούς της αρχαιότητας.

Σοφοκλής (496-406 π.Χ) Μεγάλος τραγικός ποιητής. Πήρε σπουδαία μόρφωση. Διδάχθηκε μουσική και όρχηση πιθανότατα από το διάσημο μουσικό Λάμπρο. Έγραψε 123 δράματα από τα οποία 18 σατυρικά και νίκησε 24 φορές σε δραματικούς αγώνες. Απ΄ αυτά διασώθηκαν 7 ακέραια («Αντιγόνη», «Ηλέκτρα», «Τραχίνιαι», Οιδίπους επί Κολωνό», «Οιδίπους Τύραννος», «Αίας», «Φιλοκτήτης»). Από την μουσική του τίποτα δεν έχει διασωθεί. Τα χορικά του πάντως είναι υψηλά δείγματα λυρισμού κι ενός στοχασμού ήρεμου, μεστά από μεγαλοπρέπεια και χάρη. Έγραψε επίσης ελεγείες και παιάνες.

Στησίχορος. (632-556 π.Χ) Χορικολυρικός ποιητής και κιθαρωδός, που άκμασε στην Ιμέρα της Σικελίας. Η ποίησή του είναι κοντά στο έπος. Κατά τη Σούδα αντικατέστησε τη νομοστροφική ωδή με τη φόρμα : στροφή – αντιστροφή - επωδός.

Τελέσιλλα. (3ος αι. π.Χ) Λυρική ποιήτρια από το Άργος που διακρίθηκε για τα παρθένια και τα άσματά της σε ιωνικά δίμετρα.

Τελέστης. (420-345 π.Χ) Λυρικός ποιητής από τη Σελινούντα της Σικελίας. Πασίγνωστος διθυραμβοποιός, νικητής σε σχετικούς αγώνες στην Αθήνα και φορέας αλλαγών στη σύνθεση, για τις οποίες επικρίθηκε από τους συντηρητικούς. Σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα από τα έργα του «Αργώ», «Ασκληπιός» και «Διθυραμβικός Υμέναιος»

Τέρπανδος (8ος αι. π.Χ) Λέσβιος ποιητής και μουσικός. Νίκησε δύο φορές στους αγώνες των Κάρνειων στη Σπάρτη και ακόμα πολλές φορές στα Πύθια. Ταξίδεψε πολύ και έζησε στη Σπάρτη, όπου συνετέλεσε τόσο στην πολιτική σταθερότητα, όσο και στη μουσική ανάπτυξη της πόλης. Απαράμιλλος κιθαριστής, θεωρείται ο θεμελιωτής της ελληνικής λυρικής ποίησης, με την εφεύρεση του βαρβίτου, την προσθήκη 8ης χορδής στην επτάχορδη λύρα και άλλες σημαντικές καινοτομίες. Ακόμα σ΄ αυτόν αποδίδεται η παγίωση των κιθαρωδικών νόμων και ο Τερπάνδρειος νόμος.

Τιμόθεος ο Μιλήσιος. (450-360 π.Χ) Διθυραμβοποιός από τη Μίλητο. Η προσθήκη της 11ης χορδής στη λύρα και η ανάπτυξη της μονωδίας είναι μέρος από την προσφορά του. Οι καινοτομίες αυτές προκάλεσαν ζωηρές αντιδράσεις. Παρά τη μεγάλη φήμη του, έχουν σωθεί αποσπάσματα μόνο από τα έργα του : «Κύκλωπας», «Νιόβη», «Πέρσαι», «Σκύλλα», «Ελπήνωρ».

Τυρταίος (7ος αι. π.Χ) Ελεγειακός ποιητής και μουσικός από τη Σπάρτη. Κατ΄ άλλους καταγόταν από την Αθήνα. Οι ελεγείες του και τα πολεμικά του άσματα ενέπνευσαν σε τέτοιο βαθμό τους Σπαρτιάτες στον πόλεμο με τους Μεσσήνιους, ώστε του έδωσαν το δικαίωμα του πολίτη της Σπάρτης και όρισαν να τραγουδιούνται αυτά πριν από τις εκστρατείες τους. Χαρακτηριστικά του ύφους του, που είναι επικό με πολλά δωρικά στοιχεία, είναι τα σωζόμενα έργα του «Ευνομία», «Πολιτεία», «Ελεγεία» κ.α.

Υάγνις. Αρχαιότατος μυθικός μουσικός από τις Κελαινές της Φρυγίας, μαθητής του Μαριανδυνού (εφευρέτη της θρηνητικής αυλωδίας ). Θεωρούνταν εφευρέτης του μονού και του διπλού αυλού, του διατονικού γένους και του τρίχορδου.

Φρύνις (5ος αι. π.Χ) Μουσικός καταγόμενος από τη Μυτιλήνη. Κέρδισε το πρώτο βραβείο κιθαρωδίας στα Παναθήναια το 446 π.Χ. Ανάμεσα σε πολλές καινοτομίες του, για τις οποίες σατιρίστηκε από τους κωμικούς της εποχής, ήταν και η χρήση εννεάχορδης κιθάρας.

Ν.Tσόμσκι: Η Κατασκευή της συναίνεσης από τα ΜΜΕ

 ΠΩΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΜΑΖΕΣ

Σε ένα από τα πιο πολυβραβευμένα ντοκιμαντέρ στην ιστορία του είδους, με τίτλο «Η Κατασκευή της Συναίνεσης: ο Νόαμ Τσόμσκι και τα Μίντια», οι δημιουργοί ακολουθούν σε διαλέξεις ανά τον πλανήτη τον βραβευμένο με το βραβείο Κιότο (ιαπωνικό βραβείο ισότιμο του Νόμπελ για τις κοινωνικές επιστήμες) καθηγητή Γλωσσολογίας και μαχητικό κριτικό της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ για μισό αιώνα, Νόαμ Τσόμσκι.
Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε με 22 βραβεία και 50 συμμετοχές σε διεθνή φεστιβάλ, καθώς αποτέλεσε το πιο επιτυχημένο ντοκιμαντέρ στην ιστορία του Καναδά μέχρι την προβολή του The Corporation (2003), από τους ίδιους δημιουργούς.
Ο Αμερικανός διανοητής υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ στις ΗΠΑ είναι, αν όχι «φερέφωνα», τουλάχιστον εκφραστές των συμφερόντων του κυρίαρχου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου (των «πολυεθνικών»).
«Ο ρόλος των ΜΜΕ», σημειώνει, «είναι να υπερασπίζονται την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ατζέντα των προνομιούχων ομάδων που κυριαρχούν στην κοινωνία και στο κράτος». Αυτήη εξάρτηση από την πολιτική και οικονομική εξουσία κάνει τα ΜΜΕ όργανα προπαγάνδας και όχι ενημέρωσης.
Οι έλεγχοι τους οποίους ασκεί η οικονομική και η πολιτική εξουσία μέσω των ΜΜΕ στις «Δημοκρατίες της Δύσης» διαφέρουν από αυτούς των ολοκληρωτικών καθεστώτων κι έτσι οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» δεν είναι η σοβιετική «Πράβδα».
Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα όσων αποτυπώνονται στο χαρτί είναι «εφάμιλλης ομοιογένειας και συμμόρφωσης», όπως υποστηρίζει.
Το φαινόμενο δεν είναι παράδοξο, επισημαίνει, ενώ η κατάδειξή του δε συνιστά θεωρία συνωμοσίας:
    Τίποτα δεν είναι πιο άσχετο σε αυτά που συζητήσαμε από μια θεωρία συνωμοσίας. Αν αναλύσω το οικονομικό σύστημα και πω ότι η General Motors προσπαθεί να μεγιστοποιήσει το κέρδος και το μερίδιο της αγοράς, αυτό δεν είναι θεωρία συνωμοσίας, είναι ανάλυση των θεσμών.
    Δεν έχει καμία σχέση με τις συνωμοσίες και είναι η ίδια ακριβώς λογική που εφαρμόζεται για τα μέσα ενημέρωσης. Η φράση «θεωρία συνωμοσίας» αναφέρεται συνεχώς και νομίζω πως έχει σκοπό ακριβώς να αποθαρρύνει τη θεσμική ανάλυση.
Παράλληλα, για τους δομικούς περιορισμούς των δελτίων ειδήσεων και των ειδησεογραφικών εκπομπών που κατά κανόνα δεν επιτρέπουν εμβάθυνση στις αναλύσεις, σημειώνει:
Ας υποθέσουμε ότι εμφανίζομαι και μέσα σε δυο λεπτά πω ότι ο Καντάφι είναι τρομοκράτης ο Χομεϊνί δολοφόνος και ότι οι Ρώσοι εισέβαλαν στο Αφγανιστάν. Δεν χρειάζομαι αποδείξεις, όλοι θα συμφωνήσουν.
Ας υποθέσουμε όμως ότι πω κάτι που δεν αναμασάει τα συμβατικά πιστεύω.
Ας υποθέσουμε ότι πω κάτι που δεν είναι αυτό που περιμένουν.
Ας υποθέσουμε ότι πω... «Οι μεγαλύτερες διεθνείς τρομοκρατικές επιχειρήσεις είναι αυτές που γίνονται από την Ουάσινγκτον».
Ή ας υποθέσουμε ότι πω: «Τη δεκαετία του '80 η κυβέρνηση των ΗΠΑ λειτουργούσε υπόγεια».
Ας υποθέσουμε ότι πω: «οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Νότιο Βιετνάμ». «Οι καλύτεροι πολιτικοί ηγέτες είναι τεμπέληδες και διεφθαρμένοι» - «Αν εφαρμόζονταν οι νόμοι της Νυρεμβέργης τότε όλοι οι μεταπολεμικοί πρόεδροι των ΗΠΑ θα είχαν κρεμαστεί» - «Η Βίβλος είναι πιθανότατα το βιβλίο με τις περισσότερες γενοκτονίες» - «Η εκπαίδευση είναι ένα σύστημα επιβαλλόμενης άγνοιας» - «Δεν υπάρχει περισσότερη ηθική στις διεθνείς σχέσεις απ' ότι υπήρχε στην εποχή του Τζέγκις Χαν. Απλώς υπάρχουν διαφορετικοί παράγοντες». Τότε «οι άνθρωποι θα θελήσουν να καταλάβουν τι εννοώ», συνεχίζει.
    Εύλογα θα σκεφτούν: «Γιατί το είπες αυτό; Δεν το έχω ξανακούσει αυτό. Αφού το είπες θα πρέπει να δώσεις μια εξήγηση. Ίσως μερικές αποδείξεις και καλύτερα να έχεις πολλές αποδείξεις γιατί αυτό είναι ένα αρκετά αναπάντεχο σχόλιο. Ωστόσο δεν μπορείς να δώσεις αποδείξεις όταν μιλάς συνοπτικά. Αυτή είναι η μεγαλοφυΐα αυτού του δομικού περιορισμού».
Για το ντοκιμαντέρ που διέγραψε τη δική του πορεία, ο ίδιος σημειώνει μετά από εκκλήσεις του κόσμου «να προσχωρήσουν στο κίνημα του οποίου ηγείται», ότι ενδεχομένως είναι στη φύση του τηλεοπτικού μέσου να «θεοποιείται» το πρόσωπο σε βάρος του μηνύματος που μεταφέρει.
Χαρακτηριστικά, για τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» απάντησε πως το ντοκιμαντέρ -και κυρίως το βιβλίο στο οποίο βασίζεται- αποτελεί πάνω από όλα μια κριτική για τα ΜΜΕ κι όχι ένα κάλεσμα για οργάνωση, όπως οι ίδιοι σημειώνουν αγνοώντας την πρώτη παράμετρο.


Άγνωστοι Έλληνες: Magna Grecia

Ακολουθώντας τόσον καιρό το ταξίδι των Ελλήνων σε όλον τον κόσμο, έχοντας «περιηγηθεί» σε τόσες χώρες και έχοντας εξερευνήσει τόσους πολιτισμούς και κουλτούρες, οι οποίες ασπάζονται τον Ελληνισμό είτε γιατί αποτελούν ένα κομμάτι του είτε γιατί απλώς συγκινούνται στην θέασή του, ολοκληρώνουμε την επίσκεψή μας σε ακόμη έναν προορισμό, που δεν είναι άλλος από την γενέτειρα ήπειρό μας, την Ευρώπη.
Δεν θα μπορούσαμε φυσικά να μην αναφερθούμε στην «Magna Grecia», την Μεγάλη Ελλάδα δηλαδή, που δεν είναι άλλη από την γειτονική μας Ιταλία.
Η διαφορά με τα υπόλοιπα μέρη είναι πως η Ιταλία δεν αποτέλεσε απλώς έναν σταθμό των Ελλήνων αλλά υπήρξε ένα από τα μέρη του αυτόχθονα Ελληνισμού. Η Ιταλία, δηλαδή, μαζί με την Ελλαδική χερσόνησο και την Μ. Ασία ήταν η κυρίως Ελλάδα!
Magna Grecia ονομάστηκαν η Κ.Ιταλία και η Σικελία, λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους τους όσον αφορά την Ελλαδική χερσόνησο.
Επίσης, το όνομα Greci χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Κ. Ιταλία και είχε σχέση με τους γηραιούς της Βοιωτίας.
Η «Μεγάλη Ελλάδα» γέννησε κολοσσούς της διανόησης και της επιστήμης, μεταξύ των οποίων  οι δύο καλύτεροι νομοθέτες της Ελλάδας,  ο Ζάλευκος ο Λοκρός και ο Χαρώνδας, ο Αρχιμήδης, ο Παρμενίδης και ο Ζήνων, ιδρυτές της Ελεατικής Σχολής, ο Θεόκριτος, ο Ξενοφάνης, κλπ. Επίσης μεγάλος αριθμός γνωστών Ελλήνων την επισκεπτόταν συχνά: Πλάτων, Αισχύλος, Σιμωνίδης ο Κείος, Πίνδαρος, Βακχυλίδης, κ.α.
«Είσαι Γκρίκο; Εμπα στο σπίτι μον να μπει ο ήλιος».
Έτσι υποδέχονται οι Γκρεκάνοι, οι Έλληνες της Κ. Ιταλίας τους υπολοίπους Έλληνες σήμερα διατρανώνοντας την ελληνική τους καταγωγή με κάθε ευκαιρία!
Η γλώσσα τους, τα γκρεκανικά, έχουν τις ρίζες τους στα ελληνικά, όπως πιστοποιούν και οι ακόλουθες φράσεις, όπως διατυπώνονται στο «Λεξικόν Γκρίκο-Ελληνικό-Ιταλικό» του Αντόνιο Γκρέκο.
Κοιλάδα Ναών Σικελία
addomata  (εβδομάδα) (settimana στα ιταλικά), το «βδ» μετατράπηκε σε «dd»
afidi = φίδι (serpe στα ιταλικά)
agapisia = αγάπη, στοργή, πάθος, πίστη (affetto στα ιταλικά)
π.χ. «O pedi-mmu kanni in agapi min Maria» (= ο γιος μου είναι αρραβωνιασμένος με τη Μαρία)
Avrili = Απρίλης (aprile στα ιταλικά)
brokka = πηρούνι (forchetta στα ιταλικά)
cero = καιρός (tempo στα ιταλικά)
π.χ. «Simmeri o cero in vasta-ti mavri» (=σήμερα ο καιρός είναι στις μαύρες του)
chari = χάρις (grazia στα ιταλικά)
«chari», «grazia» και τα δύο προέρχονται από την ελληνική λέξη «χάρις»
choreo = χορεύω (ballo στα ιταλικά)
π.χ. «su serri na choressi?» (= εσύ ξέρεις να χορέψεις;)
Ακούστε το μαγευτικό νανούρισμα σε γκρεκανικά ελληνικά με τίτλο «Pedimmu» (Παιδί μου):
Μπορεί το ελληνικό κράτος να «γυρίζει την πλάτη» σε αυτούς τους Έλληνες, όμως οι πέτρες μιλούν αποκαλύπτοντας την πραγματική τους καταγωγή, το «una fatsa una ratsa» των εκεί Ελλήνων με τους Ελλαδίτες.
Οι ελληνικές πόλεις που υπάρχουν μέχρι σήμερα στην Ν. Ιταλία και Σικελία, άπειρες…
Μεταξύ αυτών η Γκρέτσια Σαλεντίνα (η Ελλάς του Σαλέντο), που περιλαμβάνει το Σολέτο, το Δαστρινιάνο ντέι Γκρέτσι (το καστράκι των Ελλήνων, που χτίστηκε από Κρητικούς), η Καλημέρα, γνωστή για την περίφημη επιγραφή της «Τσένη σου εν είσαι ετού στην καλημέρα (Ξένη εσύ δεν είσαι εδώ στην καλημέρα)», το Μαρτάνο (<αμαρτάνω: σφάλλω), κλπ.
Οι κάτοικοι της εν λόγω χερσονήσου ονομάζονται «Γκρεκοσαλεντίνοι» και η γλώσσα τους «Γκρεκοσαλεντίνικα»!
Αλλά και άλλες πόλεις, όπως η Καλλίπολις, ο Τάραντας*, που ιδρύθηκε από Σπαρτιάτες αποίκους, τους Παρθενίες (παιδιά άγαμων γονέων), η Ηράκλεια, οι Θούριοι, η Καλάβρια, το Ταυρομένιο με το μεγάλο ελληνικό θέατρο, η Κατάνη (σημ. Κατάνια), η Ακραγάς (σημ. Agrigento), η Ηράκλεια Μινώα με τους αμέτρητους ελληνικούς ναούς, η Σελινους, ο Πάνορμος (Παλέρμο), όπου ζει μέχρι σήμερα σημαντικός πληθυσμός Βορειοηπειρωτών, που είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, η Νεάπολη (Ρόδιοι την είχαν ονομάσει Παρθενόπη και έπειτα οι Χαλκιδείς ίδρυσαν νέα πόλη: Νεάπολη), η Κύμη, η Νάξος (σημ. Τζιαρντίνι), για την οποία κάνει λόγο και ο Θουκυδίδης:
«Ελλήνων σε πρώτοι Χαλκιδείς εξ Ευβοίας πλεύσαντες, μετά Θουκλέους οικιστού, Νάξον ώκησαν και Απόλλωνος αρχηγέτου βωμόν, όστις νυν έξω της πόλεως έστιν, ιδρύσαντο».
* Στον Τάραντα υπάρχει ακόμη ο χορός «Ταραντέλα Πίτσικα», που έχει τις ρίζες του στο φαινόμενο «ταραντισμός», που ίσχυε από τα αρχαία χρόνια. Ο ταραντισμός ήταν ένα είδος κρίσης,  που απέδιδαν στο τσίμπημα (πιτσικάρισμα) μιας αράχνης. (Εξ’ ου και ταραντούλα).
Για να θεραπευτεί επομένως κάποιος διεξαγόταν μία «μουσική κάθαρση».
Φυσικά αξιοσημείωτες είναι και οι Συρακούσες, που παρά τις φοβερές καταστροφές που έχει υποστεί, διασώζει ικανοποιητικό αριθμό ελληνικών μνημείων (ναών, υδραγωγείων, βωμών).
Όλες οι προαναφερθείσες πόλεις διατήρησαν το ελληνικό χρώμα τους παρά την επικράτηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μιας και οι Ρωμαίοι στέκονταν με δέος στον ελληνικό πολιτισμό και παρά την δυσβάσταχτη κατάσταση, στην οποία περιήλθαν, επί Μουσολίνι, καθώς δεν τολμούσαν να δηλώσουν Έλληνες Ορθόδοξοι!
Αξίζει τέλος να αναφέρουμε την ύπαρξη των Ετρούσκων στο βόρειο τμήμα της Ιταλίας! Ο συγκεκριμένος λαός διέθετε ελληνική γλώσσα, ελληνική κουλτούρα, ελληνική στρατιωτική τεχνική, ελληνικά θέατρα, αλλά, σύμφωνα με την συμβατική ιστορία δεν ήταν Έλληνες!
Απάντηση δίνουν οι καθηγητές Μπενεντέτα Ροσινιόλι και Λαζάρου (Σορβόνη), οι οποίοι τονίζουν πως όχι μόνο η Β. Ιταλία αλλά ολόκληρη η Δαλματία απέναντι από την Αδριατική κατοικούνταν από Έλληνες.
Η Ιταλία επομένως αποτελεί έναν ακόμη αγαπημένο τόπο των Ελλήνων, γύρω από τα γνώριμα νερά της Μεσογείου, που ακόμη και σήμερα δεν έχει χάσει το «γαλανόλευκο χρώμα» της…

Σκουληκότρυπες και κβαντική διεμπλοκή


Σε δύο ξεχωριστά άρθρα που δημοσιεύονται στο περιοδικό Physical Review Letters, τρεις ερευνητές υποστηρίζουν πως το φαινόμενο της κβαντικής διεμπλοκής, συνεπάγεται τη δημιουργία μίας σκουληκότρυπας μεταξύ των εμπλεκόμενων σωματιδίων, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην έρευνα για μία κβαντική θεωρία βαρύτητας.

H κβαντική διεμπλοκή υποστηρίζει πως όταν δύο σωματίδια έχουν αλληλεπιδράσει και βρίσκονται σε διαφορετικές κβαντικές καταστάσεις (αντίθετη φορά σπιν για παράδειγμα), διατηρούν αυτή την ιδιότητα σε οποιοδήποτε σημείο του Σύμπαντος και αν βρίσκονται.
Αλλάζοντας τη κβαντική κατάσταση ενός από τα δύο σωματίδια, επηρεάζουμε ταυτόχρονα και την κατάσταση του άλλου, κάτι όμως που αντιτίθεται στη κεντρική ιδέα της θεωρίας της σχετικότητας πως τίποτε δεν κινείται (ή μεταδίδεται) ταχύτερα από το φως.
Τι είναι όμως αυτό που προκαλεί την άμεση μετάδοση μιας ιδιότητας από ένα σημείο του χωροχρόνου σε ένα άλλο;
Νωρίτερα αυτή τη χρονιά, οι διάσημοι φυσικοί Χουάν Μαλντασένα και Λέοναρντ Σούσκιντ είχαν δείξει πως δύο μαύρες τρύπες που βρίσκονται αρχικά σε κατάσταση διεμπλοκής και στη συνέχεια απομακρύνονται η μία από την άλλη, τότε μεταξύ τους σχηματίζεται ένα βαρυτικό τούνελ, γνωστό και ως σκουληκότρυπα. Οι σκουληκότρυπες είναι στην ουσία συντομεύσεις που παρακάμπτουν το χώρο μεταξύ δύο διαφορετικών σημείων και προβλέπονται από τη θεωρία της Γενικής Σχετικότητας.
Διάγραμμα που απεικονίζει την σκουληκότρυπα, δηλαδή συντομεύσεις που παρακάμπτουν το χώρο μεταξύ δύο διαφορετικών σημείων και προβλέπονται από τη θεωρία της Γενικής Σχετικότητας.
Ο ερευνητής Τζούλιαν Σόνερ από το ΜΙΤ, και ανεξάρτητα οι Κρίστιαν Γένσεν και Αντρέας Καρχ από τα πανεπιστήμια Βικτόρια και Ουάσινγτον αντίστοιχα, μέσα από το πρίσμα της θεωρίας χορδών εξέλιξαν περαιτέρω τη συγκεκριμένη ιδέα, βρίσκοντας πως σκουληκότρυπες δημιουργούνται ακόμη και μεταξύ δύο σωματιδίων που έχουν μπλεχτεί κβαντικά.
Οι ερευνητές περιέγραψαν δύο κουάρκ (τους δομικούς λίθους των πρωτονίων και των νετρονίων), που έχουν δημιουργηθεί από το κενό σύμφωνα με το φαινόμενο Σβίνγκερ, τα οποία κατοικούν σε ένα τετραδιάστατο χωροχρόνο.
Σύμφωνα με τη θεώρησή τους, η βαρύτητα κατοικεί σε μία πέμπτη διάσταση, από όπου και δρα για να καμπυλώσει τις υπόλοιπες τέσσερις διαστάσεις. Χρησιμοποιώντας τεχνικές τις θεωρίες χορδών προέκυψε πως η δημιουργία των δύο κουάρκ συνεπάγεται και μία ταυτόχρονη δημιουργία μιας σκουληκότρυπας που τα συνδέει. Σε βαθύτερο επίπεδο οι ερευνητές ανακάλυψαν και μία γεωμετρία που περιέγραφε τη συγκεκριμένη κατάσταση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μία νέα θεωρία βαρύτητας.
Εάν ευσταθεί η θεώρηση αυτή, ίσως η βαρύτητα να μην είναι θεμελιώδης δύναμη της φύσης, αλλά να προκύπτει ως αποτέλεσμα της κβαντικής διεμπλοκής. Κάτι τέτοιο θα ήταν αναμφίβολα ένα μεγάλο βήμα για την επιστήμη, καθώς η ενοποίηση της Γενικής Σχετικότητας με τη κβαντική μηχανική σε μία ενιαία θεωρία κβαντικής βαρύτητας, αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση της σύγχρονης φυσικής.

Ο σπουδαίος Θουκυδίδης και το έργο του!

Θουκυδίδης: Ο Μεγάλος επιστήμων, ιστορικός, πολιτικός και στρατηγός, γεννήθηκε στον Δήμο Αλλιμούντα (Άλιμος) της Αττικής.

Ήταν γιος του Ολόρου, ο οποίος ήταν συγγενής του μεγάλου στρατηγού Μιλτιάδη. Αυτή η συγγένεια αποδεικνύεται και από το ότι όταν πέθανε, τάφηκε στο επίσημο Κιμώνειο νεκροταφείο, διότι ο πολιτικός και στρατηγός Κίμων ήταν γιος του Μιλτιάδη.
Η μητέρα του Ηγησιούλη, ήταν κόρη του Βασιλιά της Θράκης Ολόρου, από αυτήν είχε κτήματα και ορυχεία χρυσού στην Θράκη, στην θέση Σκαπτή Ύλη.
Έτυχε σπουδαίας εκπαιδεύσεως και μορφώσεως, είχε ως δασκάλους τους Φιλοσόφους και παιδαγωγούς Αναξαγόρα και Αντιφώντα. Έφηβος, ενώ παρακολουθούσε τον Ηρόδοτο να διαβάζει ένα μέρος από την ιστορία του, από την μεγάλη συγκίνησή του δάκρυσε. Ο Ηρόδοτος όταν το παρατήρησε, είπε στον πατέρα του Όλορο: «Οργά η φύσις του υιού σου προς τα μαθήματα Όλορε».
Το 430 π.Χ. που ήταν το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου, έπεσε στην Αθήνα φοβερός λοιμός, που τον είχαν μεταφέρει τα πληρώματα των Αθηναϊκών πλοίων, όταν επέστρεψαν από την Πελοπόννησο.
Τότε ασθένησε σοβαρά και ο Θουκυδίδης και χάρη στην λεπτομερή περιγραφή της ασθένειάς του από τον ίδιο, από την εμφάνισή της έως και την ίασή του, γνωρίζουμε σήμερα το είδος του λοιμού και την τεράστια συμφορά που επέφερε στους Αθηναίους και κατ’ επέκταση στον Ελληνισμό.
Τα επόμενα χρόνια πήρε μέρος σε διάφορες μάχες και ναυτικές επιχειρήσεις στον Κορινθιακό κόλπο με τον Φορμίωνα, το 428 π.Χ., στην Αιτωλία και Ακαρνανία το 426 π.Χ. με τον στρατηγό Δημοσθένη.
Το 424 π.Χ. εξελέγη στρατηγός, αυτό το αναφέρει ο ίδιος στην ιστορία του, όπου και τον έστειλαν στην Αμφίπολη της Θράκης, επειδή γνώριζε την περιοχή. Ο στρατηγός των Σπαρτιατών Βρασίδας, εμφανίστηκε ξαφνικά στην Αμφίπολη και σε διαπραγματεύσεις με τους ντόπιους και δίχως να δώσει μάχη, ειρηνικά κατέλαβε την πόλη.
Ο Θουκυδίδης βρισκόταν στην Θάσο όταν συνέβη αυτό, τον ειδοποίησε ο Φρούραρχος της Αμφίπολης Ευκλέας, έτρεξε αμέσως στην Αμφίπολη, αλλά η παράδοση είχε γίνει. Πολέμησε εναντίον περισσοτέρων Σπαρτιατών και κατόρθωσε να κρατήσει ελεύθερο το επίνειο της Αμφίπολης, Ηνιόνα.
Στην Αθήνα του απάγγειλαν κατηγορία, ότι δήθεν αυτός παρέδωσε την Αμφίπολη στον Βρασίδα, ο Θουκυδίδης κατάλαβε ότι η κατηγορία είχε γίνει από τους πολιτικούς του αντιπάλους, δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο και προτίμησε να αυτοεξοριστεί, διότι η ποινή θα ήταν θάνατος.
Από το 424 μέχρι το 404 π.Χ., έμεινε κυρίως στα κτήματά του στην Σκαπτή Ύλη της Θράκης. Εκεί άρχισε να γράφει την λεπτομερή ιστορία του με επιστημονική μεθοδολογία.
Οι λεπτομερείς περιγραφές και οι ακριβείς γεωγραφικές και τοπογραφικές αναφορές του, μας φανερώνουν ότι, έχοντας οικονομική ευχέρεια, ταξίδευε στα πεδία των μαχών, συγκέντρωνε και διασταύρωνε τις πληροφορίες που έγραφε για την Πελοπόννησο, την Ιωνία, την Ιταλία, την Σικελία και σε άλλα μέρη.
Το 404 π.Χ., με το τέλος του πολέμου, ο Δήμος των Αθηναίων με ψήφισμά του κατόπιν εισηγήσεως του Οικοβίου, επέτρεψε την επιστροφή όλων των εξορίστων. Ο Θουκυδίδης επανήλθε στην ταπεινωμένη και κατεστραμμένη Αθήνα. Πόσο έμεινε ακριβώς μας είναι άγνωστο, όπως το πότε και που πέθανε δεν το γνωρίζουμε ακριβώς, έχουν χαθεί αυτές οι πληροφορίες, μάλλον φαίνεται ότι πνίγηκε σε ναυάγιο.
Ο Μαρκελλίνος που έγραψε τον «Βίο του Θουκυδίδη», μας αναφέρει ότι στον τάφο του ήταν στημένο ένα «Ικρίον» (κατάρτι), έτσι συνήθιζαν να κοσμούν τους τάφους αυτών που χάνονταν στα ναυάγια.
Από τα έργα του, διέσωσε η κόρη του μόνο την ιστορία του η οποία αποτελείται από οκτώ βιβλία. Σε αυτά περιγράφει με πολλές και ακριβείς λεπτομέρειες όλα τα πολιτικά και τα στρατιωτικά γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου, από το 431 έως το 411 π.Χ., η ιστόρηση αυτών μοιάζει πολύ με τα άρθρα των σημερινών καλών πολεμικών ανταποκριτών.
Το έργο του όμως σταματάει απότομα, φταίει προφανώς ο ξαφνικός του θάνατος, που δεν του επέτρεψε να το ολοκληρώσει.
Τα υπόλοιπα χρόνια αυτού του πολέμου τα περιγράφει ο Ξενοφών στο έργο του «Ελληνικά».
Σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, το έργο του το παρουσίασε με σεβασμό ο Ξενοφών, ο οποίος στηρίχθηκε σε αυτό. Τον χωρισμό του έργου του σε 8 βιβλία και 900 κεφάλαια, τον έκαναν αργότερα οι Αλεξανδρινοί σοφοί της Βιβλιοθήκης, όταν αντιγράψανε το έργο του και έκαναν περισσότερα αντίγραφα.
Η χρονολόγηση που ακολουθεί ο Θουκυδίδης, είναι με τα χρόνια του πολέμου, χωρίζει τον χρόνο σε θέρος (8 μήνες) και σε χειμώνα (4 μήνες). Για μεγαλύτερη ακρίβεια χρησιμοποιεί τρεις συγχρόνως χρονολογήσεις, του Άργους, της Αθήνας και της Σπάρτης, επειδή οι αντίπαλοι δεν είχαν κοινή χρονολόγηση.
Η χρησιμοποίηση των Ολυμπιάδων, σαν χρονική σταθερά για την χρονολόγηση, έγινε για πρώτη φορά από τον Τίμαιο τον Ταυρομένιο, (η περίφημη σήμερα Ταορμίνα της Σικελίας) 346 – 250 π.Χ. από την Μεγάλη Ελλάδα.
Ο Θουκυδίδης είναι ο πρώτος ιστορικός της κλασικής αρχαιότητας που χρησιμοποιεί μεθοδικά την κριτική έρευνα, την διασταύρωση και την αξιολόγηση των πληροφοριών που συγκεντρώνει. Επίσης έχει απαράμιλλη παρατηρητικότητα και πλήρη αμεροληψία, καταπνίγοντας τις προσωπικές του πολιτικές προτιμήσεις.
Είναι ο πρώτος που αντιλήφθηκε την σπουδαιότητα του οικονομικού παράγοντα για την διεξαγωγή κάθε πολέμου, όπως είναι οι εφεδρείες, τα πολεμοφόδια, καθώς επίσης το ηθικό του στρατεύματος και η ψυχολογία των πολιτών.
Πίστευε, ότι όλα τα γεγονότα έχουν ανθρώπινη αιτιολογία και σκοπό. Ο πόλεμος γίνεται είτε από την υπέρμετρη φιλοδοξία των ανθρώπων, είτε για τα εμπορικά και οικονομικά συμφέροντα.
Η τύχη για αυτόν, δεν είναι παρά η αλληλουχία γεγονότων, τα οποία δεν έχουν προβλεφθεί πολλές φορές, που έχουν ενδοκοσμική αιτία και όχι θεϊκούς παράγοντες (εδώ αποδεικνύεται ότι ήταν και καλός φιλόσοφος και ότι, ήταν απαλλαγμένος από θρησκευτικές αγκυλώσεις, προλήψεις, προκαταλήψεις και εμμονές ).
Ο Θουκυδίδης καταγράφει λεπτομερώς τους λόγους και τις δημηγορίες των πολιτικών αρχηγών και των στρατηγών, οι οποίες εκφωνήθηκαν προς τους πολίτες και τους στρατιώτες. Αυτά είναι και τα πλέον προσεγμένα μέρη της ιστορίας του, από τα 900 κεφάλαια του έργου του τα 180 είναι δημηγορίες.
Σαν επιστήμων ιστορικός, δεν σχολιάζει και δεν δείχνει καμία προτίμηση για τα πολιτεύματα των εμπλεκομένων. Εκδηλώνεται με δημοκρατικό τρόπο, αλλά στο βάθος διακρίνει ο ερευνητής μία σοβαρότητα προς μία Αριστοκρατική Ηθική, Ιωνικής, Πυθαγόρειας, Σωκρατικής και Πλατωνικής υφής.
Ακολουθώντας τον τρόπο γραφής του μεγάλου τραγικού Αισχύλου, δημιουργεί και αυτός δικές του λέξεις «Πυργώνει ρήματα», ουδέτερα επιθέτων και μετοχών αντί για αφηρημένα ουσιαστικά. Από τον Θουκυδίδη εισάγονται πολλά νέα στοιχεία στην Τέχνη της ιστοριογραφίας, όπου σε συνδυασμό με την νηφαλιότητά του, το αντικειμενικό και απρόσωπο ύφος του, δίνουν στο έργο του απαράμιλλη αξία και τον κατατάσσουν μεταξύ των κλασικών συγγραφέων.
Συνοψίζοντας, ο Θουκυδίδης είναι ο πιο αξιόλογος ιστορικός της Αρχαίας Ελλάδας, είναι ο πρώτος που εφάρμοσε αμερόληπτα την κριτική στην ιστορική έρευνα και, αναζήτησε τις αιτίες πίσω από όλα τα ιστορικά στοιχεία, τα οποία τον απασχόλησαν κατά την συγγραφή του μνημειώδους έργου του.
Δίκαια θεωρείται λοιπόν από τους ειδικούς ως ο θεμελιωτής και ιδρυτής της Επιστήμης της Ιστορίας.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΜΑΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Φυλακτά, φαρμακεία, επικλήσεις πνευμάτων,
κατάδεσμοι, καταπασσαλεύσεις

Όπως φαίνεται από τις μαρτυρίες των πηγών, η μαγεία δεν ήταν άγνωστο φαινόμενο στην αρχαία Ελλάδα. Πληροφορίες για την ελληνική μαγεία βρίσκει κανείς στα κείμενα του Ομήρου. Επίσης, ο μυστηριακός θεός Διόνυσος - Ζαγρεύς ήταν συνδεδεμένος με την ερωτική μαγεία. Από την καρδιά του παρασκευάστηκε ερωτικό φίλτρο, που δόθηκε στη Σεμέλη, μιά θνητή, που επιθυμούσε να δει τον εραστή της, Δία, στην πρωτογενή του μορφή. Τα «επιφάνεια» του θεού ήταν συντριπτικά και την εκμηδένισαν. Ακόμη, μορφές όπως η Εκάτη, ο Ερμής, ο Ορφέας και η Μήδεια, αλλά και υπερφυσικές ιδιότητες των θεών, θετικές ή αρνητικές, επιβεβαίωναν την ευρύτατη πίστη τής ελληνικής φαντασίας στη δύναμη της μαγείας.
Όμως, παρά το γεγονός, ότι η γοητεία, τα μαγικά και οι επικλήσεις πνευμάτων υπήρχαν στην ελληνική αρχαιότητα, οι έλληνες τα αντιμετώπιζαν με επιφύλαξη και απόδειξη γι΄ αυτό αποτελεί το γεγονός, ότι οι δύο διάσημες μάγισσσες Κίρκη και Μήδεια ήταν ξένες, η μία Λιγγυστίς, η άλλη από την Κολχίδα και η θεά των φαντασμάτων και της μαγείας Εκάτη προερχόταν από την Καρία. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό της αρχαιότητας, ότι η μαγεία και η μαγγανεία συνιστούν γυναικείες ενασχολήσεις και όλες οι μάγισσες είναι αφοσιωμένες στην Εκάτη.

Οι θεοί του Ολύμπου ήταν ωραιότεροι, ισχυρότεροι και ακμαιότεροι από τον άνθρωπο, αλλά γεννημένοι όπως αυτός και σχετικά όμοιοί του. Τα κύρια χαρακτηριστικά τους ήταν η αιώνια νεότητα και η αθανασία. Σιγά-σιγά άρχισαν να προβάλλονται κι άλλες θεότητες, που ως τώρα ανήκαν στον κατώτερο χώρο τής λαϊκής πίστης, όπως η Εκάτη. Η Εκάτη με την ακολουθία της αποτελούσαν αναμφίβολα ένα αρχαϊκό δημιούργημα θρησκευτικής φαντασίας, που όμως, δεν αναφέρεται ποτέ στην ομηρική ποίηση. Η λατρεία της άρχισε ως περιορισμένη και τοπική, εξελίχθηκε αργότερα σε επίσημη τελετή τής πόλης και τελικά ο Ησίοδος την εξυμνούσε σχεδόν ως αρχηγό όλων των θεών. Η Εκάτη ήταν μιά υποχθόνια θεά. Είχε σχέση με τη θεά Εστία, που ήταν η Γη, η πηγαία ουσία και αίτια των πάντων και την παμπάλαια λατρεία των ψυχών στην εστία του σπιτιού. Πιστευόταν μάλιστα, ότι η ίδια η Εκάτη κατοικούσε στο βάθος τής εστίας, όπου την τιμούσαν μαζί με τον υποχθόνιο Ερμή, το ανδρικό αντίστοιχό της, και τους («εφεστίους») σπιτικούς πατρογονικούς θεούς. Ήταν, επίσης, η κυρία των ψυχών, οι οποίες είχαν ακόμη δεσμούς με τον επάνω κόσμο, παρούσα στους τόπους κατοικίας των νεκρών, τούς τάφους, και τη λατρεία τους.

Παράλληλα, ιδιαίτερη βαρύτητα απέκτησε η θεωρία του Ησιόδου, που έλεγε, ότι, όταν η πρώτη γενιά των θνητών, που γεννήθηκαν μαζί με τους θεούς πέθανε, κλείστηκαν αυτοί στη γη, ονομάστηκαν χθόνιοι δαίμονες και έγιναν επιστάτες και φύλακες των ανθρώπων. Έτσι, υποβαθμίστηκε και η έννοια του δαίμονα και έγιναν οι δαίμονες τα ενδιάμεσα όντα ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους, που κατείχαν την υπερφυσική δύναμη και μ΄ αυτήν επενέβαιναν στην ανθρώπινη Ζωή. Οι Έλληνες άρχισαν να πιστεύουν, ότι η δύναμη ενυπήρχε και σε αντικείμενα, όπως φυλακτά ή αγάλματα.

Η ιωνική φιλοσοφία, που είχε ως βάση τον ορθολογισμό, αντιστάθηκε σ΄ αυτές τις δοξασίες. Όταν, όμως, τον 6ο π.Χ. αιώνα, το ενδιαφέρον των ελλήνων φιλοσόφων στράφηκε από τη μελέτη της φύσης και του σύμπαντος, στην ερμηνεία τής ηθικής και την αναζήτηση τής ευτυχίας και τής δικαιοσύνης, οι παραπάνω δοξασίες επανήλθαν και ενισχύθηκαν από νέες αντιλήψεις, καθώς οι έλληνες ήλθαν σε επαφή με διάφορους ανατολικούς πολιτισμούς. Έτσι, πραγματικά στοιχεία αναμείχθηκαν με φανταστικά ως προς τις γνώσεις κάποιων ιδιοτήτων των φυτών ή των ορυκτών και κάποιων εμπειριών της φυσικής.
 
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η πίστη στη δύναμη ενός φυτού να θεραπεύει ή ενός λίθου να εξαλείφει τη δυστυχία. Η δύναμη αυτή ήταν απόρροια τής επίδρασης των άστρων και των πλανητών. Έπρεπε, ακόμη, να υπάρχει μια συμβολική ομοιότητα ανάμεσα στην αιτία και το αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, η θεραπεία με τα φυτά βασιζόταν σε κάποιο συμβολικό στοιχείο τους: τα φυτά με φύλλα σχήματος ήπατος βοηθούσαν στη θεραπεία ηπατικών νόσων. Αυτή ήταν η λεγόμενη αρχή της «συμπάθειας», σύμφωνα με την οποία η προαναφερθείσα δύναμη των αντικειμένων προσλάμβανε αποκρυφιστικό χαρακτήρα. Ακολουθώντας αυτή την πορεία, το πνεύμα των ελλήνων στράφηκε τελικά σε θεωρίες, που αφορούσαν στη δαιμονολογία και τη μαγεία.

Η ανάπτυξη της δαιμονολογίας και δεισιδαιμονίας
Η πίστη στην ύπαρξη των κακών δαιμόνων βρήκε ανταπόκριση στις δοξασίες για τα φαντάσματα, που υπήρχαν ανέκαθεν στην αρχαία Ελλάδα. Τον 4ο αιώνα, καθώς η αποδοχή των δαιμόνων γενικεύτηκε, φρικιαστικά στοιχεία τής ελληνικής δεισιδαιμονίας, όπως η Έμπουσα και η Λάμια ονομάστηκαν δαίμονες. Η Έμπουσα, ένα είδος αρχαιοελληνικού βρυκόλακα, έγινε μέλος τής συνοδείας τής Εκάτης.

Στις κωμωδίες του Αριστοφάνη διαφαίνεται η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Στους Όρνιθες παρουσιάζει συμπολίτη του να πραγματοποιεί νεκρομαντική τελετή με θυσία ζώου, για να ανάξει ψυχή από τον Άδη κατά το πρότυπο τού Οδυσσέα και τού Σωκράτη, τον οποίο επίσης παρουσιάζει ρυπαρό να «ψυχαγωγεί» με τελετές τις ψυχές των νεκρών. Κατά τη διάρκεια τής νεκρομαντικής τελετής νυχτερίδα ανέρχεται από τον κόσμο των νεκρών για να πιει το αίμα τής θυσίας. Οι θεοί παρουσιάζονται στους ανθρώπους και τους μιλούν βγάζοντας περίεργους κι ακατανόητους ήχους. Στον Πλούτο ο Αριστοφάνης αναφέρει, πως κατά την εμφάνισή του ο θεός «επόππυσεν», δηλαδή κακάρισε και βγήκαν από το ιερό δύο πελώρια φίδια.












Πομπή ονοκεφάλων δαιμόνων. Θραύσμα τοιχογραφίας από τα ανάκτορα των Μυκηνών (13ος αι. π.Χ.).
 
Κατά τη διάρκεια των τελετών οι ιερείς απήγγελλαν, μαζί με τα εξαγνιστικά ονόματα - σύμβολα, μαγικούς θρησκευτικούς ύμνους και ικετευτικές μαγικές προσευχές, για να εξευμενίσουν κάποιο πνεύμα ή άφηναν να ηχήσει ο ήχος από μπρούντζο και χαλκό, για να εξορκίσουν τους κακούς δαίμονες και να διώξουν τα φρικτά φαντάσματα των φαύλων, των πρόωρα πεθαμένων και αυτών, που πέθαναν με βίαιο τρόπο, που θεωρούνταν συνοδοί της Εκάτης.

Η Εκάτη έγινε η δημιουργός και υποκινήτρια κάθε είδους φρικώδους φαντασίωσης. Εκεί όπου υποχωρούσαν από τρόμο οι ουράνιοι θεοί και δαίμονες εκείνη βρισκόταν στο στοιχείο της. Πριν από κάθε εμφάνισή της ακούγονταν ουρλιαχτά σκύλων, σεισμοί, βροντές και φοβερή βοή. Κατόπιν, εμφανιζόταν εκείνη, ξαφνικά στον άνθρωπο, για να του προξενήσει κακό, με τρομακτικές μορφές, όπως πελώριας γυναίκας με φίδια αντί για μαλλιά, κρατώντας πυρσό στο ένα χέρι και ξίφος στο άλλο. Οι εικόνες αυτές, σαν ονειρικά οράματα εμφανίζονταν τη νύκτα υπό το σεληνόφως ή σε έρημες τοποθεσίες μέσα στην εκτυφλωτική ζέστη τού μεσημεριού και μετασχηματίζονταν άστατα και ταλαντεύονταν μπροστά στα μάτια των έντρομων θυμάτων της. Ακόλουθοί της ήταν οι ψυχές των αμαρτωλών, εκείνων, που δεν έτυχαν ταφής και των νεκρικών ιερών εθίμων ή έχασαν με βίαιο τρόπο τη ζωή τους ή πέθαναν πρόωρα. Αυτές οι ψυχές δεν έβρισκαν ηρεμία μετά το θάνατο. Περιφέρονταν στον αέρα με την Εκάτη και τους δαιμονισμένους της σκύλους. Αυτά τα πνεύματα των ψυχών, που περιφέρονταν τη νύκτα, προκαλούσαν σε όλους όσους συναντούσαν «μίασμα» και συμφορά, τρομακτικό όνειρα, παραφροσύνη ή επιληψία.

 






Η τρίμορφη Εκάτη κυβερνά τον Ουρανό, τη Γη και τον Κάτω Κόσμο. Κρατά, επίσης, τα κλειδιά της κρυμμένης γνώσης. Μοιράζεται με τον Δία την ικανότητα να πραγματοποιεί τις ευχές των ανθρώπων. Ο Ησίοδος αναφέρει, ότι η δύναμη και η λατρεία της χάνονται βαθιά μέσα στο χρόνο. Σημαντικός ήταν ο ρόλος τής θεάς στις ιστορίες, που σχετίζονταν με τα Ελευσίνια Μυστήρια. Στη φωτογραφία εικονίζεται ένα φυλακτό της Εκάτης.
Ως προσφορά προς την Εκάτη και τις ψυχές αυτές τοποθετούσαν οι άνθρωποι την τελευταία νύκτα του μηνός τα «δείπνα της Εκάτης» στα σταυροδρόμια και στα τρίστρατα (τρίοδοι) (ανάλογα με τα τρία ή τέσσερα πρόσωπα της Εκάτης), όπου πίστευαν, ότι τριγύριζαν οι κακοί δαίμονες. Έριχναν, δηλαδή, εκεί, με στραμμένο το πρόσωπο προς τα πίσω, τα υπολείμματα των καθαρτικών θυσιών, για να κρατήσουν μακριά από τις ανθρώπινες κατοικίες τα αποτρόπαια όντα. Επίσης, προς τιμή τής Εκάτης θυσιάζονταν νεαροί σκύλοι προς «κάθαρση», για να την κρατήσουν μακριά. Οι φρικτές αυτές ιδέες και παραστάσεις, που ήρθαν από τη νοτιοδυτική Μικρά Ασία, διανθίστηκαν με ελληνικές και πολυάριθμες ξενόφερτες φαντασιώσεις.
 
Εξ ανατολών το σκότος
Την εποχή αυτή εισέρευσαν από την Ανατολή και διαδόθηκαν στην Ελλάδα πολλές ξενόφερτες θρησκείες και θρησκευτικές πρακτικές. Η περιγραφή τού «γόητος» Ορφέα, που απέκτησε μεγάλη δύναμη και το θαυμασμό τού κόσμου από τις μουσικές και μαντικές του ικανότητες, καθώς και τις πραγματοποιήσεις θρησκευτικών οργιαστικών τελετών (αγυρτεύων διέζη, είτα και μειζόνων αξιών εαυτόν και όχλον και  δύναμιν περιποιούμενος... από μουσικής τε και μαντικής και των περί τας τελετάς όργιασμών) ή η παράξενη τελετή τού Διονύσου, την οποία εισήγαγε, κατά τον Ευριπίδη, ένας άνδρας «γόης», με αρωματισμένα μαλλιά δεμένα με χρυσές κορδέλες, που έψαλλε επωδές, αποδεικνύουν το γεγονός.

Διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις, που αυτοαποκαλούνταν ορφεοτελεστικοί θίασοι, αλλά στην πραγματικότητα ήταν Διονυσιακοί θίασοι (οπαδοί των οργιαστικών τελετών του Διονύσου), διέσχιζαν τους δρόμους κατά τη διάρκεια της νύκτας, σύροντας ιεροτελεστικά προς το μέρος τους και πιέζοντας καστανόχρωμα ήμερα φίδια ή κουνώντας τα πάνω από το κεφάλι τους και παίρνοντας ως αμοιβή από τις γριές ένθρυπτα, στρεπτούς και άλφιτα. Οι μύστες άλειφαν τα πρόσωπά τους με πηλό και πίτυρα, μιμούμενοι την πράξη των Τιτάνων, που άλειψαν με γύψο το πρόσωπο τους, για να μην αναγνωρίζονται, όταν έκλεψαν τον θεό Διόνυσο, με σκοπό να τον θανατώσουν.

Στην Αθήνα, κατά τις μιαρές ημέρες τού μήνα Ανθεστηριώνα πίστευαν, ότι οι ψυχές των νεκρών έβγαιναν στην επιφάνεια τής γης. Τότε άλειφαν τα σώματα τους με πίττη (αμίαντο) και μασούσαν ράμνο, ένα φυτό που έδιωχνε μακριά το κακό. Κατά τη γέννηση ενός παιδιού άλειφαν την πόρτα τού σπιτιού με πίττη, για να απομακρύνουν τους δαίμονες. Οι θρησκείες αυτές αναμείχθηκαν με παλαιές μαγικές ελληνικές πρακτικές, οι οποίες ήταν αρχικά διαχωρισμένες και καθεμία είχε το δικό της όνομα.

Η λαϊκή ελληνική μαγεία αυτού του είδους περιείχε τελετές, που απέτρεπαν το χαλάζι  ή επωδές, που προκαλούσαν βροχή, βλαπτικά μάγια, που καθιστούσαν άγονους τους αγρούς και κατέστρεφαν τα κοπάδια, φίλτρα ερωτικά ή νεότητας, γυναικεία φάρμακα, θεραπείες νόσων -κυρίως της επιληψίας- φυλακτά κατά τού κακού και έλαιο κατά των ατυχημάτων, καθαρτικές τελετές· όλα αυτά σχετίζονταν με δοξασίες της λαϊκής δεισιδαιμονίας. Στην αρχαία Ελλάδα οι όροι, που γενικά καθόριζαν τις ενασχολήσεις αυτές ήταν «γοητεία» και «φαρμακεία» και οι ενασχολούμενοι ήταν «γόητες» και «φαρμακοί». Οι μάγισσες «φαρμακίδες» με τη μεγαλύτερη φήμη στην Ελλάδα ήταν εκείνες της Θεσσαλίας, που είχαν τη δύναμη να κατεβάζουν τη σελήνη από τον ουρανό και να την φυλακίζουν κατόπιν αμοιβής των πελατών τους ή να προκαλούν έκλειψη ηλίου και, επομένως, είχαν τη δύναμη να παρεμβαίνουν στην ομαλή πορεία των φαινομένων τής φύσης. Ανώτερή τους μπορούσε να είναι κάποτε (όχι πάντα) μόνον η μοίρα. Γνώριζαν, επίσης, τις μαγικές δυνάμεις των βοτάνων, τα οποία συλλέγονταν με τελετουργικές επικλήσεις πιθανόν προς τους χθόνιους δαίμονες ή την Εκάτη.

Γενικά, το συνονθύλευμα αυτό ασκούσαν προφήτες, οιωνοσκόποι, που μάντευαν από το πέταγμα των πουλιών, όνειροσκόποι, που εξηγούσαν τα όνειρα, άνθρωποι που τελούσαν θυσίες και διάβαζαν στα σφάγια την πρόβλεψη τού μέλλοντος, επαοιδοί, που έδιωχναν το κακό και τις αρρώστιες με μαγικές προσευχές, φαρμακοί, που κατασκεύαζαν φάρμακα, γριές, που πουλούσαν ερωτικά φίλτρα και, σε κάποιες περιπτώσεις, θανατηφόρα δηλητήρια και, γενικά, άνθρωποι, που παρείχαν συνταγές ή τελούσαν τελετές προς βοήθεια των πελατών τους ή προς βλάβη των εχθρών εκείνων.
 
 
Πήλινο κλασικό θυμιατήρι (αριστερά), μολύβδινοι κατάδεσμοι τέλη 4ου - μέσα 3ου αι. π.Χ. (επάνω) και πήλινος φαλλός με οπές ανάρτησης (των ελληνιστικών χρόνων). Ο φαλλός έδινε στους κατόχους του την ελπίδα, ότι τους προστάτευε από το κακό (βασκανία), ενώ παράλληλα συμβόλιζε τη γονιμότητα και την αφθονία. (Μουσείο Πολυγύρου).
 
Τον 4ο π.Χ. αιώνα οι οπαδοί του Ορθού Λόγου τα αντιμετώπισαν όλα σαν ένα σύνολο, στο οποίο έδωσαν το όνομα «μαγεία», με την αρνητική όμως σημασία τής λέξης, θεωρώντας τα άτομα που την εξασκούσαν ως απατεώνες και τσαρλατάνους. Η γοητεία έγινε τμήμα της μαγείας. Προστάτιδα αυτών των μαγικών τεχνών, καθώς και των ατόμων που τις ασκούσαν, έγινε η Εκάτη, μητέρα των φοβερών μαγισσών Κίρκης και Μήδειας, που διδάχθηκαν απ΄ αυτήν τη φαρμακεία, γνώριζαν όλα τα είδη των δηλητηρίων και τις δυνάμεις και ιδιότητες των ριζών.

Έτσι παρουσιάστηκαν οι «γόητες», ιερείς και μάντεις, που αυτοαποκαλούνταν συνεχιστές του Ορφέα και του Μουσαίου, προσέφεραν θυσίες και έψαλλαν ευχές και επωδές «γοητεύοντες», εφάρμοζαν την «ψυχαγωγία» (το κάλεσμα των νεκρών) και τη «μαγεία» των ψυχών των ζωντανών με τελετές, που έμοιαζαν με τις περσικές μαγικές τελετές. Οι άνθρωποι αυτοί, υιοθετώντας τη λατρεία των δαιμόνων και τη «μαγεία», με το σκεπτικό, ότι μπορούσαν να κατανοήσουν ή να επηρεάσουν τις επεμβάσεις των θεών, τις συνδύασαν με την άποψη του Ομήρου, ότι οι άνθρωποι μπορούν να καλούν τους θεούς με προσευχές, ευπρόσδεκτες θυσίες, κνίσα, σπονδές και παρακλήσεις και να μεταστρέφουν τη θέλησή τους με αυτές τις ενέργειες. Υποστήριζαν, λοιπόν, ότι οι θεοί τούς είχαν δώσει τη δύναμη να μεταστρέφουν τις βουλήσεις τους με τελετές. Οι τελετές τους αποτελούνταν από σειρά μικρών προσευχών, επικεφαλής δε καθεμίας υπήρχε η κατάλληλη θυσία.
 
Φαρμακεία
Από την τραγωδία του Σοφοκλή Ριζοτόμοι σώζονται μερικά πολύ ενδιαφέροντα αποσπάσματα σχετικά με την ύπαρξη μαγικών πρακτικών στην Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα. Σ΄ ένα από αυτά περιγράφεται ο τρόπος, που η ξακουστή μάγισσα Μήδεια μάζευε τα δηλητηριώδη βότανα για τις φαρμακείες της: «...αποστρέφοντας το κεφάλι της μαζεύει τον αργυρόχρωμο χυμό, που στάζει από την πληγή του φυτού σε χάλκινους κάδους... και οι σκεπασμένες κύστεις κρύβουν τα βοτάνια, που η μάγισσα γυμνή, θέριζε με χάλκινα δρεπάνια αλαλάζοντας».

Την άσκηση της φαρμακείας από μια γριά υπηρέτρια περιγράφει και ο Ευριπίδης στην τραγωδία του Ιππόλυτος, όταν η Φαίδρα ψάχνει τη λύση για να απελευθερωθεί από το ερωτικό της πάθος. Η τροφός της αναφέρει, ότι έχει στην κατοχή της «φίλτρα θελκτήρια έρωτος» που θα την απελευθερώσουν απ΄ αυτή την αρρώστια χωρίς να προξενήσουν ντροπή ή βλάβη στο μυαλό της, με την προϋπόθεση, ότι δεν θα υπαναχωρήσει. Ό,τι χρειάζεται είναι κάποιο ενθύμιο από τον άνδρα που αγαπά, μια τούφα μαλλιά ή ένα κομμάτι ρούχο, το οποίο θα αναμειχθεί με το φάρμακο. Όταν η Φαίδρα ρωτά αν το φάρμακο είναι αλοιφή ή ποτό, η φαρμακευτρια δηλώνει άγνοια, γιατί πασχίσει για το καλό κι όχι για την απόκτηση γνώσεων. Τα λόγια της υπηρέτριας, καθώς και ο φόβος τής Φαίδρας, ότι η ενέργεια αυτή θα της βγει σε κακό υποδηλώνουν, ότι οι φαρμακοί, έχοντας τις περισσότερες φορές πλήρη άγνοια των συστατικών, που χρησιμοποιούσαν ή της κατάλληλης δοσολογίας, τρέλαιναν ή σκότωναν τους ασθενείς. Η απόλυτη μυστικότητα, την οποία απαιτεί η Φαίδρα από την τροφό, φανερώνει, επίσης, ότι η φαρμακεία θεωρείτο ως έργο αποτρόπαιο κι επικίνδυνο.

Αλλά και σε μια αφιερωματική επιγραφή προς τον Ασκληπιό για θαυματουργική σωτηρία ενός ασθενούς υπάρχει μαρτυρία για άσκηση φαρμακείας. Ένας νέος, ονόματι Τορωναίος, κατέφυγε στο ναό του Ασκληπιού, όπου ζήτησε την ονειρομαντική θεραπεία του. Ο θεός εμφανίστηκε στον ύπνο του, τον χειρούργησε, αφαίρεσε από το στήθος του βδέλλες, που κατέτρωγαν τα σωθικά του, τις παρέδωσε στα χέρια του, τον έραψε και εξαφανίστηκε. Την άλλη ημέρα ο νέος ξύπνησε υγιής κρατώντας τα ζώα και κατόπιν ανακάλυψε, ότι τα είχε καταπιεί μέσα σε ποτό, που, με δόλο, του είχε δώσει η μητριά του, νια να τον δηλητηριάσει.

Τα εγκλήματα μαγείας και φαρμακείας τιμωρούνταν με αυστηρότατες ποινές· μαρτυρίες γι΄ αυτό βρίσκονται σε έργα τού Πλάτωνα. Ο Κλαύδιος Αιλιανός αναφέρει την περίπτωση φαρμακίδας, που συνελήφθη στην Αθήνα και καταδικάσθηκε σε θάνατο από τον Άρειο Πάγο. Θανατώθηκε, αφού γέννησε το παιδί της. Ο Δημοσθένης κάνει λόγο για μια γυναίκα από τη Λήμνο, ονόματι Θεωρίδα, που καταδικάστηκε σε θάνατο με όλη την οικογένειά της εξ αιτίας φαρμακείας και γνώσης επωδών. Το αξιοπρόσεκτο είναι, ότι η μάγισσα αυτή θεωρείτο κάτι παραπάνω από απατεώνισσα, αφ΄ ενός, γιατί οι πηγές την αναφέρουν ως «ιέρειαν» και «μάντιν» και, αφ΄ ετέρου, γιατί ο μαθητής της, εφαρμόζοντας τα φάρμακα και τις επωδές της υποστήριζε, πως θεράπευε τους επιληπτικούς. Ο ρόλος της, λοιπόν, ήταν εκείνος της ιέρειας κάποιας μυστηριακής θεότητας. Ενεργούσε σαν εξαγνιστρία, που με μαγικές εξορκιστικές τελετές έδιωχνε τα κακά πνεύματα, έδινε χρησμούς εμπνεόμενη από τη θεότητα και θεράπευε με μαγικό, θρησκευτικό και εμπειρικό τρόπο. Η καταδίκη της, λοιπόν, εξέφραζε το φόβο εκείνων, που πίστευαν, ότι οι πράξεις της ξέφευγαν από τα όρια τού κοινού εγκλήματος και περνούσαν στο χώρο τής ασέβειας, του άγους και του μιάσματος απέναντι στους θεούς. Παράλληλα, αποδείκνυε τη σύγχυση ανάμεσα στα όρια των θρησκευτικών, των μαγικών και των ιαματικών πρακτικών.
 
Κατάδεσμοι
Όπως φαίνεται, και η μαύρη μαγεία των καταδέσμων και των καταπασσαλεύσεων ανθούσε στην αρχαιότητα. Οι κατάδεσμοι -με παραγωγή από τον 5ο π.Χ. έως τον 5ο μ.Χ. αιώνα- είχαν πάντοτε ευρύτατη διάδοση στο λαό. Ήταν πλάκες μετάλλου χαραγμένες με μαγικούς χαρακτήρες και κατάρες, άλλοτε τρυπημένες από καρφιά κι άλλοτε όχι, που θάβονταν κυρίως σε τάφους, για να επιφέρουν σ΄ έναν εχθρό το κακό ή το θάνατο. Ανήκαν, όπως και τα άλλα παρόμοια, στο χώρο της ελληνικής λαϊκής δεισιδαιμονίας και του λαϊκιστικού αντικοινωνικού τσαρλατανισμού. Η παλαιότερη ελληνική πινακίδα καταδέσμου προέρχεται από τη Σικελία (τέλη 6ου π.Χ. αι.) και ανάλογα παραδείγματα καταδέσμων συναντώνται στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αττική (μέσα του 5ου π.Χ. αι.), όπου ο αριθμός τους αυξήθηκε πολύ κατά τους 4ο και 3ο π.Χ. αιώνες. 

Οι αρχαίοι, όπως και αρκετοί σύγχρονοι σε πρωτόγονες κοινωνίες πίστευαν, ότι έδεναν με μάγια κι επομένως έβλαπταν όσους εχθρεύονταν γράφοντας μερικές φορές μόνο τα ονόματά τους ή άλλοτε και τις κατάρες σε μολύβδινες πινακίδες, που τις τύλιγαν σφικτά και τις έθαβαν κατά προτίμηση στους τάφους ή τις έριχναν σε βαθιά πηγάδια. Οι κατάδεσμοι είχαν συχνά ερωτικό περιεχόμενο, όπως η εικονίζόμενη αποτύπωση κατάδεσμου γραμμένου και στις δύο πλευρές (τέλη 4ου - μέσα 3ου αι. π.Χ., Μουσείο Πολυγύρου) ή στόχευαν σε επαγγελματική επιτυχία και αντιζηλία, οπότε περιλάμβαναν καταλόγους ονομάτων των υποψηφίων θυμάτων.
 
Το προτιμητέο υλικό των καταδέσμων είναι ο μόλυβδος «ψυχρός και άθυμος, άχρηστος, άτιμος», γιατί αστρολογικά συνδεόταν με τον πλανήτη Κρόνο (αρχαίο ελληνικό θεό της βιαιότητας) και, κατά συνέπεια, θεωρείτο το κατ΄ εξοχήν κατάλληλο στοιχείο έλξης του κακού. Οι θεοί, που επικαλούνται οι κατασκευαστές των καταδέσμων είναι οι γνωστοί υποχθόνιοι θεοί Εκάτη, Ερμής, Περσεφόνη, Δήμητρα, Κόρη, Ερινύες και, γενικά, οι δαίμονες και οι νεκυοδαίμονες (άωροι, βιαιοθάνατοι) του Κάτω Κόσμου. Το ρήμα, που τους εξαναγκάζει να υπακούσουν και να εκτελέσουν τις εντολές του καταδέσμου είναι το «εξορκίζω σε». Τα χαρακτηριστικά ρήματα, που χρησιμοποιούνται για την κατάδεση και βλάβη των θυμάτων είναι: «καταδίδημι», «καταδώ», «δέω», «καταγράφω», «ανατίθημι».

Οι κατάδεσμοι, ανάλογα με το στόχο τους, αφορούν στην ερωτική απομόνωση του εχθρού ή στην αποτυχία της εργασίας του, στην κατάδεση της γλώσσας τού αντιπάλου (φιμωτικοί κατάδεσμοι), στην αποτυχία των αντιδίκων στο δικαστήριο και στην παράλυση τού νου και τής γλώσσας τους κατά τη διάρκεια της δίκης. Οι πλέον συνηθισμένοι είναι οι κατάδεσμοι τού Ιπποδρόμου, κατά ηνιόχων και των αλόγων τους. Οι αρματηλάτες έκαναν ευρύτατη χρήση αυτών των μαγικών για τη νίκη τους και την ήττα και καταστροφή των αντιπάλων τους. Η μέθοδος, που χρησιμοποιείται είναι η αναλογική μαγεία: «όπως αυτός ο πετεινός καταδένεται στα πόδια, στα χέρια και στο κεφάλι, έτσι να καταδύσουν οι δαίμονες τα σκέλη, τα χέρια και το κεφάλι και την καρδιά των ηνιόχων..», «όπως ο μόλυβος είναι σκληρός και άκαμπτος, έτσι να γίνει και η γλώσσα του ανιπάλου ή του αντιδίκου...».

 



Κατάδεσμος από την Πέλλα, όπως βρέθηκε μέσα σε τάφο. Kάτω: Σχεδιαστική αναπαράστασή του (Voutiras, 1998).
Κάποιοι κατάδεσμοι παρουσιάζουν ιδιαίτερο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον. Μιά γυναίκα ζητά από τη Δήμητρα και την Κόρη να τιμωρήσουν εκείνους, που την κατηγόρησαν, ότι άσκησε φαρμακεία στον άνδρα της. Μια άλλη γυναίκα ζητά από τη Δήμητρα, την Κόρη και τους άλλους χθόνιους και υποχθόνιους θεούς να τιμωρήσουν την πρώην ερωμένη ή σύζυγο τού άνδρα της. Μια τρίτη διαμαρτύρεται για την άδικη κατηγορία εις βάρος της, ότι είτε η ίδια, είτε κάποια άλλη, την οποία πλήρωσε, κατασκεύασε κατάδεσμο, για να βλάψει έναν άνδρα. Έτσι, λοιπόν, για να εκδικηθεί, καταριέται μ΄ αυτό τον κατάδεσμο τον εχθρό της να υποφέρει φρικτά για τις άδικες κατηγορίες, που της απέδωσε. Άρα, οι γυναίκες έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη χρήση των καταδέσμων και της φαρμακείας, κυρίως στον τομέα της ερωτικής μαγείας.
 
Καταπασσαλεύσεις
Οι καταπασσαλεύσεις ήταν κηρόπλαστα, μολύβδινα ή από άλλο υλικό ομοιώματα του θύματος, τα οποία οι μάγοι κατέδεναν με δεσμά και κατατρυπούσαν με πασσαλίσκους ή καρφιά στα σημεία όπου επιθυμούσαν να προξενήσουν βλάβη και, κατόπιν, τα έχωναν μέσα σε τάφους. Σε κάποιες περιπτώσεις, η κατάρα τού μάγου στόχευε στην απώλεια της ψυχής τού θύματος. Η κατάδεση των χεριών και των ποδιών εξομοίωνε την πρακτική των καταπασσαλεύσεων μ΄ εκείνη των καταδέσμων, όπου συναντάται η έκφραση: «καταδώ και... Δρόμωνα πόδας χείρας» ή «Μικίωνα εγώ ελαβον και κατέδησα τας χείρας και τους πόδας και την γλώσσαν και την ψυχήν».

Ένα τέτοιο συγκεκριμένο ομοίωμα, που ανακαλύφθηκε σε Αττικό τάφο και μελέτησε ο R. Wunsch  αποδίδεται στον 3ο περίπου π.Χ. αιώνα, έχει 6 εκ. ύψος ως τα γόνατα και είναι κατασκευασμένο από μόλυβδο. Είναι αποκεφαλισμένο, η στάση του είναι γονατιστή, ενώ τα χέρια και τα πόδια είναι δεμένα πίσω με ισχυρά μολύβδινα δεσμά. Δεσμά φαίνονται και στο άνω τμήμα του κορμού, ενώ δύο σιδερένια καρφιά είναι μπηγμένα στο στήθος και την κοιλιά. Ο λόγος, που οι «γοητείες» αυτές πραγματοποιούνταν στους τάφους ήταν η αντίληψη, ότι η μαντική δύναμη των νεκρομάντεων (γοήτων) προερχόταν από τούς νεκρούς. Αυτό οδήγησε τούς μάγους στην ιδέα να μετατρέψουν σε έργο την δύναμη, που αποδιδόταν στα φαντάσματα και να θάβουν στους τάφους τούς καταδέσμους, ώστε να στρέφουν εναντίον τού θύματος τη βλαπτική μανία των δυνάμεων τού Κάτω Κόσμου και των νεκρών.
 










Πήλινο ομοίωμα γυναίκας, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί σε πράξη ερωτικής μαγείας, με καρφιά σε διάφορα όργανά της. (Μουσείο Λούβρου).
Ερωτική Μαγεία
Η μαγεία τής αγάπης ήταν διαδεδομένη, κυρίως, ανάμεσα στο γυναικείο πληθυσμό συνδυασμένη με τη χρήση τής «ίυγγος», που ήταν το πτηνό σουσουράδα, δεμένο πάνω σε τροχό, με τις πτέρυγες και τα πόδια της τεντωμένα έτσι, ώστε να αποτελούν τις τέσσερις ακτίνες τού τροχού. Οι γόητες και οι μάγισσες τής αρχαιότητας τον περιέστρεφαν πιστεύοντας, ότι έτσι μάγευαν και εξανάγκαζαν τις καρδιές των ανδρών να υπακούσουν. Ο Σωκράτης ειρωνευόταν τις γυναίκες που χρησιμοποιούσαν «γοητείες αγάπης», φίλτρα, επωδές και «ίυγγες».

Όλα αυτά δείχνουν τη συνεχώς αυξανόμενη εφαρμογή τής μαγείας σε καθημερινό επίπεδο στην Αθήνα, κυρίως από τον 5ο π.Χ. αι. και εξής και την πίστη του λαού στη μαγεία. Ο φοβερός Πελοποννησιακός Πόλεμος και η ήττα, που ακολούθησε, έφεραν δυστυχία και απελπισία και, όσο κι αν οι άνθρωποι δεν πίστευαν στις ιστορίες, πως οι μάγοι κατεβάζουν το φεγγάρι, οι γοητείες, οι καθαρμοί, τα φυλακτά, η ερωτική μαγεία, η νεκρομαντεία, η φαρμακεία και οι κατάδεσμοι δεν ήταν καθόλου περιφρονημένα στην αρχαία Αθήνα.
 
Καταδίκη της Μαγείας
Η πλευρά των διανοουμένων εξέφραζε ανοιχτά την απέχθειά της εναντίον όλων αυτών, που παρέσυραν το λαό στο σκοταδισμό. Ο Ιπποκράτης συμπεριλάμβανε στις ενασχολήσεις τού αγύρτη και τού απατεώνα και τις τελετές καθαρμών, που πραγματοποιούσαν κάποιοι, για να εξαγνίσουν ανθρώπους και πόλεις από τα αμαρτήματα τους. Αυτοί οι «μάγοι, καθαρταί και αγύρται» ισχυρίζονταν, ότι μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν κακοκαιρία, βροχή, ξηρασία, αφορία στους αγρούς, ταραχή τής θάλασσας, έκλειψη ήλιου, καταβίβαση τής σελήνης.

Ο Πλάτων αντιμετώπιζε τους ενόχους ως μίασμα και οριζε γι΄ αυτούς την ποινή τής φυλάκισης με αυστηρή απομόνωση και τού θανάτου εκτός των ορίων τής πόλης χωρίς ταφή. Στα έργα του εξέφραζε γενικά την έντονη αποστροφή του γι΄ αυτό το είδος της μαγείας, που εξελισσόταν σε μαύρη μαγεία και στόχευε στη βλάβη και το θάνατο των ανθρώπων και τόνιζε, ότι αυστηρότατες ποινές, όπως η θανατική, έπρεπε να επιβληθούν, ιδιαίτερα στους επαγγελματίες μάγους, όχι επειδή η αποτελεσματικότητα τής μαύρης μαγείας ευσταθούσε, αλλά γιατί αυτή έδειχνε την κακόβουλη θέληση των λειτουργών της και των πελατών τους και είχε άσχημα ψυχολογικά αποτελέσματα.
Μέχρι την ελληνιστική περίοδο οι μυημένοι σ΄ αυτή την αμφίβολη τέχνη ανήκαν πάντοτε στα λαϊκά στρώματα, αντιμετωπίζονταν ως απατεώνες από τους οπαδούς τού ορθού λόγου και οι πρακτικές τους εντάσσονταν στο χώρο της λαϊκής δεισιδαιμονίας προκαλώντας την απέχθεια.