Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Η περιπέτεια τής επιστήμης στον αραβικό κόσμο

ΧΑΜΕΝΗ ΣΕ ΕΝΑ  ΣΥΝΝΕΦΟ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ
Η περιπέτεια τής επιστήμης στον αραβικό κόσμο

Από την αρχική της ακμή
στη σταδιακή ολοκληρωτική της εξαφάνιση
με την επικράτηση των ιμάμηδων
Από τον 7ο αιώνα, που το Ισλάμ ξεπετάχτηκε από τις ερήμους τής Αραβίας, έχουν σημειωθεί επανειλημμένες συγκρούσεις ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Οι πιστοί τού Μωάμεθ εξαπέλυσαν ιερό πόλεμο ενάντια στους πιστούς τού Ιησού Χριστού και οι χριστιανοί ανταπέδωσαν τη φιλοφρόνηση με σταυροφορίες στους Άγιους Τόπους -εννέα συνολικά από το 1095 μέχρι το 1272- και την ανακατάκτηση τής Ισπανίας και τής Πορτογαλίας. 
Γιά το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων 300 ετών, με εξαίρεση κάποια προσωρινή αναποδιά, η Δύση βγαίνει τακτικά νικήτρια σε αυτή τη σύγκρουση των πολιτισμών. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν η ανωτερότητα τής δυτικής επιστήμης. Το πλεονέκτημα αυτό, ωστόσο, δέν υπήρχε πάντα.


  
Η επέκταση τού χαλιφάτου.
  

Η ανάπτυξη των επιστημών
στο χαλιφάτο των Αββασιδών

Δέν ήταν μόνο ο θρησκευτικός ζήλος, που κατέστησε τους διαδόχους τού Προφήτη Μωάμεθ ικανούς να ιδρύσουν ένα χαλιφάτο, το οποίο στα μέσα τού 8ου αιώνα εκτεινόταν από την Ισπανία, κατά μήκος τής βόρειας Αφρικής, διαμέσου τής αραβικής ενδοχώρας, βόρεια μέσω Συρίας και μέχρι τον Καύκασο, και κατόπιν ανατολικά, διαμέσου τής Περσίας και μέσα στο Αφγανιστάν, από το Τολέδο μέχρι την Καμπούλ.

Το χαλιφάτο των Αββασιδών βρισκόταν στην πρώτη γραμμή τής επιστήμης. Στον Μπάιτ αλ-Χικμά (Οίκο τής Σοφίας), που ιδρύθηκε τον 9ο αιώνα στη Βαγδάτη από τον χαλίφη Χαρούν αλ-Ρασίντ, ελληνικά κείμενα τού Αριστοτέλη και άλλων συγγραφέων μεταφράζονταν στα αραβικά. 
Το χαλιφάτο δημιούργησε, επίσης, ό,τι πολλοί θεωρούν τα πρώτα πραγματικάνοσοκομεία, όπως το μπιμαριστάν, που ιδρύθηκε στη Δαμασκό το 707 από τον χαλίφη αλ-Ουαλίντ ιμπν Αμπντούλ Μαλίκ και το οποίο είχε σκοπό να θεραπεύει κι όχι απλώς να στεγάζει τους ασθενείς. 
Το χαλιφάτο ήταν η πατρίδα αυτού, που θεωρείται από κάποιους το πρώτο πραγματικό ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης, το πανεπιστήμιο αλ-Καραουίν, που ιδρύθηκε στη Φεζ το 859. 
Χτίζοντας πάνω σε ελληνικά και κυρίως ινδικά θεμέλια οι μουσουλμάνοι μαθηματικοί καθιέρωσαν την άλγεβρα (από την αραβική λέξη αλ-τζαμπρ, που σημαίνει «αποκατάσταση») ως επιστημονικό κλάδο διακριτό από την αριθμητική και τη γεωμετρία. Το πρώτο αλγεβρικό εγχειρίδιο ήταν το Συνοπτικό βιβλίο υπολογισμών με συμπλήρωση και εξίσωση (Χισάμπ αλ-τζαμπρ ουάλ-μούκα μπάλα) γραμμένο στα αραβικά από τον πέρση λόγιο Μοχάμεντ ίμπν Νούζα Αλ Χουαρίζμι γύρω στα 820. 
Ο πρώτος πραγματικά πειραματικός επιστήμονας ήταν μουσουλμάνος: ο Αμπού Αλί Αλ-Χασάν Ιμπν Αλ-Χασάν Ιμπν Αλ-Χαϊθάμ (965 – περ. 1039), τοεπτάτομο Βιβλίο Οπτικής τού οποίου, ανέτρεψε πλήθος αρχαίες παρανοήσεις, ιδίως την ιδέα, ότι είμαστε σε θέση να βλέπουμε τα διάφορα αντικείμενα, επειδή τα μάτια μας εκπέμπουν φως. 
Ο Ιμπν Αλ-Χαϊθάμ ήταν εκείνος, που πρώτος αντιλήφθηκε γιατί ένα βλήμα έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να διαπεράσει ένα τείχος αν το χτυπήσει σχηματίζοντας ορθή γωνία, εκείνος, που πρώτος διέκρινε, ότι τα άστρα δέν ήταν στερεά σώματα και εκείνος, που κατασκεύασε τον πρώτο σκοτεινό θάλαμο, το κουτί με τη μικροσκοπική τρύπα, που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται, για να γνωρίσουν οι μικροί μαθητές την επιστήμη τής οπτικής.
Τις μελέτες του τις προχώρησε το έργο τού πέρση λόγιου των τελών τού 13ου αιώνα Καμάλ Αλ-Ντιν Αλ-Φαρίσι πάνω στα ουράνια τόξα. 
Η Δύση οφείλει πολλά στο μουσουλμανικό κόσμο, τόσο για τη διαφύλαξη τής κλασικής σοφίας όσο και για την παραγωγή νέας γνώσης πάνω στη χαρτογραφία, την ιατρική και τη φιλοσοφία, καθώς και τα μαθηματικά και την οπτική. Ο άγγλος στοχαστής Ρότζερ Μπέικον αναγνώρισε αυτό το χρέος: «Η φιλοσοφία προκύπτει από τους μουσουλμάνους».

  


Η οθωμανική αυτοκρατορία είχε καταφέρει να εξαπλώσει το Ισλάμ σε χριστιανικά εδάφη, όχι μόνο στις παληές βυζαντινές επικράτειες εκατέρωθεν των στενών τής Μαύρης Θάλασσας, αλλά και στη Βουλγαρία, τη Σερβία και την Ουγγαρία. Το Βελιγράδι είχε πέσει στα χέρια των οθωμανών το 1521, η Βούδα το 1541. Η οθωμανική ναυτική ισχύς είχε επίσης γονατίσει τη Ρόδο (1522).


Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (1520-1566) μπορούσε δικαίως να ισχυρίζεται, ότι ήταν «ο Σουλτάνος των Σουλτάνων, ο Ηγεμών των Ηγεμόνων, εκείνος, που μοιράζει στέμματα στους μονάρχες τής Γης…».


Ο Σουλεϊμάν έκτισε ιατρική σχολή (την Dâruttib ή Süleymaniye Tip Medresesi). Ήταν νομοθέτης και ποιητής και συνδύαζε τη θρησκευτική εξουσία, την πολιτική εξουσία και την οικονομική εξουσία (η οποία περιλάμβανε τον καθορισμό των τιμών). Στα μάτια του ο πανίσχυρος Κάρολος Ε΄τής Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν απλά ο «βασιλιάς τής Βιέννης».
 

Ευρωκεντρική 
η επιστημονική επανάσταση

Όσοι κατηγορούν τον «ευρωκεντρισμό» λες και είναι κάποια απεχθής προκατάληψη, έχουν ένα πρόβλημα: η επιστημονική επανάσταση ήταν, με βάση κάθε επιστημονικό κριτήριο, απολύτως ευρωκεντρική. Εκπληκτικό υψηλό ποσοστό των βασικών προσωπικοτήτων -σχεδόν το 60%- προερχόταν από ένα εξάγωνο, που οι άκρες του ήταν η Γλασκόβη, η Κοπεγχάγη, η Κρακοβία, η Νάπολη, η Μασσαλία και το Πλύμουθ, ενώ σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι γεννήθηκαν σε ακτίνα το πολύ 160 χιλιομέτρων από αυτή την περιοχή.
 

Οπισθοχώρηση τής επιστήμης 
με την επικράτηση των ιμάμηδων

Σε σαφή αντιδιαστολή, η οθωμανική επιστημονική πρόοδος κατά την ίδια περίοδο ήταν ανύπαρκτη. Η καλύτερη ερμηνεία αυτής τής απόκλισης δίνεται από την απεριόριστη κυριαρχία τής θρησκείας στο μουσουλμανικό κόσμο. Προς τα τέλη τού 11ου αιώνα, ισλαμιστές κληρικοί με μεγάλη επιρροή άρχισαν να υποστηρίζουν, ότι η μελέτη τής ελληνικής φιλοσοφίας ήταν ασύμβατη με τις διδαχές τού Κορανίου. Ήταν μάλιστα βλασφημία να υπαινίσσεται κανείς, ότι ο άνθρωπος ήταν σε θέση να διακρίνει τον θεϊκό τρόπο δράσης, τον οποίο ούτως ή άλλως ο θεός μπορεί να μεταβάλλει κατά βούληση. 
Όπως είπε ο Αμπού Χαμίντ Αλ-Γκαζαλί, συγγραφέας τού έργου Οι ανακρίβειες των φιλοσόφων, «σπάνια κανείς απορροφάται σε αυτή την [ξένη] επιστήμη χωρίς να απαρνηθεί τη θρησκεία και να αφήσει τα χαλινάρια τής ευσέβειας μέσα του». 
Κάτω από την επιρροή των κληρικών η μελέτη τής αρχαίας φιλοσοφίας περιορίστηκε, βιβλία κάηκαν και οι λεγόμενοι ελευθερόφρονες υπέστησαν διώξεις. Οι μεντρεσέδες επικεντρώνονταν όλο και περισσότερο στη θεολογία, σε μιά εποχή, κατά την οποία τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια διεύρυναν το φάσμα των ανθρωπιστικών σπουδών τους.
Αλλά και η τυπογραφία συνάντησε αντίσταση στο μουσουλμανικό κόσμο. Γιά τους οθωμανούς, το χειρόγραφο ήταν ιερό: η γραφίδα αντιμετωπιζόταν με θρησκευτικό σεβασμό, η καλλιγραφική τέχνη θεωρούταν ανώτερη τής τυπογραφικής επιχείρησης. «Το μελάνι τού πολυμαθούς», έλεγε ένα ρητό, «είναι ιερότερο απ” το αίμα τού μάρτυρα». Το 1515, ένα διάταγμα τού Σουλτάνου Σελίμ Α’ επέσεισε την απειλή τού θανάτου, για όποιον θα συλλαμβανόταν να χρησιμοποιεί τυπογραφικό πιεστήριο. 
Αυτή η αδυναμία συμφιλίωσης τού Ισλάμ με την επιστημονική πρόοδο θα αποδεκνυόταν καταστροφική. Οι μουσουλμάνοι επιστήμονες, που κάποτε είχαν εφοδιάσει τους ευρωπαίους λόγιους με ιδέες και έμπνευση, είχαν πλέον αποκοπεί από την πιο πρόσφατη έρευνα. 
Αν η επιστημονική επανάσταση δημιουργήθηκε από ένα δίκτυο, τότε η οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ουσιαστικό εκτός δικτύου. Το μόνο δυτικό βιβλίο, που μεταφράστηκε σε κάποια γλώσσα τής Μέσης Ανατολής μέχρι τα τέλη τού 18ου αιώνα ήταν ένα ιατρικό έργο γιά τη θεραπεία τής σύφιλης.

 
Όταν στη Ευρώπη 
κυνηγούσαν μάγισσες, 
στον αραβικό κόσμο υπήρχε 
άνθηση των επιστημών (βλ. εικόνα). Αργότερα, το κλίμα αντιστράφηκε. 
Η επιστήμη στην Ευρώπη 
άρχισε να απεμπλέκεται 
από τα θρησκευτικά δόγματα 
και προχώρησε, 
ενώ στον αραβικό κόσμο 
με την επικράτηση των μουλάδων, 
οπισθοχώρησε. 
 

Τίποτα δέν εξηγεί καλύτερα αυτή την απόκλιση από τη μοίρα τού αστεροσκοπείου, που κατασκευάστηκε στην Κωνσταντινούπολη τη δεκαετία τού 1570 για τον ξακουστό πολυμαθή Τακιγιουντίν αλ Ρασίντ (Τακί αλ-Ντιν). Γεννημένος στη Συρία το 1521 και σπουδαγμένος στη Δαμασκό και το Κάιρο, ο Τακιγιουντίν ήταν προικισμένος επιστήμονας, συγγραφέας πολυάριθμων διατριβών περί αστρονομίας, μαθηματικών και οπτικής. Σχεδίαζε τα δικά του ιδιαιτέρως ακριβή αστρονομικά ρολόγια, ενώ πειραματίστηκε ακόμα και με τη δύναμη τού ατμού. 

Στα μέσα τής δεκαετίας τού 1570, ως επικεφαλής αστρονόμος τού σουλτάνου, πέτυχε μετά από πολιτικές πιέσεις να ανεγερθεί ένα αστεροσκοπείο. Σύμφωνα με όλες τις περιγραφές, το Darü’r-Rasadü’l-Cedid (Οίκος των νέων παρατηρήσεων) ήταν μιά υπερσύγχρονη εγκατάσταση, εφάμιλλη τού Ουράνιμποργκ, τού πολύ πιό διάσημου αστεροσκοπείου, που είχε κατασκευάσει ο δανός Τύχο Μπράχε. 
Αλλά στις 11 Σεπτεμβρίου 1577, η θέαση ενός κομήτη πάνω από την Κωνσταντινούπολη προκάλεσε απαιτήσεις γιά αστρολογική ερμηνεία. Ασύνετα, σύμφωνα με κάποιες αφηγήσεις, ο Τακιγιουντίν τον ερμήνευσε ως προάγγελο επερχόμενης στρατιωτικής νίκης γιά τους οθωμανούς. Αλλά ο σεΐχης Ουλ-Ισλάμ Καντίζαντε, ο ανώτατος κληρικός εκείνης τής εποχής, έπεισε τον σσυλτάνο, πως το γεγονός, ότι ο Τακιγιουντίν έχωνε τη μύτη του στα μυστικά των ουρανών ήταν εξίσου βλάσφημο με τους πλανητικούς χάρτες τού αστρονόμου Ούλογκ Μπεγκ στη Σαμαρκάνδη, ο οποίος υποτίθεται, ότι είχε αποκεφαλιστεί για ανάλογο θράσος. Τον Ιανουάριο τού 1580, μόλις πέντε χρόνια μετά την ολοκλήρωση τού αστεροσκοπείου, ο σουλτάνος διέταξε να κατεδαφιστεί. Δέν επρόκειτο να υπάρξει άλλο αστεροσκοπείο στην Κωνσταντινούπολη πριν από το 1868. 

Με τέτοιες μεθόδους ο μουσουλμανικός κλήρος ουσιαστικά εξαφάνισε κάθε πιθανότητα οθωμανικής επιστημονικής προόδου την ίδια ακριβώς στιγμή, που οι χριστιανικές Εκκλησίες τής Ευρώπης χαλάρωναν τον αυστηρό τους έλεγχο πάνω στην ελεύθερη έρευνα. Η ευρωπαϊκή πρόοδος απορριπτόταν στην Κωνσταντινούπολη ως απλή «ματαιοδοξία». Η κληρονομιά τού ονομαστού κάποτε Οίκου τής Γνώσης τού Ισλάμ εξαφανίστηκε μέσα σε ένα σύννεφο ευσέβειας. Ακόμα και στις αρχές τού 19ου αιώνα, ο Χουσεΐν Ριφκί Ταμανί, επικεφαλής διδάσκαλος στην Mühendishane-i Cedide, έλεγε ακόμα στους σπουδαστές: «Το σύμπαν έχει μορψή σφαίρας και στο κέντρο του βρίσκεται η Γη. [...] Ο Ήλιος και η Σελήνη περιφέρονται γύρω από τη γήινη σφαίρα και μετακινούν τα σύμβολα τού ζωδιακού κύκλου».

Το δεύτερο ήμισυ τού 17ου αιώνα, όσο οι κληρονόμοι τού Οσμάν κοιμόντουσαν «τον ύπνο τού δικαίου», ηγεμόνες απ” άκρη σ” άκρη τής Ευρώπης στήριζαν ενεργά την επιστήμη, χωρίς, γενικά, να λογαριάζουν τους ενδοιασμούς τού κλήρου. Τον Ιούλιο τού 1662, δύο χρόνια μετά την ίδρυσή της στο Κολέγιο Γκρέσαμ, η Βασιλική Εταιρεία τού Λονδίνου γιά τη Βελτίωση τής Φυσικής Γνώσης (Royal Society of London for Improving Natural Knowledge) έλαβε το βασιλικό καταστατικό της από τον βασιλιά Κάρολο Β’. Στόχος ήταν να βρεθεί ένας θεσμός «γιά την προώθηση τής φυσικομαθηματικής πειραματικής μάθησης». Το σημαντικό ήταν, ότι, σύμφωνα με την περιγραφή, που δίνει ο πρώτος ιστορικός τής Εταιρείας, οι ιδρυτές της δέχονταν αδιακρίτως άνδρες από διαφορετικές θρησκείες, χώρες και επαγγέλματα. 
Τέσσερα χρόνια αργότερα, συστάθηκε στο Παρίσι η Académie Royale des Sciences, η οποία αρχικά ήταν ένα πρωτοποριακό κέντρο χαρτογραφίας. Τα δύο αυτά ιδρύματα αποτέλεσαν πρότυπα γιά πολλά παρόμοια σε όλη την Ευρώπη. Όταν το 1675 ο Κάρολος Β’ ανέθεσε στον αρχιτέκτονα, μαθηματικό και αστροπόμο, Κρίστοφερ Ρεν να σχεδιάσει το Βασιλικό Αστεροσκοπείο στο Γκρίνουιτς, σίγουρα δέν περίμενε από αυτόν να προβλέπει τις εκβάσεις των μαχών… 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου